ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Ο Στέλιος Παπαρδέλας γυρνά τον κόσμο χωρίς λεφτά, μόνο με όνειρα

Σε μια κουβέντα με τον πολυταξιδεμένο φωτογράφο, αντιλαμβάνεσαι ότι τον καρκίνο και όλα τα δεινά αυτής της ζωής, τα νικάς με τη δική σου όρεξη ακριβώς για αυτό το οποίο κόντεψε να χάσει στα 14 του χρόνια. Τα νικάς με την όρεξή σου για ζωή.

Η ιστορία που θα διαβάσεις, θα μπορούσε να είναι μια δακρύβρεχτη ιστορία γεμάτη συναίσθημα, δραματικές αφηγήσεις και βαρύγδουπα μαθήματα ζωής. Ο άνθρωπος όμως αυτός, ο 27χρονος φωτογράφος με το χαμόγελο μικρού παιδιού, μοιάζει σαν να κρύβει μέσα του όση ζωή δεν κρύβουμε όλοι οι υπόλοιποι. Κι αυτή τη στιγμή απλά γεμίζει τις μπαταρίες του στην Ελλάδα πριν φύγει για τον επόμενο – άγνωστο προς το παρόν – προορισμό.

Ο Στέλιος Παπαρδέλας είναι φωτογράφος. Γεννήθηκε στη Λάρισα αλλά μεγάλωσε και μένει στην Κρήτη από όπου κατάγεται η μητέρα του. Αν και το ‘μένει στην Κρήτη’ για έναν τέτοιο ταξιδευτή ακούγεται αλληγορικό. Αν μπορώ να συνοψίσω σε μία πρόταση αυτό που κάνει, ο Στέλιος γυρνά τον κόσμο με την φωτογραφική του μηχανή αποτυπώνοντας στιγμές, γνωρίζοντας ανθρώπους, εξερευνώντας κουλτούρες αυθεντικές και ανθρώπους πραγματικούς. Και ο μόνος τρόπος να το κάνεις αυτό είναι ο τρόπος με τον οποίο το κάνει πιστά ο Στέλιος από το 2006 και μετά.

Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 2002, ο Στέλιος διαγνώστηκε με καρκίνο, σε ηλικία μόλις 14 ετών. Διάβασα πολλές συνεντεύξεις του, άκουσα ομιλίες του και είδα ότι κάθε φορά που έπρεπε να μιλήσει για αυτό, το αντιμετώπιζε με το ίδιο χαμόγελο που μου μίλησε κι εμένα προς το τέλος της κουβέντας μας για αυτό. “Την ιστορία με τον καρκίνο την έλεγα μέχρι ένα σημείο στη ζωή μου γιατί θεωρούσα ότι βοηθάω άλλο κόσμο ψυχολογικά. Εγώ ήμουν πάντα θετικός στη ζωή μου, ακόμα και όταν ήμουν άρρωστος το έβλεπα θετικά. Είχα όμως έναν φίλο που πέθανε από αυτό, πέθανε από την κακή ψυχολογία. Ενώ εγώ ήμουν δυνατός. Είναι ωραία ιστορία αυτή με τον καρκίνο για να τη διηγείσαι αλλά υπάρχουν εκατομμύρια σπουδαιότερες ιστορίες να διηγηθείς”.

Βλέπεις, είναι ανάγκη πολλές φορές του δημοσιογράφου για να γράψει έναν φαντεζί τίτλο ή να βγάλει ένα λαβράκι, να συνδέσει ένα ατυχές γεγονός με μία απόφαση ζωής. Ο Στέλιος, προς τιμήν του, ήταν αποστομωτικός. Δεν ξεκίνησε το ταξίδι του κόσμου επειδή ήταν άρρωστος. Δεν πήρε μια απόφαση ζωής όταν ήταν στο κρεββάτι. Με τα δικά του λόγια:

 

 

Γι’ αυτό και φυλά τα λόγια του για εκείνους που τα έχουν ανάγκη. “Επειδή αυτή η ιστορία μπορεί να εμπνεύσει ένα παιδί που είναι στο νοσοκομείο και έχει απογοητευτεί, έμπαινα στη διαδικασία παλαιότερα να μιλήσω περισσότερο για αυτό. Πλέον προτιμώ να μην μιλήσω εκτός κι αν έχω απέναντί μου έναν άνθρωπο που έχει ανάγκη να εμπνευστεί. Κι εγώ έχω έναν άνθρωπο που με στήριξε σε όλο αυτό που πέρασα οπότε θα ήμουν τεράστιος βλάκας να μην το κάνω για κάποιον άλλον”.

Ο Στέλιος Παπαρδέλας είναι ένας ταξιδευτής αυτής της ζωής. Όχι όμως από εκείνους τους εύκολους ταξιδευτές. Από εκείνους που κανονίζουν το ταξίδι τους μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας. “Ταξιδεύω με έναν ιδιόμορφο τρόπο. Δεν οργανώνω τίποτα πριν το ταξίδι. Αυτό είναι κάτι που με ταλαιπωρεί πάρα πολύ πρακτικά αλλά το θεωρώ πολύ σημαντικό για τη δουλειά μου. Για να βγει φωτογραφικά αλλά και σαν εμπειρία αυτό που θέλω. Είναι πολύ εύκολο να ταξιδέψεις οπουδήποτε στον κόσμο και να σε περιμένουν όλα στρωμένα. Εγώ δεν θέλω αυτό. Θέλω να φτάνω σε ένα αεροδρόμιο και να αποφασίζω εκείνη την ώρα προς τα πού θα πάω. Φτάνοντας στην Ινδία, γνώρισα έναν τύπο στο αεροδρόμιο γιατί του ζήτησα ένα τσιγάρο. Όταν μου είπε ότι πήγαινε στον γάμο της ξαδέρφης του, του ζήτησα να με πάρει μαζί. Δεν θα έβλεπα έναν παραδοσιακό γάμο αν είχα κανονίσει στο αεροδρόμιο να έρθουν να με πάρουν για να πάω κάπου συγκεκριμένα. Πρώτη μέρα στην Ινδία βρέθηκα σε έναν ινδικό γάμο. Κι η εμπειρία ήταν φανταστική”.

Ακούγεται πραγματικά υπέροχο όλο αυτό. Και είναι σίγουρα πολλοί εκείνοι που διαβάζοντας αυτές τις γραμμές ή ακούγοντας τον Στέλιο να μιλά, θα πουν ότι θέλουν κι εκείνοι να ξεκινήσουν το δικό τους ταξίδι. Μέχρι που μαθαίνουν ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο ιδανικά. “Σε πολύ κόσμο φαίνεται περίεργο αυτό που κάνω. Όταν θα πεις σε κάποιον ότι ταξιδεύεις σε όλο τον κόσμο, θα το θεωρήσει κάτι φοβερό, θα σου πει ότι θα ήθελε να το κάνει κι εκείνος. Όταν όμως με ρωτάνε πώς τα βγάζω πέρα και τους εξηγώ ότι ας πούμε στην Λατινική Αμερική, τον μισό καιρό έτρωγα από τα αποφάγια εκείνων που γνώριζα, δεν τους φαίνεται πια τόσο ελκυστικό. Τους φαινόταν παράλογο το να κοιμάμαι ας πούμε στο σπίτι κάποιου που ήξερα μόλις πέντε – δέκα λεπτά. Εκεί σκαλώνουν οι περισσότεροι στον τρόπο”.

Ο Στέλιος δεν κλείνει διακοπές. Δεν διαλέγει resort ή έστω πανδοχεία για να μείνει. Δεν ξέρει κάθε μέρα πού θα βρεθεί την επόμενη. Συναντά ανθρώπους, τους φωτογραφίζει και από εκεί χτίζει τη δική του ιστορία στον κάθε τόπο. Έχοντας κάθε μέρα το ευχάριστο αλλά απόλυτα υπαρκτό άγχος της επόμενης ημέρας. “Όταν βρίσκεσαι σε ένα ταξίδι που κάθε μέρα πρέπει να παίρνεις αποφάσεις για το πού θα μείνεις, τι θα φας, πού θα κατευθυνθείς, έχεις να αντιμετωπίσεις κάθε πρωί ένα βουνό αποφάσεων. Γιατί δεν κλείνω κάπου να μείνω. Προσπαθώ να κάνω couchsurfing ή να μένω σε κόσμο που γνωρίζω στο ταξίδι. Και δεν ταξιδεύω μόνο με λεωφορείο που γράφουν πολλοί. Τυχαίο ήταν αυτό, ταξίδευα πάντα με τα Μέσα, όποια κι αν ήταν αυτά. Ακόμα και με ωτοστόπ. Όταν τρως αποφάγια, δεν θα χαλάσεις λεφτά για να μετακινηθείς. Αν ήθελα να φάω και να είμαι άνετος με το αυτοκίνητό μου, ας γυρνούσα σπίτι μου. Ήθελα να μένω εκεί όμως. Ήθελα να συνεχίζω το ταξίδι μου”.

 

 

Αναρωτιέμαι κατά πόσο μετά από τόσα ταξίδια, έχει φτάσει να το βλέπει σαν επάγγελμα, σαν μια ρουτίνα. “Κοίτα, είναι πλέον δουλειά μου. Αλλά δεν το ζήτησα εγώ ποτέ να γίνει δουλειά μου. Με έκαιγε μέσα μου το να ταξιδεύω και να φωτογραφίζω. Τα πρώτα δύο τρία χρόνια δεν ασχολιόταν κανείς με αυτό που έκανα. Σπίτι μου αναρωτιόντουσαν πού θα πάει αυτό το πράγμα. Και τώρα μου λένε μπράβο ακριβώς για το ίδιο πράγμα που έκανα από τα 19 μου. Και δεν έχω σκοπό να το μολύνω αυτό που κάνω. Φυσικά και αναλαμβάνω όταν είμαι στην Ελλάδα κι άλλες δουλειές. Αλλά δεν θα τα βρεις στο site μου”.

Παίρνοντας πάσα από αυτό που είπε για το μπράβο που ακούει από τους δικούς τους μετά από τόσα χρόνια, ρώτησα τον Στέλιο να μου πει αν νιώθει ότι έχει ανθρώπους στη ζωή του που τον καταλαβαίνουν. Που δεν τον κοιτούν περίεργα κάθε φορά που ετοιμάζει την τσάντα του για άλλο ένα ταξίδι στο άγνωστο. “Έχω γνωρίσει κόσμο που με καταλαβαίνει. Στην Κρήτη όχι, είναι λίγο πιο δύσκολο. Σε όλο τον κόσμο όμως υπάρχουν εκείνοι που είτε το κάνουν κι οι ίδιοι είτε μοιράζονται κάποιες από τις σκέψεις που έχω κι εγώ. Ποτέ δεν θα δεθείς 100% με κάποιον αλλά ειδικά στα ταξίδια, βρίσκω ανθρώπους που με καταλαβαίνουν. Ειδικότερα οι φωτογράφοι. Που ξέρουν τι πρέπει να υποστείς για να βγει ένα θέμα”.

 

Κι ο κόσμος στις χώρες που επισκέπτεται; Εκείνοι, πώς τον υποδέχονται; “Σε όλες τις χώρες του κόσμου είναι εύκολο να σε ‘αγκαλιάσει’ ο κόσμος εκεί και να σε βοηθήσει. Αρκεί να είσαι ευγενικός, να είσαι ευχάριστος, να είσαι ανοιχτός μαζί τους. Όταν φωτογραφίζω κάποιον δεν είμαι περίεργος, δεν είμαι απότομος. Θα σου μιλήσω, θα σου δείξω τις φωτογραφίες. Κι είναι πολύ σημαντικό να αποφεύγεις τα μεγάλα κέντρα. Ακόμα και στην πιο φιλόξενη χώρα, οι άνθρωποι στο μεγάλο αστικό κέντρο είναι αποξενωμένοι. Στο χωριό θα σου πουν ‘κάτσε παρέα μας’. Γι’ αυτό δεν πηγαίνω στις μεγάλες πόλεις συνήθως. Στις περισσότερες χώρες της Αφρικής μάλιστα, οι άνθρωποι δεν είναι καθόλου υποψιασμένοι με τις κάμερες, τους φωτογράφους, τα media. Τα βλέπουν πιο αθώα, κυρίως γιατί δεν τα έχουν κάθε μέρα στο σπίτι τους. Είναι όπως ήταν εδώ παλιά”.

Σκέφτομαι τους ανθρώπους που αφήνει πίσω του κάθε φορά. Τη γυναίκα του, τους δικούς του. Και κατά πόσο είναι εύκολο να τους λες κάθε φορά ‘φεύγω’. Ειδικά όταν έχεις αποφασίσει ότι αυτά τα ταξίδια για το καλό της δουλειάς σου, οφείλεις να τα κάνεις μόνος σου. “Σίγουρα μου λείπουν οι άνθρωποί μου όταν είμαι στο ταξίδι. Επειδή ταξιδεύω μόνος μου, αν αδρανίσω για λίγη ώρα, αν δεν έχω κάτι να κάνω, αμέσως νοσταλγώ το σπίτι μου και τους δικούς μου. Ευτυχώς υπάρχει το Skype για να κρατάω την επαφή με τη γυναίκα μου, την οικογένειά μου και τους φίλους μου. Σε ένα λεπτό νιώθεις ότι ο άλλος είναι δίπλα σου”.

 

Ο επόμενος προορισμός για τον Στέλιο είναι ακόμα άγνωστος. Εξάλλου όπως μου είπε έχει ανάγκη να ξεκουραστεί από το προηγούμενο ταξίδι του αλλά και να ξεκινήσει ένα νέο project. Να έχει κάτι άλλο στο μυαλό του από αυτό που είχε εννιά χρόνια τώρα. Το πώς επιλέγει τα μέρη στα οποία ταξιδεύει είναι εξάλλου αρκετά κινηματογραφικό. Κι ας μην περιλαμβάνει μια υδρόγειο και πολλές μικρές πινέζες. “Το πρωί που έκλεισα το εισιτήριο για Βραζιλία και εν συνεχεία ταξίδεψα σε όλη τη Λατινική Αμερική, απλά ξύπνησα, έπιασα το κινητό μου και άνοιξα το Facebook. Κάποιος είχε ποστάρει το τραγούδι Brasil. Γυάλισε το μάτι μου. Μπήκα, βρήκα ένα εισιτήριο με 500 ευρώ και το έκλεισα. Ούτε κατάλαβα για πόσο καιρό είχα κλείσει να λείπω. Τελικά ήταν για 4 μήνες. Δεν είχα λεφτά για 4 μήνες αλλά δεν με ένοιαζε αυτό. Έμενα σε έναν φίλο μου εκείνη την περίοδο και όταν κατέβηκα κάτω στο σαλόνι να του πω ότι έκλεισα να πάω Βραζιλία, με κοίταγε καλά καλά”.

Ο ίδιος βέβαια φροντίζει άμεσα να μου πει ότι μετά από τόσα χρόνια καταλαβαίνει πολύ καλά ότι αυτές οι επιλογές που έχει κάνει υπάρχουν καλά κρυμμένες καιρό τώρα στο υποσυνείδητό του. “Όταν γυρίσεις από το ταξίδι τα σκέφτεσαι πιο ρεαλιστικά. Αν κοιτάξω το χάρτη, αντιλαμβάνομαι ότι υποσυνείδητα επιλέγω συγκεκριμένες χώρες για να επισκεφτώ. Έχω ταξιδέψει κυρίως νότια, σε μη βιομηχανοποιημένες χώρες. Πήγαινα σε μέρη που θεωρούσα ότι θα έβρισκα έναν κόσμο όπως τον φανταζόμουν εγώ ότι θα ήθελα να είναι. Ξέρω ας πούμε ότι αν πάω στις ΗΠΑ, θα εκνευριστώ με τον κόσμο. Οι χώρες που επέλεγα υποσυνείδητα ήταν χώρες με αυθεντική κουλτούρα. Γι’ αυτό και σταμάτησα να ταξιδεύω στην Ευρώπη όπου συναντούσα σχεδόν παντού το ίδιο πράγμα”.

Όση ώρα μιλάμε αναρωτιέμαι πώς γίνεται να μην φοβάται ένα τέτοιο ταξίδι προς το άγνωστο. Όπως μου είπε ο ίδιος, το πρώτο ταξίδι εκτός Ευρώπης ήταν στην Ουγκάντα αρκετά χρόνια πριν. Από εκεί ήθελε να συνεχίσει στην Ρουάντα και το Κονγκό αλλά όσα συνέβαιναν στο Κονγκό τον έκαναν να το ξανασκεφτεί. Πλέον, μετά από τόσα ταξίδια όπως λέει, δεν φοβάται κανέναν προορισμό.

Με τον τρόπο του με έκανε κι εμένα να νιώσω ασφάλεια για κάτι που δεν έχω δοκιμάσει, ένα ταξίδι κυριολεκτικά χωρίς πλάνο και κάποια σταθερά για να πιαστείς.

Με τον τρόπο του με έκανε να θέλω να γυρίσω κι εγώ τον κόσμο μόνο με όνειρα.