Κι όμως, χαμένη από τη φρίκη του Παρισιού βγήκε η Ελλάδα
Ο Κωνσταντίνος Αμπατζής παρακολούθησε με απογοήτευση τις αντιδράσεις που προκάλεσε στη χώρα μας η τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι.
- 16 ΝΟΕ 2015
Θα ξεκινήσω με μια παραδοχή ήττας. Τρεις ημέρες μετά το τρομοκρατικό χτύπημα στο Παρίσι, το οποίο αποτελεί αναμφίβολα μέρος μιας παγκόσμιας αλυσίδας γεγονότων (με τη συνέχεια να έχει πάρει σάρκα και οστά από χθες το βράδυ με την επίθεση της γαλλικής αεροπορίας στη Συρία) εγώ θα κάτσω να ασχοληθώ με τα tweet, τα Facebook posts και τις δημόσιες τοποθετήσεις και συμπεριφορές των συμπατριωτών μας.
Τα σοβαρά βέβαια τα κάλυψαν με τον καλύτερο τρόπο ο Χρήστος κι ο Ηλίας και η αλήθεια είναι ότι με εκφράζουν απόλυτα, οπότε μπορώ για λίγο να προσποιηθώ ότι δεν βλέπω το δάσος και να ασχοληθώ με το δέντρο.
Θα ξεκινήσω από την αγαπημένη συνήθεια των Ελλήνων, τον τσακωμό. Διότι ένα τραγικό γεγονός στο Παρίσι, είναι για μας μια ιδανική αφορμή να χωριστούμε και πάλι σε δυο στρατόπεδα.
Αυτή τη φορά, χωριστήκαμε σε αυτούς που βρήκαν την τέλεια αφορμή να ζητήσουν σε όλους τους τόνους να κλείσουν τα σύνορα και σε αυτούς που διαφώνησαν εντελώς με μια τέτοια προοπτική, σε αυτούς που έβαλαν τη γαλλική σημαία στο προφίλ τους και σε αυτούς που όχι μόνο δεν την έβαλαν, αλλά ειρωνεύτηκαν και αυτούς που το έπραξαν και τέλος, σε αυτούς που εκδήλωσαν τη θλίψη τους για τα θύματα του Παρισιού και σε εκείνους που απάντησαν “ναι αλλά γιατί δεν θρηνείς και για τα θύματα στη Συρία, στο Λίβανο και τις υπόλοιπες μη δυτικές χώρες;”.
Με λίγα λόγια, καλά να είμαστε και θα βρούμε στρατόπεδα για να χωριστούμε και απόψεις πίσω από τις οποίες θα ταχθούμε. Πάντα με φανατισμό, ποτέ με ψυχραιμία και φυσικά, προς Θεού, χωρίς την παραμικρή διάθεση να το συζητήσουμε.
Όπως για παράδειγμα έγινε από αρκετούς σχολιαστές στα κείμενα που γράφτηκαν λίγες ώρες μετά την επίθεση. Όπως ας μη γελιόμαστε, γίνεται σχεδόν κάθε φορά που κάποιος διαφωνεί. Αντί να παραθέσει τα επιχειρήματά του με ψυχραιμία και διάθεση συζήτησης, επιλέγει να κάνει μια προσωπική επίθεση στον αρθρογράφο και τους σχολιαστές που διαφωνούν μαζί του.
Αυτή τη φορά, σπάσαμε κάθε ρεκόρ ταχύτητας ανεύθυνων τοποθετήσεων, μόλις λίγα λεπτά μετά τα τραγικά γεγονότα που παρακολουθήσαμε με κομμένη την ανάσα. Με πρωτοστάτες αυτών, νυν και πρώην βουλευτές και δημοσιογράφους. Η λύση είχε φυσικά βρεθεί: Να κλείσουν τα σύνορα, αδιακρίτως και ανεξαιρέτως.
Διότι το να κατανοήσουμε ότι η συντριπτική πλειονότητα των προσφύγων, φεύγει τρέχοντας με κίνδυνο της ζωής του από τη Συρία, ακριβώς για να γλιτώσει από αυτούς τους τρομοκράτες, είναι αδιανόητο. Αφήστε τους πρόσφυγες να πεθάνουν, για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο από τους τρομοκράτες. Το ότι ήδη έχει αποκαλυφθεί ότι κάποιοι εκ των τρομοκρατών είχαν γαλλικό διαβατήριο βέβαια, είναι ψιλά γράμματα.
Προσοχή, δεν επικαλούμαι ότι η ασταμάτητη και δίχως ελέγχους εισροή μεταναστών είναι κάτι ιδανικό. Προφανώς και πρέπει να γίνονται έλεγχοι, προφανώς και πρέπει να βρεθεί μια λύση για την ομαλή υποδοχή τους, προφανώς και δεν γίνεται να μείνουν όλοι στην Ελλάδα. Η λύση όμως δεν είναι το άλλο άκρο, υπέρ του οποίου πρόλαβαν πολλοί να ταχθούν. Υψώνουμε δηλαδή ένα τείχος και τους αφήνουμε να πνιγούν.
Το θλιβερό είναι ότι κανείς δεν καταλαβαίνει πως τέτοιου είδους ρητορικές, το μόνο που καταφέρνουν είναι να ενισχύουν τα ήδη ισχυρά ακροδεξιά ρεύματα σε όλη την Ευρώπη. Δεν είναι όλοι οι πρόσφυγες τρομοκράτες, δεν είναι φυσικά ούτε όλοι οι μουσουλμάνοι τρομοκράτες. Το αντίθετο συμβαίνει. Η συντριπτική πλειονότητα ΔΕΝ είναι. Το τσουβάλιασμα και τα στερεότυπα αποτελούν τις απαρχές του φασισμού και το παρακάτω σκίτσο αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο το κλίμα που έχει διαμορφωθεί.
Εκτός των ακραίων αυτών απόψεων, θαυμάσαμε και εξαιρετικές θεωρίες συνωμοσίας. Για τις ΗΠΑ που βρίσκονταν πίσω από αυτήν την επίθεση, για τον Μπους που δημιούργησε την Αλ Κάιντα κι ένα σωρό ομορφιές που θα έκαναν περήφανο τον Λιακόπουλο.
Όταν βέβαια μια πρώην εκλεγμένη βουλευτής του ελληνικού λαού σπεύδει να δηλώσει αυτό, λίγη ώρα μόλις μετά τα τραγικά γεγονότα, δεν υπάρχουν και πολλά περιθώρια για σχολιασμό.
Δεν θέλω να σταθώ στην ουσία των πραγμάτων, δεν θα μπω καν στον κόπο να εξηγήσω γιατί αυτό που έγραψε η Ραχήλ Μακρή είνα τουλάχιστον κωμικό. Ούτε είναι προφανώς ουσιαστικό να δώσει κάποιος εξηγήσεις για τους λόγους που έβαλε τη γαλλική σημαία στο προφίλ του, ή γιατί επέλεξε να στεναχωρηθεί περισσότερο τώρα σε σχέση με πρόσφατες επιθέσεις σε χώρες που τυχαίνει να βρίσκονται πιο μακριά από τη Γαλλία.
Πρέπει να δώσουμε εξηγήσεις για τους λόγους που μια επίθεση στη Γαλλία μας σοκάρει λίγο περισσότερο; Τι να κάνουμε, ο τρόπος ζωής των Γάλλων, η γεωγραφική εγγύτητα, το γεγονός ότι οι περισσότεροι εξ ημών έχουμε πάει στο Παρίσι ή έχουμε γνωστούς εκεί, μας κάνει να σοκαριζόμαστε λιγάκι παραπάνω. Έτσι λειτουργούν οι άνθρωποι, καλώς ή κακώς, έτσι λειτουργούν τα συναισθήματα. Δεν σημαίνει φυσικά ότι αξιολογούμε τη μια ζωή υψηλότερα από τις υπόλοιπες.
Η αντίδραση των Γάλλων, τα πρώτα κιόλας λεπτά μετά την επίθεση, ήταν υποδειγματική, προσφέροντας σε όλους ένα παράδειγμα αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας σε δύσκολες στιγμές. Αν -χτύπα ξύλο, μακριά από εμάς κλπ- κάτι αντίστοιχο συμβεί στην Ελλάδα, τρέμω για την αντίδραση που θα δείξουμε. Το πιθανότερο είναι ότι θα βγούμε όλοι στους δρόμους για να πλακωθούμε μεταξύ μας. Πρώτη φορά θα είναι άλλωστε;
Για το τέλος, κρατάω και την -για ακόμη μια φορά- επιπόλαιη στάση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, τα οποία αναπαρήγαγαν ειδήσεις χωρίς να κάνουν καν τον κόπο να τις διασταυρώσουν, φυσικά κατά το δοκούν.
Η Ακρόπολη που “βάφτηκε” στα χρώματα της γαλλικής σημαίας μόνο στο Twitter, το διαβατήριο του τρομοκράτη που ακόμα ψάχνουμε αν ήταν πλαστό, όμως από κάποια μέσα στην Ελλάδα παρουσιάστηκε εξαρχής ως δεδομένο και πολλές ακόμα “πληροφορίες” που τις ακούγαμε στις ειδήσεις και λίγα λεπτά αργότερα βλέπαμε να διαψεύδονται από μέσα του εξωτερικού. Λίγη προσοχή πριν αναπαραχθεί μια πληροφορία δεν βλάπτει, ειδικά σε τόσο κρίσιμες στιγμές.
Δυστυχώς, ενώ όλος ο πλανήτης μετράει τις πληγές του από τα συνεχή χτυπήματα ενός πολέμου που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, στην Ελλάδα για ακόμη μια φορά βρήκαμε την τέλεια αφορμή για να επιδοθούμε στο εθνικό μας σπορ: το φανατισμό, τη μισαλλοδοξία, το διχασμό και τους τσακωμούς. Περαστικά μας.