ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ο Αντώνης Μαρτσάκης είναι όλη η κρητική μουσική και λεβεντιά σε ένα πρόσωπο

Ο Κρητικός μουσικός από την Κίσσαμο βγάζει όλο το πάθος της Κρήτης μέσα από το βιολί του.

Μόλις μπήκα μέσα στον ‘Ομαλό’ τον είδα απέναντί μου να στέκει αρχοντικός. Τον ξεχωρίζεις ανάμεσα στο πλήθος. Έχει μια κορμοστασιά περήφανη, μια μουστάκα λεβέντικη και μια αύρα αυθεντική. Όταν του μιλάς καταλαβαίνεις ότι όλα αυτά δεν είναι απλά εικόνα. Ο Αντώνης Μαρτσάκης είναι μέσα και έξω του περήφανος κρητικός, λεβέντης μουσικός και αθεράπευτα αυθεντικός. Ο Αντώνης είναι ό,τι πιο γνήσιο έχει να επιδείξει η παραδοσιακή κρητική μουσική.

“Ξεκίνησα κάνοντας χορούς σε ηλικία 6 ετών και μετά 9 ετών είχα την πρώτη μου επαφή με την μουσική. Ξεκίνησα με το βιολί. Βλέπεις στην περιοχή από όπου κατάγομαι το βιολί είναι το παραδοσιακό μας όργανο και έχουμε ένα ιδιαίτερο ηχόχρωμα γιαυτό ξεκίνησα με αυτό. Βασικά από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου, έχω ένα βιολί στα χέρια μου”. Και πράγματι όταν τον βλέπεις στην σκηνή νομίζεις ότι το βιολί αποτελεί φυσική προέκταση του κορμιού του και η μουσική που παράγει φυσική ενέργεια της κρητικής ψυχής του.

“Μεγάλωσα στην Αθήνα αλλά επηρεάστηκα από τους μουσικούς της περιοχής μου, στην Κίσσαμο. Τα περισσότερα ακούσματα μου ήταν με βιολί. Στα 12 με 13 άρχισα την επαφή μου και με την υπόλοιπη Κρήτη και κατάλαβα ότι όσο πλούτο έχουμε εμείς στην Κίσσαμο άλλος τόσος υπάρχει σε κάθε γωνιά του νησιού. Με διαφορετικό ηχόχρωμα και διαφορετικό ύφος σε κάθε μέρος. Το έψαξα πολύ με την μουσική.

Σε κάθε μέρος που πήγαινα, έπαιρνα δουλειά και μελετούσα. Δεν ήταν ιδιαίτερα αποδεκτό το βιολί. Όχι εχθρικά, απλά δεν το γνώριζε ο κόσμος εκτός από συγκεκριμένες περιοχές. Έτσι προσπάθησα να προσαρμόσω κάθε γωνιάς ακούσματα πάνω στο βιολί. Όσο αυτό είναι εφικτό. Ήδη από τα 15 μου χρόνια ξεκινάω επαγγελματικά σε γάμους και εκδηλώσεις και όσο περνάει ο καιρός μπήκα στον χώρο πιο επαγγελματικά”.

Τον ρωτάω πού προτιμάει να παίζει. Τον έχω δει να παίζει και σε πανηγύρι αλλά και σε κλειστό χώρο και βγάζει και στα δύο μια ένταση, μία ενέργεια τόσο ιδιαίτερη. “Παντού μου αρέσει να παίζω. Βέβαια ο καθένας από εκεί που κατάγεται του αρέσει να παίζει περισσότερο. Ίσως όταν είμαι στην Κίσσαμο ξέρω να διαχειρίζομαι το γλέντι καλύτερα. Είμαι πιο άνετος. Όμως σε κάθε μέρος το γλέντι είναι διαφορετικό. Κάθε περιοχή έχετε τα δικά της χαρακτηριστικά”.

Ο Αντώνης μένει μόνιμα στην Κρήτη και αφήνει το ευλογημένο χώμα μόνο για δύο λόγους. Είτε για δουλειά είτε για να συναντήσει φίλους. Όμως η ροή της ζωής του ήταν αντίθετη. “Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα. Μετά τα 20 κατέβαινα κάθε σαββατοκύριακο είχα δεν είχα δουλειά, αν και δούλευα στην Αθήνα σε μια τράπεζα. Ο κύκλος που δημιούργησα ήταν μόνο στην Κρήτη. Εκτός από 10 με 15 ανθρώπους εκτός νησιού που πάλι μας έδενε είτε η μουσική είτε ο χορός. Οπότε δεν με κρατούσε τίποτα πια στην Αθήνα και κατέβηκα κάτω στην Κίσσαμο. Δεν δυσκολεύτηκα καθόλου. Ούτε στην δουλειά μου ούτε γενικά. Βέβαια είχα φτιάξει κλίμα που λέμε”.

Όσοι ώρα μου μιλάει ο κόσμος έρχεται και τον χαιρετάει ή πίνει μια τσικουδιά μαζί του. Το μυαλό μου πάει στις μαντινάδες και τον ρωτάω αν βγάζει και εκείνος δικές του. “Συνήθως αφήνω ανθρώπους που έχουν γεννηθεί με αυτό το χάρισμα. Στο γλέντι βγάζω, ανάλογα με το ερέθισμα που υπάρχει. Βλέπεις κάθε γλέντι έχει τον δικό του χαρακτήρα. Δεν διαλέγω τόπους, πιστεύω ότι κάθε μέρος έχει τα δικά του διαμάντια. Εκτός από την Κίσσαμο, μου αρέσει να παίζω  και σε άλλες περιοχές της πατρίδας, όπως στα Ανώγεια, στο Ηράκλειο ή στην Σητεία που ενώ είναι πιο χαμηλών τόνων οι άνθρωποι, μόλις ξεκινήσει η μουσική σηκώνονται κατευθείαν για χορό μέχρι τις 9 η ώρα το πρωί”.

Τον βλέπεις να μιλάει για κρητικά γλέντια και το μάτι του βγάζει σπίθες, όχι όμως μπαλωθιές. “Είναι επικίνδυνες οι μπαλωθιές ειδικά όταν είναι γλέντια με 2000 κόσμο. Σίγουρα είναι ένα μέρος των εθίμων μας αλλά θεωρώ ότι δεν μπορούν να συνυπάρξουν μαζί με το γλέντι. Είναι καλύτερο να μένουν σε πιο κλειστού τύπου γλέντια”.

 

Φυσικά η κουβέντα κάποια στιγμή πάει στην κρητική του προφορά αλλά και στην εμφάνιση του που κλέβει το μάτι. Γνήσια κρητική μουστάκα και ντύσιμο από τα πιο παραδοσιακά χωριά της Κρήτης. “Μετά την δεκαετία του 50 οι μουσική αρχίζανε και είχαν πρότυπα τους ανθρώπους και απ έξω από την Κρήτη. Επειδή όμως εμένα μου άρεσε πάρα πολύ και γύριζα τα χωριά, τα πρότυπά μου ήταν οι άνθρωποι που γνώριζα εκεί, με τα παραδοσιακά μουστάκια και τα γένια. Το ξεκίνησα στην εφηβεία και το κράτησα. Ήταν αρκετά δύσκολο αν σκεφτείς ότι έμενα και Αθήνα. Αλλά πιστεύω ότι όταν στηρίζεις κάτι, είσαι και αξιοπρεπής”.

Τον ρωτάω για την απήχηση που γνωρίζει η κρητική μουσική τα τελευταία χρόνια. “Η μουσική μας έχει τεράστια ενέργεια και αυτό είναι σε πρώτη φάση που φέρνει το κόσμο πιο κοντά μας. Τους τραβούσε ένα άλλο είδος μουσικής μέχρι τώρα. Καταφέραμε να φέρουμε τον κόσμο κοντά μας παίζοντας με παραδοσιακά όργανα και αυτό είναι η επιτυχία”. Η κουβέντα πάει αμέσως στην ιδιοσυγκρασία των κρητικών και μου απαντάει με την βαριά προφορά του. “Είμαστε σα λαός και εγωιστές και περήφανοι. Έτσι μεγαλώνουμε και όσο αυστηροί φαινόμαστε, τόσο φιλόξενοι είμαστε”. Και αυτό αν έχεις πάει στην Κρήτη ξέρεις ότι είναι μεγάλη αλήθεια. 

 

Ο Αντώνης είναι 38 χρονών και έχει κάνει ήδη 5 δισκογραφικές δουλειές και ετοιμάζεται για την έκτη. “Η τελευταία μου δουλειά έχει να κάνει περισσότερο με τα παιδιά. Μάζεψα παραδοσιακά τραγούδια που είναι εύκολα να τα πουν μικρά παιδιά και έβαλα να τα τραγουδήσουν”.

Λίγο πριν ανέβει ξανά στην σκηνή για να παίξει τον ρωτάω για τα συναισθήματα που του βγάζει η μουσική κάθε φορά που κάθεται πίσω από το μικρόφωνο. “Είμαι παθιασμένος με την παραδοσιακή κρητική μουσική. Με έχει σημαδέψει. Νιώθω κάθε φορά περηφάνια που τα τελευταία χρόνια αφήσαμε τις υπόλοιπες μουσικές και έχουμε πάει λίγο προς τα πίσω και παίζουμε τα δικά μας. Έχουμε τόσες και τόσες μουσικές που σου βγάζουν τόσα και τόσα διαφορετικά συναισθήματα”. Πήρε το βιολί του, άρχισε να τραγουδά και ο κόσμος να χορεύει στους ρυθμούς του όπως έχει κάνει σε τόσα και τόσα γλέντια που έχει παίξει. Ο Αντώνης Μαρτσάκης είναι γνήσιος πρεσβευτής της αυθεντικής κρητικής παράδοσης.