Καλοκαιρινή συναυλία, είναι τα κρύα αστεία του Μάλαμα
Την περασμένη Παρασκευή, η Πλατεία Νερού γέμισε από μερικά μιλιούνια εφήβων (αιωνίων και μη) που φώναζαν δυνατά: 'Ρε Σωκράτη, τι λες τώρα που θα παίζεις ως τις 4 η ώρα'.
- 12 ΙΟΥΝ 2016
Σε έναν φανταστικό κόσμο, με μονόκερους και ουράνια τόξα, η οικειότητα ως συνθήκη μεταξύ δύο ανθρώπων που έχουν να μοιραστούν κάτι, από έναν έρωτα μέχρι ένα τραγούδι, θα ήταν εκείνη η αστρόσκονη που πλανάται στον αέρα και μας γεμίζει άμμο. Από την άλλη, την οικειότητα ενός μουσικού κόσμου μπορώ να τη δω ως ‘την κίνηση με το χέρι’. Όταν δηλαδή ενθουσιασμένος από τα λόγια που σε παρέες και τατουάζ αναφέρεις ως ‘στίχο σου’, σηκώνεις το ένα ή και τα δύο χέρια ψηλά δείχνοντας προς τη σκηνή, και συγκεκριμένα εκείνον τον τύπο (ή την τύπισσα) που ‘ΤΟ ΕΙΠΕ’.
*Παρεμπιπτόντως, προχθές, στη συναυλία του Αλκίνοου με τον Σωκράτη, τα ‘τα είπε’, έδιναν και έπαιρναν. Αλλά μισό λεπτό δώσε μου και θα έρθω και στην Πλατεία Νερού.
Αν δεν πίστευα ότι τα ‘το είπε’ που έχουμε πει στη συναυλιακή ζωή μας είναι σαν τα αστέρια και δεν πρέπει να τα μετράμε γιατί θα γεμίσουμε σπυράκια (πες μου ότι το πίστευες και εσύ όταν ήσουν μικρός αυτό) θα το θεωρούσα τεράστια πρόκληση να ξεκινήσω να απαριθμώ τις φορές που εκστασιασμένη πήδηξα στον αέρα και άρχισα να τραγουδώ δυνατά, δίχως αύριο και δίχως φωνή.
Σαν το κομμάτι αυτό να ήταν πραγματικά δικό μου. Να γράφτηκε μόνο για μένα ή να το έγραψα εγώ. Και μέσα σε αυτήν ακριβώς τη γραμμή κρύβεται ο ορισμός της οικειότητας που τόσην ώρα προσπαθώ με παραμύθια και δράκους να σου περιγράψω. Η αίσθηση ότι την ώρα που παίρνεις μερικά από τα πιο δυνατά σου συναισθήματα και τα πετάς στον αέρα σαν τα μπουκάλια που ενοχλούν τον Θανάση (ένας είναι ο Θανάσης), παραδίπλα υπάρχει κάποιος άλλος ή άλλη ή άλλοι που κάνουν ακριβώς το ίδιο με σένα. Και ενώ μπορεί σαν προσωπικότητες και εμπειρίες να μην έχετε το παραμικρό άλλο κοινό, εκείνη την ώρα, εκείνα μαγικά τρία και κάτι λεπτά μπορείτε να μοιραστείτε την οικειότητα ότι αυτοί οι στίχοι σας ‘λένε κάτι’. Σε εσάς. Μόνο σε εσάς.
Κάπου εδώ λοιπόν, σε αυτό το κομβικό σημείο ανταλλαγής ιδρώτας και ψυχής (μελό, σόρι) είναι που εντοπίζεται και αυτό το ερώτημα που πολλούς και για πολλά χρόνια τους βασανίζει: Το μικρό όνομα. Γιατί Αλκίνοος και όχι Ιωαννίδης; Γιατί Σωκράτης και όχι Μάλαμας; Γιατί Θανάσης και όχι Παπακωνσταντίνου;
Γιατί αν προχθές, στην Πλατεία Νερού, ο Αλκίνοος ήταν Ιωαννίδης, τότε και τα τραγούδια του θα ήταν κομμάτια, εμείς θα ήμασταν όλοι καθισμένοι και θα τον κοιτούσαμε αφ’υψηλού προσέχοντας μην λερώσουμε τα casual chic ρούχα μας. Γιατί αν προχθές, στην Πλατεία Νερού, ο Σωκράτης ήταν Μάλαμας, τότε ο κόσμος στα πηγαδάκια γύρω μου δεν θα περίμενε με ανυπομονησία να ακούσει τα ‘αποτυχημένα αστεία του Σωκράτη’.
Ναι, το άκουσα δύο τρεις φορές από διαφορετικούς ανθρώπους να το λένε και μου έκανε πραγματική εντύπωση. Στην αρχή, δεν καταλάβαινα καν τι εννοούν*. Έπειτα, μπήκα και εγώ στο κλίμα. Του Σωκράτη. Για τον Μάλαμα δεν έχω να σου πω και πολλά. Πέρα από το αστείο ότι είναι παιδί _ .
*Ήταν η δεύτερη φορά που άκουγα live Σωκράτη στη ζωή μου, αλλά πάλι με τον Αλκίνοο παρέα. Παρότι έχουν περάσει πολλά χρόνια από την πρώτη εκείνη φορά, θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι δεν είχα συμπαθήσει πολύ τη μουσική του παρουσία. Δεν ήμουν έτοιμη, θα πω και θα γελάσουν σίγουρα οι περισσότεροι που με ξέρουν. Αλλά εντάξει, Κυριακούλα γλυκιά.
Ο λόγος που αποφάσισα λοιπόν, σήμερα, να γράψω συγκεκριμένα για τον Σωκράτη και όχι συνολικά για τη συναυλία που πλημμύρισε την Πλατεία Νερού το βράδυ της Παρασκευής, ήταν γιατί μου φαίνεται ότι κατά κάποιον τρόπο, του το χρωστάω. Άσε που καθώς γράφω προσπαθώ να τσεκάρω αν όντως μου βγαίνει να τον γράφω Σωκράτη ή είμαι ακόμα στο Μάλαμας. Παρεμπιπτόντως, καλά πάει.
Άσε που, για τον Αλκίνοο, στα είπα όλα (φίλα με τώρα), για τον Μπαλάφα δεν έχω κάτι ιδιαίτερο να πω πέρα από το ότι μου φάνηκε πολύ αγχωμένος για καλλιτέχνης και για τον Φώτη Σιώτα, δεν έχω λόγια. Μονάχα αυτό το βίντεο.
Μόλις βγήκε ο Σωκράτης, ο κόσμος σαν να συρρικνώθηκε μπροστά από τη σκηνή και ο ίδιος έκανε το όντως όχι και τόσο πετυχημένο αστείο ‘την επόμενη φορά να τραγούδησουμε λιγάκι πιο κοντά, για να πιανόμαστε‘. Γέλασε μόνος του και εγώ μαζί του γιατί επιτέλους κατάλαβα τι ήταν το σπόιλερ που είχα φάει προ ολίγων λεπτών. Πέρασε την κιθάρα του στο βύσμα (σόρι για την αναφορά στον Φοίβο) και άφησε τα φώτα να πέσουν προς το μέρος του.
Δεν ξέρω τι λέτε για τον Ρος από τα Φιλαράκια, αλλά αν υπάρχει ένας άνθρωπος που το πέρασμα του χρόνου πέρασε και ούτε που τον άγγιξε, τότε αυτός είναι ξεκάθαρα ο Μάλαμας (ουπς, μου ξέφυγε). Ο άνθρωπος είναι ίδιος και απαράλλαχτος με τον προ δεκαπενταετίας εαυτό του.
*Όταν ο ρυθμός της Νεράιδας ξεκίνησε να γεμίζει τα αυτιά και την καρδιά μας, σήκωσα το δεξί μου όλο χαρά. Φώναξα ‘το είπε’ και πήρα μία γερή ανάσα για να τραγουδήσω. Από το διάφραγμα.
Κάθισε στη σκηνή περίπου τρεις ώρες. Στα σημεία, για κάποιον που όπως εγώ δεν τον ΄έχει΄ τόσο καλά, ήταν κάπως κουραστικός. Ο κόσμος του όμως ήταν τόσο ζεστός, τόσο πιστός, που πραγματικά το όλο σκηνικό ήταν συγκινητικό. Κάπου εκεί, γύρισα στον Χατζηιωάννου (ήταν και ο Αναστασιάδης μαζί, έτσι, για το κουτσομπολιό) και του είπα: “Τώρα καταλαβαίνω το κείμενο που έγραψες πέρσι“. “Γρήγορα τα πιάνεις“, μου απάντησε ο δίκαιος Χρήστος και σήκωσε το χέρι για να κάνει τις δεύτερες στο Αμέρικα.
Στα highlights της βραδιάς, πέρα από την κατάμεστη Πλατεία Νερού από κάθε λογής και ηλικίας κόσμο, βρίσκεται το τσιφτετέλι μίας υπέροχης κυρίας κάπως μεγαλούτσικης και γεματούλας που ανέβηκε στη σκηνή ενώ έπαιζε ο Σωκράτης και έφερνε φούρλες γύρω από αυτόν και την κιθάρα του και μόλις τελείωσε το κομμάτι εκείνος έκανε ένα ακόμα αστείο προσφωνώντας την ‘συλφίδα μου, γοργόνα μου’. Α και, τα πλάνα του σκηνοθέτη στα τσιγάρα του κοινού όταν ο Σωκράτης τραγουδούσε ‘τσιγάρο ατέλειωτο βαρύ η μοναξιά’. Σχολή Κουστουρίτσα πρέπει να ήταν ο άτιμος.
Δεν έκανε ανκόρ. Όταν είχε φτάσει πλέον η ώρα που αν δεν σταματούσε να τραγουδά θα μας πήγαιναν όλους μέσα για διατάραξη κοινής ησυχίας, μας ενημέρωσε ότι έχουμε ακόμα δεκαπέντε λεπτά τραγουδιών. Είπε άλλα τρία από τότε. Και έκλεισε με έναν ικαριώτικο. Τον παραδοσιακό. Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω γιατί έκλεισε έτσι τη βραδιά μας αλλά μου θύμισε το περσινό μου καλοκαίρι. Γενικά, μου θύμισε καλοκαίρι. Συναυλιακό. Με αστεία. Κρύα αλλά που την κάνουν τη δουλειά τους.