Μήπως ζούμε ήδη σε μια νέα φασιστική Ευρώπη;
Μια ανάλυση για το τι πήγε στραβά και τόσο πολύ ακροδεξιά το 2016.
- 20 ΔΕΚ 2016
Er ist wieder da. Είναι και πάλι εδώ. Το κλίμα είναι ζοφερό, σκληρή ύφεση μαστίζει τις οικονομίες της ευρωζώνης, οι δείκτες της ανεργίας ολοένα και αυξάνονται, η κοινωνική αδικία κυριαρχεί. Er ist wieder da, το 2016 ήταν μια χρονιά που μας το κατέστησε σαφές, έγινε ξεκάθαρο ακόμη και στους μετριοπαθείς ότι ο άκρατος λαϊκισμός και η οικονομική κρίση οδήγησαν στη λεγόμενη ‘ακροδεξιά στροφή’. Στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Γερμανού συγγραφέα Timur Vermes, ο Hitler ξυπνάει στο σύγχρονο, μοντέρνο, πολυπολιτισμικό και trendy Βερολίνο, ανάμεσα σε μια παρέα πιτσιρικάδων που παίζουν μπάλα. Μετά το αρχικό σοκ, ξεκινά ακριβώς την ίδια διαδρομή που έκανε και το 1924 όταν πρωτομπήκε στο Reichstag: απευθύνεται σε εκείνους που είναι πρόθυμοι να τον ακούσουν, κυρίως στις κατώτερες τάξεις και στους απογοητευμένους, σε εκείνους που οι συνθήκες τους έκαναν λιγότερο δημοκράτες, ξενοφοβικούς και νοσταλγούς ενός εξιδανικευμένου παρελθόντος.
Το ίδιο έκανε και στο αποχαυνωμένο Βερολίνο του σήμερα που έβγαζε selfies μαζί του “διότι του έμοιαζε καταπληκτικά”. Μετά βρήκε κάποιους (λίγους) πρόθυμους ακροατές στις επικίνδυνες απόψεις του, αργότερα έκανε περιοδεία στην επαρχία και διαπίστωσε ότι πολύς κόσμος επιρρίπτει τις ευθύνες γενικά και αόριστα “στους ξένους” οποιοιδήποτε κι αν είναι αυτοί. Έγινε viral, χτύπησε εκατομμύρια views στο youtube, βγήκε prime time στην τηλεόραση και σαν stand up comedian περνούσε έντεχνα τις απόψεις του, δηλητηρίαζε τα αυτιά των ήδη νοσούντων ακροατών του με την ιδέα της ‘μεγάλης Γερμανίας’, με την αλλαγή μέσω της επιστροφής στο παρελθόν του συντηρητισμού, “τότε που όλα ήταν καλύτερα”. Er ist wieder da. Το Εθνοσοσιαλιστικό Κόμμα των Γερμανών Εργατών, στην αρχή έπεισε το 3% των ψηφοφόρων, μόλις οκτώ χρόνια αργότερα ήταν το πρώτο κόμμα στη χώρα, ο κύριος με το μουστάκι ήταν ο νέος σωτήρας, αντί να οδηγήσει τους Γερμανούς στην ευημερία ωστόσο, αιματοκύλησε το μισό πλανήτη.
Το μοναδικό στοιχείο που λείπει σήμερα από την Ευρώπη, είναι ένα περίεργο μουστάκι για να πείσει και εκείνους που δεν έχουν ακόμη πειστεί. Διότι υπάρχει ένα κομμάτι της κοινωνίας, συνάνθρωποι και συμπολίτες που συναντούμε στην καθημερινότητά μας, οι οποίοι απέχουν ελάχιστα από την πεποίθηση ότι η λύση στον τοξικό συνδυασμό της παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης και των συνεχιζόμενων προσφυγικών ροών, είναι ο ολοκληρωτισμός, ο αυταρχισμός και η ναζιστική προσέγγιση. Το καταδεικνύει η ραγδαία αύξηση των ακροδεξιών κομμάτων πανευρωπαϊκά, το επιβεβαιώνουν τα δημοψηφίσματα, οι δημοσκοπήσεις, το BrExit, η αναπάντεχη για πολλούς εκλογή του Donald στο Λευκό Οίκο. Όλα ενείχαν εκτός από βαθιές ρίζες λαϊκισμού και στοιχεία ακροδεξιάς ρητορικής. Βασίστηκαν στην ξενοφοβία, στην απόρριψη του διαφορετικού, κυρίως στην αποτυχία της καθεστηκύιας τάξης να γεμίζει τις τσέπες μας λεφτά. Η ακροδεξιά ακριβώς αυτό το κενό καλύπτει πανευρωπαϊκά: απευθύνεται σε ένα κοινό που δρα και σκέπτεται υπό το καθεστώς φόβου, ημιμάθειας και λάσπης, σε μυαλά που την παρέμβαση Putin στην Κριμαία ας πούμε, τη θεωρούν ‘μαγκιά’ και επίδειξη δύναμης.
Οι ευρωπαίοι όχι και τόσο ξαφνικά, μας προέκυψαν ρατσιστές, έχουν καταληφθεί από μια ξενοφοβική υστερία συνδέοντας άμεσα το Ισλάμ με την τρομοκρατία, κλείδωσαν στο συρτάρι την πολυπολιτισμικότητα και τη μοδάτη στα 90’ς παγκοσμιοποίηση και έκαναν στροφή στον εθνικισμό. “Πρώτα η Αυστρία” ήταν το κεντρικό σύνθημα του Norbert Hofer, “Να κάνουμε την Ολλανδία και πάλι δική μας” το τσιτάτο του PVV (Partij voor de Vrijheid). Η λαϊκιστική, σοβινιστική, ξενοφοβική, νατιβιστική και εθνο-ρατσιστική στάση αναδύεται σε περιβάλλον θυμού, φόβου, μειωμένης εμπιστοσύνης στα υπάρχοντα πολιτικά σκηνικά που αδυνατούν να παράξουν απτά οφέλη για συγκεκριμένα στρώματα του πληθυσμού, τα οποία θεωρούν ότι κινούνται σε δρόμους εξαθλίωσης και κατηγορούν το κοινωνικοπολιτικό σύστημα.
Σε μια πρόσφατη δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Αύγουστο από το ινστιτούτο IPSOS, σε περισσότερες από 22 χώρες και με αντιπροσωπευτικό δείγμα 16 χιλιάδων ανθρώπων, διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν -τουλάχιστον- επιφυλάξεις σχετικά με τους πρόσφυγες, ενώ ο φόβος κρουσμάτων τρομοκρατίας είναι το κυρίαρχο συναίσθημα των ερωτηθέντων όταν η συζήτηση αφορά μουσουλμάνους. 31% απάντησε ότι το προσφυγικό είναι μια πρόφαση και οι τρομοκράτες έρχονται στην Ευρώπη με σκοπό να διασπείρουν βία και να προκαλέσουν καταστροφή. Και ένα υπόλοιπο 30% δήλωσε ότι “μάλλον συμφωνεί με το παραπάνω”, αυξάνοντας το εν δυνάμει ποσοστό στο επικίνδυνο 61%. Η Ευρώπη έχει παραδεχθεί επισήμως ότι έκανε λάθος με τη διαχείριση των προσφυγικών ροών, η Merkel δήλωσε ότι η συμφωνία με την Τουρκία ήταν μια καλή συμφωνία για την περίοδο που επιτεύχθηκε και υπάρχει αναγκαιότητα για μια νέα συμφωνία προκειμένου να προστατευθεί και η Ευρώπη, αλλά να μην αποκλειστούν και οι άνθρωποι που προσπαθούν να σωθούν από τον εμφύλιο στη Συρία. Η Ευρώπη για πάρα πολύ καιρό κώφευε, ως συνήθως έκρυβε το πρόβλημα κάτω από τις παχιές κόκκινες μοκέτες των Βρυξελλών, το απέδιδε σε διαμονοποίηση και θεωρούσε ότι μη προβάλλοντάς το, θα το αφανίσει.
Πολύ πρόσφατα ο Jean-Claude Juncker, ονόμασε καλπάζοντα λαϊκισμό, ένα πρόβλημα που υποβόσκει εδώ και χρόνια, αλλά τα λευκά κολλάρα των eurocrats είτε το αγνοούσαν επιδεικτικά είτε βουτηγμένοι στη νιρβάνα των Επιτροπών πίστευαν ότι θα λυθεί από μόνο του. Ο φασισμός του σήμερα είναι η κρίση του ευρώ, πριν μερικά χρόνια κανείς δεν θα συμμεριζόταν τις φωνές που κραυγάζουν, κανείς δεν θα γοητευόταν από τέτοιο άκρατο λαϊκισμό, κανείς δεν υπήρχε περίπτωση να πιστέψει ότι υπάρχει ομόλογο 600 δισεκατομμυρίων από την Τράπεζα της Ανατολής που θα λύσει το πρόβλημά του. Παντού τα ίδια συνθήματα, απλώς αλλάζει η γλώσσα: τα ΜΜΕ μας γεμίζουν ψέματα, ξαποστείλτε τους ξένους, θεωρίες συνομωσίας, σενάρια με κρυμμένες ατζέντες, ψεκασμούς, κάποιον, κάπου που ‘ξέρει’ και μετέφερε το μεγάλο μυστικό μέσω του ‘ελεύθερου’ διαδικτύου. Τα hoaxes ταξιδεύουν με ανεξέλεγκτη ταχύτητα, είναι καταπληκτικό, αλλά ο κόσμος πείθεται ακόμη κι αν του πουλήσεις – με το σωστό περιτύλιγμα – το μεγαλύτερο μύθευμα. Όπως είπε και ο Georg Pazderski, ένας από τους ηγέτες του AFD στη Γερμανία, ‘η αντίληψη του κόσμου είναι η πραγματικότητα”.
Perception is the New Reality, τόσο απλά. Δεν έχει σημασία ποια είναι η πραγματικότητα, σημασία έχει αυτό που οι πολίτες αισθάνονται ως πραγματικότητα, αυτό που το μυαλό του καθενός αντιλαμβάνεται ως πραγματικότητα. Είναι πολύ πρόσφατο το παράδειγμα του ιταλικού referendum, το οποίο από μια εσωτερική υπόθεση συνταγματικής αναθεώρησης, κατέληξε σε ότι πίστευε ο καθένας με το κεφάλι του, με ό,τι τον εξυπηρετούσε. Γι’ αυτό άλλωστε και το ‘Νo’ που θριάμβευσε, το στήριξε το M5S του Grillo, η Lega των Παδανών, η Forza Italia του επανακάμψαντος Silvio. Καμία σχέση μεταξύ τους κι όμως βρέθηκε σημείο σύγκλισης, όπως είχε βρεθεί και το 2015 στην Ελλάδα, όταν χρυσαυγίτης και μαρξιστής, ψήφισαν το ίδιο πράγμα με εντελώς διαφορετικά κριτήρια. Πώς να εξηγηθεί αυτό από ανθρώπους που τόσο χρόνια, δεκαετίες τώρα είχαν μάθει να ερμηνεύουν και να καθοδηγούν εύκολα την κοινή γνώμη; Η Ευρώπη δεν ξέρει πως να το διαχειριστεί αυτό το πράγμα, είναι αχαρτογράφητα τα νερά για το μετριοπαθές κέντρο που κυβερνούσε τόσα χρόνια σε συντριπτική πλειοψηφία την ήπειρο. Δεν έχει σημασία αν έκλινε δεξιά ή αριστερά, πάντοτε ενείχε κεντρώα στοιχεία και διάθεση συμφιλίωσης. Σήμερα η διάθεση είναι η σύγκρουση και κανείς δεν μπορεί να ακτινογραφήσει τί έχει απέναντί του.
Πως είναι δυνατόν οι νέοι άνθρωποι να τάσσονται συντριπτικά υπέρ του BreMain και οι ηλικιωμένοι να το ρίχνουν μονοκούκι στο BrExit; Η στροφή στον εθνικισμό είναι συνειδητή ή απλώς μια αποδοκιμασία στις πολιτικές και τα κελεύσματα της ΕΕ; Είναι το ερώτημα που βασανίζει τελευταία σχεδόν όλους τους ευρωπαίους αξιωματούχους, η δεύτερη άποψη ακόμα συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες να ισχύει στα τραπέζια των eurosummits. Έχει πολύ μεγάλη σημασία να καταλάβουμε ότι κάθε χώρα, κάθε λαός το βιώνει διαφορετικά και δεν διαθέτουν όλοι ούτε το χρόνο ούτε τη διάθεση να ενημερωθούν για το τι συμβαίνει πραγματικά πέραν του οίκου τους. Είναι σχεδόν βέβαιο, ότι εάν βγει ένας άνθρωπος έξω και ρωτήσει παραδείγματος χάριν για ποιο λόγο συνεχίζεται ή ακόμα χειρότερα, γιατί γίνεται εμφύλιος πόλεμος στη Συρία, οι απαντήσεις θα μας αφήσουν με το στόμα ανοικτό. Δεν περιορίζεται στην Ελλάδα η κριτική, δεν είναι το πολλοστό αυτομαστίγωμα ή η παλιά καλή ρήση “μόνο στην Ελλάδα γίνονται αυτά”. Είναι κοινή διαπίστωση ότι όλη η Ευρώπη, όλος ο ‘δυτικός κόσμος’ όπως έχουμε μάθει να τον λέμε, διάγει την περίοδο της δημοκρατίας των ημιμαθών και των απογοητευμένων, μια περίοδο δυσαρέσκειας, κυνισμού, ολοκληρωτικής απόρριψης των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων (όπως και επιχειρηματικών και τραπεζικών ελίτ) που εξανάγκασε πολλούς και πολλές να αναζητήσουν εναλλακτικές.
Στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, ίσως κάπου και να δικαιολογείται η στροφή, ο εναγκαλισμός θέσεων που φλερτάρουν ή προσομοιάζουν με εκείνες του κυρίου με το μουστάκι. Στις χώρες αυτές υπήρχαν εργοστάσια, δουλειές, τις οποίες όμως τις πήραν οι μετανάστες, άρα το πρόβλημα είναι οι μετανάστες. Απλοϊκό ακούγεται, έτσι όμως εγκαταστάθηκε στην εξουσία ο Jaroslaw Kaczynski στην Πολωνία, τόσο επικίνδυνα ανεβαίνει ο Jobbik στην Ουγγαρία και ούτω καθ’ εξής. Το παράλογο είναι αυτό που συμβαίνει σε χώρες όπως π.χ. η Σουηδία, όπου μέχρι το 2010 δεν υπήρχε καν υποψία ακροδεξιάς προσέγγισης πολλώ δε αναγκαιότητα ‘στροφής’. Οι Democrats του Jimmie Akesson είναι εθνικιστές, δεν θέλουν μετανάστες στη Σουηδία και προτάσσουν λυσσαλέα ένα δημοψήφισμα που θέτει εν αμφιβόλω τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ. Εν αρχή όλοι αυτοί – ειδικά εάν φορούν ωραία κοστούμια – παρουσιάζονται ως ‘ευρωσκεπτικιστές’ που δίνει και μια οντότητα ως όρος, είναι βαρύγδουπος και μπορεί να σημαίνει πολλά πράγματα. Οι διττές αναγνώσεις σε μια πολιτική θέση ήταν σήμα κατατεθέν του κυρίου με το μουστάκι άλλωστε, και τώρα που είναι πάλι εδώ, αφήνει την επιλογή στο αυτί που τον ακούει.
Η πιο ξεκάθαρη απ’ όλους τους θιασώτες της ακροδεξιάς στροφής καταλήγει να είναι η Marine Le Pen στη Γαλλία, η κόρη του Jean-Marie, που πριν εμφανιστεί ο Fillon εμφανιζόταν ως περίπου φαβορί για τη διαδοχή του Francois Hollande. Είναι πιθανόν και η πιο προβεβλημένη περίπτωση στην Ελλάδα, καθότι ανέκαθεν είχαμε μια συμπάθεια στη Γαλλία και παραδοσιακά συμπλέαμε στο ευρωπαϊκό μας παρελθόν, πρόσφατο και παλιό. Μας είναι τόσο οικεία η Le Pen που δεν την θεωρούμε καν ‘πρόβλημα’, το κοινό ακούει τόσα χρόνια αυτό το όνομα που πλέον έχει ξεχάσει και τη συνεργασία με τους ναζί (τους κανονικούς, του κυρίου με το μουστάκι) και τις άκρως ρατσιστικές συμπεριφορές και δηλώσεις και τα περί ολοκαυτώματος. Όλα μια συνήθεια είναι και όλα θέλουν το χρόνο τους. Ειδάλλως δεν υπήρχε περίπτωση στην ενοχική Γερμανία να επιβίωνε ένα κόμμα νοσταλγών. Το AFD ξεκίνησε μόλις το 2013, πιο πολύ σαν κίνημα ενάντια στην ΕΕ και την ευρωζώνη. Το αληθινό προσωπείο του βγήκε πολύ σύντομα στην επιφάνεια, η Frauke Petry μιλά ανοιχτά για χρήση όπλων στα σύνορα, για φυλετικές διακρίσεις, για βία. Και υπάρχει κοινό που τη συμμερίζεται, με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις στη Γερμανία να δίνουν διψήφιο ποσοστό στην (πρώην) ανατολικογερμανίδα.
Άπαντες οι νοσταλγοί (ή καιροσκόποι αναλόγως το πρίσμα) έχουν κοινή αφετηρία: εξαιτίας της αποτυχίας στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης, λόγω των συνεχιζόμενων μέτρων λιτότητας και χάρη στην συντριπτική αποτυχία να διατηρηθεί ο έλεγχος στις μεταναστευτικές ροές, ο κόσμος συνδέει την Ευρώπη με το δυνάστη ενισχύοντας τον ακροδεξιό τυμπανισμό και τον άκρατο λαϊκισμό. ‘Περισσότερη Ευρώπη’ σημαίνει αυτόματα μεγαλύτερο χάσμα, λιγότερη ‘αλλαγή’ παραπέμπει αυτοστιγμεί σε αντίδραση, ακόμα και συγκρουσιακού χαρακτήρα. Αποτελεί πάγια θέση μου ότι ο δυτικός κόσμος όπως τον αντιλαμβανόμαστε, είναι άγνωστο που οδηγείται κι αυτό δικαιολογημένα φοβίζει, διότι είναι τόσα πολλά τα ανοικτά μέτωπα που είναι αδύνατον να μην υπάρξει αλληλεπίδραση. Δεν είμαστε μακριά από το να ξυπνήσει και στο κέντρο της Αθήνας ένας κύριος με τραχιά φωνή και μουστάκι. Και όσο η Ελλάδα μένει παγιδευμένη στις εμμονές και τα διλήμματά της, δεν θα ξέρουμε πως να το διαχειριστούμε.