Κωνσταντίνα Βούλγαρη: “Θέλω να είμαι μέρος αυτού που συμβαίνει”
Η σκηνοθέτις του “Συγχαρητήρια στους Αισιόδοξους?” μας μίλησε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την Αθήνα, την κρίση, την επανάσταση και τις τάσεις φυγής μιας γενιάς.
- 30 ΜΑΡ 2013
Στην ταινία “Συγχαρητήρια Στους Αισιόδοξους?” η Κωνσταντίνα Βούλγαρη ακολουθεί με φυσικό τρόπο μια νεαρή κοπέλα, την Ηλέκτρα, που ζει στα Εξάρχεια, όταν ο μεγαλύτερος σύντροφός της καταδικάζεται για τρομοκρατία. Ο κόσμος της ταρακουνιέται κι αυτό που παρακολουθούμε δεν είναι κάποιο Ευαγγέλιο που έχει λύσεις και απαντήσεις για όλα- κι αυτό είναι που έχει και ενδιαφέρον.
Η ταινία δεν είναι παρά μια στιγμή στο χρόνο, ένα οδοιπορικό στο συγχυσμένο τώρα της Ελλάδας της κρίσης, με νέους σε ιδεολογική σύγχυση και χάσμα γενεών αναπόφευκτα βαθύ. Η ιστορία εξελίσσεται μέσα από μικρά επεισόδια- μια σκηνή στο δικαστήριο, μια επίσκεψη στη φυλακή, ένα οικογενειακό τραπέζι, ένας περίπατος στα Εξάρχεια.
Η ίδια η Βούλγαρη, κόρη του σπουδαίου Παντελή Βούλγαρη, επέλεξε αυτά τα θέματα, τα σκηνικά, τις ιστορίες σαν κέντρο της -μόλις- δεύτερης μεγάλου μήκους ταινίας της. “Δυστυχώς δε μπορώ να κάνω μια ταινία το χρόνο,” λέει ένα μεσημέρι του περασμένου Νοέμβρη όταν καθόμαστε στην γεμάτη ζωντάνια Αποθήκη Γ του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για να μιλήσουμε για την ταινία της, λίγο πριν κάνει πρεμιέρα.
Αναφέρεται σε ένα ντοκιμαντέρ με πολιτικό θέμα που έχει στα σκαριά, γενικά αυτά είναι τα θέματα που την ενδιαφέρουν. Ρωτάω πότε τελείωσε με τους “Αισιόδοξους”. “Χθες το απόγευμα”, απαντάει γελώντας.
Και πότε ξεκίνησες;
Τη σκεφτόμουν από το ‘08, αρχές ‘09.
Τον Δεκέμβρη δηλαδή;
Ναι, τον Δεκέμβρη. Πήρε καιρό, ήταν δύσκολο και να χρηματοδοτηθεί. Αρκετές φορές την ξεκίνησα και τελικά δε την έκανα γιατί κάπου σκάλωνα.
Ήταν κάτι που ήθελες αλλά δε μπόρεσες να κάνεις λόγω χρημάτων;
Όχι, αυτό που βγήκε ήθελα να κάνω. Δε μου έλειψε κάτι. Έτσι κι αλλιώς δε με τρελαίνει το τέλεια φτιαγμένο. Μου αρέσει το χειροποίητο.
Σαν περιεχόμενο η ταινία είναι κάπως σαν στιγμιότυπα από την εποχή μας. Υπήρξε συγκεκριμένη αφορμή για την ιδέα;
Ήθελα να κάνω μια ταινία που αφορά τον κόσμο του ‘κινήματος’ που λέμε, αλλά χωρίς να είναι μια ταινία για την αναρχία ή για δικαιοσύνη. Ήθελα να είναι πιο προσωπική, να τα βλέπεις όσα γίνονται μέσα από τα μάτια ενός νέου ανθρώπου. Κι έτσι σκέφτηκα να χρησιμοποιήσω αυτή τη νέα κοπέλα. Βλέπουμε αυτήν αλλά δεν ήθελα να είναι μόνο η ιστορία της, αλλά να είναι σαν οδηγός μας για να δούμε κάποιους ανθρώπους, στιγμιότυπα, χαρακτήρες που υπάρχουν στη σημερινή κοινωνία.
Το να αναγνωρίζεις πράγματα της καθημερινότητας στην πόλη πόσο σημαντικό είναι;
Εμείς τα αναγνωρίζουμε. Πιστεύω πως κάποιος που δεν έχει πάει στην Αθήνα…
…πώς θα το εκλάβει;
Νομίζω η Αθήνα σαν πόλη έχει κάτι το πολύ συγκεκριμένο σαν ατμόσφαιρα και το κέντρο ειδικά. Πιστεύω πως και να μην έχεις πάει, εισπράττεις κάποια πράγματα. Το Μεταξουργείο ας πούμε… όταν βλέπεις συνέχεια πρεζάκια και τύπους πεσμένους στο δρόμο, κάτι λέει αυτό για αυτή την πόλη. Ή τα γκράφιτι και τα πολιτικά συνθήματα. Κι αυτό κάτι λέει. Έκανα την ταινία στους δρόμους που μου αρέσουν και που ξέρω, που ρεαλιστικά μια τέτοια ιστορία εκεί θα εξελισσόταν, με αυτό τον τρόπο. Υποθέτω κάποιος που δεν έχει πάει στην Αθήνα θα πάρει μια καλή ιδέα για το τι παίζει στην Αθήνα.
Πόσο σημαντικό και δύσκολο ήταν να κάνεις μια ταινία για το ‘τώρα και το εδώ’ μας;
Αν το πάρεις σαν ιστορία, αυτοί οι χαρακτήρες και οι καταστάσεις υπήρχαν κι από πριν την κρίση. Ένα πράγμα που ήθελα ήταν να μη δώσω πολύ έντονα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά για το ότι είναι το ‘τώρα’, γιατί και σε 5 χρόνια έτσι θα είναι.
Να δίνεις δηλαδή μια γενική αίσθηση για την κατάσταση όπως τη βιώνει μια ολόκληρη γενιά.
Ναι, εμένα έτσι κι αλλιώς με ενδιαφέρουν οι προσωπικές ταινίες. Και σε άλλους σκηνοθέτες μου αρέσουν αυτοί που κάνουν αν όχι αυτοβιογραφικό ακριβώς, πάντως πολύ προσωπικό σινεμά. Γούντι Άλλεν, Νάνι Μορέτι. Μπορεί να δω και κάτι άλλο που να μου αρέσει, αλλά για εμένα θα είναι πολύ αταίριαστο να κάτσω να γράψω ένα σενάριο για κάτι που δεν το ξέρω, που δε συμβαίνει γύρω μου. Πρέπει να τα έχεις ζήσει τα πράγματα για να τα βγάλεις αληθινά. Οπότε φαντάζομαι ότι αυτά που κάνω είναι κοντινά σε όλα αυτά που ξέρω και γνωρίζω.
Υπάρχουν ορισμένες πολύ φυσικές σκηνές στην ταινία, είχε αυτοσχεδιασμούς;
Σα σκηνές ήταν γραμμένες όλες αυτές. Κάποιες όμως, για παράδειγμα η βόλτα με τον Αργύρη στα Εξάρχεια, έγινε αυτοσχεδιασμός. Ξέραμε τις θεματικές και τα λέγανε με τα δικά τους λόγια. Μου αρέσουν γενικά πάρα πολύ οι ταινίες που μπορεί να είναι απλώς τρία άτομα και να μιλάνε για μια ώρα. Και ειδικά όταν μιλάνε για πράγματα φαινομενικά άσχετα. Ήθελα πολύ να έχει κι η ταινία αυτή την αίσθηση.
Και με την κοπέλα που έπαιζε την Ηλέκτρα, τη Μαρία Γεωργιάδου, πώς ήταν το γύρισμα; Βρίσκεται σε κάθε πλάνο της ταινίας, πρέπει να ήταν απαιτητικό. Δυσκολευτήκατε;
Όχι, μια χαρά. Ήταν πολύ καλή ηθοποιός, και μάλιστα δεν έχει ξαναπαίξει σε σινεμά. Είχε άγχος, αλλά το καλό με αυτό που κάνουμε είναι ότι γυρνάμε όλες τις σκηνές σερί, όχι λίγο εδώ λίγο εκεί. Οπότε ο ηθοποιός έχει το χρόνο να μπει στη φάση. Πχ στη σκηνή της φυλακής κάναμε σε όλες τις λήψεις όλο το διάλογο, όχι ατάκα ατάκα. Οπότε τους έβγαινε φυσικά η εξέλιξη. Και κάναμε και πολλές πρόβες. Μου αρέσει η φυσικότητα, όταν βλέπω κάτι που θύμιζε παίξιμο, φρικάρω, δε μπορώ. Αυτό το σινεμά μου αρέσει, το φυσικό.
Σινεμά πότε πρωτοέκανες;
Υπήρχε πάντα στο οικογενειακό περιβάλλον. Εγώ δεν ήθελα να ασχοληθώ γιατί δεν ήθελα να κάνω την ίδια δουλειά με τον πατέρα μου, πολύ βασικό αυτό. Οπότε ζωγράφιζα. Μετά πήγα και δούλεψα σε μια ταινία και μου άρεσε το γύρισμα, αυτό το ομαδικό αίσθημα. Ήταν εκτός Αθηνών κιόλας, μέναμε σε κάτι σκηνές στην Εύβοια, ξυπνάγαμε στις 6 το πρωί, κάναμε μπάνιο στη θάλασσα, τέτοια φάση. Ημουν 18 χρονών και λέω εντάξει αυτό είναι.
Μετά σπούδασα φωτογραφία, ώστε να κάνω μεν σινεμά αλλά κάτι άλλο, που να μην έχει σχέση με τη σκηνοθεσία. Αλλά μου άρεσε πάντα να γράφω, ήθελα να κάνω τις δικές μου ιστορίες. Και δεν ήθελα μόνο να κάνω φωτογραφία στις ταινίες άλλων. Ε, οπότε τελικά αυτό έκανα. Τι να κάνεις.
Στη σκηνή στο οικογενειακό τραπέζι βλέπουμε τους γονείς της Ηλέκτρας να την πιέζουν να αφήσει την ‘επανάσταση’, υπάρχει μια διαφωνία. Πιστεύεις πως είναι έτσι ακόμα τα πράγματα, πως έτσι το βλέπει ο κόσμος;
Όχι. Είναι κάτι που όταν το γύριζα έστεκε, αλλά πια έχει αλλάξει. Αυτό το οικογενειακό τραπέζι έστεκε ακριβώς έτσι, για χρόνια. Τώρα θα μπορούσε να είναι εντελώς διαφορετικό. Αλλά δεν ήθελα να το αλλάξω, γιατί ήταν μια αληθινή στιγμή. Έτσι κι αλλιώς σε 6 μήνες θα έχουν αλλάξει ξανά τα πράγματα.
Γιατί το πιστεύεις;
Όλα αλλάζουν, ραγδαία. Πέρσι ας πούμε έλεγαν όλοι ότι θα πάνε να ζήσουν στο Βερολίνο, τώρα αυτό έχει κοπεί κάπως. Ή τώρα αν η όποια Ηλέκτρα είχε βρει δουλειά ως μπέμπι σίτερ θα της λέγανε “πού πας, κάτσε εκεί, καλά είσαι, πλένε και κανά πιάτο μη σε διώξουν”. Παλιότερα έλεγες ότι ‘έχω σπουδάσει το τάδε πράγμα, δε θα δουλέψω σερβιτόρος’, τώρα αν είσαι part time σερβιτόρος είναι σούπερ και φοβάσαι να μην αργήσεις μισή ώρα.
Τη μετανάστευση σαν τάση την βλέπεις και τώρα γύρω σου;
Ναι, κι όχι μόνο από νέους ανθρώπους. Είναι και μεγαλύτερα άτομα. Άνθρωπος που έχει γυρίσει 20 χρόνια από τη Γερμανία, είναι τώρα 60 και σκέφτεται να ξαναπάει. Αλλά εγώ δε θά’θελα να φύγω.
Γιατί;
Γιατί μου αρέσει η Ελλάδα. Και πιστεύω ότι αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα περίοδος για τη χώρα. Ακόμα και μες στη μαυρίλα. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ η κατάσταση όπως είναι, η πολιτική κατάσταση, οι αλλαγές. Θέλω να είμαι μέρος αυτού του πράγματος που συμβαίνει, δε θέλω να είμαι έξω και να το βλέπω από το ίντερνετ και να το ακούω από γνωστούς. Μου αρέσει… Εσύ σκέφτεσαι να φύγεις ας πούμε;
Όχι, απλά με ενδιαφέρει γιατί το συζητάνε πολλοί άνθρωποι γύρω μου.
Ναι γιατί πολλοί δε το βλέπουν έτσι και θέλουν να φύγουν αν μπορέσουν. Δε το λέω ως κακό φυσικά, ο κάθε άνθρωπος κοιτάει πού θα βρει δουλειά. Κι αν όντως βρεις λες ‘ε, πάμε’. Έτσι είναι.
*Η ταινία “Συγχαρητήρια στους Αισιόδοξους?” προβάλλεται ήδη στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment.