LONGREADS

Οι 10 πιο καυτές στιγμές στην ιστορία του ‘Νίκος Γκούμας’

Η οικοδομική άδεια για το νέο γήπεδο της ΑΕΚ βγήκε, η οδύσσεια του ξεριζωμού των ΑΕΚτζήδων τελειώνει και ο Zastro κάνει πρόωρα εγκαίνια στην 'Αγιασοφιά' με σπαρταριστές ιστορίες από τη Νέα Φιλαδέλφεια.

Ήταν 2 Νοεμβρίου του 1930, οκτώ μόλις χρόνια μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, όταν η δενδρόφυτη έκταση στον Ποδονίφτη, τη σημερινή Νέα Φιλαδέλφεια, παραχωρήθηκε στους πρόσφυγες και μετατράπηκε οριστικά σε γήπεδο. Στο γήπεδο της ΑΕΚ. Για πάνω από 70 χρόνια το γήπεδο άλλαζε, μεταλλασσόταν, βίωνε κι αυτό στο πετσί του τις αλλαγές στην ελληνική ιστορία. Έζησε πόλεμο, εμφύλιο, χούντα, σεισμούς, είδε την Ελλάδα και την ΑΕΚ να μεγαλουργούν, να παρακμάζουν, να μένουν στάσιμες. Το γήπεδο που αργότερα ανακαινίστηκε, απέκτησε και σκέπαστρο και το μάθαμε ως ‘Νίκος Γκούμας’, έχει πολλές ιστορίες να σου διηγηθεί και ακόμα περισσότερες εμβληματικές στιγμές-σταθμούς στην ιστορία της ΑΕΚ, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις και ολόκληρης της χώρας.

i) 7 Οκτωβρίου 1979 – η Σκεπαστή

Λίγο πριν το ελληνικό ποδόσφαιρο γίνει αμιγώς επαγγελματικό, ο θείος Λουκάς όλων των ΑΕΚτζήδων, ο Λουκάς Μπάρλος επί των ημερών του οποίου η Ένωση έφτασε στα ημιτελικά του κυπέλλου UEFA, αφήνει τη μεγαλύτερη παρακαταθήκη του: βάζοντας υποθήκη το ίδιο του το σπίτι, ‘σηκώνει’ την πρώτη διώροφη εξέδρα σε ελληνικό γήπεδο και γράφει ιστορία. Οι τριανταφυλλιές μπροστά από τα κάγκελα, ο κηπουρός με το ποτιστήρι, το γρασίδι που παρέπεμπε σε ρομαντικό κήπο, όλα κομμάτι μιας άλλης εποχής και στοιχεία ενός ρομαντισμού που ανέκαθεν εγκόλπωνε η ΑΕΚ. Στην αρχή, η Σκεπαστή φιλοξενούσε οπαδούς αντιπάλων ομάδων, πολύ γρήγορα όμως έγινε κομμάτι της ιστορίας της ΑΕΚ και δη της οπαδικής.

Οι φανατικοί μετακόμισαν από το απέναντι πέταλο της Θ21 και το 1982 εγένετο oRiginal. Ασφυκτικά γεμάτες, με το Δημήτρη Χατζηχρήστο ψηλά να δίνει τον τόνο, οι θύρες 9-11 γίνονται συνώνυμο μιας οπαδικής κουλτούρας άλλης εποχής που συμβάδιζε με τα ’80s. Παντελόνι ‘σωλήνας’, (πολύ) μακρύ μαλλί, αγγλικές σημαίες, η θρυλική νεκροκεφαλή στην καταπακτή της εισόδου, η Σκεπαστή είναι αναπόσπαστο κομμάτι μιας ροκ κουλτούρας σε μια χώρα που δεν πρόλαβε να βιώσει τις παγκόσμιες αλλαγές των ’70s λόγω δικτατορίας. Η Σκεπαστή έδινε το σύνθημα σε όλο το υπόλοιπο γήπεδο, η oRiginal γαλούχησε γενιές ολόκληρες, ουσιαστικά παρήγαγε οπαδούς που την ΑΕΚ δεν την εγκατέλειψαν ποτέ. Οι παλιοί το θυμούνται καλά: όταν η Σκεπαστή τραγουδούσε, σειόταν ο τόπος, το επάνω διάζωμα κουνιόταν σαν σε σεισμό. ΑΕΚ.

ii) 12 Σεπτεμβρίου 1981 – η συναυλία του Rory Gallagher

Ο θρύλος λέει ότι ο μεγάλος Rory σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του δήλωσε πως μόνο μια φορά φοβήθηκε σε συναυλία: στην Αθήνα. “Ήμασταν βρεγμένοι, τα μάτια μας δάκρυζαν κι όλοι φοβήθηκαν. Η συναυλία από μόνη της ήταν καταπληκτική, αλλά πολύ επικίνδυνη. Απλά δεν ήθελα να πεθάνω σ’ ένα γήπεδο ποδοσφαίρου στην Ελλάδα, χωρίς να ξέρω καν τι συνέβαινε γύρω μου”.

40.000 άνθρωποι στριμώχτηκαν στο γήπεδο της ΑΕΚ σε ένα κοσμοϊστορικό γεγονός για τη μουσική, αφού επρόκειτο ουσιαστικά για την πρώτη μεγάλη συναυλία ξένου καλλιτέχνη στην Ελλάδα. Όταν ο Rory, στάζοντας λίτρα ιδρώτα, με την τραχιά φωνή του τραγουδούσε το ‘Tattoo’d Lady’, τα ΜΑΤ μπούκαραν για πρώτη φορά στην αλαλάζουσα Νέα Φιλαδέλφεια. Αστυνομία και ‘ροκάδες’ όπως τους ονόμασαν οι εφημερίδες ‘τις έπαιζαν’ σταθερά από το απόγευμα στους δρόμους της Φιλαδέλφειας, του Περισσού, της Νέας Ιωνίας. Τα μέτρα ασφαλείας ακόμα και στη σκηνή ήταν ανύπαρκτα, το αφιόνι του κόσμου ήταν ανεξήγητο, τα επεισόδια σόκαραν ολόκληρη την Ελλάδα και έγιναν σημείο αναφοράς και στα ξένα έντυπα. Ορισμένοι ακροβατώντας στο όριο της υπερβολής μίλησαν για το ελληνικό Woodstock, αφού η Ελλάδα εκείνο το τραίνο το είχε χάσει για εξωγενείς κοινωνικοπολιτικούς παράγοντες.

Ποτέ δεν βιώσαμε ξανά κάτι ανάλογο, ούτε καν στην επίσης θρυλική συναυλία των Iron Maiden πάλι στη Φιλαδέλφεια το Σεπτέμβρη του ’88.

iii) 21 Μαΐου 1989 – το πρώτο πρωτάθλημα

Η ανάσταση της ΑΕΚ, η έξοδος από τα πολύ δύσκολα χρόνια του συλλόγου, το πρώτο πρωτάθλημα στα χρόνια του επαγγελματισμού και μια από τις σημαντικότερες σεζόν στην ιστορία της ΑΕΚ. Ένα πρωτάθλημα μετά από μια δεκαετία ξηρασίας που στηρίχτηκε πιο πολύ στην ψυχή, την καρδιά, το μυαλό και την τύχη, παρά στην ξεκάθαρη ανωτερότητα της ομάδας. Στον πάγκο της ομάδας μια παλιά δόξα της ομάδας από την εποχή του Μπάρλου, ο Ντούσαν Μπάγεβιτς, στη διοίκηση ο Στράτος Γιδόπουλος, στο χορτάρι μεταξύ άλλων, ο μεγάλος ‘Όκο’, ο Στέλιος Μανωλάς, ο ‘κουμπάρος’ Σαββίδης, ο απίθανος Οικονομόπουλος, ένας Σκοπιανός που στην πορεία ρίζωσε (ο Σαβέβσκι) και ασφαλώς ο ποδοσφαιριστής-σύμβολο, ο άνθρωπος που με το πλασέ του και την εικόνα του να πανηγυρίζει με υψωμένες γροθιές και τη φανέλα έξω απ’ το σορτσάκι κέρασε το κιτρινόμαυρο νέκταρ: ο Τάκης Καραγκιοζόπουλος.

Η ΑΕΚ ήταν το απόλυτο αουτσάιντερ απέναντι στον Ολυμπιακό του Κοσκωτά, πιέστηκε αφόρητα στο παιχνίδι του ΟΑΚΑ, βρήκε τη μια φάση στο τέλος και έπλασε τον ήρωά της: το ένα-δύο με τον Οκόνσκι, η προσποίηση στον Ταληκριάδη, το πλασέ ψηλά, στον ουρανό των δικτύων του κλουβιού. Ανάσταση. Το μεσημέρι της 21ης Μαΐου η Φιλαδέλφεια αδημονούσε να γιορτάσει, το παιχνίδι με τον ΠΑΟΚ περνούσε σε δεύτερη μοίρα. Η ομάδα βγήκε στο χόρτο με τη ριγωτή κιτρινόμαυρη, τη ‘vintage’ για πρώτη φορά στη σεζόν, 36 χιλιάδες άνθρωποι στοιβαγμένοι στις εξέδρες της Φιλαδέλφειας, Final Countdown των Europe (που ήταν της μόδας λόγω Ευρωμπάσκετ) στα μεγάφωνα, ατέλειωτη cultίλα, αμέτρητα καπνογόνα.

Ένα απ’ αυτά προσγειώνεται στο στρώμα μπροστά από την 21 και το τυλίγει στις φλόγες. Κανείς δεν πτοείται από το τεράστιο σύννεφο μαύρου καπνού, όταν από την καταπακτή εμφανίζονται ο Μπάγεβιτς, ο Ραβούσης, ο Σεραφίδης, οι ποδοσφαιριστές, το γήπεδο σείεται, ο κόσμος περικυκλώνει το σκάμμα και ουσιαστικά το παιχνίδι δεν φτάνει ποτέ στο 90′ για να λήξει αφού η ορμή και η κάψα του κόσμου είναι τεράστια. Η ΑΕΚ επέστρεψε.

iv) 13 Ιανουαρίου 1991 – το δακρυγόνο

Εκείνον τον Ιανουάριο, υπό κλίμα τρομοκρατίας σε όλη την πρωτεύουσα και κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες για τη δημόσια ασφάλεια, είχε προγραμματισθεί να διεξαχθεί το ντέρμπι ΑΕΚ – Ολυμπιακού. Λίγες εβδομάδες πριν, είχε προηγηθεί η ρουκέτα στη θωρακισμένη Mercedes του Βαρδή Βαρδινογιάννη, η θέσπιση του ‘τρομονόμου’ από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, η θυελλώδης πορεία και τα σφοδρά επεισόδια στην επέτειο του Πολυτεχνείου και ασφαλώς οι δύο ρουκέτες που εκτοξεύθηκαν στα γραφεία της ΕΟΚ στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας.

Σαν να μην έφταναν όλα τα προηγούμενα, την Τρίτη 8 Ιανουαρίου έχει δολοφονηθεί ο καθηγητής Νίκος Τεμπονέρας στην πλατεία Βουδ στην Πάτρα και η κοινωνία βράζει. Η Αθήνα ζει με τον τρόμο, η αστυνομία αδυνατεί να διαχειριστεί μια τόσο μεγάλη τρομοκρατική έξαρση και σε συνδυασμό με τις λαϊκές κινητοποιήσεις κοινωνικοπολιτικού χαρακτήρα, με το παραμικρό λαμβάνει τα πιο δρακόντεια μέτρα που βάζει ανθρώπινος νους. Εκείνο το απόγευμα στη Νέα Φιλαδέλφεια ένα πέπλο τρόμου τύλιξε ειδικά το περιβάλλον γύρω από τη σκεπαστή εξέδρα, όταν στο 81ο λεπτό του αγώνα και ενώ ο Ολυμπιακός προηγείτο 2-1 της ΑΕΚ, γίνεται αντιληπτό ότι έχει πέσει δακρυγόνο – άγνωστο από ποιον. Από το πρωί, πέριξ του γηπέδου επικρατούσε τρομερή ένταση, υπήρχαν φόβοι ότι στην εξέδρα εκτός από φιλάθλους των δυο ομάδων θα βρίσκονται και ταραχοποιά στοιχεία με αποκλειστικό σκοπό τη συμπλοκή με τα ΜΑΤ, με το παιχνίδι εν εξελίξει το γήπεδο φώναζε συνθήματα κατά της αστυνομίας.

Οι συνέπειες της ρίψης του δακρυγόνου ανυπολόγιστες, τα χημικά έχουν άμεση αντίδραση στον κόσμο, ο πανικός ανείπωτος, πατεράδες με τα παιδιά τους να αποχωρούν κλαίγοντας, μάσκες, μολότωφ, κυνηγητό, ξύλο και εκρήξεις εντός κι εκτός γηπέδου. Η Φωκών (ο δρόμος πίσω από τη σκεπαστή) και η Δεκελείας μετατρέπονται σε πεδία μάχης και το δράμα ολοκληρώνεται στο κέντρο της Αθήνας με άνευ προηγουμένου συμπλοκές. Το ματς θα επαναληφθεί στη Ρόδο(!) η ΑΕΚ θα κερδίσει με ένα γκολ του Μπατίστα στο τέλος, αλλά όλα αυτά είχαν (και έχουν) πολύ μικρή σημασία μπροστά στο θάνατο ενός 17χρονου παιδιού, του Γιώργου Παναγιώτου. Το άτυχο παιδί δέχθηκε κροτίδα στην κοιλιακή χώρα, η οποία εκτοξεύθηκε με το ειδικό πιστόλι για ρίψη φωτοβολίδων, μεταφέρθηκε άμεσα στο νοσοκομείο ‘Αγία Όλγα’, αλλά μετά από δίωρο χειρουργείο κατέληξε.

v) 20 Οκτωβρίου 1993 – όταν έπεσαν τα φώτα

Ξανά ντέρμπι ΑΕΚ-Ολυμπιακού, ξανά διακοπή, ξανά επεισόδια. Φθινόπωρο του 1993, το ΠΑΣΟΚ μετά την εξαιρετικά πολωτική εκλογική αναμέτρηση της 10ης Οκτωβρίου έχει επιστρέψει στην εξουσία και η Αθήνα αντιμετωπίζει το φάσμα της λειψυδρίας και τα τρομερά προβλήματα διανομής ρεύματος. Η πρωτοφανής ξηρασία που έπληττε τη χώρα έχει εξαναγκάσει επί της ουσίας το ΥΠΕΧΩΔΕ να εκδώσει ανακοίνωση σχετικά με τους κινδύνους πυρκαγιών από πιθανές εκκενώσεις ρεύματος στους πυλώνες της ΔΕΗ και το σημαντικότερο, η αρμόδια υπηρεσία ύδρευσης, έχει προειδοποιήσει ότι η επάρκεια του νερού φτάνει μόλις για 34 ημέρες. Εν ολίγοις, η Αθήνα βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού.

Υπό αυτό το κλίμα και με την εκπεφρασμένη αδυναμία της ΔΕΗ να προστατεύσει το δίκτυο, η πρωτεύουσα προετοιμάζεται για γενικό black out που θα τη βυθίσει στο σκοτάδι για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα, επιφέροντας ανυπολόγιστες καταστροφές σε νοικοκυριά και καταστήματα. Εν μέσω όλων αυτών, η ΕΠΑΕ, τότε διοργανώτρια του πρωταθλήματος Α’ Εθνικής, αποφασίζει να ορίσει βράδυ το μεγάλο ντέρμπι ΑΕΚ-Ολυμπιακού, παραβλέποντας τις αντιρρήσεις του διευθυντή του Σταδίου της Νέας Φιλαδέλφειας Σταύρου Μαργέντη και της ίδιας της ΔΕΗ που δεν αναλάμβανε την ευθύνη της ομαλής διεξαγωγής του αγώνα. Ενδεχόμενο να αναβληθεί το παιχνίδι δεν υπήρχε κι έτσι οι άνθρωποι της ΑΕΚ επιδόθηκαν σε μια προσπάθεια εξασφάλισης ενέργειας: έσβησαν τους προβολείς, με αποτέλεσμα ελάχιστα μόλις λεπτά πριν οι ομάδες βγουν στον αγωνιστικό χώρο η Νέα Φιλαδέλφεια να είναι βουτηγμένη στο σκοτάδι, παρακάλεσαν τους δημοσιογράφους να μην ανάψουν τα φώτα στα δημοσιογραφικά θεωρεία, αποσύνδεσαν σχεδόν τα πάντα.

Όλα εξελίσσονταν στο ημίφως, η Φιλαδέλφεια για πρώτη φορά ήταν θεοσκότεινη πριν από ντέρμπι. Το παιχνίδι ξεκίνησε μόνο με τους προβολείς και μέχρι το 82ο λεπτό ήταν ισόπαλο 1-1. Σ’ εκείνο ακριβώς το σημείο 11 παρά τέταρτο τη νύχτα, οι ασφάλειες έπεσαν και ακολούθησε πανδαιμόνιο με τους διαλόγους Μελισσανίδη και Γενεράλη (παρατηρητής του αγώνα) να προσδίδουν το απαραίτητο φολκλόρ: “Μα τι μου λες; Εμείς θέλαμε τη διακοπή; Είναι δυνατόν;” έλεγε και ξανάλεγε ο Τίγρης στον παρατηρητή, ο οποίος τον πίεζε να αποκαταστήσει(!) τη βλάβη. “Και τι είμαι εγώ γαμώ την κοινωνία μου; Ηλεκτρολόγος;” απαντούσε ο Τίγρης μέσα στο μπορντώ σακάκι του, μνημείο στις στιλιστικές επιλογές της εποχής.

Όλοι έφυγαν από το γήπεδο με τους αναπτήρες αναμμένους, το ματς επαναλήφθηκε την πρώτη ημέρα του Δεκέμβρη, ο Ολυμπιακός κέρδισε μέσα στη Νέα Φιλαδέλφεια με 1-2 και έμεινε απλώς ο μύθος του Τίγρη που κατέβασε το ‘γενικό’.

vi) 24 Απριλίου 1994 – το τραινάκι

Από τότε έχει να πανηγυρίσει πρωτάθλημα η ΑΕΚ, από το εμβληματικό τρίτο σερί της ομαδάρας του Μπάγεβιτς των ’90s. Γενικότερα, η ομάδα έχει μια ροπή στην καλτίλα, η διαρχία Μελισσανίδη-Καρρά στο ιδιοκτησιακό και στη διοίκηση, επέτεινε το μέγεθος αυτής, ειδικά εκείνη τη σεζόν. Από το ντεφιλέ με τα κοστούμια του Μάκη Τσέλιου και τον Μητρόπουλο σε ρόλο μοντέλου, μέχρι τα επινίκια στα μπουζούκια με τη λαίδη Άντζελα και τις χορεύτριες. Η τελευταία αγωνιστική εντός έδρας με τον ΟΦΗ, βεγγαλικά, καπνογόνα, μπαλόνια, ένα ακατανόητο τραγούδι που κάποιοι πλάσαραν ως νέο ύμνο και ασφαλώς η μεγαλύτερη και η καλύτερη απ’ όλες τις εμπνεύσεις του Μελισσανίδη: η είσοδος των παικτών με ένα κόκκινο τραινάκι στο γήπεδο.

Γνώρισε πιένες η Φιλαδέλφεια εκείνο το βράδυ, ένα ερυθρόλευκο(!) τραίνο που το οδηγούσαν φρέσκα κορίτσια έκανε το γύρο του ταρτάν με τους ποδοσφαιριστές και τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας να χαιρετούν τον κόσμο, όπως οι Αμερικανοί τουρίστες που καβαλάνε το τραινάκι του Δήμου Αθηναίων στο Σύνταγμα και χαιρετούν τους οδηγούς των αυτοκινήτων στη Βασιλίσσης Αμαλίας. Εκείνος ο γύρος του θριάμβου με το τραινάκι ήταν και το κύκνειο άσμα της ΑΕΚ στους τίτλους πρωταθλητή, παρά το γεγονός ότι σχεδόν όλο το γήπεδο φώναζε στο δίδυμο Μελισσανίδη-Καρρά “να φέρουν τον Κωστή, να πάρουμε το τέταρτο πρωτάθλημα σερί”. Ο Κωστής ήρθε στην ΑΕΚ, το πρωτάθλημα ποτέ ξανά, παρ’ όλο που η ΑΕΚ στάθηκε σε πολύ υψηλό επίπεδο και τα επόμενα δύο χρόνια. Μέχρι που το σύμπαν της κατέρρευσε, όταν ο Σωκράτης Κόκκαλης ανακοίνωσε τη συμφωνία του Ολυμπιακού με τον προπονητή-τοτέμ της Ένωσης, τον Ντούσαν Μπάγεβιτς.

vii) 12 και 13 Ιανουαρίου 1997 – το μίσος

Το κίτρινο είναι το χρώμα του μίσους, κανείς όμως δεν μπορεί να φανταστεί πόση δίψα για εκδίκηση έκρυβαν οι ΑΕΚτζήδες μέσα τους. Λένε ότι τα μεγάλα πάθη ξυπνούν και τα μεγαλύτερα μίση, αυτό που θα ζήσει όμως ο Μπάγεβιτς δεν έχει προηγούμενο σε κανένα γήπεδο της χώρας. Το απόλυτο ματς, το παιχνίδι της επιστροφής του Πρίγκιπα που έγινε βάτραχος είναι προγραμματισμένο για την Κυριακή 12 Ιανουαρίου του 1997. Στην Αθήνα βρέχει ακατάπαυστα από τις πρώτες πρωινές ώρες, η νεροποντή είναι τόσο δυνατή που αποκλείει οποιαδήποτε σκέψη για γήπεδο κι όμως το ‘Νίκος Γκούμας’ γεμίζει ασφυκτικά. Το κλίμα είναι πρωτόγνωρο, ακόμη και σήμερα όσοι το έζησαν είναι αδύνατον να μεταφέρουν την ψυχολογία του όχλου.

Καταστήματα φωτοτυπικών και βιβλιοπωλεία της Φιλαδέλφειας έχουν βαρεθεί να εκτυπώνουν πεντοχίλιαρα, δεκαχίλιαρα, χιλιάδες χαρτονομίσματα με το πρόσωπο του Ντούσαν Μπάγεβιτς τυπωμένο στο χαρτί. Καθωσπρέπει κύριοι φορώντας νιτσεράδες, κρατώντας ομπρέλες ή απλές νάιλον σακούλες είναι εκεί ώρες πριν το παιχνίδι, μέσα στην καταρρακτώδη βροχή και περιμένουν ‘τη στιγμή’. Ακριβώς στο κέντρο του γηπέδου, ανάμεσα στους δύο πάγκους δεσπόζει το πιο ‘σκληρό’ πανό που αναρτήθηκε ποτέ σε ελληνικό γήπεδο εναντίον ενός ανθρώπου, ένα πανό που έθιγε ιερά και όσια. Η αποστολή του Ολυμπιακού έχει φτάσει μετά κόπων και βασάνων από τα μπλόκα των αγρίων στη Δεκελείας, ισχυρότατος αστυνομικός κλοιός προσπαθεί να προστατεύσει την ομαλή είσοδο στο Νίκος Γκούμας, αλλά οι πέτρες, τα νεράντζια, οι φωτοβολίδες πέφτουν βροχή. Ειδικά τη στιγμή που κατεβαίνει από το πούλμαν ο Μπάγεβιτς, συγκεντρωμένοι οπαδοί της ΑΕΚ γύρω από το χώρο στάθμευσης του λεωφορείου, βρίζουν και πετούν ό,τι βρουν μπροστά τους, εκσφενδονίζονται ακόμη και ομπρέλες εναντίον του ‘προδότη’.

Η βροχή εν τω μεταξύ δεν λέει να κοπάσει, αντιθέτως δυναμώνει. Το ματς αναβάλλεται, ο κόσμος αποχωρεί, αλλά το μίσος μένει. Το σενάριο δεν θα μπορούσε να το σκεφτεί ούτε ο πιο νοσηρός νους. Ο Μπάγεβιτς θα ζήσει το ίδιο μαρτύριο ξανά, Δευτέρα 13 Ιανουαρίου και ίδια ώρα. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Το γήπεδο έχει ξαναγεμίσει ασφυκτικά, όλοι περιμένουν τον ‘προδότη’, άνθρωποι όλων των τάξεων με το μίσος να ξεχειλίζει, το μάτι να γυαλίζει επικίνδυνα. Ώσπου το ρολόι δείχνει 19.58 και από τη φυσούνα ξεπροβάλλει ανάμεσα σε ΜΑΤ, Αστυνομικούς Διευθυντές, φωτογράφους και λογής παρατρεχάμενους, η ατσαλάκωτη φιγούρα του Ντούσαν Μπάγεβιτς. Η Νέα Φιλαδέλφεια πνίγεται στο μίσος, η οχλαγωγία μπορεί να συγκριθεί μόνο με εικόνες και εμπειρίες ρωμαϊκής αρένας. Ο Μπάγεβιτς, εμφανώς τρακαρισμένος και αγχωμένος περιμένει το νεύμα του Πέτρου Κόκκαλη που συνοδεύει την αποστολή στον πάγκο και ξεκινά να περπατά στο ταρτάν του στίβου. Γύρω του, χιλιάδες χαρτονομίσματα με το πρόσωπό του, αντικείμενα, ύβρεις, ό,τι βάζει ό ανθρώπινος νους κι ακόμη περισσότερα. Είναι τα δυσκολότερα βήματα της (αθλητικής) ζωής του εκείνα από τη φυσούνα μέχρι τον πάγκο του Ολυμπιακού. Όσο πλησιάζει, τόσο πιο βαριά είναι τα βήματά του, η παγωμένη έκφραση στο πρόσωπό του τα λέει όλα. Ούτε ένας σπασμός, ούτε μια αποστροφή στο βλέμμα. Όσοι έζησαν τη σκηνή και τα δευτερόλεπτα αυτού του βαδίσματος του Μπάγεβιτς, ήξεραν ότι αυτό που ζούσε ο Ντούσκο δεν πρόκειται να το ξαναζήσει ποτέ.

Οι φλέβες των ανθρώπων που βρίσκονταν στη Νέα Φιλαδέλφεια είχαν σχεδόν βγει από το σώμα τους, άναρθρες κραυγές, μπερδεμένες ιαχές, ζάλη από την υπερσυγκέντρωση του αίματος στον εγκέφαλο. Το μίσος των ΑΕΚτζήδων ξεπερνά ακόμα και το χαρακτήρα του Βενσάν Κασέλ στην ομώνυμη ταινία του Ματιέ Κάσοβιτς. Αυτό το μίσος θα γνωρίσει ο Μπάγεβιτς καθ’ όλη τη χρονική διάρκεια του αγώνα. Ο ίδιος πολλά χρόνια αργότερα, όταν θα ζητήσει συγνώμη από τους απανταχού ΑΕΚτζήδες, θα εξαιρέσει τους ανθρώπους που έβλαψαν τόσο πολύ εκείνον και την οικογένειά του σε εκείνο το παιχνίδι, για την ακρίβεια δεν θα τους συγχωρήσει ποτέ. Ξαναέζησε το ίδιο πράγμα όσες φορές επισκέφτηκε ως προπονητής του Ολυμπιακού τη Νέα Φιλαδέλφεια. Καμιά δεν ήταν όπως η πρώτη φορά.

viii) 15 Νοεμβρίου 1999 – όταν βγήκαν τα πιστόλια

Μόνο στη Φιλαδέλφεια έχουν βγει πιστόλια on camera – και μάλιστα σε παιχνίδι κεκλεισμένων των θυρών. Έχουν προηγηθεί οι θρυλικές εκλογές της ΕΠΟ στην Αλεξανδρούπολη, εκεί που ο Θωμάς έριξε το σπόρο και γεννήθηκε αυτό που μεταγενέστερα όλοι αποκάλεσαν ‘παράγκα’ – και το καλοκαίρι του 1998 ακολούθησε η ενθρόνιση του Βίκτωρα στην ΕΠΑΕ, ολοκληρώνοντας το παζλ της αλλαγής στα ‘κόζια’ του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο Ολυμπιακός με τον Ιταλό Μπιγκόν στο ντεμπούτο του καταφθάνει στο ‘Νίκος Γκούμας’ με στόχο να ‘τελειώσει’ την ΑΕΚ. Η Δεκελείας από νωρίς το απόγευμα έχει μετατραπεί σε πεδίο μάχης μεταξύ των δυνάμεων των ΜΑΤ και των οπαδών της ΑΕΚ, με ασύλληπτο ξύλο, στημένα οδοφράγματα και καμένους κάδους, όλα μυρίζουν μπαρούτι. Ενώ, λοιπόν, πέριξ του γηπέδου καίγεται το πελεκούδι, ο Πατρινός διαιτητής Βαγγέλης Δημητρόπουλος, καταφθάνει φρουρούμενος και βγαίνοντας να επιθεωρήσει τον αγωνιστικό χώρο, διαπιστώνει ήδη υπεράριθμους οπαδούς της ΑΕΚ στη θύρα 18, μια ανάσα μακριά από τα ‘μάρμαρα’ των επισήμων.

Παίρνει το βλέμμα του πιο κάτω και βλέπει κατά σειρά τον Πρόεδρο του Ολυμπιακού Σωκράτη Κόκκαλη, τη σύζυγό του Ελένη, τον Γιώργο Λούβαρη και πάνω από 30 άτομα της προσωπικής τους ασφάλειας. Λίγα μέτρα πιο πάνω από τον Πρόεδρο του Ολυμπιακού, ο Πρόεδρος της ΕΠΑΕ Βίκτωρ Μητρόπουλος, επίσης συνοδευόμενος από τους άνδρες της προσωπικής του ασφάλειας, συνομιλεί στο κινητό, κοιτάζει δεξιά αριστερά στην κερκίδα, βλέπεις στο βλέμμα του ανησυχία, γιατί οι περισσότεροι διαπιστευμένοι προσκληθέντες της ΠΑΕ ΑΕΚ είναι επίλεκτα μέλη της oRiginal 21 και φάτσες πολύ γνωστές στη νύχτα.

Το ματς είναι ανάξιο σχολιασμού, ο διαιτητής Δημητρόπουλος έχει έλθει να εκπληρώσει ειδική αποστολή και όταν ο Ολυμπιακός κάνει το 0-2 στο ’90, η συνέχεια είναι οργουελική. Ο Βίκτωρας προσπαθεί να φύγει, κατευθύνεται στα σκαλιά που οδηγούν στο Members Club, ενώ ένα μπουλούκι αφιονισμένων τον βρίζει, τον φτύνει και προσπαθεί να σπάσει τον κλοιό των σωματοφυλάκων για να τον χτυπήσει. Κάποιος κατορθώνει και ξηλώνει μια συρόμενη πόρτα, τη σηκώνει και την πετάει προς το μέρος του Προέδρου της ΕΠΑΕ, ο οποίος προσπαθεί να περάσει το διάδρομο ενώ βρέχει μπουνιές, κλωτσιές και λογής αντικείμενα. Το ξύλο μεταξύ σωματοφυλάκων και οπαδών είναι ανείπωτο και η ίδια εικόνα επικρατεί και εντός αγωνιστικού χώρου. Οπαδοί έχουν εισβάλει στον αγωνιστικό χώρο και επιτίθενται στον Δημητρόπουλο, που δέχεται μπουνιές, κλωτσιές, ακούει να τον απειλούν ότι δεν θα φύγει ζωντανός. Οι αστυνομικοί δεν ξέρουν ποιόν να πρωτοπροστατεύσουν, αφού την ίδια στιγμή στο Members Club εκτυλίσσονται σκηνές από western με πυροβολισμούς, μαχαίρια, μπουνιές, καρεκλιές, σπασμένα τζάμια και ιπτάμενα τραπέζια.

Σχεδόν ταυτόχρονα με τη λήξη, ο Δημήτρης Μελισσανίδης έχει φτάσει στο γήπεδο και βρίσκεται κι αυτός στο Members Club ψάχνοντας το Βίκτωρα. Τον βρίσκει σε μια γωνία της αίθουσας να παρακολουθεί σε μια τηλεόραση στιγμιότυπα του αγώνα από το συνδρομητικό, παρουσία δύο ανδρών της προσωπικής του ασφάλειας. Ο Τίγρης εκτός εαυτού φωνάζει “αν είσαι άντρας διώξε τους φουσκωτούς σου κι έλα έξω να τα πούμε σαν άντρες οι δυο μας”, ο Βίκτωρας απαντάει “και ποιος είσαι εσύ; Τι είσαι εσύ;” και ο  Μελισσανίδης θολώνει: “Τι ποιος είμαι εγώ ρε πούστη; Τι ‘να αυτά που κάνατε στην ΑΕΚ απόψε γαμώ την κοινωνία μου; Δε ντρέπεστε λίγο ρε πούστηδες;” Εκείνη τη στιγμή, ένας εκ των μόνιμων συνοδών του Βίκτωρα Μητρόπουλου, ο Νίκος Γιαννουδάκος, βγάζει από την εσωτερική θήκη ένα 22άρι περίστροφο και πυροβολεί δύο φορές στον αέρα. Κάποιοι αυτόπτες θα ισχυριστούν αργότερα ότι έριξε και δύο ακόμη στο πάτωμα. Ως φυσικό επακόλουθο, έγινε της μουρλής: καρέκλες και τασάκια ίπτανται στον αέρα, βγαίνουν μαχαίρια και παρευρισκόμενοι σπάνε ότι βρίσκουν μπροστά τους. Ένας όμιλος ατόμων πέφτει πάνω στους γεροδεμένους συνοδούς του Βίκτωρα, που φυγαδεύεται στα αποδυτήρια της ΑΕΚ. Στο Members συνεχίζεται το απίστευτο ξύλο, με το Γιαννουδάκο να καταλήγει αιμόφυρτος στο πάτωμα και μεταφέρεται άμεσα στο ‘Αγία Όλγα’ προκειμένου να του παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες την ίδια ώρα που στην αίθουσα του Members Club εισβάλλουν τα ΜΑΤ που ποδοπατούν και ξυλοκοπούν όσους έτυχε να παραμείνουν στο χώρο.

Ο Γιαννουδάκος, όπως διαπιστώνεται στο νοσοκομείο, φέρει τραύμα στον αριστερό μηρό από γυαλί που χρησιμοποιήθηκε σαν αυτοσχέδιο μαχαίρι και κατόπιν τίθεται υπό κράτηση για παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία. Η επίσημη διαπίστευσή του ήταν ‘οδηγός του Προέδρου της ΕΠΑΕ’, όλοι όμως γνώριζαν το θηριώδη μποντιμπιλντερά με την περούκα που είχε συμμετάσχει μάλιστα και σε ορισμένες b-movies της δεκαετίας του ’80 σαν κομπάρσος, υποδυόμενος πάντοτε τον ‘σκληρό’ και τον μπράβο.

ix) 2 Οκτωβρίου 2002 – “και της Ρεάλ το φόβητρο έγινε τ’ όνομά σου”

Για πολλούς και διαφόρους λόγους, το παιχνίδι του Champions League με τη Ρεάλ Μαδρίτης το φθινόπωρο του 2002 είναι το τελευταίο πραγματικά μεγάλο παιχνίδι που διεξήχθη στη Νέα Φιλαδέλφεια. Αφ’ ενός επρόκειτο για τη Ρεάλ των λεγόμενων galacticos και αφ’ ετέρου εκείνη η μεγάλη ΑΕΚ κατόρθωσε και απέσπασε μια τρελή ισοπαλία με 3-3. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον ωστόσο έχουν τα sidestories της ιστορικής εκείνης επιτυχίας, με την παρουσία του Μάκη Ψωμιάδη να δεσπόζει στα διοικητικά, έχοντας κάνει το απίθανο: επαναπροσέλαβε το Ντούσαν Μπάγεβιτς που ήταν κόκκινο πανί από το 1996 στο Νίκος Γκούμας προκαλώντας εσωτερικές τριβές και πάταγο. Ο Μάκης παρουσίασε τον ‘προδότη’ στο Πεντελικόν, έβγαλε έξω με τη βία τους συγκεντρωμένους απ’ έξω οπαδούς, δήλωσε με εμφανή εκνευρισμό στις κάμερες και στους δημοσιογράφους ότι “οι εποχές Μάτσα-Καζαντζίδη τελειώσανε, τα κουμάντα τελειώσανε κύριοι”, αναφερόμενος στις αντιδράσεις της oRiginal και των υπολοίπων.

Όλο το επόμενο διάστημα, η ΑΕΚ βιώνει μια ατελείωτη ιστορία κόντρας, με ξύλα, κυνηγητά, σπασμένα αυτοκίνητα, πανό, εμπρηστικές δηλώσεις, απειλές, μαύρα περιβραχιόνια, φέιγ βολάν, βαμμένους τοίχους με μπινελίκια στη διαδρομή Θρακομακεδόνες – Διόνυσος και ασφαλώς την περίφημη σφαίρα που έφτασε ταχυδρομικά σε φάκελο στο σπίτι του Ντούσαν. Όλοι φοβούνται αλλά η παρουσία του Μάκη καθιστά αδύνατα τα ‘περαιτέρω’ και συν τοις άλλοις, η ΑΕΚ πάει καλά στο χορτάρι. Το παιχνίδι με τη Ρεάλ είναι μια αποθέωση του καλού ποδοσφαίρου, το γήπεδο όμως δεν είναι ασφυκτικά γεμάτο όπως θα περίμενε κανείς. Ο Μάκης θεώρησε σωστό ότι για να παρακολουθήσει δια ζώσης ο Έλληνας φίλαθλος την παρέα του Ζιντάν, του Ρομπέρτο Κάρλος, του Φίγκο, του Ραούλ, του Ρονάλντο και των υπολοίπων, πρέπει να πληρώσει 150 ευρώ, τιμή εκτός πραγματικότητας ακόμα και για την Ελλάδα της επίπλαστης ευμάρειας των early ’90s. Τσιάρτας και Νικολαΐδης κεντάνε στο χόρτο, ο ‘ναός’ ζει ποδοσφαιρικές πιένες και για ένα ενενηντάλεπτο ξεχνάει και Μπάγεβιτς και Ψωμιάδη και τα πάντα.

Το τελικό 3-3 μπαίνει στο πάνθεον των ιστορικών επιτυχιών του ελληνικού ποδοσφαίρου και σήμερα, μια 15ετία αργότερα, αποτελεί σημείο αναφοράς για το μεγαλείο της ΑΕΚ και τη δύναμη της έδρας της.

x) 5 Μαΐου 2003 – οι τίτλοι τέλους για το ‘Νίκος Γκούμας’

Το γιατί γκρεμίστηκε το γήπεδο της ΑΕΚ είναι μια πολύ σύνθετη συζήτηση και σίγουρα δεν είναι εφικτό να επεξηγηθούν ή να αναλυθούν όλες οι παράμετροι αυτής της απόφασης που έλαβε η ίδια η (τότε) διοίκηση του σωματείου υπό το Γιάννη Γρανίτσα. Στην πραγματικότητα, το ‘Νίκος Γκούμας’ μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1999 στην Αθήνα, ήταν ήδη ερείπιο και έπρεπε να κατεδαφιστεί ή να ανακατασκευαστεί τμηματικά για λόγους ασφαλείας πάνω απ’ όλα. Η Ελλάδα του 2003 ήταν μια πολύ διαφορετική χώρα, η επίπλαστη ευμάρεια που αναφέρθηκε και προηγουμένως είχε παρασύρει (σχεδόν) άπαντες σε ακροβατισμούς και φαραωνικά σχέδια, αφού και εν όψει ολυμπιακών αγώνων τα πάντα θα άλλαζαν και η Αθήνα τρόπον τινά θα ‘εκσυγχρονιζόταν’. Σε αυτό το πλαίσιο και υπό αυτό το πρίσμα αποφάσισε η Ερασιτεχνική ΑΕΚ να κατεδαφίσει το γήπεδο και σύμφωνα μάλιστα με τον Τύπο της εποχής, ο Γιάννης Γρανίτσας είχε λάβει προσωπικές διαβεβαιώσεις από αξιωματούχους της τότε κυβέρνησης για διαδικασίες fast track που θα καθιστούσαν το γήπεδο πολυλειτουργικό και εμπορικά εκμεταλλεύσιμο.

“Το γήπεδο μπήκε στο φάκελο των Ολυμπιακών Αγώνων και το έβγαλε ο Κόκκαλης για να γίνει το Καραϊσκάκη στη θέση του” ήταν και είναι μια από τις δικαιολογίες που προτάσσονται επ’ αυτού, ωστόσο αυτό που λησμονούν όλοι είναι πως αυτή η χούφτα ανθρώπων που αποφάσισε την κατεδάφιση, ψήφισε χωρίς καν να έχει την άδεια ανέγερσης στα χέρια της και κυρίως χωρίς να έχει εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση του έργου. Επί της ουσίας, η ΑΕΚ γκρέμισε το γήπεδό της (που έπρεπε να γκρεμιστεί) βασιζόμενη σε υποσχέσεις και μεγαλόπνοα σχέδια των τότε διοικούντων της, οι οποίοι όμως ήταν μια διορισμένη από το Πρωτοδικείο προσωρινή διοίκηση μιας εταιρείας που μόλις είχε ανακαλύψει ότι χρωστάει πάνω από 100 εκατομμύρια ευρώ. Δεν είναι τυχαίο ότι έναν χρόνο αργότερα και μετά από χιλιάδες παλινωδίες, χρειάστηκε η παρέμβαση του Νικολαΐδη και της ομάδας επιχειρηματιών που τον στήριξε, για να δοθεί μια λύση, με την υπαγωγή στο άρθρο 44 κλπ.

Επιστρέφοντας ωστόσο στο 2003, αξίζει να επισημανθεί ότι την ημέρα του τελευταίου αγώνα εναντίον του Άρη (που ολοκληρώθηκε με το πανηγυρικό 4-0) ο λιγοστός κόσμος που παραβρέθηκε στο γήπεδο δεν είχε συναίσθηση του τι συνέβαινε και η επικρατούσα άποψη ήταν πως η ΑΕΚ πολύ σύντομα θα έπαιζε στο καινούριο της γήπεδο. Ούτε συναισθηματική φόρτιση παρατηρούσε κανείς, ούτε κατανόηση της πραγματικότητας, ενώ το ‘πλιάτσικο’ που ακολούθησε με διάφορους να παίρνουν από ένα κομμάτι τσιμέντο, μέχρι καρεκλάκια ή δοκάρια(!) καθιστούσε πέρα για πέρα σαφές ότι οι ΑΕΚτζήδες μάλλον γιόρταζαν παρά λυπούνταν. Έμεινε μόνο εκείνη η επιγραφή ‘Αντίο Ναέ’ με τα κεριά στη σκεπαστή να φορτίζει το κλίμα, μια επιγραφή που όσο σουρούπωνε τόσο σου σκοτείνιαζε και την καρδιά διότι μαζί με το Νίκος Γκούμας κατεδαφιζόταν και ένα τεράστιο μέρος της ιστορίας της ΑΕΚ.

Από τότε ξεκίνησε μια ατέρμονη αναζήτηση λύσεων, το μυαλό όμως ήταν πάντοτε στα ‘Άγια Χώματα’, στη Νέα Φιλαδέλφεια, στο οικόπεδο του σωματείου. Ο Δημήτρης Μελισσανίδης το έθεσε ως προαπαιτούμενο όταν αποφάσισε να τραβήξει την πρίζα για να γίνει το reset. Και εγένετο ‘Αγιασοφιά’.

(κεντρική φωτογραφία: Eurokinissi/Action Images)