ORIGINALS

Η παρέα μου από το στρατό

Οι δημοσιογράφοι του Oneman θυμούνται με ποιους φίδιαζαν όσο φορούσαν τα χακί.

Αν υπάρχει έστω ένας λόγος για τον οποίο δεν πρέπει να καταργηθεί η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, αυτός είναι οι φιλίες που δημιουργείς κατά τη διάρκειά της. Φιλίες δυνατές που αντέχουν στο χρόνο ή ακόμα κι αν δεν αντέξουν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογία για μια έξοδο, το περιεχόμενο της οποίας δεν θες να ενημερώσεις τους γύρω σου. Ποιος θα σε κατέκρινε αν του/της έλεγες πως δυστυχώς δεν μπορείς να τον/την δεις, γιατί έχεις να βγεις με τα παιδιά από το στρατό;

Όπως και να έχει, όταν συναντάς τους φίλους από το στρατό, ο χρόνος σταματά. Βασικά δεν σταματά. Επιστρέφει εκεί όπου τον είχατε αφήσει. Σ’ ένα φυλάκιο, στο ΚΨΜ, στα σκηνάκια στις Φέρρες. Και σχετικοποιείται αφού μπορείτε ν’ αναμοχλεύετε για ώρες ιστορίες από τη κοινή σας θητεία χωρίς να δίνετε σημασία στο τι συμβαίνει γύρω σας.

Το μόνο που θα σας διακόπτει θα ‘ναι το τσούγκρισμα και του ρούφηγμα μιας ακόμα γουλιάς FIX για να ξεδιψάσετε και να συνεχίσετε να θυμάστε όλα εκείνα που σας ενώνουν.

Πριν σηκώσουμε τα ποτήρια μας γράψαμε τις δικές μας ιστορίες για τους τύπους με τους οποίους φιδιάζαμε παρέα όσο φορούσαμε τα χακί.

Welcome to the Jungle (της Καρδίτσας), για τον Κώστα Μανιάτη

Στο στρατό έκανα 5 διαφορετικές παρέες, όσα και τα στρατόπεδα που άλλαξα, βλέπεις ήμουν στρατονόμος και με έστελναν αριστερά-δεξιά (μη σχολιάσεις, please, καθολου ρουφιανός δεν ήμουν, αλήθεια, φιλάω σταυρό γαλανόλευκο). Αυτή η παρέα όμως που μου έρχεται πάντα στο μυαλό ως ‘η παρέα του στρατού’, ως οι τύποι που ήμασταν όλη μέρα μαζί, πιστεύαμε ποτέ ότι δεν θα χαθούμε και συνεννοούμασταν απόλυτα, είναι αυτή που έκανα στην Καρδίτσα. Εκεί βλέπεις είναι το Κέντρο Εκπαίδευσης Στρατονομίας, εκεί για δύο μήνες μας έλιωσαν το κορμί και το μυαλό, για να βγούμε ό, τι πιο μισητό υπάρχει σε παραλλαγή και σ’ αυτό το στρατόπεδο, λοιπόν, ο θάλαμός μου λειτούργησε ως ένα μέρος, όπου συγκρατούσε λίγη απ’ τη λογική του έξω κόσμου. Ήμασταν 6 άτομα, ψιλοσυνομίληκοι, όλοι γύρω στα 27 (μπήκα ψιλομεγάλος) και κολλήσαμε ανέλπιστα απόλυτα. Τα περιστατικά που συνέβησαν κατά το τέντωμα της εκπαίδευσης πολλά, αλλά όπως συμβαίνει πάντα με τις ιστορίες στρατού, τις μισές και να στις πουν δεν τις πιστεύεις και τις άλλες μισές τις θεωρείς αδιάφορες. Όποιος έχει περάσει από ΚΕΣΝ θα με νιώσει, δεν μπορώ να κάνω τίποτα για τους υπόλοιπους. Λυπάμαι. Α, και να μην ξεχάσω:

ΓΙΑΤΙ ΠΕΡΠΑΤΑΣ, ΥΠΟΨΗΦΙΕ;

Το στραβό μπιλιάρδο στο ΚΨΜ, για τον Δημήτρη Κουπριτζιώτη

Όχι δεν έκανα στρατό κάπου ακριτικά. Ίσα ίσα πέρασα την θητεία μου μέσα σε ένα γραφείο στο Χαιδάρι. Τώρα που το σκέφτομαι ίσως να μην έχω βρεθεί καθιστός σε ένα γραφείο για περισσότερες ώρες στην ζωή μου και να δουλεύω τόσο πολύ αλλά αυτό δεν έχει σημασία γιατί ήμουν Αθήνα όπως μου έλεγαν όλοι. Και επειδή οι υπηρεσίες δεν έβγαιναν και επειδή ο λοχαγός ήθελε να είναι δίκαιος αυτοχωνόμουν στα μαγειρεία και την λάτζα μέχρι να μπορεί να βαφτεί γυναίκα πριν από σαββατιάτικη έξοδο. Εκεί πλέναμε εκεί σχολιάζαμε κάθε αξιωματικό είχε υπηρεσία και βιαζόμασταν να τελειώσουμε τα πρώτα ταψιά για να πάμε στο ΚΨΜ δίπλα να παίξουμε στο στραβό μπιλιάρδο. Θυμάμαι το στοίχημα πήγαινε σύννεφο και όσοι είχαμε φυτέψει αυτό το βίτσιο να παίζεις σε στραβό μπιλιάρδο με χάλια τσόχα είχαμε ρίξει απίστευτο γέλιο. Αν όμως πρέπει να κρατήσω μία στιγμή από την παρέα στον στρατό αυτή σίγουρα θα ήταν η βραδιά της Ανάστασης όπου είχαμε βαφτίσει τον ζίπο λαμπάδα και τις μπύρες whiskey για να το γιορτάσουμε. Μίας και έρχεται Πάσχα κάτσε να πάρω τηλέφωνο τα φίδια να θυμηθούμε κι άλλες ιστορίες.

Ρεσιτάλ φιδιάσματος, για τον Χρήστο Δεμέτη και τον Πάνο

Στρατό έκανα ή για τους τύπους, έτσι λέω, στις Φέρες Έβρου, την ακριτική στρατούπολη δίπλα στο ποτάμι. Δεν υπήρξα ποτέ ‘μάχημος’ με την έννοια που θα μπορούσε να περιγράψει τα παιδιά του πεζικού που υπηρετούσαμε πλάι πλάι στο ίδιο στρατόπεδο, μιας και ήμουν μέλος του Λόχου Ηλεκτρονικού Πολέμου, όντας διαβιβαστής. Επτά μήνες στον Έβρο ήταν υπεραρκετοί για να κάνω εξαιρετικές φιλίες με ντόπιους και μη. Στις Φέρες Έβρου λοιπόν υπάρχει ένα παγκάκι. Ένα παγκάκι στον σταθμό του ΚΤΕΛ που σε πάει και σε φέρνει στην Αλεξανδρούπολη, στην πόλη και στο αεροδρόμιό της. Σε αυτό το παγκάκι αράζαμε με τον Πάνο και ατενίζαμε τα σύνορα, μιλούσαμε για το ‘αύριο μετά το στρατό’ και τη μέρα που θα παίρναμε το χαρτί θυμόμασταν ένα περιστατικό από τα ‘σχοινάκια’. Τότε που κάναμε περίπολο-σκοπιά γύρω από τις σκηνές, Φλεβάρη μήνα, και για να παλέψουμε το κρύο χωθήκαμε για σε ένα μικρό εκκλησάκι. Τότε που ανάψαμε όλα τα κεριά για να ζεσταθούμε και αρχίσαμε να πίνουμε μπύρες καβατζωμένες στις τσέπες της παραλλαγής μας, από το στρατόπεδο. Τότε που μείναμε εκεί μέχρι το ξημέρωμα, κι όταν ήρθε το πρωί, αφήσαμε λεφτά στο παγκάρι για την κατάχρηση κεριών που κάναμε, και φύγαμε γελώντας προς τη σκηνή μας. Κι αν θυμάμαι τους μήνες του στρατού, αν θυμάμαι τα ξενύχτια με την εφήμερη μα τόσο δυνατή παρέα, το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό, είναι αυτό το εκκλησάκι στον λόφο πάνω από τις Φέρες.

Στα Νότια να βρισκόμαστε, για τον Χρήστο Χατζηιωάννου

Αν έχω ένα παράπονο από τις παρέες που έκανα στο πανεπιστήμιο και το στρατό, αυτό είναι ότι δεν κεράτωσα ποτέ για χάρη τους την παρέα μου από το σχολείο και τη γειτονιά που μεγάλωσα. Στο στρατό είχε το κεφάλι κάτω, περίμενα να περάσουν οι ώρες και οι μέρες και οι 2-3 φίλοι που έκανα εκεί, όταν τους συναντώ καμιά μέρα στα νότια προάστια γιατί εκεί μεγαλώσαμε, απλά κλείνουμε το μάτι ο ένας στον άλλον σα να του λέμε “ξέρω, ξέρω, όσα ζήσαμε παρέα δεν ξεχνιούνται”. Αλλά δεν είμαι από τους τύπους που θα τους πάρω τηλέφωνο και θα τους πω να βρεθούμε. Αν με δεις σε ένα ταβερνάκι μια μέρα να τσουγκρίζω ποτήρια με FIX με τρεις τέσσερις μαντράχαλους, αυτοί να ξέρεις είναι η παρέα μου από το σχολείο. Οι άνθρωποι με τους οποίους μεγάλωσα, έμαθα τη ζωή και ακόμα κι όταν ήμουν στρατό μου κρατούσαν παρέα με μηνύματα, τηλέφωνα και καζούρα.

Η πρωινή σκοπιά θέλει καλοπέραση, από τον Πάνο Κοκκίνη

Το υπέροχο δεκατιανό, με θέα τον Σαρωνικό, στον Πόρο μαζί με τους υπόλοιπους φρεσκοκουρεμένους και φρεσκοψαρωμένους. Οι εφιαλτικές 15 μέρες ως αρμενιστής στο αντιτορπιλικό μαζί με τους άλλους παλιούς και τσαντισμένους. Και μετά ο παράδεισος. Η βυσματική δηλαδή παρέα στο επιτελείο ενός εν πλω διοικητή στο Ναύσταθμο. Εκεί όπου ένας ψαράς από τη Χαλκιδική, ένας dj από το Περιστέρι, ένας μεγαλοχασάπης από το Χαϊδάρι, ένας φλώρος από την Καλλιθέα (εγώ) και ένας υπεύθυνος συνεργείων καθαρισμού από το Κολωνάκι, κατάφεραν να φτιάξουν μια ομάδα που περνούσε καλά. Τόσο καλά που, όταν ήρθε επίσημη επίσκεψη ένας μακρομουσάτος Αιγύπτιος ναύαρχος, φάγανε από κοινού πέντε μέρες φυλακή γιατί, όταν άνοιξε ξαφνικά την πόρτα του γραφείου τους, τους βρήκε να τρώνε με μανία διπλόπιττα με extra κρεμμύδι. Κρίμα που δεν μείναμε σε επαφή από τότε. Κυρίως γιατί κανένας άλλος (γυναίκα, συνάδελφοι, άγνωστοι δρόμοι) δεν έχουν το κουράγιο να ακούσουν τις ιστορίες από το στρατό που κάθε άντρας απεγνωσμένα θέλει να λέει ξανά και ξανά.

Όποιος πάει πρώτος να προλάβει το πινγκ πονγκ, για τον Κωνσταντίνο Αμπατζή

Όπως και σε κάθε άλλο μέρος και συνθήκη, έτσι και στον στρατό, αποκλείεται να μην βρεις μερικά άτομα με τα οποία θα κολλήσεις και θα κάνεις μια χαρά παρέα. Εγώ, είχα βρει τα 4-5 άτομα με τα οποία ταιριάζαμε και μαζί με αυτούς, η αντίστροφη μέτρηση για την επιστροφή στην κανονική και πολύ πιο ουσιαστική ζωή, γινόταν σαφώς πιο υποφερτή. Με κάποιους μας ένωνε το τραπέζι του πινγκ πονγκ, πάνω από το οποίο περνάγαμε τις περισσότερες ελεύθερες ώρες μας. Με άλλους, οι ατέλειωτες κουβέντες μας, από τα αθλητικά και τα πολιτικά, μέχρι τη ζωή και τον έρωτα. Συνοδεία λίγου τσίπουρου, αναλύαμε τα πάντα και ζητάγαμε από τους επιλοχάδες να μας βάζουν μαζί στη σκοπιά, για να γίνει το δίωρο λίγο πιο ευχάριστο. Και καμιά φορά, με τον Νίκο, επίσης δημοσιογράφο, αναλύαμε όσα συνέβαιναν στο στρατόπεδο λες και είμαστε ρεπόρτες, βγάζοντας τίτλους και πρωτοσέλιδα. Και τον Νίκο, όπως και τα περισσότερα από τα άλλα παιδιά, έχω να τα δω από τότε, όμως πάντα θα μας ενώνει ότι ο ένας βοήθησε τον άλλο να βγούμε αλώβητοι από αυτή την σαπίλα.

Σεμινάριο ακινησίας, για τον Λευτέρη Ελευθερίου

Υποψηφιότητα για ρέμπελος της χρονιάς είχα βάλει τον τελευταίο μήνα του 2002, όλο το 2003, αλλά και τους δύο πρώτους μήνες του 2004, μέχρι και τις 5 Μαρτίου, τότε που άλλαξε κυβέρνηση η Ελλάδα, όταν και απολύθηκα από το στρατό. Όλη η θητεία μου ήταν ένα σκάνδαλο, σε ό,τι αφορά τόσο τα ιδανικά όσο και την πειθαρχία που σου μαθαίνει ο στρατός. Ό,τι ήταν το δίπλωμα του σεντονιού και οι καθαριότητες εξαφανίστηκε την επόμενη μέρα από την άδεια απόλυσης. Ήμουν ο καλός στρατιώτης Σβέικ, αλλά στη διάσταση της τεμπελιάς. Αυτό το μαυσωλείο, το σεμινάριο ακινησίας, ενέπνευσε ανθρώπους, τους έδωσε έναυσμα για να με προσεγγίσουν. Ο Αχιλλέας ήταν ένας εξ αυτών και μάλιστα τότε ήταν υπεύθυνός μου σε ένα πόστο που δε θέλω να αποκαλύψω. Μόνο οι κοινές συνισταμένες εμποδίζουν από το να κάνουμε παρέα, κάτι που συνέβη σε κάποιες περιπτώσεις μετά την απόλυσή μου. Πέραν τούτου, ουδέν. Ίσως να γινόταν να αναγνωρίσω ότι έχω ξαναδεί κάποιον κάπου (και τελικά από τη θητεία), αλλά εκείνοι οι 16 μήνες ήταν πέρασμα χωρίς άγγιγμα.

Μεγάλα καράβια μεγάλες εμπειρίες, για τον Αντώνη Τζαβάρα

Εδώ και χρόνια προσπαθώ πολύ φιλότιμα να μη σβήσω από τη μνήμη μου τη ματαιότητα, την ανοησία και την αίσθηση του χαραμισμένου χρόνου που βίωσα στη θητεία μου, αλλά έχω αρχίσει να αποδέχομαι ότι αυτή τη μάχη θα τη χάσω. Τη ναυμαχία, συγκεκριμένα, γιατί υπηρέτησα στο ΠΝ, ως ναύτης ΗΝ/ΡΕ, σε μια από τις φρεγάτες του στόλου. Όλες οι μαλακίες του στρατού έχουν ξεθωριάσει και τραβηχτεί σε έναν σκοτεινό βυθό και στον αφρό έχουν μείνει μόνο οι καλές στιγμές, οι γραφικές, χαριτωμένες ιστορίες και οι μορφές του Νίκου, του Γιώργου, του Ισαάκ, του Λευτέρη και του Κωστή, που αναβοσβήνουν σαν το στίγμα στο ραντάρ επιφανείας.

Με τους περισσότερους δεν βρισκόμαστε ποτέ. Ήταν φίλοι περιορισμένης διάρκειας, αλλά χωρίς ημερομηνίας λήξης. Αν ξανασυναντηθούμε, θα αγκαλιαστούμε σαν αδέρφια. Οι φιλίες του πλοίου είναι τίγκα στα αναβολικά – φουσκώνουν γρήγορα. Ο περιορισμένος χώρος, ο χρόνος της θητείας που είναι πάντα πιο απλωμένος από τον κανονικό και η ζωή εν πλω, που μετατρέπει την αλληλεγγύη σε αναγκαιότητα, ντοπάρουν τις σχέσεις των μελών του πληρώματος. Την πρώτη μέρα συναντάς δύο αγνώστους και στην επιστροφή από το πρώτο ταξίδι έχεις αποκτήσει δύο φίλους. Στον συμπτυγμένο αυτόν χρόνο έχετε δει, ζήσει και αντιμετωπίσει πράγματα που δεν είναι εύκολο να τα μοιραστείς με κανέναν άλλο. Αλλά πάντα έτσι συμβαίνει: αυτά που σε δένουν με τους φίλους είναι τα ανομολόγητα, που όταν επιχειρήσεις να τα μοιραστείς με τους άλλους, ακόμα και με τους κανονικούς σου φίλους, μετατρέπονται σε γραφικές, χαριτωμένες ιστορίες.

Αφού μιλήσαμε για τις δικές μας σειρές, ήρθε η ώρα να μας γράψεις στα σχόλια για τις δικές σου παρέες από τον στρατό. Για εκείνους τους τύπους που όταν τους συναντήσεις ξανά, θα τους αγκαλιάσεις λες και είναι αδέρφια σου και θα τους πεις να πάτε για μια μπίρα ώστε να τους θυμίσεις εκείνη την ιστορία από το στρατό, την οποία κάθε φορά που θυμάσαι, σε πιάνει νευρικό γέλιο. Μόνο που θα τους πεις ψέματα, αφού τόσο οι ιστορίες όσο και οι FIX που θα πέσουν στο τραπέζι θα είναι πολύ περισσότερες από μία.