ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ο Δημήτρης Χριστοφορίδης έμαθε μπίζνες δίπλα στην Πάμελα και τον Μάτζικ

Ο ιδιοκτήτης του 'Nice n Easy' έχει ζήσει το αμερικάνικο όνειρο όπως το ζουν μόνο στις ταινίες.

Ο Δημήτρης Χριστοφορίδης είναι ένας επιχειρηματίας υψηλής έντασης, αλλά ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων. Παρότι ειδικεύτηκε στην εστίαση στις ΗΠΑ, εκεί όπου όλα είναι σόου, δεν αναζητά καθόλου τη δημοσιότητα. Ίσως επειδή την έχει ήδη ζήσει, με τρόπο που κανένας άλλος Έλληνας δεν κατάφερε να τη γευτεί.

Ξέρεις τι είναι να είναι μέτοχος στο μαγαζί σου η Πάμελα Άντερσον και κολλητός σου ο Μάτζικ Τζόνσον; Όταν εμείς ακούμε ακόμα και σήμερα τις περίφημες ιστορίες από το ‘Studio 54’, ο Δημήτρης είναι ο μόνος που μπορεί να τις επιβεβαιώσει ή να τις διαψεύσει – είναι ο μόνος Έλληνας που εργάστηκε στο θρυλικό κλαμπ και στην πορεία δημιούργησε ένα ανάλογο στο Λος Άντζελες.

Αν και δεν τα γουστάρει καθόλου “αυτά, τα συνεντευξιακά και τα σχετικά”, επειδή του αρέσει να καυχιέται για ό,τι έζησε, τον πείσαμε να μας αφηγηθεί μερικές ιστορίες από την πολυτάραχη με την καλή έννοια ζωή του. Προσωπικά, αυτό που εγώ κρατώ από τη γνωριμία μας και τη φιλία μας, είναι ότι ο Δημήτρης παρέμεινε έξω από τις κακές επιρροές και τα ‘περίεργα’, παρότι η ζωή του βρισκόταν πάντα στο επίκεντρο αυτών των κύκλων. Ο ίδιος είναι οικολόγος και φανατικός τη υγιεινής διατροφής. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν ο πρώτος που έφερε στην Αθήνα, πριν από δέκα περίπου χρόνια, τη βιολογική κουζίνα που πλέον έχει κυριαρχήσει ως τάση.

> Tο 1976 τελείωσα το Γυμνάσιο στην Κοζάνη. Ο πατέρας μου ήταν μαθηματικός και είχε ιδιωτικό σχολείο, από τα πρώτα τότε. Με δέχτηκαν σε μια Πολυτεχνική σχολή στην Σουηδία – ήμουν καλός στα μαθηματικά, οπότε πήγα να γίνω ηλεκτρονικός μηχανικός στο Λουντ, σε μια πόλη που το 80% των κατοίκων της είναι φοιτητές.

> Έμεινα δύο χρόνια στη Σουηδία. Στις αρχές του 1979 πήγα στην Αμερική. Είχα αποφασίσει να φύγω από την Ελλάδα γιατί ο πατέρας μου ήταν πολύ σκληρός, ίσως και λόγω ιδιότητας. Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, πάλι για τον πατέρα μου το έκανα. Για να καταλάβεις λίγο τι τύπος είναι, όταν έρχεται στα μαγαζιά μου επιμένει να πληρώνει ακόμα και τον καφέ του και ζητάει πάντα απόδειξη. Όπως μου έλεγαν στις ΗΠΑ, “αν δεν είχες μεγαλώσει έτσι δεν θα είχες πετύχει”.

> Κατάλαβα, λοιπόν, ότι δεν είναι για μένα το επάγγελμα του μηχανικού και είπα πάω να σπουδάσω μπίζνες. Έφτασα στις ΗΠΑ τον Γενάρη του 1979, οπότε η σεζόν είχε πρακτικά χαθεί. Έκανα αίτηση σε ένα πανεπιστήμιο στο Σικάγο κι έπιασα δουλειά σε ένα ελληνικό εστιατόριο όπου σύχναζαν φοιτητές – το ‘Παρθενών’. Μάζεψα κάποια χρήματα, γιατί δεν ήθελα να πάρω από τον πατέρα μου κι έφυγα για Νέα Υόρκη.

> Στο Studio 54 πήγα για πρώτη φορά ως πελάτης, μέσω ενός φίλου. Γνωρίστηκα με τον ιδιοκτήτη και μου πρότεινε αμέσως να δουλέψω ‘πόρτα’. Και το έκανα. Έπιασα δουλειά τον χειμώνα του 1979 και μέσα στους πρώτους μήνες πήρα πολλά μαθήματα και γνώρισα πολύ κόσμο. Γνώρισα τον Άντι Γουόρχολ, την Μπιάνκα Τζάγκερ, τον Χόλστον και όλους τους σταρ.

> Το τρομερό με το Studio 54 ήταν ότι είχε τα πάντα, αλλά ταυτοχρόνως ήταν ένα πολύ προστατευμένο περιβάλλον. Γίνονταν πολλά εκεί μέσα, αλλά κανείς δεν έγραφε τίποτα. Εννοείται ότι δεν υπήρχαν κινητά και social media τότε, αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Δεν μπορεί να επαναληφθεί το Studio 54 – ένα τέτοιο μαγαζί να είναι τόσο πριβέ.

Ήταν το πιο σπουδαίο κλαμπ όλων των εποχών. Επειδή ό,τι γινόταν εκεί, έμενε εκεί

> Βεβαίως, μιλάμε και για άλλες εποχές. Οι VIP ήταν λίγοι, οι πλούσιοι μετρημένοι και όλοι ήξεραν ο ένας τον άλλο.

> Ο ίδιος άνθρωπος που το 1979 έλεγε “ξέρω τους πάντες”, τους 800-1000 ανθρώπους που πραγματικά ‘μετρούσαν’, δημιούργησε την πρώτη πριβέ αλυσίδα boutique hotels. Έφτιαξε το πασίγνωστο ‘Delano’ στο Μαϊάμι και άλλα ξενοδοχεία που έγιναν θρύλος χάρη στα ιδιωτικά πάρτι που διοργανώνονταν εκεί από τους διάσημους. Αυτός, λοιπόν, έλεγε προφητικά ότι η εποχή του ύφους και της λίστας θα περνούσε σύντομα.

> Βγήκε αληθινός όταν με την τεχνολογία και την ψηφιακή επανάσταση έγιναν πολλοί εκατομμυριούχοι ξαφνικά, από τη μία μέρα στην άλλη.

> Παλιά στη πόρτα δεν μιλούσες σε κανέναν. Μετά από κάποια χρόνια, με τον ανταγωνισμό και την είσοδο στον χώρο ανθρώπων με λεφτά και εξουσία, δεν μπορούσες πια να ξέρεις τι είναι ο καθένας. Ο ίδιος ο Σράγκερ, ο ιδιοκτήτης του Studio 54, έλεγε “σεβασμός σε όλους”. Κάπως έτσι, ο αριθμός των ανθρώπων που μπορούσαν να μπουν στο κλαμπ δεκαπλασιάστηκε και σε λίγο εκατονταπλασιάστηκε.

> Στους μήνες που στεκόμουν έξω από την πόρτα του Studio 54 είδα πάρα πολλά. Διάσημες γυναίκες που εμφανίζονταν φορώντας ένα πανωφόρι κι από μέσα ήταν γυμνές. Την Μπιάνκα Τζάγκερ να σκάει μια μέρα πάνω σε ένα άλογο.

Στον πάνω όροφο υπήρχε το θρυλικό πατάρι όπου έκαναν σεξ κανονικά

> Για να μπεις στην guest list του Studio 54 έπρεπε να είσαι ηθοποιός, τραγουδιστής ή με κάποιον τρόπο διασημότητα. Επιπλέον, να σε ενέκριναν οι ιδιοκτήτες. Εγώ, ας πούμε, δεν μπορούσα να βάλω κάποιον δικό μου στη λίστα, αλλά με ήξεραν όλοι και νόμιζαν ότι θα τους ‘φτιάξω’.

> Αν μου έμειναν γνωριμίες; Μη φανταστείς τίποτα σπουδαίο – έφυγα για την Καλιφόρνια μέσα σε ένα χρόνο και λιγότερο. Ήθελα οπωσδήποτε να πάω στο Πανεπιστήμιο και στη Νέα Υόρκη δεν υπήρχε περίπτωση να συγκεντρωθώ και να τελειώσω κάποια σχολή. Πήγα λοιπόν Πανεπιστήμιο εκεί, στην Καλιφόρνια, όπου έχουν ένα τρομερό σύστημα.

> Σπούδαζα μπίζνες και στην αρχή δεν ήξερα άνθρωπο. Μιλάμε για μια τεράστια πόλη, το Λος Άντζελες. Ξεκίνησα διάφορες δουλειές: Σεκιούριτι σε νοσοκομείο, έντεκα το βράδυ με επτά το πρωί. Διάβαζα στο πάρκινγκ και μετά πήγαινα σχολή! Μετά έγινα σερβιτόρος, μετά αρχισερβιτόρος και – σταδιακά – αξιοποίησα τις ευκαιρίες που σου δίνονται στις ΗΠΑ αν δουλεύεις σκληρά και πήρα μικρά ποσοστά. Δεν πήγα να δουλέψω σε κλαμπ, αν και θα μπορούσα λόγω του Studio 54, επειδή φοβόμουν ότι δεν θα μπορέσω να τελειώσω τη σχολή μου.

> Στα εστιατόρια, πάντως, έχεις πολύ καλές απολαβές. Και με τα tips, στην αρχή και, βέβαια, με τα μικρά ποσοστά στη συνέχεια. Κι εκεί γνώρισα σταδιακά πολύ κόσμο: την Πάμελα Άντερσον, τη Σάλμα Χάγιεκ, τον Μίκι Ρουρκ. Στο Λος Άντζελες αν είσαι ευχάριστος τύπος κάνεις εύκολα επαφές και γνωριμίες.

> Τους περισσότερους τους γνώρισα στο Vertigo. Ήμουν θαμώνας του μαγαζιού και κάποια στιγμή οι ιδιοκτήτες διαπίστωσαν ότι μου μιλάνε όλοι και μου πρότειναν να κάνω ένα πάρτι, μια καθημερινή. Ένα πάρτι για τα γενέθλια του ‘D’ – έτσι με φώναζαν οι φίλοι μου. Οι Αμερικάνοι συνηθίζουν να κόβουν τις λέξεις, οπότε μου έμεινε το ‘D’. Μου ζήτησαν να καλέσω μόνο τις φίλες μου. Μιλάμε για μαγαζί 4000 ατόμων, ένα παλιό θέατρο που έγινε κλαμπ. Κάλεσα, λοιπόν, όλες τις φίλες μου, μοντέλα κτλ. Μέχρι και φυλλάδια μοίραζαν, διαφημίζοντας τα γενέθλια του ‘D’. Προσωπικά δεν πίστευα ότι θα πετύχει, αλλά ήδη μια ώρα πριν από την επίσημη έναρξη του πάρτι περίμεναν 1000 άνθρωποι έξω απ’ το μαγαζί. Μετά απ’ αυτό, μου ζήτησαν να κάνω πάρτι κάθε μέρα.

> Στη πορεία, τελείωσα το Πανεπιστήμιο και πήρα το πτυχίο μου. Εν τω μεταξύ, έκανα κάποια επιλεκτικά πάρτι, με φίλους και φίλες που είχαν πρακτορεία μοντέλων και αργότερα, promo parties για ταινίες. Θυμάμαι χαρακτηριστικά το ‘Αρμαγεδδών’. Κάναμε το promo στο μαγαζί, μια μέρα πριν την επίσημη πρεμιέρα. Ήρθε μέχρι και η Άϊλιν Φορντ, από το πιο μεγάλο πρακτορείο μοντέλων. Κάναμε ένα τέτοιο πάρτι το μήνα, οπότε απέκτησα επαφές και δική μου ατζέντα. Όταν κάποιος ήθελε να κάνει ένα μεγάλο πάρτι κι έπρεπε να έχει καλεσμένους σταρ, απευθυνόταν σε μένα. Μου έδιναν πολλά λεφτά γι αυτήν την ατζέντα, γι’ αυτό το τετράδιο.

> Εκείνη την περίοδο με προσέγγισε ένας πλούσιος Άγγλος που ήθελε να κάνει μαγαζί στο Μπέβερλι Χιλς. Ο Πίτερ Στρινγκφέλοου. Μου είπε “θέλω την πιο σκληρή πόρτα”, γι’ αυτό είχε έρθει σε μένα, επειδή γνώριζα τόσο κόσμο. Ξεκαθάρισα, λοιπόν, ότι στην πόρτα θα κάνω εγώ κουμάντο και δεν θα έχει λόγο κανείς, ούτε ο ίδιος. Φαντάσου ότι ήρθε ένας ξάδερφός του μια μέρα, με ύφος κι εγώ δεν τον άφησα να μπει. Το αφεντικό, φυσικά ενοχλήθηκε, αλλά όταν του είπα “ή εγώ ή ο ξαδελφός σου”, επέλεξε εμένα.

> Έχουμε φτάσει πλέον στη δεκαετία του ’90 και μου προτείνουν να φτιάξουμε ένα ακόμα μαγαζί. Έτσι ανοίξαμε το ‘The Gate’, πριβέ κλαμπ και εστιατόριο πού πήγαινε εξαιρετικά, έκλειναν οι δρόμοι από τον κόσμο που περίμενε στην είσοδο. Τσακώθηκα, όμως με τον ιδιοκτήτη κι έφυγα. Σε λιγότερο από ένα χρόνο, το μαγαζί κατέρρευσε.

> Η επόμενή μου κίνηση ήταν το Sanctuary. Ένα πριβέ κλαμπ – εστιατόριο στο οποίο έβαλα ως συνεταίρους αρκετά μεγάλα ονόματα. Μπήκαν μέτοχοι έστω και με 1% η Πάμελα Άντερσον, ο Μίκι Ρουρκ, ο Μπρετ Μάικλς. To όνομα, μάλιστα, ήταν ιδέα της Πάμελα – επειδή σκέφτηκε ότι θα είναι ένας προστατευόμενος χώρος. Εκεί έρχονταν μόνο ηθοποιοί, μοντέλα και οι διάσημοι,επιχειρηματίες.

Είχαμε φτιάξει και μια πριβέ σάλα, σαν του Studio54. Εκεί έκανες ό,τι ήθελες γιατί ήξερες ότι δεν θα μπει κανένας παρείσακτος

> Εκεί έγιναν οι καλύτερες γνωριμίες και γεννήθηκαν πολλοί έρωτες. Κάθε μέρα είχαμε σταρ όπως ο Ντένζελ Ουάσιγκτον, ο Σταλόνε, ο Σβαρτσενέγκερ, ο Ντε Νίρο, ο Πατσίνο. Όλοι ήταν εκεί! Φαντάσου, με έπαιρναν οι εφημερίδες και μου έδιναν ως και 30.000 δολάρια για να δίνω πληροφορίες για το τι γινόταν πίσω, στο πριβέ. Δεν είπα ποτέ τίποτα, ούτε πρόκειται να πω, ακόμα και τώρα.

> Στην πόρτα, τους κρατούσαμε όλους σε αναμονή. Ακόμα κι αυτοι που ήταν στη λίστα θα περίμεναν πέντε λεπτά τουλάχιστον. Ήταν μια τακτική που μου έμαθε ο Ίαν Σράγκερ από το Studio 54. Δεν ήταν τόσο για να δίνεις το στίγμα ότι το μαγαζί είναι ‘άβατο’, αλλά για λόγους ασφαλείας. Όπως μου έλεγε ο Ίαν, αν κάποιος όσο περιμένει αρχίζει να βρίζει, σημαίνει ότι είναι μεθυσμένος ή έχει πάρει ναρκωτικά και δεν πρέπει να μπει μέσα.

> Ποτέ δεν παίρνεις λεφτά στην πόρτα. Αν κάποιος θέλει να δώσει κάτι φεύγοντας, ok. Αν δεν κάνει να μπει, όμως, δεν θα μπει, όσα λεφτά κι αν δώσει.

> Μια μέρα ήρθε ένας πλούσιος άραβας και μου λέει “πόσα θέλεις;”. Του απάντησα ότι μ’ αυτήν τη συμπεριφορά δεν θα μπει ποτέ. Μου είπε “όσο κάνει το πουκάμισό μου κάνεις εσύ ολόκληρος”. Τελικά δεν μπήκε ποτέ. Με απειλούσαν πολλοί, τότε, αλλά δεν έγινε ποτέ κάτι σοβαρό. Εγώ κάποτε έπιασα με κάμερα έναν πορτιέρη μου να παίρνει ένα 20δόλαρο για να βάλει κάποιον μέσα και τον έδιωξα.

> Κάπου στα τέλη της δεκαετίας του ’90 έκανα κάτι εξετάσεις και χτυπά το κινητό μου και ακούω τον γιατρό να μου λέει ότι η χοληστερίνη μου ανεβοκατεβαίνει σαν τρελή. Ακραία υπερκόπωση. Ή θα τα άλλαζα όλα ή θα είχα σοβαρό πρόβλημα. Τα έκοψα όλα μαχαίρι και πήγα Ρόδο. Εκεί έκανα την πρώτη γνωριμία με τον σημερινό μου συνεταίρο, τον Χρήστο Αθανασιάδη. Είχα αγοράσει και κάτι ακίνητα στην Θεσσαλονίκη και λέω “ωραία, στο εξής θα ζήσω ήρεμα”.

> Ακόμα και τώρα, λοιπόν, κοιμάμαι νωρίς, ξυπνάω νωρίς, παίρνω τις βιταμίνες μου και τρώω οικολογικά. Τι να την κάνω την χλιδή; Τα έχω ζήσει όλα στις ΗΠΑ. Μου έδιναν Lear Jet για να πάω βόλτα, είχα Πόρσε στα 25 μου και Ρολς Ρόις λίγο αργότερα.

> Όπως, όμως, είχε προβλέψει κι ένας φίλος μου, δεν άντεξα ούτε έξι μήνες χωρίς δουλειά. Άνοιξα ένα μαγαζί με τουριστικά είδη στη Ρόδο, αλλά δεν άντεχα, οπότε το 1998 γύρισα πίσω στην Αμερική και ξεκίνησα μια εταιρεία που βασικά είχε να κάνει με τον έλεγχο της πελατείας στα μαγαζιά και την ποιότητα. Επέστρεψα οριστικά στην Ελλάδα όταν ο πατέρας μου είχε ένα πρόβλημα υγείας. Γύρισα, τα βρήκαμε και δεν ξαναέφυγα ποτέ.

> Κράτησα, βέβαια, από τότε καλούς φίλους. Δύο Αμερικανοί κι ένας Έλληνας είναι η περιουσία μου. Όπως έλεγε κι ο πατέρας μου, ‘η περιουσία σου είναι το κούτελό σου’. Οι Αμερικανοί αντιστοίχως λένε ότι η περιουσία σου είναι ο χαρακτήρας σου. Εμένα, πάντως, όταν είχα πρόβλημα ή όποτε χρειάστηκα βοήθεια στις δουλειές μου, με στήριξαν οι φίλοι μου.

> Γύρισα στην Ελλάδα το 2003 κι έπαθα πλάκα. Όλοι γύρω μου συμπεριφέρονταν σαν μεγιστάνες. Με σόκαρε η ακρίβεια, να βλέπω τιμές όπως 40ευρώ το φιλέτο που δεν είχε το καλύτερο μαγαζί στο Λος Άντζελες. Από τότε έλεγα, δεν γίνεται θα τελειώσει αυτό το παραμύθι. Δεν είναι δυνατόν να είμαστε πιο ακριβοί από το Παρίσι.

> Τέλος πάντων, όταν γύρισα οριστικά βρήκα τον Χρήστο Αθανασιάδη και αποφασίσαμε να κάνουμε ένα μαγαζί. Χρειαστήκαμε χρόνια, όμως, για να ξεκινήσουμε. Η Ελλάδα δεν είναι ΗΠΑ. Ψάχναμε χώρο, συμφωνούσαμε πχ σε ένα ποσό και μόλις πηγαίναμε να υπογράψουμε μας έλεγαν +30% και σε μερικούς μήνες μας παρακαλούσαν στο -30%, αλλά είχαμε χαλαστεί. Από το 2003 φτάσαμε στο 2008. Εγώ είχα εντοπίσει ένα κενό στο all-day και στο οικολογικό κομμάτι, στην ποιοτική διατροφή. Κι έτσι ανοίξαμε το ‘Nice n Easy’ στο Κολωνάκι, το 2008, με οικολογικό φαγητό. Και μπαίναμε κάθε μέρα μέσα. Το μότο μας τότε ήταν “αν δεν σ’ αρέσει, δεν πληρώνεις”.

> Είχαμε πολλή υπομονή. Φάγαμε χρόνια ψάχνοντας σε όλη την Ελλάδα τα καλύτερα προϊόντα. Ψωνίζαμε απευθείας από τους παραγωγούς. Στην Δύση λένε ο χρόνος είναι πιο σπουδαίος από το χρήμα. Εδώ τα αξιολογούν διαφορετικά τα πράγματα. Έλεγαν ότι είμαστε τρελοί που ανοίξαμε τέτοιο μαγαζί και μας παρακινούσαν να το κάνουμε μπαρ ή κλαμπάκι. Μπαίναμε μέσα, λοιπόν, 200.000 τον χρόνο, μέχρι που -ξαφνικά- τον Ιούνη του 2009 βλέπουμε τα νούμερα να ανεβαίνουν. Το ίδιο έγινε και τον Ιούλιο. Μιλάμε για καλοκαίρι στο Κολωνάκι όλα αυτά. Τον Σεπτέμβρη ο τζίρος μας πενταπλασιάστηκε. Τι είχε γίνει; Ήρθε με την αρχή της κρίσης το περίφημο value for money. O Έλληνας άρχισε να αλλάζει φιλοσοφία και να σκέφτεται τα χρήματα που δίνει. Και ξαφνικά το μαγαζί απογειώθηκε και πλέον έχουμε συμπληρώσει 10 χρόνια λειτουργίας. Ξεκινήσαμε με οκτώ ευρώ το βιολογικό κοκκινιστό όταν οι άλλοι είχαν 15 ευρώ το απλό.

Εμάς η κρίση μας βοήθησε και γι αυτό έχουμε διατηρήσει και τις τιμές μας. Έφυγε η μόστρα και η λεζάντα που υπήρχε εκεί έξω

> Στη συνέχεια ήρθαν άλλα δυό ‘Nice n Easy’, στη Μύκονο και στην Κηφισιά. Στη Μύκοκο ξεκινήσαμε στο καλό Λιβάδι και μετά πήγαμε στη μικρή Βενετία. Στην Κηφισιά ανοίξαμε το 2014. Και τώρα φτιάξαμε και το ‘Zinglee’ στην Τσακάλωφ. Πάντα μαγαζιά όλης της μέρας με έμφαση στην ποιότητα και τα οικολογικά προϊόντα. Το ίδιο και στο Ιταλικό μας, το “Frankie”, πάλι στο Κολωνάκι.

> Πριν από τρία χρόνια πήραμε τη μεγάλη απόφαση να φτιάξουμε το ‘SantAnna Mykonos’. Είναι ένα τεράστιο beach bar και θα μπορούσε κάποιος να πει ότι έχουμε άγνοια κινδύνου, εγώ, ο Χρήστος και μερικοί ακόμα φίλοι που κάναμε τόσο μεγάλη επένδυση. Προλάβαμε λίγους μήνες το 2017 και φέτος το μαγαζί ουσιαστικά δούλεψε όλη την σεζόν. Είχαμε πολύ κυνήγι, αλλά δεν το βάλαμε κάτω. Δεν φοβόμαστε, είμαστε καθαροί άνθρωποι. Δεν έχουμε χούγια, ούτε πούρα, ούτε αμάξια, ούτε βίλες. Με την μηχανή είμαστε κάθε μέρα με τον Χρήστο και γυρίζουμε στα μαγαζιά μας.

> Έχουμε το μεγαλύτερο μαγαζί στην Ευρώπη, τη μεγαλύτερη πισίνα της Ευρώπης, με τρία εστιατόρια με κουζίνα σούσι, μεσογειακή και θαλασσινά. Έχουμε νησάκι με δικά του δωμάτια μέσα στην τεράστια πισίνα και φιλοξενούμε καλλιτέχνες που δεν είχαν έρθει ποτέ στην Ελλάδα όπως ο Jason Derulo και ο French Montana. Έχουμε μια από τις καλύτερες παραλίες της Ελλάδας, την περίφημη Παράγκα. Και απασχολούμαι εκατοντάδες άτομα κάθε καλοκαίρι και με τις καλύτερες συνθήκες, αφού θέλουμε όλοι οι εργαζόμενοί μας να αισθάνονται σαν στο σπίτι τους. Γι αυτό και τους έχουμε σπίτια και δύο γεύματα την ημέρα. Όπως κατάλαβες, έχουμε γενικά την ανάγκη της δημιουργίας.

Μερικά μαθήματα ζωής

> Θυμάμαι μας είχαν βάλει ένα πολύ ωραίο τεστ στο Πανεπιστήμιο. Ποιο είναι το πιο δύσκολα διαχειρίσιμο συναίσθημα στον άνθρωπο. Έπρεπε να διαλέξουμε ανάμεσα στον φόβο, την αγάπη, την απληστία και ένα ακόμα, που δεν το θυμάμαι. Το 90% έγραψε φόβο, όπως κι εγώ, το υπόλοιπο 10% διάλεξε αγάπη. Η απάντηση, όμως, ήταν η απληστία.

> Ναρκωτικά; Δεν έμπλεξα ποτέ. Είναι θέμα θέλησης, βασικά. Εγώ είχα μεγαλώσει με τον αθλητισμό και ήμουν αποφασισμένος να μην μπλέξω. Αν δεν θέλεις να πάρεις ναρκωτικά, δεν παίρνεις. Δεν σε υποχρεώνει στην τελική κανείς.

> Έπαιξα, να ξέρεις, Αμερικάνικο φούτμπολ. Τρομερά δύσκολο άθλημα κι επειδή δεν το ξέρετε οι περισσότεροι, θέλει υψηλό IQ. Μιλάμε ότι πέραν από τα σωματικά προσόντα πρέπει να ξέρεις και 200 συστήματα με ακρίβεια. Ενα λάθος να κάνεις κινδυνεύεις ακόμα και να κτυπήσεις πολύ σοβαρά. Μιλάμε για το κορυφαίο άθλημα, μακράν.

> Στο μπάσκετ είμαι Λέικερς λόγω του φίλου μου, του Μάτζικ Τζόνσον! Μου αρέσει ο Λεμπρόν Τζέιμς που είναι ο κορυφαίος παίκτης αλλά και ο Κέβιν Ντουράντ που είναι και πολύ καλός χαρακτήρας. Και τώρα, βέβαια, ο νέος σταρ είναι ο δικός μας ο Γιάννης ο Αντετονκούμπο.

> Δεν παντρεύτηκα ποτέ, ίσως γιατί δεν έτυχε. Είχα τέσσερις – πέντα καλές σχέσεις, αλλά δεν έτυχε να οδηγήσουν σε γάμο. Τώρα, όμως, έχω μια πολύ καλή σχέση εδώ και μερικά χρόνια.

> Πρέπει να χαμογελάμε. Με το χαμόγελο εκκρίνουμε ενδορφίνη, την ορμόνη της ευτυχίας. Κάνουμε καλό στην υγεία μας. Δεν μπορώ στην Ελλάδα μας να βλέπω παντού πρόσωπα μέσα στην απαισιοδοξία και στην κατήφεια και στα νεύρα.

> Αγαπημένος μου σταρ είναι ο Κλιντ Ίστγουντ. Είχαμε γίνει και φίλοι. Είχε κάτι χέρια σαν κουτάλες. Πραγματικός σταρ, δέος, όχι σαν σήμερα.

> Με τον Μάτζιν Τζόνσον έχουμε ακόμα επαφή. Στην Αμερική ήμασταν φίλοι. Γνωριστήκαμε όταν ήρθε στο Λος Άντζελες από το Μίτσιγκαν, το 1979. Έκλαιγα όταν έμαθα ότι βρέθηκε με Aids. Ήρθε στο μαγαζί θυμάμαι και μου είπε χαμογελαστός “μην ανησυχείς φίλε”. Είναι ένας άνθρωπος που ακόμα συνεχίζει την ζωή του σαν να μην έγινε τίποτα. Είναι ακουμπημένος από τον Θεό.

> Αγαπημένη μου είναι και η Πάμελα Άντερσον που ξεκίνησε από το μηδέν. Ακόμα κρατάμε επαφές και όταν ήρθε προσκεκλημένη για μια δουλειά στην Ελλάδα πριν μερικά χρόνια έψαχνε τον αγαπημένο της ‘D’!

> Η πιο όμορφη απ’ όλες ήταν η Σίντι Κρόφορντ. Και τρομερά επιτυχημένη. Μια κοπέλα που ζούσε σε τροχόσπιτο όπως και η Πάμελα. Και οι δύο τους δούλεψαν πολύ σκληρά. Η Σίντι είναι τώρα τρομερά επιτυχημένη επιχειρηματίας.

(Οι φωτογραφίες που συνοδεύουν τη συνέντευξη είναι από το προσωπικό αρχείο του Δημήτρη Χριστοφορίδη)