Η Samantha Morrison κατάλαβε την Ελλάδα όταν την έφτυσε μια γιαγιά
Η 28χρονη Καναδή που παράτησε το κρύο για χάρη της Ελλάδας ειναι μοντέλο, τραγουδίστρια, στιχουργός και μαμά. Κι έχει καταπληκτικές ιστορίες να αφηγηθεί.
- 10 ΙΟΥΝ 2019
Ένα φτύσιμο (για να μην την πιάσει το κακό το μάτι) δια χειρός μιας άσχετης γιαγιάς, το πρώτο χαστούκι που έριξε στο αγόρι της μια κοπέλα όταν τον είδε, ενώ την είχε αγκαλιά, να αλληθωρίζει αντικρίζοντας την Samantha να περπατάει δίπλα τους και το ενεργειακό κύμα που ένιωσε η ίδια όταν ακούμπησε τα ιερά μάρμαρα στους Δελφούς.
“Δεν θα ξεχάσω ποτέ την σκηνή που η κοπέλα του έριξε χαστούκι, στη μέση της Ερμού, επειδή με κοίταξε από πάνω ως κάτω. Ήταν πρωτόγνωρο για μένα. Στον Καναδά οι άντρες είναι πολύ σοβαροί. Δεν τολμάνε να σε κοιτάξουν. Επίσης σοκαρίστηκα όταν με έφτυσε μια γιαγιά στους Δελφούς. Χρειάστηκε να μου εξηγήσει η ξεναγός ότι το έκανε για καλό γιατί είχα στεναχωρηθεί πολύ”
Σε αυτό το τρίπτυχο συμπυκνώνεται η πρώτη εμπειρία της κόρης του δεύτερης γενιάς ψαρά (σ.σ. αστακούς, καβούρια και γενικώς Deadliest Catch φάση) από τον καναδέζικο βορρά των -45 βαθμών Κελσίου όταν, στα 17 της, ήρθε εκδρομή για 10 μέρες στην Ελλάδα (το πρώτο της ταξίδι στο εξωτερικό) μαζί με το λύκειό της.
“Μεγαλώνοντας από το παράθυρο του σπιτιού μου έβλεπα μόνο το δάσος και τις αρκούδες, τους ταράνδους και τις αλεπούδες που περνούσαν από μπροστά. Κυκλοφορούσα ξυπόλυτη στα δάση από το πρωί έως το βράδυ, κολυμπούσα το καλοκαίρι στις λίμνες και το χειμώνα έχτιζα σπιτάκια στο χιόνι. Η μοναδική φορά που φοβήθηκα ήταν μια μέρα που, καθώς έκανα ποδήλατο για να πάω στην λίμνη, συνάντησα ένα νεογέννητο αρκουδάκι. Είναι πολύ επικίνδυνο αυτό γιατί είναι δεδομένο ότι η μαμά αρκούδα, που είναι κάπου κοντά, θα σου ορμήσει. Δεν έχω κάνει πιο γρήγορα πεντάλι στη ζωή μου”.
Αυτό συν ένα μάτσο αποθεωτικά σφυρίγματα στο δρόμο από το ενθουσιώδες ελληνικό αντρικό κοινό που δεν πίστευε ότι αντίκριζε μπροστά του μια γυναίκα που συνδύαζε την ανόθευτη φυσική ομορφιά του προσώπου της -συμπατριώτισσάς της- Evangeline Lilly με τις -all natural, να τα τονίζουμε αυτά- καμπύλες ενός cover girl της Guess.
“Θυμάμαι τον πατέρα μου να μπαίνει στο σπίτι και να πετάει στο πάτωμα της κουζίνας μας ζωντανούς αστακούς και καβούρια. Μόνο που εγώ είχα αλλεργία στα θαλασσινά, οπότε κατέληγα να τρώω κοτομπουκιές”.
Όχι ότι η Samantha, η οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα χωριό 50 κατοίκων, στην γαλλόφωνη επαρχία του New Brunswick, πήρε ποτέ χαμπάρι την γκέλα που είχε.
“Δεν είχα ποτέ αίσθηση, μεγαλώνοντας, ότι ήμουν όμορφη. Ήμασταν τόσο μικρή κοινωνία που ήμουν απλώς ένα από τα αγόρια. Αυτό το κατάλαβα όταν ήρθα στην Ελλάδα και είδα ξαφνικά τους άντρες να σφυρίζουν όταν περνάω. Μου φάνηκε πολύ αστείο. Όλη μου την ενέργεια, τότε, την διοχέτευα στα αθλήματα. Έπαιζα ταυτόχρονα baseball, ποδόσφαιρο, βόλεϊ, χόκεϊ επί του πάγου και χάντμπολ (έφτασε μέχρι εθνική ομάδα νεανίδων)”.
Εκείνη το μόνο που την ένοιαζε ήταν να βρει ένα τρόπο να επιστρέψει στην Ελλάδα, όσο πιο γρήγορα γινόταν.
“Λάτρεψα την Ελλάδα από την πρώτη στιγμή που την αντίκρισα. Μου άρεσε η ζεστασιά της χώρας και των ανθρώπων, το φαγητό (βλέπε φακές, γιουβαρλάκα, σουτζουκάκια, μακαρόνια με κιμά), η ενέργεια, τα πάντα”.
Εξού και άρχισε να μαζεύει χρήματα κουρεύοντας γκαζόν σε νεκροταφείο και προσέχοντας τα εξοχικά σπίτια της τριγύρω περιοχής.
Στο νεκροταφείο δούλευα από τα 13 μου. Ήθελα να είμαι ανεξάρτητη οικονομικά. Με τα λεφτά αυτά, από όλες τις διάφορες δουλειές που έκανα, πλήρωσα το εισιτήριο για την Αθήνα
Ένα στόχο που το αγοροκόριτσο -που μεγάλωσε ψαρεύοντας στην λίμνη πίσω από το σπίτι της ή κυνηγώντας ταράνδους στα τριγύρω δάση- κατάφερε, ένα χρόνο μετά, όταν και επέστρεψε μαζί με μια φίλη της στην Ελλάδα. Η φίλη της επέστρεψε στον Καναδά. Η ίδια όχι.
“Τόσο η μητέρα μου όσο και οι δάσκαλοί μου στο σχολείο, ήταν βέβαιοι ότι κάποια στιγμή θα φύγω μακρυά. Εγώ, ομολογώ, ότι δεν το είχα συνειδητοποιήσει. Την ημέρα που ήταν να επιστρέψω στον Καναδά, απλώς δεν πήγα στο αεροδρόμιο. Δεν ένιωθα, όπως είπα και στην μητέρα μου, έτοιμη να γυρίσω”.
Kάτι που σίγουρα χαροποίησε τους σκίουρους γύρω από το πατρικό της που την είχαν βαμμένη από την στιγμή που ο μπαμπάς της της έδωσε να κρατήσει για πρώτη φορά το αεροβόλο.
“Το όνειρό μου ήταν να γίνω ελεύθερη σκοπευτής στην ομάδα SWAT. Moυ αρέσει η σκοποβολή και είμαι πολύ καλή γενικά με τα όπλα. Μου έμαθε όταν ήμουν μικρή ο πατέρας μου προκειμένου να τον βοηθώ να σκοτώνουμε τους σκίουρους που στον Καναδά, επειδή τα σπίτια μας είναι ξύλινα και αυτοί τρώνε ξύλο, τα αντιμετωπίζουμε ως κάτι σαν ποντίκια. Κάθε φορά που γάβγιζαν τα τσοπανόσκυλά μας, έβγαινα και τους έψαχνα”.
Οπότε η Samantha έμεινε στην Ελλάδα. Σφραγίζοντας την σχέση της μαζί μας κάνοντας και μεγαλώνοντας εδώ ένα παιδί, απόρροια της πρώτης σχέσης που έκανε στη ζωή της Κάτι που, στα κιτάπια μου, μόνο ως καρμικό μπορώ να το χαρακτηρίσω. Όπως καρμικό είναι το γεγονός ότι, το να έρθει στην Ελλάδα, ήταν το μοναδικό πράγμα που μοιάζει να έχει κυνηγήσει συνειδητά η Samantha στη ζωή της.
“Γενικώς μου αρέσει να πηγαίνω με το flow. Δεν έχω κυνηγήσει ποτέ κάτι. Αφήνω τα πράγματα να έρχονται όπως θέλουν να έρθουν. Πιστεύω πολύ στο κάρμα. Δεν κάνω κακό, δεν κακολογώ κανένα και δεν μου αρέσει να τσακώνομαι. Δεν θέλω γενικά να χαραμίζω την ενέργειά μου σε οτιδήποτε αρνητικό”.
Όλα τα υπόλοιπα της έχουν προσγειωθεί απλά στα υπέροχα πόδια της. Ξεκινώντας από μια καριέρα στο μόντελινγκ που περιλαμβάνει πέντε χρόνια στο πρωινό του Mega, αρκετές φωτογραφήσεις (εμείς την είδαμε σε μια της Reveal) και μια πολύ καλή πορεία στη γερμανική αγορά (βλέπε καμπάνιες για Esprit) μέσω του εκεί πρακτορείου της.
“Με πήραν στο πρώτο πρακτορείο που πήγα στην Αθήνα. Και άρχισα να παίρνω δουλειές, παρότι δεν είχα καν book. Τότε ήταν που είπα ‘Κοίτα να δεις, μάλλον κάτι θα βλέπουν αυτοί οι άνθρωποι σε μένα”
Ενώ, αν η φυσιογνωμία της σου είναι γνώριμη, παρόλο που αυτή είναι μόλις η 2η συνέντευξη που έχει δώσει στη ζωή της, αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι έχει κατά καιρούς εμφανιστεί δίπλα στον Νίκο Βέρτη (Κέντρο Αθηνών, Ακρωτήρι και συναυλίες στην Αμερική) και τον Νίκο Οικονομόπουλο.
“Πρώτη φορά τραγούδησα στο πρωινό του Mega, μια Παρασκευή που δεν μπορούσαν να βρουν τηλεθεατές να έρθουν για το karaoke. Τραγούδησα ενώ μου γαργαλούσαν τα πόδια και μου έβαζαν πιπέρι στην μύτη. Εκεί με είδαν και βρέθηκα να ανοίγω το πρόγραμμα για τον Βέρτη. Δεν ήξερα καν τι είναι το μικρόφωνο και δεν είχα ιδέα τι έκανα”.
Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ίδια αισθάνεται μοντέλο ή τραγουδίστρια (παρότι προσεχώς τραγουδάει στο Waterboom festival και αυτή τη στιγμή είναι στο studio με την Tasty Records). Για την ακρίβεια η ίδια συστήνεται ως κάποια που ασχολείται γενικώς με τα καλλιτεχνικά.
“Η σχέση μου με την μουσική ξεκίνησε από μικρή, όταν έπαιζα στο πιάνο που είχε στο σπίτι της η γιαγιά μου ή κιθάρα στο δωμάτιό μου. Και όντως ονειρευόμουν να ανέβω σε μια σκηνή για να τραγουδήσω, αλλά θεωρούσα ότι έχω απαίσια φωνή”
Αυτό δηλαδή που όντως κάνει αφού τα ενδιαφέροντά της περιλαμβάνουν επίσης την ζωγραφική, την ποίηση και την στιχουργική.
Το να γράφω στίχους (σ.σ. σε αγγλικά, γαλλικά ή ελληνικά) είναι αυτό που μου αρέσει πιο πολύ από όλα. Μου επιτρέπει να εκφράζω καλύτερα αυτό που έχω μέσα μου. Προσεχώς θα κυκλοφορήσει και το πρώτο τραγούδι άλλου καλλιτέχνη με δικούς μου στίχους
Καθώς επίσης και το crossfit. Όντως, μάλιστα, αθλήτρια στο ίδιο box με την Κατερίνα Στικούδη. Με τα αποτελέσματα να βγάζουν μάτι στο six pack που κοσμεί πλέον το αψεγάδιαστο κορμί της (‘το σώμα μου, σε αντίθεση με το πρόσωπό μου, δεν το είχα ποτέ σε ιδιαίτερη εκτίμηση’).
Tι μένει για το τέλος; Η διαπίστωση πως, παρότι εκείνη δηλώνει πως τα σφυρίγματα δεν έχουν πάψει ποτέ, απλώς εκείνη τα έχει συνηθίσει, εμείς οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η ομορφιά της (και η hippie artistic chic αύρα της) δεν συνηθίζονται σε καμία περίπτωση εύκολα.
Kεντρική φωτό άρθρου (και φωτό με σανίδα surf) Xander Romanov.