EJEKT FESTIVAL

Cure, ένα απωθημένο λιγότερο

Η χθεσινή τους εμφάνιση ήταν το δώρο που χρωστούσαμε στην εφηβεία μας.

Οι Cure ήταν μέχρι χθες το μεγαλύτερο μου συναυλιακό απωθημένο μαζί με τους Radiohead, οπότε άλλη μία κόκκινη γραμμή πέρασε πάνω απ’ τα πράγματα που πρέπει να έχω κάνει προτού πεθάνω. Πάει αυτό, σβήστηκε, πάμε για το επόμενο τώρα.

Αν με ρωτούσε κάποιος που ξέρει τον χώρο “πόσο κόσμο είχε χθες στην Πλατεία Νερού;”, για να του δώσω μία εικόνα να καταλάβει, θα του έλεγα, ότι “θυμάσαι πού είναι οι τουαλέτες στην είσοδο; Ε, απ’ τις 19.30 ο κόσμος είχε αρχίσει σχεδόν να συνωστίζεται ως κι εκείνο το σημείο”.

Το να προχωρήσεις μάλιστα πιο μπροστά από τον ηχολήπτη ήθελε κόλπα και μαεστρία, υπομονή και μπόλικα σπρωξίδια. Κάποιοι είπαν ότι είχε 25.000 κόσμο, δεν ξέρω, τη στιγμή που γράφεται αυτό το κείμενο δεν έχω καταφέρει να βρω κάπου τα επίσημα στοιχεία. Έχοντας όμως στο μυαλό μου άλλες επικές μαζώξεις στον ίδιο χώρο, με πιο πρόσφατη εκείνη του Iggy Pop, ναι, δεν το αποκλείω.

Τόσο κόσμο δεν είχα δει ποτέ ξανά στο Φάληρο.

Εντυπωσιακή και η παρουσία της goth αντικουλτούρας, η οποία όμως πνιγόταν μέσα στο πιο mainstream κοινό όλων των ηλικιών ή για να είμαστε πιο ακριβείς, στο κοινό όλων των ηλικιών από 30 και πάνω, καθώς οι 20άρηδες μάλλον ακούνε άλλη μουσική πια.

Με τον Michael Kiwanuka βαρέθηκα λίγο, καταλαβαίνω όμως την αγάπη που του έχετε πολλοί, αλλά νομίζω ήταν λίγο υποτονικός, λίγο εκτός κλίματος, δεν ήταν το act που ήθελες να δεις πριν τους Cure.

Ακόμα και το αγαπημένο των ραδιοφώνων ‘Cold Little Heart’, που το κρατούσε για το τέλος, για την απογείωση, το έπαιξε συνειδητά σε πιο αργό tempo, λίγο ξεψυχισμένα. Ωστόσο, ναι, γενικά είναι πολύ καλός, όσο τον ξέρουμε στουντιακά τουλάχιστον, απλά μάλλον ήταν κακή επιλογή να παίξει αυτή τη μέρα στην Αθήνα.

Έχει πάει 22.20, έχω ρίξει το σπρωξίδι της ζωής μου για να βρεθώ πιο μπροστά και να βρω -επιτέλους- την παρέα μου, πηγαίνει 22.30, 22.35 και κάπου εκεί βγαίνουν με το ατμοσφαιρικό ‘Plainsong’, με τον κόσμο να φωνάζει και να προσπαθεί να συνειδητοποιήσει τι έρχεται. Ακολούθησαν τα ‘Pictures of You’, ‘High’ και στο ‘Lovesong’ είχαμε το πρώτο καρδιοχτύπι της βραδιάς, τις πρώτες μαζικές ιαχές να συνοδεύουν τη φωνή του Robert Smith.

Η οποία φωνή παρεμπιπτόντως μοιάζει αμετάλλαχτη στον χρόνο, το χρώμα της, ο λυγμός της, όλα πολύ κοντά στις album εκτελέσεις, εκτός απ’ τις στιγμές που έδειχνε κουρασμένος ή όταν αυτοσχεδίαζε λίγο με το μέτρο, προφανώς σε μια προσπάθεια να διασκεδάζει και να εκπλήσσει λίγο και τον εαυτό του. Μιλάμε για τραγούδια που παίζει 30 χρόνια live, όσο να ‘ναι, κάπου θα τα έχει βαρεθεί και λίγο. Πάντως, για να είμαστε και ειλικρινείς, ο Smith ποτέ δεν θεωρήθηκε ‘μεγάλος τραγουδιστής’, δεν ξεχώριζε ούτε για το μέταλλο, ούτε για το εύρος της φωνής του. Το μεγάλο του όπλο ήταν πάντα η εκφραστικότητα, και αυτή έχει μείνει στα υψηλά επίπεδα του ‘The Head on the Door’ και ‘Disintegration’.

Έπαιξαν 28 τραγούδια, δύο ώρες και είκοσι λεπτά με το ρολόι, ένα γιγαντιαίο set για τα φεστιβαλικά μας δεδομένα.

Δες το setlist αναλυτικά:

1. Plainsong

2. Pictures of You

3. High

4. Just One Kiss

5. Lovesong

6. Last Dance

7. Burn

8. Fascination Street

9. Never Enough

10. Push

11. In Between Days

12. Just Like Heaven

13. From the Edge of the Deep Green Sea

14. Shake Dog Shake

15. A Night Like This

16. Play for Today

17. A Forest

18. Primary

19. Want

20. 39

21. Disintegration

 

Encore:

22. Lullaby

23. The Caterpillar

24. The Walk

25. Friday I’m in Love

26. Close to Me

27. Why Can’t I Be You?

28. Boys Don’t Cry

Κορυφαίες στιγμές τους σίγουρα το ‘Burn’ με την φαλτσαριστή φλογέρα, τα ‘In Between Days’ και ‘Just Like Heaven’ που δόνησαν με την ηλεκτρακουστική τους κιθάρα την ατμόσφαιρα -η οποία ούτως ή άλλως δονούταν όπως και σώματα μας από το πάρα πολύ δυνατό μπάσο-, το ‘A Forest’, το ξεσηκωτικό για κάποιο λόγο ‘Lullaby’, το ‘Friday I’m in Love’ (προφανώς) και το ‘Boys Don’t Cry’ να κλείνει μία πραγματικά φοβερή συναυλία.

Ειδικά στο ‘Boys Don’t Cry’ και νιώθοντας ότι είναι το τελευταίο τους, σκεφτόμουν πόσα χρωστάμε σ’ αυτήν την ντροπαλή παρανοϊκή φιγούρα, που κάθε τόσο έριχνε τα τρομαγμένα και μισά βλέμματα της στον κόσμο, άλλοτε θεατρινίστικα κι άλλοτε δεν ξέρω, μάλλον έτσι είναι φτιαγμένη αυτή η μορφή, πόσα της οφείλουμε, λοιπόν, που κάποιοι δεν πνιγήκαμε μέσα στη μελαγχολία κατά την εφηβεία μας. Σ’ αυτόν και τον Morrissey.

Πώς γίνεται όμως σε ένα set τόσων τραγουδιών να μη χωράει ούτε ένα από το απόλυτο αριστούργημά τους, το ‘Pornography’; Γιατί έπρεπε να ακούσουμε το ‘Shake Dog Shake’ (αίσχος) και όχι το ‘One Hundred Years’ ή το ‘Never Enough’ (αίσχος αίσχος αίσχος) και όχι τo ΜΥ-ΘΙ-ΚΟ Hanging Garden’; Υπάρχει εξήγηση; Δεν υπάρχει.

Και λίγη ακόμη γκρίνια.

Καταλαβαίνω ότι η οργάνωση είχε τις δυσκολίες της, η προσέλευση του κόσμου ήταν τεράστια, αλλά δεν βγάζει καμία λογική να έχεις μόνο ένα ταμείο ανοιχτό για όσους θέλουν να βγάλουν εισιτήρια εκείνη τη στιγμή. Όταν μας έκαναν τη χάρη να ανοίξουν και δεύτερο ταμείο ή για να είμαι πιο ακριβής, να επιτρέψουν στο δεύτερο ταμείο που είχαν ήδη ανοιχτό μόνο για τις προσκλήσεις, να μπορείς να αγοράζεις και εισιτήρια -αλλά ΜΟΝΟ με μετρητά- η ώρα είχε περάσει. Μισή ώρα στην ουρά και απλά άκουγα από μακριά το Vapour Trail των Ride να αργοσβήνει, λίγο πριν τελειώσουν οριστικά το live τους. Ελα ρε, κρίμα ρε, ΚΡΙΜΑ ΡΕ.

Αλλά οι Cure…

Οι Cure…

 

Photo Credits: NDP Photos