FATHERHOOD

Όχι άλλο πάρτι σε παιδότοπο

Η φάση που σε φέρνει ένα προκάτ πιτσο-λουκανοπιτάκι μακριά από την Breaking Bad τύπου έκρηξη.

Γονάτισα. Ράγισα. Έσπασα. Η προηγούμενη Κυριακή, όπου χρειάστηκε να πάω διαδοχικά σε τρία παιδικά πάρτι (ένα Καπανδρίτι, ένα Καλλιθέα και ένα Βουλιαγμένης) με έκανε να θέλω να μπήγω κανονικά τα κλάματα κάθε φορά που αντικρίζω πολύχρωμα μπαλάκια και άγευστα πιτσάκια.

Ως οικογένεια δεν έχει χρειαστεί να ενδώσουμε συχνά στην ‘ευκολία’ του παιδότοπου. Ούτε ως λύση για διασκέδαση εσωτερικού τύπου, ούτε ως επιλογή για πάρτι γενεθλίων (έχουμε μεγάλη πυλωτή και συνομήλικο γείτονα, οπότε το κάνουμε μαζί εκεί κάθε Ιούλιο-κομπλέ με κλόουν, καλό φαγητό, παιχνίδια και φουσκωτά).

Ίσως αυτός είναι ένας από τους λόγους που το ‘πετσί’ μου είναι αμάθητο στην συγκεκριμένη ‘κάθε πατέρας την περνάει’ άγευστη & ανάλατη εμπειρία. Πάντα σε συνδυασμό ότι, το συγκεκριμένο ‘πικρό’ ποτήρι, συνήθως πέφτει στη γυναίκα μου στην οποία χρησιμοποιώ ανελλιπώς την ‘πνίγομαι στη δουλειά αγάπη’ μου δικαιολογία. Ακόμη και αν τελικά καταλήγω απλώς home alone -κάτι σπάνιο και πολύτιμο για κάθε πατέρα- να βλέπω 5-6 επεισόδια sitcom μονορούφι.

 

(σ.σ. Εννοείται πως δεν καταλαβαίνω με τίποτα τις γυναίκες που επιμένουν να θέλουν ντε και καλά και τον τίμιο σύζυγο/ ευσυνείδητο πατέρα συνοδό τους στο πάρτι. Αυτό είναι απλά κακία/έλα να μοιραστούμε τη μιζέρια μου εκ μέρους τους. Για να μην το χοντρύνω και σου πω ότι αποτελεί αιτία διαζυγίου)

Και φαντάζομαι, συνάδελφε πατέρα εκεί έξω, συμφωνείς ότι μιλάμε για ‘πικρό’ ποτήρι. Το να ξοδεύεις δηλαδή σχεδόν ανά εβδομάδα/ ΣΚ ένα τουλάχιστον απόγευμα σε παιδικό πάρτι (20 παιδιά στην τάξη, συν άλλα 10-15 των φίλων σου, συν 7-8 ξέμπαρκα από τις υπόλοιπες δραστηριότητες που πηγαίνει το παιδί, μια χαρά κλείνει ο χρόνος).

Η πλειοψηφία των οποίων γίνεται σε συνοικιακούς παιδότοπους της πλάκας. Εκεί που μπορεί μεν το παιδί να περνάει σχετικά καλά/ ξοδεύει την extra ενέργειά του ώστε να πέσει μετά ‘νεκρό’ στο κρεβάτι κάνοντας βουτιά στις μπάλες ή σκαρφαλώνοντας εντός της ζούγκλας (έτσι δεν λέγεται αυτό που έχουν όλα στη μέση;).

Αλλά εσύ καταλήγεις να περνάς άπειρο χρόνο με ανθρώπους που δεν γουστάρεις (εκτός και αν είσαι τόσο τυχερός και συμπαθείς απεριόριστα όλους τους υπόλοιπους γονείς στην τάξη-αν όντως σου συμβαίνει αυτό, παίξε και ένα Τζόκερ να σου βρίσκεται).

Μιλώντας για πράγματα που δεν σε ενδιαφέρουν (τα παιδιά των άλλων και τα επιτεύγματα τους).

Ανησυχώντας αν το παιδί είναι όντως καλά (στους περισσότερους δεν μπορείς να το δεις εύκολα από εκεί που κάθεσαι).

Πίνοντας πράγματα που σιχαίνεσαι (ο καφές εδώ είναι στην καλύτερη καραβίσιος και το αλκοόλ εξαιρετικά σπάνιο-εκτός αν φέρεις μαζί σου φλασκί, κάτι όχι τόσο παρανοϊκό όσο εκ πρώτης ακούγεται).

Και τρώγοντας, μηχανικά και από αμηχανία, επειδή βασικά δεν έχει και τίποτα άλλο να κάνεις, αηδίες (πιτσάκια, τυροπιτάκια, σαντουιτσάκια) που θυμίζουν σε ποιότητα το φιλέτο με ρύζι και πατάτες που σέρβιραν κάποτε στα νυχτερινά κέντρα στα 90ς.

 

Αισθάνεσαι, αν θέλεις να είμαστε εντελώς ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, κανονικά σαν φυλακισμένος. Και μετράς, επίσης σαν φυλακισμένος, τα λεπτά μέχρι να περάσει το καθιερωμένο τρίωρο-τετράωρο και να μπορέσεις να επιστρέψεις σπίτι για να φας και να πιεις ως άνθρωπος.

Από την άλλη, το σημαντικό προφανώς και συνεχίζει να είναι να περάσει καλά το παιδί. Επίσης οφείλεις να εκτιμάς το γεγονός ότι, εντός κρίσης, οι συγκεκριμένοι γονείς βρήκαν και έδωσαν τα 400-500 ευρώ που απαιτούνται προκειμένου να το διοργανώσουν όλο αυτό. Σωστά, αχάριστε καλεσμένε;

Ούτε, στην τελική, είναι δικό τους λάθος, των γονιών εννοώ, ότι η πλειοψηφία των παιδότοπων είναι μέτριοι και ανέμπνευστοί. Με κοινή συνιστώσα ότι το φαγητό που δίνουν σε παιδιά και μεγάλους είναι τόσο πλαστικό όσο και τα μπαλάκια τους.

Ναι, τα καταλαβαίνω και τα σέβομαι πλήρως όλα αυτά. Απλώς, τα τρία συνεχόμενα, εκείνη την αποφράδα Κυριακή που σου έλεγα, με έκαναν να δω το Χριστό λιμενικό στο Αυγουστιάτικο Αιγαίο. Και να συνειδητοποιήσω τα ντεφό που έχει όλο το concept. Ειδικά όταν, εδώ στο Ελλάντα, έχουμε δωρεάν τον καλύτερο παιδότοπο από όλους, δηλαδή την παραλία (κάτι που, ομολογώ, ότι ακούγεται λιγάκι οξύμωρο σήμερα, που ο καιρός μυρίζει καταιγίδα).

 

Βέβαια, στην περίπτωση αυτή, κάθε γονιός θα έπρεπε να είναι τσίτα και να προσέχει non stop το παιδί του. Δεν είναι όμως καλύτερο λίγο ή πολύ ξεβόλεμα (είτε διοργανώνοντας party στην παραλία, είτε ψάχνοντας το ζήτημα λίγο πιο εμπνευσμένα-όπως φίλος μου που πρόσφατα έκανε party σε ιππικό όμιλο, με τα παιδιά να τρέχουν στο γρασίδι και να καβαλάνε πόνι) από τον αργό και βασανιστικό θάνατο του πνεύματος για κάθε γονιό που αποτελεί το παιδικό party σε παιδότοπο;

Γιατί, στο τέλος της ημέρας, το παιδικό party θέλει προσωπικό κόπο και μεράκι. Αλλιώς καλύτερα να μην το κάνεις καθόλου.