Δεν θα μάθουμε ποτέ την αλήθεια για τον Τόνι Σοπράνο
Επειδή δεν υπάρχει.
- 30 ΑΥΓ 2014
Υπάρχουν διάφορα είδη ανοιχτού σε ερμηνείες φινάλε, φινάλε που ακόμα και χρόνια μετά κάνουν τον κόσμο να ρωτάει ένα σωρό πράγματα για αυτά. Είναι από τη μία τα φινάλε που δεν κατάφεραν να δώσουν επαρκείς απαντήσεις ή απαντήσεις στα πάντα, αφήνοντας μια -εν μέρει, και σε κάποιο βαθμό- αναμενόμενη “και τι έγινε με το τάδε;” αύρα. Και υπάρχουν και τα άλλα φινάλε, όπου οι ερωτήσεις προκύπτουν ως μελετημένη επέκταση των όσων βλέπουμε μπροστά μας, επέκταση από το κυριολεκτικό (αυτό που μας δείχνει η σειρά) προς το υπαρξιακό (αυτό που θα αναρωτιόμαστε για πάντα επειδή δεν υπάρχει τρόπος να το ξέρουμε).
Αυτά είναι και τα αγαπημένα μου φινάλε όλων. (Εδώ μπορείς να δεις μια αναλυτική λίστα με 10 από αυτά.)
Πάντα έβλεπα τις σειρές ως παράθυρα στον κόσμο κάποιων χαρακτήρων, οπότε ήθελα στο κλείσιμο να μένω με απορίες, όχι για αυτό που είδα, μα για αυτό που ακολουθεί. Με τον ίδιο τρόπο που αν σταματήσεις να βλέπεσαι με κάποιον άνθρωπο, θα απορείς για πάντα στη ζωή σου τι να απέγινε.
Από το “Shield ” και το “Angel” μέχρι το “Twin Peaks” και το “Freaks and Geeks”, όλα τα αγαπημένα μου φινάλε υπακούν σε αυτή τη φιλοσοφία. Δείχνεις τα πάντα, και μετά ξαφνικά σταματάς. Κλείνεις την οθόνη. Η σειρά τελείωσε, τώρα ασχολήσου με άλλους ανθρώπους. Οι ιστορίες ετούτων εδώ σταμάτησαν να εκπέμπουν για σένα.
Φυσικά το διασημότερο δείγμα τέτοιου φινάλε είναι εκείνο του “Sopranos”, δείγμα μιας αληθινής ιδιοφυίας, με πλήρη κατανόηση του μέσου, σε δράση.
Το κλείσιμο της σειράς ήρθε ξανά στη συλλογική συζήτηση αυτή την περασμένη βδομάδα, όχι ότι έφυγε και ποτέ βέβαια, ύστερα από τη δημοσίευση ενός προφίλ του Ντέιβιντ Τσέις όπου, σύμφωνα με την αρθρογράφο ο δημιουργός της σειράς αποκάλυπτε την απάντηση στο ερώτημα που βασανίζει για χρόνια τους θεατές. Αγνοώντας έτσι τη βασική φιλοσοφική θέση του Τσέις γύρω από το όλο ζήτημα: Πως δεν υπάρχει απάντηση.
Ακολουθούν spoilers για το φινάλε του “Sopranos”
***
Μια μικρή υπενθύμιση για όποιον το έχει ξεχάσει ή για όποιον συνεχίζει να διαβάζει μη έχοντας δει τη σειρά. (Γιατί; Δες την.)
Στην τελευταία σκηνή του τελευταίου επεισοδίου, η οικογένεια του Τόνι μαζεύεται σε ένα diner, το τζουκμποξ παίζει “Don’t Stop Believing”, η Μέντοου παρκάρει το αμάξι, ένας τύπος ρίχνει ύποπτα βλέμματα στον Τόνι (ή και όχι), και η οθόνη γίνεται μαύρη. Λίγα δευτερόλεπτα σιωπής μετά, η σειρά τελειώνει.
Πολλοί εξαγριώθηκαν επειδή ο Τσέις “τους κορόιδεψε”, κάποιοι στο πέρασμα των χρόνων άλλαξαν γνώμη, κάποιοι δεν έχουν σταματήσει να διαφωνούν για το τι σημαίνει, για το αν ο Τόνι ζει, κλπ. Είναι από αυτά τα φινάλε που πολύ απλά ο κόσμος δεν έχει σταματήσει να συζητά εδώ και τόσα χρόνια. Και εν μέσω συζητήσεων, διαφωνιών, και αδιανόητα ενδελεχών αναλύσεων, ο ίδιος ο Τσέις υπήρξε συνεπέστατος ως προς τη στάση του. Δεν εξήγησε ποτέ τίποτα. Δεν πήρε θέση. Πάντοτε έλεγε και ξανάλεγε, πως είναι όλα εκεί, εξαγριώνοντας ακόμα περισσότερο τους εξαγριωμένος και μη αλλάζοντας γνώμη σε όσους είχαν πάρει θέση στο καυτό δίλημμα για το αν ζει ο Τόνι ή όχι.
Δεν πίστευα πως θα ερχόταν η στιγμή που θα έλεγε παραπάνω επί του θέματος, μέχρι που ξαφνικά, από το πουθενά, ένα προφίλ του στο σάιτ Vox την περασμένη βδομάδα φάνηκε προς στιγμήν να τα αλλάζει όλα.
Το κείμενο είναι ένα ευρύτατο προφίλ πάνω στον Τσέις, τις επιρροές του και το έργο του, αλλά ακόμα και το ίδιο το σάιτ του απλοποιεί με έναν αρκετά ενοχλητικό τρόπο μέσω του τίτλου και του λιντ του, εστιάζοντας μόνο στην Ερώτηση, την οποία ο Τσέις απάντησε δίχως να απαντήσει ακριβώς.
Το “όχι, δεν είναι νεκρός” του Τσέις, το οποίο και η ίδια η αρθρογράφος παρουσιάζει με αμφιβολία ως προς το πλαίσιο της συζήτησης, και τονίζοντας το πόσο ενοχλημένος ήταν ο Τσέις που έστω συνέβαινε αυτή η συζήτηση, μπορεί να σημαίνει εκατό διαφορετικά πράγματα, από το “όχι, δεν είναι νεκρός και στο λέω ως αδιαπραγμάτευτο γεγονός” (με τον ίδιο τρόπο που η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ μας ενημέρωσε πως ‘fyi ο Ντάμπλντορ ήταν γκέι’) μέχρι το “όχι, δεν είναι νεκρός γιατί στο σημείο που τελειώνει η ιστορία δεν έχει πεθάνει, DUH”.
Πεθαίνει μια στιγμή μετά; Πεθαίνει μια μέρα μετά; Δεν πεθαίνει ποτέ και κάνει παρέα στην Αθάνατη Σκάλι;
Δε θα μάθουμε ποτέ.
Ακόμα όμως κι αν δεν επανερχόταν μια μέρα μετά παίρνοντας πίσω αυτή την ελλειπή Οριστική Απάντηση, τίποτα δεν άλλαζε. Ένας καλλιτέχνης δημιουργεί ένα έργο, αλλά από τη στιγμή που θα το παραδώσει στο κοινό, παύει να του ανήκει. Η γνώμη του για το τι σημαίνει αυτό που δημιούργησε, έχει ακριβώς την ίδια βαρύτητα με τη δική μου ή με τη δική σου ή με κάθε άλλη γνώμη που στηρίζεται με επιχειρήματα. Η τέχνη δεν είναι κυριολεξία, ούτε μαθηματικά, ώστε να ψάξουμε να βρούμε τη λύση. Είναι αφαιρετικές πινελιές, είναι αόριστες ιδέες, είναι αναμνήσεις και γνώμες και βιώματα σε ένα κολάζ. Το τι θα προκύψει είναι ανοιχτό σε ερμηνείες. Η πρόθεση έχει αξία σαν κομμάτι της αναλυτικής διαδικασίας κατά την κριτική ανάλυση ενός έργου, αλλά δεν είναι το κλειδί που ξεκλειδώνει την πόρτα.
Οπότε ακόμα κι αν ο Τσέις έβγαινε και έλεγε “το ξεκαθαρίζω για να μην κουραζόμαστε: ο Τόνι Σοπράνο πεθαίνει ακριβώς τη στιγμή που πέφτει το μαύρο” ή “το ξεκαθαρίζω για να μην κουραζόμαστε: ο Τόνι ζει για πάντα και το σκάει για να γίνει ακροβάτης σε περιοδεύοντα θίασο”, η απάντηση σε κάθε περίπτωση θα ήταν, Όχι, δεν ξεκαθαρίζεις τίποτα. Το έργο είναι εκεί, ολοκληρωμένο, και μιλάει μόνο του. Αυτό που λες δεν είναι γεγονός, είναι fanfiction.
Πόσο μάλλον λοιπόν που ο Τσέις δεν είπε εν τέλει τίποτα από όλα αυτά. Κι ακόμα κι αυτό που ‘είπε’, το αναίρεσε.
Μια μέρα μετά, κυκλοφόρησε μια δήλωσή του:
“Μια δημοσιογράφος για το Vox παρερμήνευσε κάτι που είπε ο Ντέιβιντ Τσέις σε μια συνέντευξη. Το να πεις απλά πως ο Ντέιβιντ είπε, “Ο Τόνι Σοπράνο δεν είναι νεκρός” είναι ανακριβές. Υπάρχει ένα πολύ ευρύτερο πλαίσιο σε αυτή τη δήλώση και ως εκ τούτου δεν είναι αληθής. Όπως ο Ντέβιντ Τσέις έχει πει αμέτρητες φορές, “Το κατά πόσο ο Τόνι Σοπράνο είναι ζωντανός ή νεκρός δεν είναι η ουσία.” Το να συνεχίζει κανείς να αναζητά την απάντηση σε αυτή την ερώτηση είναι ανούσιο. Η τελική σκηνή του “Sopranos” θέτει μια πνευματική ερώτηση που δεν έχει σωστή ή λάθος απάντηση.”
***
Ο Τσέις, επειδή πολύ συνειδητά έκλεισε τη σειρά του όπως την έκλεισε, ξέρει πολύ απλά πως στην ερώτηση αυτή δεν υπάρχει απάντηση, και για χρόνια τώρα προσπαθεί να παραμείνει συνεπής ως προς αυτή την καλλιτεχνική του επιλογή.
Και κανείς δεν τον αφήνει.
Από το κείμενο με τα φινάλε που παρέθεσα παραπάνω, είχα γράψει για εκείνο των “Sopranos”:
Ο Ντέιβιντ Τσέις ολοκλήρωσε τη σειρά με τόνους συμμετρίας (στο τέλος της 1ης σεζόν η οικογένεια του Τόνι τρώει στο ιταλικό εστιατόριο του Αρτι, στο τέλος της σειράς τρώει στο all-american diner, είναι πλέον ‘made in america’), έχοντας φέρει τον Τόνι στο τέρμα της διαδρομής ως αμερικανότατο μαφιόζο πλήρους συνείδησης (οι θεραπείες νά’ναι καλά) που έχει την οικογένειά του στο πλάι του, με την Μέντοου στο τσακ του να παρκάρει κι αυτή εκεί, έτοιμη δικηγόρος πλέον προστασίας του πατερούλη και των συμφερόντων της φαμίλιας.
Το σκηνικό έχει στηθεί, και φυσικά εκεί είναι που η ιστορία ολοκληρώνεται. Ο Τόνι βεβαίως σκοτώνεται στο τέλος (τα στοιχεία είναι όλα εκεί), αλλά ο Τσέις δεν το δείχνει επειδή η ιστορία έχει τελειώσει. Δραματουργικά όλα έχουν φτάσει στο τέλος τους τη στιγμή που η Μέντοου καταφέρνει να παρκάρει και ανοίγει την πόρτα του εστιατορίου. Σε εκείνο το σημείο το παράθυρό μας στις ζωές των χαρακτήρων κλείνει, δεν υπάρχει λόγος να κοιτάμε άλλο.
Αν κάτι με έκανε να συνειδητοποιήσω όλη αυτή η ιστορία, είναι πως από όλα αυτά, θα έπαιρνα πίσω το ‘βεβαίως’ της παραπάνω ανάλυσης, γιατί ενώ εξακολουθώ να πιστεύω πως, στη δική μου προσωπική αποτύπωση της ιστορίας, ο Τόνι θα πέθαινε αν το στόρι του συνεχιζόταν για 5” ακόμα, στη σειρά κάτι τέτοιο δε συμβαίνει κατά συνέπεια δεν υπάρχει κανένα ‘βεβαίως’, υπάρχει μόνο ‘ΙΜΟ’.
Το “Sopranos” όντως ολοκληρώνεται τη στιγμή που ολοκληρώνεται επειδή εκεί τελειώνει το θεώρημα του Τσέις. Ο Τόνι και η οικογένειά του έχουν εκπληρώσει το αμερικάνικο όνειρο τη στιγμή που η Μέντοου μπαίνει στο diner. Η ιστορία τελειώνει εκεί με τον Τσέις να μας κλείνει βίαια το παράθυρό μας σε αυτό τον κόσμο.
Εκείνη τη στιγμή δημιουργούνται άπειρα παράλληλα σύμπαντα.
Σε κάποιο, ο Τόνι πεθαίνει εκείνη τη στιγμή. Σε κάποιο άλλο ζει για μια ζωή με την αγωνία. Σε κάποιο τρίτο έρχονται και τον απαγάγουν εξωγήινοι. Σε ένα τέταρτο γίνεται πρόεδρος των ΗΠΑ. Σε ένα πέμπτο πεθαίνει από έμφραγμα τρία χρόνια αργότερα. Σε ένα έκτο τον σκοτώνει η Καρμέλα όπως σκότωσε η αδερφή του τον Ρίτσι. Σε ένα έβδομο γίνεται καταδότης για το FBI και τον σκοτώνει κάποιος άλλος μαφιόζος όπως ο ίδιος σκότωσε τον Πούσι. Σε ένα όγδοο τον σκοτώνει ο γιος του, όπως ο ίδιος σκότωσε τον Κρίστοφερ. Σε ένα ένατο βρίσκει το Άγιο Δισκοπότηρο και ζει για πάντα. Σε ένα δέκατο γίνεται επιτυχημένος σεναριογράφος μαφιόζικων σειρών για το ΗΒΟ. Σε ένα εντέκατο η Μέντοου γίνεται μέλος του ανώτατου δικαστηρίου των ΗΠΑ. Σε ένα δωδέκατο η Καρμέλα πρωταγωνιστεί στο “Real Housewives of New Jersey”.
Όλα αυτά είναι το ίδιο αληθινά και το ίδιο ψεύτικα, επειδή τίποτα από αυτά δε συμβαίνει στη σειρά. Όχι, ο Τόνι δεν είναι νεκρός, όπως και δεν είναι πρόεδρος, όπως και δεν είναι παιδοκτονος, όπως και δεν είναι reality star. Δεν είναι τίποτα από αυτά και είναι εν δυνάμει ΟΛΑ αυτά.
Ο Ντέιβιντ Τσέις δε θα μπορούσε να έχει απαντήσει αυτή την ερώτηση, γιατί αυτή η ερώτηση δεν έχει απάντηση. Κι ελπίζω αυτή να ήταν η τελευταία φορά που κάποιος του τη θέτει.
Κυρίως επειδή κάποτε μπορεί να λυγίσει και να κάνει το λάθος να την απαντήσει οριστικά.