Eurokinissi
OPINIONS

Γιατί, τελικά, δεν χειροκρότησα κι εγώ το βράδυ της Κυριακής;

Ο εναλλακτικός τίτλος αυτού του opinion ήταν ‘Ένιωσα πολύ έξυπνος για να χειροκροτήσω κι εγώ το βράδυ της Κυριακής'.

Είναι περίεργο πια να ακούς μια φωνή ή έναν θόρυβο από τον δρόμο. Είναι ασυνήθιστο. Αυτό δε που συνέβη το βράδυ της Κυριακής, όταν κόσμος απ’ όλες τις γειτονιές της Ελλάδας χειροκρότησε τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που μάχονται κατά του κορονοϊού, είναι φερμένο από άλλο κόσμο. (Και όχι απλά από την Ισπανία που έδωσε την ιδέα, 24 ώρες πριν). Τα οκτώ χρόνια που μένω στο Παγκράτι έχει συμβεί μόνο σε κάτι -κρίσιμα- γκολ του Ολυμπιακού ή όταν η κυρία στο ημιυπόγειο τσακώνεται μ’ όποιον παρκάρει στην εξώπορτά της.

Και δεν είναι περίεργο ή ασυνήθιστο επειδή κάτι ξαφνικό σκίζει την κατεστημένη σιωπή. Δεν είναι θέμα μόνο κυριολεκτικό δηλαδή. Το χειροκρότημα που πληθαίνει και γίνεται όλο και πιο έντονο, όταν ο κόσμος αντιλαμβάνεται ότι ωπ, χειροκρότησε κι άλλος ένας, κι άλλος ένας, και συμπαρασύρεται, είναι μια συνθήκη ξένη με τη ζωή (πού έχουμε ή μας έχει διαλέξει, μικρή η διαφορά) το 2020. Είναι ριζοσπαστικό κάμποσα συντονισμένα χειροκροτήματα να σε διακόπτουν -όπως κάτι που πέφτει στο σπίτι όταν κοιμάσαι- από την ομαλή ροή των refresh και της ύπαρξής σου στα social. Στο μυαλό μου, το χειροκρότημα της Κυριακής, είναι το ακριβώς ανάποδο μιας επιδρομής ζόμπι. Τα ζόμπι που εξαρτούν άλλους (βλ. νοσούντες influencers) ή/και εξαρτώνται τα ίδια από την digital αποδοχή τους, ξαφνικά ακούνε τους ζωντανούς. Είναι να μην ταρακουνηθείς;

Ναι, αλλά εσύ γιατί δε χειροκρότησες;

Πριν απαντήσω σε αυτό (και υπόσχομαι, δεν θα ‘μαι ούτε λίγο διπλωμάτης), ας κρατήσουμε τα πράγματα στη ρεαλιστική τους διάσταση. Αυτό που αναλύω είναι ο συμβολισμός και οι δεύτερες αναγνώσεις της κίνησης. Προφανώς δεν σταμάτησε η έξαρση του κορονοϊού με αυτό το χειροκρότημα, ούτε έγινε πιο εύκολη η δουλειά του ιατρικού προσωπικού της χώρας. Και για να ‘μαστε δίκαιοι, αμφιβάλλω αν πάνω από τους μισούς χειροκροτητές σκέφτονταν εκείνη τη στιγμή γιατρούς ή νοσηλευτές. Κατά τη γνώμη μου, αυτό δεν έχει και τόση σημασία.

Το χειροκρότημα ήταν αρκετά καλά πράγματα μαζί. Ήταν συμπαράσταση. Ήταν η εμπέδωση και η αποδοχή πολλών κακών ειδήσεων και αριθμών που αυγατεύουν. Ήταν πίστη. Και ήταν όλα αυτά χωρίς το αποτέλεσμα (το χειροκρότημα) να ακούγεται μίζερο. Ήταν ένα καλό χειροκρότημα, σαν την ανάσα που παίρνεις όταν βγάλεις το κεφάλι από το νερό. Έμοιαζε και λίγο με τον ήχο μιας ξαφνικής βροχής. Το χρειάζονταν, εδώ που τα λέμε, περισσότερο οι ίδιοι που το έδωσαν, παρά οι γιατροί και οι νοσηλευτές.

Θα σας πω γιατί δεν χειροκρότησα. Και θα σας πω και μια καλή ιστορία μετά. Δεν χειροκρότησα γιατί η πρώτη μου αντίδραση, η αντίσταση σε αυτήν την ‘ξένη’ συνθήκη, είναι ότι ένιωσα λίγο ξεχωριστός, λίγο πιο ψιλιασμένος αν βοηθάει η λέξη, για να ακολουθήσω μια τόσο μαζική, impromptu εκδήλωση. Αυτό τουλάχιστον είχα σκεφτεί πριν ακούσω το χειροκρότημα, χωρίς να μπορώ να ξέρω πώς θα νιώσω* τη στιγμή που το ακούω.

*Με τα πολλά, συγκινήθηκα. Και φανταστείτε άνοιξα ελάχιστα το παράθυρο για να μην επωφεληθεί η γάτα μας και πηδήξει στο κενό.

Κάτι σαν το συνθηματικό της γενιάς μας

Πριν ακούσω το χειροκρότημα, ήμουν ακόμα στον αστερισμό του ‘ξεχωριστού’ και του ‘συγκεκριμένου’. Το ίδιο, αν επιτρέπεται η πρόβλεψη, έπαθαν και οι 95 στους 100 ανθρώπους με τους οποίους συναναστρέφομαι και νιώθω πιο κοντά, στα μυαλά και στις πράξεις. Είμαστε εντελώς πάνω στο κύμα του να μην πάμε με τη μάζα. Ίσως είναι το συνθηματικό της γενιάς μας. Να γελάμε με συγκεκριμένα αστεία, να ακούμε συγκεκριμένη μουσική, να αντιπαθούμε συγκεκριμένους ανθρώπους, να μιλάμε σπάνια για τις ένοχες απολαύσεις μας, να έχουμε ένοχες απολαύσεις, να είμαστε οι πιο ψύχραιμοι, οι πιο υποψιασμένοι, να μας φαίνεται cool όταν το κάνουν οι Ισπανοί, αλλά κιτς όταν το κάνουν οι Έλληνες. Είμαστε αυτοί που θα σνομπάρουμε by default στο κάλεσμα να βγούμε στα μπαλκόνια μας και να χειροκροτήσουμε.

Μια φορά κι έναν καιρό, στις πολύ αρχές μου στο πρόγραμμα απεξάρτησης από τον τζόγο, έφερνα στην ομάδα την πέμπτη ή έκτη υποτροπή μου. Κατσουφιασμένος, εκτός τόπου και χρόνου, έκανα μια αφήγηση της κακιάς ώρας, για το πώς ξανάπαιξα και για το πώς προσπαθούσα να βρω ένα μοντέλο για να το ελαττώσω κλπ. Στο διάλειμμα, με πλησίασε ο Χρήστος, ένας από τους πιο παλιούς της ομάδας, τον οποίο σέβονταν ακόμα και οι πέτρες μέσα και έξω από το ΚΕΘΕΑ. Μου λέει, “ξέρεις ποιο είναι το πρόβλημά σου; Παραείσαι έξυπνος για να κάνεις απεξάρτηση. Το ψάχνεις πολύ, το σκέφτεσαι, το αναλύεις. Δεν πάει έτσι. Εδώ για να τα πας καλά, πρέπει να είσαι και λίγο χαζός, να κάνεις αυτό που σου λένε, γιατί έχουν δει κι άλλους σαν κι εσένα και σίγουρα ξέρουν καλύτερα”.

Προφανώς ο έξυπνος ανάμεσα στον Χρήστο και σε εμένα, δεν ήμουν εγώ.

Μια έξαρση που δεν έχει χρόνο για ‘ξεχωριστούς’

Είναι φανερό (και λογικό) ότι ο κόσμος θέλει να ενωθεί μπροστά στα δύσκολα. Είτε τραγουδά όπως στην Ιταλία, είτε το κάνει με στιλ όπως στην Ισπανία, είτε το κάνει ελληνικά όπως στην Ελλάδα. Εν μέσω κορονοϊού, ο κόσμος αποζητά μια μαζικότητα που θα του δώσει κουράγιο. Την ίδια μαζικότητα ‘σηκώνει’ και η παρούσα κατάσταση (σχεδόν) εκτάκτου ανάγκης. Σε μια αντιστοιχία που έρχεται αβίαστα στο μυαλό, με ισπανικό σπρώξιμο και τότε, οι Έλληνες κατέκλυσαν το Σύνταγμα απαιτώντας έξοδο από τα Μνημόνια. Εκεί βέβαια, η όποια ενότητα πήγε περίπατο από νωρίς, εξέλιξη απόλυτα αναμενόμενη.

Η ζωή μες στην παγκόσμια έξαρση του κορονοϊού είναι πρωτόγνωρη. Η Ελλάδα δείχνει να παίρνει αυστηρά μέτρα στον σωστό χρόνο, αλλά ακόμα κι αυτό είναι κάτι που θα ξέρουμε κάμποσες εβδομάδες μετά. Το #MenoumeSpiti είναι ένα hashtag που ορθώς και ευτυχώς κατακλύζει τις οθόνες μας, ακόμα κι αν δυσάρεστα μεγάλη μερίδα του κόσμου το μεταφράζει ακόμα σε #EkleisanTaKafeAsVroumeTiFunThaKanoume.

Η πανδημία θα μας κάνει -αργά ή γρήγορα- ατομικά και συλλογικά υπευθυνότερους. Το πρόβλημα εδώ είναι ότι δεν έχουμε πολύ χρόνο για τους ‘έξυπνους’, είτε αυτοί φοράνε ράσα και επικαλούνται τη θεία φώτιση είτε αυτοί δε φοράνε ράσα και δεν ‘μασάνε’ με τον πανικό. Η κατάσταση επιτάσσει ‘χαζούς’ που θα συμμορφωθούν χωρίς πολλά πολλά στις υποδείξεις των ειδικών. Δεν θέλει πολύ ‘έξυπνους’ που θα τα καταφέρουν με το δικό τους τρόπο. Κυρίως γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος.

Το χειροκρότημα της Κυριακής, εκτός από καλό ηθικό, δείχνει δειλά μια τέτοια, αναγκαία τυφλή συμπόρευση με το καθήκον του να προσέχουμε τον εαυτό μας, και μέσω αυτού, τους γύρω μας. Το πιθανότερο είναι ότι θα ακολουθήσουν πολλά χειροκροτήματα, πιο custom και σκηνοθετημένα όσο περνάει ο καιρός. Θα καταλήξει μοιραία όλο αυτό να μοιάζει κάπως γραφικό (βλ. καπνογόνα στο μπαλκόνι); Μακάρι να ήταν αυτό όλο μας το πρόβλημα. (Και μακάρι να μην καεί κάνας άνθρωπος ε;)