Ο Kill Emil πιστεύει ότι στην Ελλάδα δεν είμαστε ιδιαίτερα μουσικάντηδες
Λίγους μήνες μετά το 'Green Line' μιλήσαμε με τον Αιμίλιο Πρωτόπαπα για beats, bars και την κατάσταση στην Ελλάδα.
- 17 ΑΥΓ 2020
O Kill Emil είναι ένας άνθρωπος που θα καταλάβεις πολύ νωρίς την πρώτη φορά που θα του μιλήσεις ότι είναι μουσικός. Δεν ξέρω πώς να το ορίσω ακριβώς. Είναι αυτή η εντύπωση που δίνει. Ένας άνθρωπος που έχει βάλει στη ζωή του τα beats και που έχει σπαταλήσει άπειρες ώρες μπροστά από τα μηχανήματά του, για να βγάλει κάτι καλό. Μέσα στην καραντίνα, ο Kill Emil έβγαλε μια πολύ καλή δουλειά που δεν έμοιαζε με ό,τι άλλο είχε κάνει. Πρόκειται το ‘Green Line’. Αλλά σε αυτή τη στροφή του βρήκε ακόμα μεγαλύτερη ανταπόκριση από το κοινό του. Εμείς μιλήσαμε με τον Kill Emil (ή Αιμίλιο Πρωτόπαπα) για beats, μουσικές και την κατάσταση στην Ελλάδα.
Πώς ξεκίνησε η ενασχόληση σου με τη μουσική;
Πάμε πίσω στο 2006-2007 όπου ήμουν κιθαρίστας μιας post-rock μπάντας με το όνομα Cinekod. Η παρέα μου τότε στο σχολείο. Βγάλαμε δύο δίσκους με τα παιδιά. Ο ήχος μας ήταν ας πούμε ένας συνδυασμός γλυκανάλατων μελωδιών με πολύ δυνατά σκασίματα και βρόμικα.
Γύρω στο 2009 συναντάω τον J. Melik και τον Billa Quase και μου δείχνουν τη φάση του beat-making. Εγώ εκεί τρελαίνομαι. Άνοιξε πραγματικά ένας καινούργιος κόσμος για μένα. Κάθισα και ασχολήθηκα πολύ. Μετά από 8 μήνες ξεκίνησε η φάση. Από τότε έκανα πίσω την κιθάρα κατευθείαν. Δεν έχω ξανασχοληθεί από τότε με την κιθάρα. Ωδείο, πτυχία και έχω ξεχάσει και αυτά που ήξερα. Κατάλαβα ότι το beatmaking ήταν για μένα.
To Κill Emil πώς προέκυψε;
Πριν από αυτό το όνομα μου ήταν DJ Aim από το Αιμίλιος που είναι και το όνομά μου. Σε κάποια φάση ψάχνομαι εγώ με μουσικές και βρίσκω έναν παραγωγό που λέγεται Aim. Eίμαστε τώρα με τον κολλητό μου και συζητάμε αυτό το θέμα. Και καθώς το συζητάγαμε ακούγαμε το ‘Κill ‘Em All’ των Metallica. Τότε μου λέει ο κολλητός μου: “καλά είσαι μαλάκας; Κill Emil θα το πεις”. Από εκείνη τη στιγμή μέχρι τώρα αυτό είναι το όνομά μου.
Έχεις ένα άλμπουμ που να σε επηρέασε;
Nαι, ‘Τhe Bends’ από τους Radiohead. Τι να λέμε τώρα; Αν μιλήσουμε για δίσκους δεν θα σταματήσουμε ποτέ. Αυτό είναι όμως το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό μου. Το πρώτο album που αγόρασα ήταν, όταν ήμουν στα 14 ή 15, που με έστειλε ο ξάδερφός μου να πάω να πάρω σε κασέτα το ‘Black Sabbath’. Γενικά, αν ρωτήσεις ο Αιμίλιος τι είναι; Θα σου πω ότι ο Kill Emil είναι χιπχοπάς αλλά μέσα στο αίμα του ρέει το rock και το post-rock φουλ. Φαντάσου ότι το μόνο που απορρίπτω είναι το μπουζούκι και αυτά τα λαϊκοπόπ. Η κιθάρα όσο πιο βρόμικη είναι, τόσο πιο πολύ θα με κερδίσει.
Πιστεύεις ότι το Spotify βοηθάει τους μουσικούς;
100%. Πλέον το Spotify όχι απλά βοηθάει τους μουσικούς αλλά τους συντηρεί. Δηλαδή αν έχεις ακουστεί έστω και λίγο, δεν υπάρχει περίπτωση να μη βγάλεις μεροκάματο. Είναι βέβαια αναλόγως και που ανήκεις. Εγώ που δεν δουλεύω σε κάποιο label και τα περισσότερα πράγματα τα βγάζω μόνος μου, έχω μπει σε μια ροή και βγάζω από τη δουλειά μου μέσω του Spotify ένα μηνιάτικο. Ούτως ή άλλως πωλήσεις άλμπουμ δεν υπάρχουν πια. Δεν υπάρχει αυτό πλέον. Όλοι είναι τζάμπα και πάμε. Το μόνο που ίσως κάνει πωλήσεις σε αυτή τη φάση είναι τα βινύλια.
Πώς παράγεις τη μουσική σου;
Είναι μια συγκεκριμένη διαδικασία. Κάθεσαι, ανοίγεις τα μηχανήματά σου. Έχεις έναν καφέ δίπλα. Αν θες. Αν δεν θες δεν τον έχεις. Αρχίζεις, λοιπόν, εκεί να φτιάχνεις πρώτα το beat σου. Μετά προσπαθείς να βρεις ένα sample που θα ενσωματωθεί μέσα στο beat. Αφού εντοπίσω το sample, το κόβω σε διάφορα κομματάκια προσπαθώντας να βρω μια λούπα που δεν θα είναι ολόιδια με το original sample. Γιατί ναι μεν παίρνουμε κάτι έτοιμο, αλλά το θέμα είναι να κάνουμε και κάτι δικό μας. Αν είναι να βάλουμε ένα sample, όπως είναι, σε ένα beat, ε, δεν είναι beat making αυτό. Μετά έρχεται το μπάσο, τα σύνθια, κτλ.
Πιστεύεις ότι στην Ελλάδα έχουν μια προκατάληψη με τους DJ; Δεν τους θεωρούμε μουσικούς.
Δεν είμαστε καθόλου μα καθόλου μουσικάντηδες στην Ελλάδα. Δεν στηρίζουμε ο ένας τον άλλο. Τα βασικά πράγματα ας πούμε στη Γερμανία θα τα έχεις. Είτε σε πάει ο άλλος είτε όχι. Εγώ ταξίδεψα πρώτη φορά στη ζωή μου ψιλοαργά. Δεν γίνεται εδώ να μην έχουμε βάσεις να στηρίξουμε τον καλλιτέχνη ή και γενικότερα τον άνεργο για παράδειγμα. Ας πούμε στην καραντίνα είμαστε σε ένα επάγγελμα που δεν μας πήρε κανείς να μας ρωτήσει πώς ζούμε, πώς θα τη βγάλουμε.
To κοινό έξω ακούει ουσιαστικά. Πρέπει να είσαι άμπαλος για να μην τους γκρουβάρεις. Στην Αθήνα είναι το κοινό πολύ πιο απαιτητικό. Δεν νοιάζονται για την ίδια τη μουσική. Για τον καλλιτέχνη. Μιλάνε, πίνουν το ποτό τους, γκομενίζου. Έξω αυτό δεν παίζει. Θα μιλήσουν αλλά θα το κάνουν σε κάποιο διάλειμμα ή για μια στιγμή, όταν ας πούμε μπει ένα κομμάτι που δεν τους αρέσει. Αλλά σέβονται αυτόν που είναι εκεί πάνω.
Αυτό όμως νομίζω για παράδειγμα στην Ελλάδα, σε μια ροκ συναυλία, δεν παίζει;
Εννοείται. Ρε φίλε τώρα τι να συγκρίνουμε; Οι ροκάδες είναι απίστευτοι άνθρωποι. Στηρίζουν τον άλλο, τη σκηνή τους όσο δεν πάει. Όλοι οι χιπχοπάδες τσακώνονται μεταξύ τους. Οι ροκάδες ποτέ. Ποτέ ρε φίλε. Μιλάμε για ένα πραγματικά τρου κοινό που σέβεται τους μουσικούς του.
Το άλμπουμ σου το τελευταίο το έβγαλες στην καραντίνα. Σκέφτηκες μήπως δεν το έβγαζες τότε;
Το ‘Green Line’ ήδη πριν από την καραντίνα το είχα ανακοινώσει. Είχα πει δηλαδή ότι θα βγάλω άλμπουμ. Από τη στιγμή, λοιπόν, που το ανακοίνωσα, θα το βγάλω. Είτε έχει καραντίνα είτε έχει γίνει η καταστροφή της Γης. Έτσι είμαι ως άνθρωπος. Αυτό αποδείχτηκε τελικά το καλύτερο σκηνικό. Γιατί έγω δουλειά δεν έχω. Από τον Μάρτιο. Έχω παίξει μόνο μια φορά λόγω του κορονοϊού. Το Green Line, λοιπόν, πούλησε μέσα σε ένα μήνα τις κόπιες του και μέσω αυτών εγώ μπορώ να ζω αυτή τη στιγμή. Δηλαδή μου βγήκε και λίγο απαραίτητη αυτή η επιλογή.
Yπάρχει κάποιο live που θυμάσαι περισσότερο από κάθε άλλο;
Είναι πάρα πολλά. Μου είναι πολύ δύσκολο. Θυμάμαι με τον Quantic που με άκουσε για πρώτη φορά στο Gagarin, με παίρνει στα καμαρίνια και μου λέει “φίλε, αυτό το ρούμι είναι για σένα”. Και αυτή η κίνηση ήταν σαν να σημαίνει ότι “φίλε, όποτε έρχομαι στην Ελλάδα εσύ θα με ανοίγεις”. Και πράγματι μέχρι στιγμής όπου και αν έχει έρθει, έχω παίξει και εγώ.
Αυτό πάντως που έχω ξεχωρίσει περισσότερο σχετίζεται με το αγαπημένο μου συγκρότημα τους L’Entourloop. Σκέψου να ακούς ένα γκρουπ που το γουστάρεις φουλ και ο ένας από αυτούς σου στέλνει ότι “έλα να σε κλείσω γιατί κάνω ένα φεστιβάλ”. Και εσύ λές what the fuck? Αυτό είναι το καλύτερο σκηνικό που έχω ζήσει στην καριέρα μου και δεν είναι από live. Πλέον είμαστε αδέρφια με την μπάντα. Με πήρανε παιδάκι και με μεγαλώνουνε.
Πώς προέκυψε το όνομα του album;
Σαν Kill Emil έχω συνηθίσει τον κόσμο να βγάζει hip-hop beats αλλά με στοιχεία latin, soul, funk. Πιο freestyle. Ο δίσκος αυτός μου πήρε δύο χρόνια να τον ετοιμάσω. Τον είχα σε instrumental μορφή και αποφάσισα αργότερα να βάλω ξένους MCs στον δίσκο μου. Τον ονόμασα ‘Green Line’ γιατί αποφάσισα πλέον να βγάζω uptempo μουσική από εδώ και πέρα. Όχι τόσο downtempo. Για τη συνέχεια, ο κόσμος να μην περιμένει από μένα instrumental κομμάτια. Πάω να κάνω μια καινούργια αρχή και ο κόσμος το υποστήριξε ακόμα περισσότερο από πριν. Δεν θέλω το κοινό μου να έρχεται και να φεύγει στεναχωρημένο. Μπορεί να τύχει μια φορά. Αλλά θέλω να συμβαίνει όσο το καλύτερο.
Έχεις σκεφτεί να τα παρατήσεις;
Ναι. Με έχουν κουράσει πολύ οι κόντρες των μουσικών. Βρισκόμαστε μεταξύ μας και, όταν σπάσουμε, ο ένας κράζει τον άλλον. Εγώ δεν το μπορώ αυτό άλλο. Ξέρω ότι η hip-hop είναι μια κατεξοχήν εγωιστική μουσική. Αλλά ρε φίλε έλεος πια. Δεν με ενδιαφέρει αν έχεις ζήσει στο γκέτο, αν την έχει μεγάλη, αν κάνεις καλύτερα beats από μένα. Το μόνο που με ενδιαφέρει εμένα είναι να είσαι καλός άνθρωπος και αν μη τι άλλο να έχουμε μια ωραία και ουσιαστική επαφή. Δεν χρειάζεται να λες πολλά. Η δουλειά σου δείχνει το ποιος είσαι.