Για τον Φίλιππο Πλιάτσικα δεν υπάρχουν στρατόπεδα στη μουσική
Μια συζήτηση με τον ένα εκ των δυο βασικών μελών των Πυξ Λαξ, γεμάτη από rock επιρροές, από Τσιτσάνη, Άκη Πάνου και Μάνο Ξυδούς, μέχρι απαντήσεις σε διαχρονικά, 'ηλεκτρικά' ερωτήματα.
- 12 ΝΟΕ 2020
Αν υπάρχει ένας τίτλος των Πυξ Λαξ που θα μπορούσε να τονίζει ιδανικά τα όσα βιώνουμε αυτή την εποχή, αυτός είναι οι ‘Ζόρικοι Καιροί’. Και επειδή ο απόηχος του ‘πούλα με λοιπόν στο ξαναλέω’ ακούγεται το ίδιο δυνατός και επίκαιρος με όλες τις μεγάλες επιτυχίες των Πυξ Λαξ, επειδή ίσως αύριο να είν’ αργά και η μουσική τους σήμερα είναι πιο αναγκαία από ποτέ, με αφορμή την επικείμενή τους online συναυλία (πληροφορίες εισιτηρίων), μίλησα με τον Φίλιππο Πλιάτσικα για την μουσική των Πυξ Λαξ, για τις ηλεκτρικές επιρροές τους, ακόμα και για το αποτύπωμα του Donald Trump στο σύγχρονο κόσμο.
Παίρνοντας αφορμή από τον τίτλο της συναυλίας σας ‘Τα Ηλεκτρικά’, θα ήθελα να σας ρωτήσω ποιο ήταν το πρώτο ηλεκτρικό τραγούδι που αγαπήσατε.
“Οι πρώτοι ηλεκτρικοί που αγαπήσαμε ήταν από συγκροτήματα όπως οι Pink Floyd, οι Beatles, οι Rolling Stones ακόμα και ο Bob Dylan ή ο Johnny Cash και ο Rory Gallagher, δηλαδή αν μπορώ να σκεφτώ ποια τραγούδια μας έκαναν μεγαλύτερη εντύπωση τότε θα σου έλεγα ίσως ότι στην αρχή ήταν κάποια από αυτά τα συγκροτήματα ή καλλιτέχνες”.
Σε παλαιότερη συνέντευξή σας στον Λευτέρη Παπαδόπουλο, έχετε αναφέρει ως σημαντική επιρροή σας τους Pink Floyd, ενώ αναφέρατε και ονόματα του heavy ήχου που έχουν περάσει από τους πειραματισμούς σας, όπως οι Iron Maiden. Ποιο κλασικό ροκ συγκρότημα σας εκφράζει περισσότερο σήμερα και γιατί;
“Δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράγματα σε σχέση με τα κλασικά συγκροτήματα και με τα συγκροτήματα που μας εκφράζουν ακόμα και σήμερα από εκείνη την εποχή. Είναι περίπου τα ίδια ονόματα που ανέφερα και πριν. Ο λόγος είναι ότι υπάρχει μια διαχρονική μετακίνηση του τρόπου που αντιλαμβανόμαστε τη μουσική και τους στίχους αυτών των συγκροτημάτων κι όσο μεγαλώνουμε βλέπουμε πόσο πολύ είχαν ένα τόσο καθαρό μάτι και μια τέτοια ματιά στο μέλλον. Πόσο δηλαδή, ηχογραφήματα του 1970 και του ’80, μοιάζουν να έχουν ηχογραφηθεί σήμερα. Οπότε ναι, τα ίδια περίπου συγκροτήματα, τα ίδια περίπου τραγούδια είναι αυτά στα οποία ψάχνουμε να βρούμε τις αναφορές μας και να ξαναθυμηθούμε ή να μάθουμε από αυτά ακόμα και σήμερα”.
Τι σημαίνει για το ξεκίνημα σας στη δισκογραφία, η γνωριμία σας με τον Μάνο Ξυδούς;
“Η γνωριμία μας με το Μάνο δεν ήταν απλά μια γνωριμία που μας βοήθησε στη μουσική ή στη μουσική μας πορεία. Ήταν μια γνωριμία ζωής που έπαιξε σε ένα μεγάλο βαθμό και το ρόλο του μεγάλου μας αδερφού, του δεύτερου πατέρα μας. Ήταν κατά κάποιο τρόπο ένας μέντορας με οδηγίες προς ναυτιλομένους για εμάς”.
“Έχω μεγαλώσει στα σφαιριστήρια και στα γήπεδα όπου ακουγόταν το Με σκότωσε γιατί την αγαπούσα. Υπήρχε κανείς που είτε ήταν «άναρχα» είτε «κυριλέ» δεν γούσταρε το τραγούδι αυτό; Ή το Η ζωή μου όλη; Κι ας ήταν ο μεγαλύτερος φρίκος” έχει δηλώσει σε συνέντευξη του ο Μάνος Ξυδούς. Ποια είναι τα πρώτα λαϊκά τραγούδια που βαδίζουν χέρι-χέρι με τα αγαπημένα σας ηλεκτρικά;
“Ωραία λαϊκά τραγούδια ήταν αυτά με τα οποία μεγαλώσαμε στις γειτονιές από τους γονείς μας, από τους θείους, από τους γείτονες. Τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη κυρίως, σε πρώτη φάση, αλλά και του Ζαμπέτα, του Άκη Πάνου, του Μάρκου Βαμβακάρη. Δεν ανήκουμε σε κάποια εξαίρεση. Ό,τι μπορεί να φανταστεί κάποιος, ότι και τον ίδιο, αν έμενε στην Ελλάδα, τον έχει επηρεάσει ή αγάπησε στη λαϊκή μουσική, αν κάνει μια αναγωγή, κάπου εκεί δίπλα θα βρει και εμάς”.
Με τους Πυξ Λαξ, η πρώτες σας εμπορικές επιτυχίες έρχονται από τους ‘Ζόρικους Καιρούς’ και μετά. Τι ήταν αυτό που γύρισε το διακόπτη και τα τραγούδια σας πέρασαν προς το ευρύ κοινό;
“Ο κόσμος μάλλον άλλαξε ένα διακόπτη στον τρόπου που άκουγε ή έβλεπε την μπάντα. Εμείς είχαμε μια πορεία, μια εξέλιξη, μια ανάγκη για επιβίωση μέσα από τη μουσική για πολύ ουσιαστικούς λόγους που είχαν να κάνουν με τη ψυχή μας. Ακολουθήσαμε αυτήν την πορεία με συνέπεια και ειλικρίνεια. Περάσαν χρόνια. Δεν ήταν από τους «Ζόρικους Καιρούς», «οι Ζόρικοι Καιροί» είχαν τραγούδια που ακούστηκαν πάρα πολύ μετά από χρόνια. Όταν πρωτοβγήκανε δεν είχαν την επιτυχία που αναφέρετε, περάσανε 4-5 χρόνια μέχρι να μας βρει ο κόσμος. Από τότε ακολουθεί την πορεία της αυτή η πολύ όμορφη σχέση”.
Eric Burdon, Gordon Gano, Mark Almond, Steve Wynn: Έχετε βαδίσει σε μια λεωφόρο από σπουδαίες συνεργασίες με rock ονόματα. Τι έχετε κρατήσει ως ανάμνηση από αυτές τις μουσικές συμπράξεις;
“Έχουμε κρατήσει αυτά τα υπέροχα διαμάντια που βιώσαμε και τα οποία είναι δύσκολο να τα καταγράψει κανείς με λέξεις όσο και να θέλει. Είναι τα συναισθήματα που καταγράφηκαν όντας δίπλα σε αυτά τα ονόματα που αναφέρετε και δουλεύοντας μαζί τους πως λειτουργούν, πως σκέφτονται, πως αντιδρούν. Αυτό είναι ένας ανεκτίμητος θησαυρός που ήταν μεγάλη τύχη για εμάς που το βιώσαμε και που υπήρξαμε για κάποιες στιγμές συνεργάτες με τόσους και τόσους ανθρώπους που παλαιότερα κάποιος από αυτούς δεν φανταζόμασταν ότι θα τους γνωρίζαμε ποτέ. Και ακούγαμε και τα τραγούδια τους, ποιος δεν έχει ακούσει το «Ηouse of the rising sun» των Αnimals και τη φωνή του Eric Burdon, και ποιος δεν έχει μάθει κιθάρα μέσα από αυτό. Οπότε όταν βρίσκεσαι σε ένα στούντιο με αυτούς τους ανθρώπους και δουλεύεις είναι μια μεγάλη τύχη”.
Βασίλης Καρράς και Γιώργος Νταλάρας: Δύο άνθρωποι από διαφορετικά ‘στρατόπεδα’ του ελληνικού τραγουδιού, με τους οποίους γράψατε διαχρονικά τραγούδια. Ήταν ρίσκο για ένα συγκρότημα με rock καταβολές όπως εσείς το να πλησιάσετε προς το λαϊκό τραγούδι;
“Στα δικά μας μάτια και στην ψυχή μας δεν υπάρχουν στρατόπεδα στη μουσική. Καθόλου. Υπάρχουν οι άνθρωποι που ασχολούνται μαζί της με σεβασμό, που προσπαθούν να κάνουν, αν μπορούν, καλή μουσική μέσα από τα ακούσματά τους, μέσα από τις γνώσεις ή τα βιώματά τους σεβόμενοι τα διάφορα στυλ που αγάπησαν. Εμείς αγαπήσαμε τη ροκ, βέβαια, μουσική αλλά αγαπήσαμε και την παραδοσιακή και τη λαϊκή μουσική. Αυτό προσπαθούσαμε να εντάξουμε στη μουσική μας. Αυτοί ήταν οι λόγοι των συνεργασιών που κάναμε για υπηρετήσουμε πιο σωστά τα τραγούδια που έβγαιναν. Αυτή ήταν η μουσική μας πρόταση.
Οπότε δεν καλέσαμε ποτέ μας ανθρώπους που θεωρούσαμε ότι ανήκουν σε δύο στρατόπεδα. Για εμάς δεν υπάρχουν στρατόπεδα. Και ναι είναι ρίσκο στη χώρα μας, επειδή είναι μια χώρα που αγαπάει το στάσιμο, δυστυχώς, στις νέες ιδέες, αντιδρά σε πρώτη φάση πολύ δύσκολα με μια καχυποψία. Αυτό το γνωρίζαμε από πιτσιρικάδες αλλά παράλληλα δεν είχαμε και τίποτα να χάσουμε ούτε φοβόμασταν, άρα μπήκαμε στη διαδικασία να βγάλουμε αυτό που εμείς πιστεύαμε σωστό, αυτό που γουστάραμε να κάνουμε. Είναι ρίσκο βέβαια και σε όλες τις περιπτώσεις που το κάναμε αυτό είχε δυσκολίες στην αρχή, αλλά…ό,τι αξίζει πονάει και είναι δύσκολο”.
‘Ποιος έχει λόγο στην αγάπη, ποιός να έχει την ευθύνη;”: Σε μια εποχή που αναπτύσσεται η ακροδεξιά, η ξενοφοβία και η μισαλλοδοξία σε όλο τον πλανήτη, αισθάνεστε πως αυτό το στιχουργικό ερώτημα γίνεται ξανά επίκαιρο;
“Νομίζω ότι σε μια τέτοια εποχή σαν αυτή που περιγράφετε, και συμφωνώ με την οπτική, το πιο επίκαιρο είναι να δοθούν απαντήσεις κι όχι ερωτήματα. Δεν ξέρω δηλαδή αν τα ερωτήματα φτάνουν , αρκούν σε μια τέτοια εποχή. Βλέπουμε ότι υπάρχει πια μεγάλο ρεύμα και πολύς κόσμος που συγκρούεται με τα παλιά, έχει αρχίσει να είναι κουρασμένος, έχει αρχίσει να είναι οργισμένος, εξοργισμένος και ίσως τελικά ο τρόπος που βλέπαμε, ο στατικός, να μην είναι και ο σωστός. Ίσως χρειάζεται όλοι να μετακινηθούμε, να δούμε τα πράγματα με άλλο μάτι γιατί δεν είναι και τόσο απλό, δηλαδή δεν μπορεί να πιστέψει κανείς ότι 71 εκατομμύρια άνθρωποι που ψηφίσανε τον Τραμπ είναι μισαλλόδοξοι ή φασίστες. Κάτι θα πρέπει να δούμε σε αυτό και να δούμε πως μια ελιτίστικη άποψη εδώ και δεκαετίες, που δεν άκουγε τις φωνές άλλων ανθρώπων, δηλαδή κάποια λόμπι, κάποιες ομάδες ανθρώπων που είχαν πρόσβαση παραδοσιακά στην όποια εξουσία σε οποιοδήποτε κράτος, είχαν ένα τρόπο να κινούν τα νήματα, να περνούν τα δικά τους θέματα. Μείναν κάποιοι άνθρωποι στην απέξω κι αυτοί οι άνθρωποι έγιναν πολλοί απ’ ότι φαίνεται. Ίσως λοιπόν σε αυτό να πρέπει να δώσουμε απαντήσεις για την εποχή που αναφέρετε”.
Τελειώνοντας, μια ακόμα αναφορά στους Πυξ Λαξ. Σε πρόσφατη τηλεοπτική σας συνέντευξη στην ΕΡΤ είχατε πει πως η απαρχή της διάλυσης των Πυξ Λαξ ήταν οι διαφορετικοί μουσικοί δρόμοι που θέλατε να ακολουθήσετε εκείνη την εποχή (2004) εσείς, ο Μπάμπης Στόκας και ο Μάνος Ξυδούς. Όπως αποδεικνύεται τελικά, είναι ο ηλεκτρισμός αυτό που “μας ενώνει, μας χωρίζει, μας πληγώνει”;
“Ναι, ο ηλεκτρισμός ίσως ήταν αυτό που πάντα ένωνε και τους τρεις μας παρά οι ξεχωριστές οπτικές που είχαμε. Είμαστε ξεχωριστοί άνθρωποι, ξεχωριστές προσωπικότητες και αυτό που κάναμε το είχαμε όντως ανάγκη όταν σταματήσαμε αλλά ο ηλεκτρισμός ήταν πάντα ένας κοινός παρονομαστής, ένα κοινό στοιχείο που μας ένωνε. Γι’ αυτό άλλωστε και σε αυτήν την παράσταση ξεκινάμε να δοκιμάσουμε έναν άλλο τρόπο επικοινωνίας! Δεν το έχουμε ξανακάνει ποτέ και είναι πρόκληση και για εμάς να κάνουμε μια διαδικτυακή συναυλία. Θα προσπαθήσουμε να έχουμε επαφή με τον κόσμο, ζωντανή, με άλλο τρόπο για αυτό το ξεκινάμε με τα ηλεκτρικά!”
Μάθε εδώ περισσότερα για την προπώληση των εισιτηρίων της ‘ηλεκτρικής’ online συναυλίας των Πυξ Λαξ.