Κι αν ξενερώσει ο Σπανούλης και φύγει;
10 χρόνια πριν το μεγάλο αντίο, ο Kill Bill έμεινε για να αποδεχτεί και φυσικά να πετύχει στη μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του.
- 28 ΣΕΠ 2021
Καλοκαίρι 2011. Ο αδερφοί Αγγελόπουλοι ανακοινώνουν την αποχώρησή τους από τμήμα μπάσκετ του Ολυμπιακού και η ομάδα αστέρων που είχαν φτιάξει με μοναδικό στόχο την κατάκτηση της ευρωπαϊκής κορυφής μοιάζει να διαλύεται άδοξα.
Τεόντοσιτς, Μπουρούσης, Παπαλουκάς και αρκετοί ακόμη παίκτες πρώτης γραμμής φεύγουν, Γκετσεβίτσιους, Κέιλιν Λούκας, Ματ Χάουαρντ(!) έρχονται κι από ομάδα Final Four ο Ολυμπιακός μετατρέπεται μέσα σε λίγες ημέρες σε ομάδα -στα χαρτιά- Eurocup, με μοναδική νότα αισιοδοξίας την παρουσία του σπουδαίου Ντούσαν Ίβκοβιτς στον πάγκο.
«Κι ο Σπανούλης; Τι θα γίνει με τον Σπανούλη; Άφησε τον Παναθηναϊκό για να έρθει σε εμάς και ξαφνικά φεύγουν όλοι. Κι αν ξενερώσει και φύγει κι αυτός;», θυμάμαι να συζητάω με τον αδερφό μου και τους φίλους μου εκείνο το καλοκαίρι της απότομης προσγείωσης. Γιατί τέτοιο ήταν το μέγεθος του Σπανούλη που ξαφνικά, ο Ολυμπιακός που διαμορφωνόταν έμοιαζε λίγος για το ταλέντο και την προσωπικότητά του.
Τόσο λίγο ξέραμε τον Σπανούλη ακόμα, που πιστεύαμε ότι θα απογοητευτεί και θα φύγει για μια ομάδα με μεγαλύτερο μπάτζετ και φιλοδοξίες. Αλλά ο Kill Bill δεν έκανε τίποτα τυχαία, τίποτα χωρίς πλάνο και σκέψη. Άφησε τον Παναθηναϊκό για να γίνει πρώτος με τον Ολυμπιακό και μπροστά του ανοιγόταν μια ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση: Να φτάσει στην κορυφή με μια ομάδα που στα χαρτιά θα ήταν πια το απόλυτο αουτσάιντερ αλλά εκείνος ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της.
Ούτε Παπαλουκάς, ούτε Τεόντοσιτς, ήδη από τη δεύτερη χρονιά, ο Ολυμπιακός έγινε η ομάδα του Σπανούλη. Σιγά μην τα παρατούσε, σιγά μην άφηνε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Είχε πάρει τη δική του decision ένα καλοκαίρι πριν και θα έμενε να την υπερασπιστεί. Μέχρι τέλους, που θα λέγαμε σήμερα.
Όπως αναμενόταν, η σεζόν ξεκίνησε μέτρια και η πρόκριση ακόμη και στην οκτάδα έμοιαζε με τρομερή υπέρβαση. Μέσα στη μαυρίλα των εύκολων ηττών και της προδιαγεγραμμένης αποτυχίας, φίλος που δούλευε σαν φυσιοθεραπευτής και είχε πετύχει τον Σπανούλη σε κάποιο session να μιλάει για -τι άλλο- μπάσκετ, μού είχε μεταφέρει πως ο V-Span θεωρούσε πως ήταν νωρίς για προβλέψεις και πως όλα ήταν ανοιχτά.
«Ρε τον τρελό», του είχα απαντήσει. «Αρνείται να συμβιβαστεί με την πραγματικότητα, δεν μπορεί να δεχτεί ότι η ομάδα έχει κατέβει επίπεδο. Δεν τον βλέπω να μένει κι άλλη χρονιά με αυτές τις συνθήκες».
Τη συνέχεια την ξέρουμε όλοι. Τα τρομερά μωρά του Ντούντα, με απόλυτο ηγέτη τον Σπανούλη, έφτασαν λίγους μήνες μετά στην κορυφή της Ευρώπης και της Ελλάδας. Και ο Βασίλης Σπανούλης, όχι μόνο δεν ξενέρωσε, όχι μόνο δεν έφυγε, αλλά έζησε την απόλυτη δικαίωση και γιγάντωσε το μύθο του. Ήδη από τη δεύτερη σεζόν του, είχε γίνει ένας θρύλος της ομάδας, και κάθε σεζόν που πέρασε από εκεί και πέρα, φρόντιζε να γιγαντώνει αυτό το στάτους.
Το τέλος ήρθε τελικά 10 ολόκληρα χρόνια μετά από εκείνο το καλοκαίρι του 2011, όχι επειδή ο Βασίλής ξενέρωσε, αλλά επειδή κατάλαβε ότι δεν μπορεί να είναι πια εκείνος ο πρωταγωνιστής και θα έπρεπε να συμβιβαστεί σε έναν δεύτερο ή ακόμα και τρίτο ρόλο. Δεν θα ήταν πια η ομάδα του Σπανούλη και ο Βασίλης δεν είχε μάθει ποτέ να μην είναι εκείνος ο απόλυτος ηγέτης.
Εδώ που τα λέμε όμως, ο μπασκετικός Ολυμπιακός θα είναι στο εξής κατά ένα τρόπο για πάντα η ομάδα του Σπανούλη και το μόνο που μένει, είναι να δούμε με ποιον τρόπο θα βρει τον τρόπο να γίνει ξανά ο πρωταγωνιστής της.
Μέχρι τότε, ανυπομονούμε ήδη για το φιλικό αποχαιρετισμού τον Σεπτέμβρη του 2022, εκεί όπου το ΣΕΦ θα μοιάζει μικρό, ελάχιστο, για να υποδεχθεί τον κόσμο που θα σπεύσει να εκδηλώσει τη λατρεία του για εκείνον.
Και τότε, θα είμαστε όλοι εμείς που θα έχουμε ξενερώσει επειδή έφυγε.