Γιατί αναζητάμε τα φαγητά της παιδικής μας ηλικίας
Από τα τηγανητά κεφτεδάκια και τα μακαρόνια με κιμά μέχρι το τσουρέκι και το ποντικάκι, συνεχίζουμε να βρίσκουμε παρηγοριά στα φαγητά και τα γλυκά που μας μεγάλωσαν.
- 28 ΜΑΡ 2022
Αν το 2020 μας έδειξε κάτι, αυτό είναι ότι όταν οι καιροί δυσκολεύουν, μπαίνουμε στην κουζίνα. Μπορεί το Netflix, η ζωγραφική και άλλες ασχολίες να μας κράτησαν συντροφιά όταν όλα ήταν κλειστά, αλλά η μαγειρική κατέλαβε μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς μας. Κι ενώ πειραματιστήκαμε σίγουρα με νέες συνταγές, εστιάσαμε κατά πολύ σε συγκεκριμένα φαγητά. Από το ψωμί, τα κέικ και τις ζύμες γενικότερα, μέχρι άλλες comfort συνταγές, το φαγητό μας είχε να κάνει με τη νοσταλγία.
Εκτός από τον προφανή λόγο, ότι αυτά τα φαγητά είναι πρωτίστως νόστιμα, μας θυμίζουν τις καλές μέρες. Ή με πιο επιστημονικούς όρους, ενισχύουν πολιτιστικούς και οικείους δεσμούς. Σύμφωνα με μελέτες, όταν μαγειρεύεις και τρως αυτά τα φαγητά, αισθάνεσαι πιο συνδεδεμένος με την ταυτότητα και την κοινωνική σου ομάδα, κάτι που με τη σειρά του σε κάνει να αισθάνεσαι παρηγοριά. Αυτό εξηγεί γιατί, όταν αναγκαστήκαμε να απομονωθούμε σε έναν κόσμο αβεβαιότητας, πολλοί από εμάς βρήκαμε αυτή την παρηγοριά στο φαγητό από το παρελθόν.
Ακόμα και πριν το ξέσπασμα της πανδημίας όμως, το φαγητό της μαμάς ήταν ένας όρος που χρησιμοποιούνταν κατά κόρον τόσο από τους μάγειρες όσο και από όλους εμάς για να περιγράψουμε αυτά που τρώμε.
Πίτες, ζυμωτό ψωμί, σούπες (όπως η κοτόσουπα), μαγειρευτά (από λαχαντολμάδες μέχρι λαδερά και όσπρια), κρέας στη γάστρα, μπιφτέκια και κεφτεδάκια με συνοδευτικό πατάτες τηγανητές, είναι μερικά από τα φαγητά που μας θυμίζουν το σπίτι και φέρνουν στην επιφάνεια εικόνες από την παιδική μας ηλικία.
Το φαγητό της μαμάς και της γιαγιάς στόλισε σχεδόν κάθε νέο-νοσταλγική απόπειρα πολλών εστιατορίων της πόλης.
Food nostalgia
Τα παλιά μαγειρεία, όπως επίσης και οι ταβέρνες που έτρωγαν οι παππούδες μας, βλέπουν την πελατεία τους να ανανεώνεται με νεότερες ηλικίες. Στο οινομαγειρείο Ήπειρος (Φιλοποίμενος 4, Αθήνα) στρεφόμαστε όταν θέλουμε κοτόσουπα ή ακόμα και μαγειρίτσα και στον Μιχάλη (Σωκράτους 9, Χαλάνδρι) για να φάμε αυτά τα μπιφτέκια με ντομάτα που παραγγέλναμε στις κυριακάτικες εξόδους μας με την οικογένεια.
Περνώντας το κατώφλι της Στάνης (Μαρίκα Κοτοπούλη 10, Ομόνοια), οι πελάτες αισθάνονται πάντα χαρά βλέποντας τους ανθρώπους του μαγαζιού να ετοιμάζουν κρέμες και ρυζόγαλα και να ξεφουρνίζουν τυρόπιτες. Οι λουκουμάδες του Κτιστάκη (Σωκράτους 59, Ομόνοια) φέρνουν ευτυχία με την πρώτη δαγκωνιά. Τα γλυκά του Ασημακόπουλου (Χαριλάου Τρικούπη 82, Εξάρχεια), όπως οι τάρτες και τα ποντικάκια, αποτελούν έναν συνδετικό κρίκο με την παιδική μας ηλικία.
Όταν η φετινή Μπιενάλε της Αθήνας έφερε για ένα απόγευμα τους λουκουμάδες του «Αιγαίον», του ιστορικού καταστήματος της Αθήνας που έκλεισε μετά από σχεδόν έναν αιώνα λειτουργίας, το εγχείρημα στέφθηκε με επιτυχία. Στα πολίτικα ζαχαροπλαστεία της Αθήνας, προσωπικά βρίσκω κάτι από την αθωότητα των περασμένων χρόνων. Το μοσχομυριστικό τσουρέκι του Maxim (Τσακίρογλου 23, Νέα Σμύρνη), τα κίφελ στο Σαράι (Λευκωσίας 45, Αθήνα), η μηλόπιτα σε σχήμα τριαντάφυλλο στο Πετέκ (3ης Σεπτεμβρίου 81, Αθήνα) και το προφιτερόλ στο Πέλιτ (Σπάρτης 8, πλατεία Αμερικής) είναι λόγοι για να επισκεφτείς το καθένα από αυτά.
Ο δημοφιλής λογαριασμός στο Instagram rizesmas συγκεντρώνει, μεταξύ άλλων, και πολλές φωτογραφίες φαγητών, με τα οποία λίγο πολύ ταυτιζόμαστε όλοι. Ζεστά τηγανόψωμα με ζάχαρη, μιλινάκια ή χαρταλάτσια από την Κομοτηνή, μακαρόνια με κόκορα είναι μόνο μερικά από τα φαγητά που μετρούν χιλιάδες likes.
Η Αναστασία Μίαρη αφιέρωσε ένα ολόκληρο βιβλίο με τίτλο Grand Dishes, στις γιαγιάδες όλου του κόσμου και τις σπεσιαλιτέ τους. Τώρα, μάλιστα κάνει open call για γιαγιάδες ανά την Ελλάδα, προκειμένου να γράψει το δεύτερο βιβλίο της που θα μιλάει για τοπικά ελληνικά φαγητά που θα ξεφεύγουν από τα τετριμμένα. Η μνήμη που ξυπνούν συγκεκριμένα πιάτα είναι τρομερά έντονη ανεξάρτητα από το πού ζει κανείς.
«Ξυπνάνε την ανεμελιά και το παιχνίδι, τα αγνά συναισθήματα και την αγάπη που λαμβάναμε (δυστυχώς όχι όλοι) από την οικογένειά μας. Ίσως, όταν είμαστε παιδιά όλα τα αισθανόμαστε σε υπερθετικό βαθμό γιατί ακόμα οι αισθητήρες μας είναι αγνοί και έχουν χωρητικότητα όποτε κουμπώνουμε αυτομάτως ανάμνηση με συναίσθημα» λέει η Δανάη Ίσαρη, φωτογράφος φαγητού. Η ίδια προτιμά τον Κίτσουλα (Φιλικής Εταιρείας 25Δ, Χαλάνδρι) για να φάει κοκκινιστό μοσχάρι με πατάτες, κολοκυθάκια αυγολέμονο ή λαδερά.
Όταν δεν μαγειρεύουν στις κουζίνες τους, οι chef στρέφονται κι αυτοί με τη σειρά τους στο comfort food. Η Γωγώ Δελογιάννη τιμάει τους λαχανοντολμάδες του Νικήτα (Αγίων Αναργύρων 19, Ψυρρή), ο Πάνος Ιωαννίδης αναζητά το μαμαδίστικο φαγητό στο Θεραπευτήριο (Κυδαντινών 41, Πετράλωνα) και ο Βασίλης Καλλίδης τρώει κεφτεδάκια στο μαγειρείο Γιώργος (Μητροπέτροβα 32) . Η απλότητα των γεύσεων και η θαλπωρή των μαγαζιών που προσφέρουν πιάτα με τα οποία μεγαλώσαμε αρκούν για να κάνουν κάποιον χαρούμενο.
Γράφουμε διθυράμβους για πίτες που το φύλλο του ανοίχτηκε στο χέρι, φωτογραφίζουμε μακαρόνια με κιμά και γεμιστά και ενθουσιαζόμαστε όταν διαβάζουμε υλικά όπως παραπούλια – τα έχει χρησιμοποιήσει και ο Σωτήρης Κοντιζάς σε πιάτο του στο Nolan (Βουλής 31).
Το τηγανητό κοτόπουλο που έχει κάνει comeback στην πιο καλή εκδοχή του, όπως στο Chicken Picnic για παράδειγμα, μας γυρίζει πίσω στις πρώτες μας εξόδους σε αλυσίδες fast food (για τους millennials) και στις ημέρες ελευθερίας που δε γνωρίζαμε τι είναι τα μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λιπαρά.
Μαμαδίστικο φαγητό δεν είναι απαραίτητα κάτι υγιεινό. Είναι ακόμα και οι ψαροκροκέτες που μας σέρβιραν οι μαμάδες μας όταν δεν είχαν χρόνο να μαγειρέψουν ή ήθελαν να μας δελεάσουν προκειμένου να φάμε τις φακές. Οι προσλαμβάνουσες που έχει ο καθένας μας από τα φαγητά των παιδικών του χρόνων είναι διαφορετικές, κι όμως φαίνεται να υπάρχουν κοινά σημεία σε όλους. Ακόμα κι αν η δική μας μητέρα δεν τηγάνιζε πατάτες, υπήρχε κάποια γιαγιά να το κάνει με χαρά, ή θα τρώγαμε κόκορα κοκκινιστό με μακαρόνια σε κάποια αγαπημένη θεία.
Παρόλα αυτά, τα νέα εστιατόρια που άνοιξαν ή τα new age μεζεδοπωλεία, πάτησαν πάνω σε αυτές τις αναμνήσεις (όχι πάντα με επιτυχία). Οι κεφτέδες της Γωγώς Δελογιάννη την ακολουθούν όπου κι αν πάει – τώρα στη Γαλιάντρα (Γιατράκου 4, Αθήνα) και τη Στοά Φιξ (Αιόλου 102, Ομόνοια)- όπως και πιάτα με τραχανά και κοκκινιστά.
Στους Θεσσαλούς (Μελενίκου 2, Αθήνα) τρως καβουρμά, που αν έχεις καταγωγή από Βορρά, σίγουρα εκτιμάς. Τα φαγητά της μαμάς έρχονται από όλα τα μέρη της Ελλάδας, καθώς καθεμία μαγείρευε τις συνταγές του τόπου της.
Γιουβέτσι, παστίτσιο, μουσακάς και άλλα «μπελαλίδικα» φαγητά που δύσκολα θα φτιάξεις σπίτι, λόγω χρόνου, είναι κι αυτά που αποζητάς έξω. Μπριάμ, κολοκυθοανθοί, όπως αυτοί που βρίσκεις στην εποχή τους στον Γιάννη (Αχαρνών 258, Αθήνα) και ψαρόσουπα σού κλείνουν το μάτι όταν τα βλέπεις στους καταλόγους των μαγαζιών. Στην Κυβέλη τρως ζουμερά σουτζουκάκια, στα περίφημα Γιουβετσάκια (Ιθώμης 20 & Μωρέως 45, Άνω Γλυφάδα), απολαμβάνεις κριθαράκι με μοσχάρι, στο Ολύμπιον (Αναπαύσεως 9, Μετς) ό,τι βγαίνει στη βιτρίνα.
Το υποσυνείδητό μας παίζει περίεργα παιχνίδια με το φαγητό και με τη μνήμη να ξεθωριάζει και τη ροπή προς την ωραιοποίηση του παρελθόντος, δεν είναι περίεργο να εξυψώνουμε μαγαζιά με μαμαδίστικο φαγητό, που δεν το αξίζουν.
Στον βωμό της νοσταλγίας, δεν είναι λίγα τα εγχειρήματα που καπηλεύονται τις αναμνήσεις και την ανάγκη μας να νιώσουμε οικεία μέσω του φαγητού, που θεωρούν ότι με λίγη επίπλαστη νοσταλγία θα πετύχουν τον σκοπό τους. Το φαγητό της μαμάς μπορεί να μην ήταν πάντα το πιο νόστιμο, αλλά είχε την αγάπη της. Κι αυτό είναι που αναζητάμε στους ανθρώπους που μαγειρεύουν τώρα για εμάς εκεί έξω.
Το OneCity είναι ο νέος οδηγός της Αθήνας. Γειτονιές, πρόσωπα, εστιατόρια και street food, τάσεις και αφίξεις σε διασκέδαση και πολιτισμό. Ό,τι συμβαίνει στην πόλη βρίσκεται στο OneCity by OneMan!