10 πόλεμοι που κανείς δεν κατάλαβε γιατί έγιναν
Άλλοι έληξαν χωρίς νεκρούς, σε άλλους υπήρξαν αιματοχυσίες χωρίς λόγο και κάποιοι ξέχασαν απλά να λήξουν.
- 20 ΙΑΝ 2024
«Ποτέ δεν υπήρξε καλός πόλεμος ή κακή ειρήνη», έγραψε ο Βενιαμίν Φραγκλίνος το 1783. Πράγματι, σοφά λόγια και πολύ αληθινά. Δυστυχώς, όπως βλέπουμε μέχρι και σήμερα, δυόμισι αιώνες αργότερα, τα κράτη βρίσκονται πολύ συχνά σε πόλεμο. Ο πρώτος καταγεγραμμένος πόλεμος έγινε στο Σουδάν πριν από 13.400 χρόνια και όπως μαρτυρούν χιλιετίες συγκρούσεων, ο άνθρωπος δεν είναι και το πιο ήσυχο θηλαστικό στον πλανήτη.
Μεταξύ των χιλιάδων πολέμων που διεξήχθησαν στην ανθρώπινη ιστορία, είναι και μερικοί που ξεχωρίζουν για την ιδιότυπη φύση τους, είτε λόγω των παράξενων γεγονότων που προκάλεσαν τη σύγκρουση είτε λόγω της έλλειψης πραγματικής μάχης. Παρακάτω θα βρεις 10 από τους πιο παράξενους πολέμους στην ιστορία, από τον 14ο αιώνα ως τη σύγχρονη εποχή.
Ο Πόλεμος του Κουβά
Οι εμφύλιες διαμάχες λένε ότι είναι οι χειρότερες που μπορούν να συμβούν, γιατί «αδερφός σκοτώνει αδερφό». Είναι το ίδιο θλιβερές είτε προκαλούνται από βαθείς ιδεολογικούς λόγους, είτε για κάτι ασήμαντο. Υπάρχουν ωστόσο ορισμένοι εμφύλιοι που θα θεωρούνταν γελοίοι, αν δεν υπήρχαν νεκροί. Ένας τέτοιος είναι και ο «Πόλεμος του Κουβά», δηλαδή η εμφύλια διαμάχη ανάμεσα στην Μόντενα και την Μπολόνια που ξεκίνησε μια νύχτα του 1325, όταν στρατιώτες από τη Μόντενα τρύπωσαν στη Μπολόνια και έκλεψαν τον δρύινο κουβά από το δημοτικό πηγάδι.
Στην πραγματικότητα, ο πόλεμος ήταν το αποκορύφωμα των συνεχιζόμενων εντάσεων που υπήρχαν μεταξύ των ιταλικών πόλεων-κρατών εδώ και 300 χρόνια. Αυτή η κίνηση με τη σειρά της οδήγησε τον Πάπα να στείλει 30.000 πεζούς στρατιώτες των Γουέλφων (μιας πολιτικής και στρατιωτικής παράταξης που τον στήριζε) για να βοηθήσουν την Μπολόνια.
Ο Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έστειλε απέναντί τους 5.000 Γιβελλίνους (ομάδα που στήριζε τον Αυτοκράτορα) στο πλευρό της Μόντενα. Κατά τη διάρκεια της μάχης που ακολούθησε, περισσότεροι από 2.000 στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους. Τελικά, μετά το τέλος του πολέμου, οι στρατιώτες της Μόντενα πήραν τον δημοτικό κουβά ως τρόπαιο πολέμου.
Ο Πόλεμος των 335 Χρόνων
Το 1651, οι Κάτω Χώρες αποφάσισαν να εμπλακούν στον αγγλικό εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των βασιλικών και των κοινοβουλευτικών. Κατά τη διάρκεια όλης αυτής της βρώμικης υπόθεσης, οι Ολλανδοί έστειλαν έναν στόλο 12 πολεμικών πλοίων στα Νησιά Σίλι, ένα αρχιπέλαγος στα ανοικτά του νοτιοδυτικού άκρου της Κορνουάλης, για να απαιτήσουν αποζημιώσεις από τους Βασιλικούς, οι οποίοι είχαν κάνει επιδρομές στις ολλανδικές ναυτιλιακές οδούς.
Τα αιτήματά τους αγνοήθηκαν, οπότε οι Ολλανδοί κήρυξαν τον πόλεμο στα Νησιά Σίλι. Τα νησιά Σίλι είναι πέντε κατοικημένα νησιά και μερικά άλλα ακατοίκητα βράχια στα ανοικτά των ακτών της Κορνουάλης στη νοτιοδυτική άκρη της Αγγλίας. Με πληθυσμό περίπου 2.000 ανθρώπους, τα νησιά βασίζονται στην αλιεία και τον τουρισμό ως κύριες πηγές εισοδήματος. Ε, λοιπόν αυτό ο πόλεμος κράτησε μέχρι το 1986.
Οι Ολλανδοί νίκησαν εύκολα και παρέμειναν εκεί για τρεις μήνες. Στη συνέχεια εγκατέλειψαν την άκαρπη σύγκρουση και απέπλευσαν στην πατρίδα τους. Ξέχασαν όμως ένα πράγμα: να κηρύξουν ειρήνη με τα Νησιά Σίλι. Ο αναίμακτος πόλεμος διήρκεσε τεχνικά 335 χρόνια μέχρι κάποιος να θεωρήσει σκόπιμο να υπογράψει επίσημα μια συνθήκη ειρήνης, πράγμα που τελικά συνέβη το 1986. Παραμένει, αναμφισβήτητα, ένας από τους μακροβιότερους πολέμους στην ιστορία.
O Πόλεμος του αυτιού του Τζένκινς
Κάποτε, ένα κομμένο αυτί στοίχισε τη ζωή σε 55 χιλιάδες ανθρώπους και αυτό συνιστά από μόνο του μια τραγική ιστορία. Το 1731, οι Βρετανοί έμποροι διαμαρτύρονταν ολοένα και περισσότερο για τον ισπανικό έλεγχο και τον τρόπο με τον οποίο η ισπανική ακτοφυλακή αντιμετώπιζε τα εμπορικά τους πλοία στην αμερικανική ήπειρο. Η Φλόριντα ήταν ακόμα ισπανική κατάκτηση και η Garda Costa έκανε ό,τι ήθελε γύρω από αυτήν.
Μια ομάδα από το ισπανικό περιπολικό σκάφος της Ακτοφυλακής “La Isabela”, επιβιβάστηκε στο βρετανικό “Rebecca” και το έθεσε υπό τις διαταγές του Χουάν ντε Λεόν Φαντίνιο, ενός ιδιώτη ισπανού ναυτικού. Ο Φαντίνιο, κατηγόρησε για λαθρεμπόριο τον καπετάνιο του βρετανικού πλοίου “Rebecca”, Ρόμπερτ Τζένκινς και πάνω σε έντονη λογομαχία του έκοψε το αριστερό αυτί. Ο Φαντίνιο, φέρεται μάλιστα να είπε στον Τζένκινς: «Πήγαινε και πες στον Βασιλιά σου ότι θα πάθει τα ίδια, αν τολμήσει να κάνει ό,τι κι εσύ».
Τον Μάρτιο του 1738, επτά χρόνια μετά, ο Τζένκινς οδηγήθηκε να καταθέσει ενώπιον του Βρετανικού Κοινοβουλίου, για να επαναλάβει την ιστορία του, μπροστά σε μια επιτροπή της Βουλής των Κοινοτήτων. Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, είχε προσκομίσει και το κομμένο αυτί του (που διατηρούσε σε οινόπνευμα, λένε), ως πειστήριο των ισχυρισμών του. Το συμβάν εξετάστηκε παράλληλα και με άλλες περιπτώσεις «ισπανικών προκλήσεων κατά των Βρετανών» και αμέσως κατέστη σαφές ότι επρόκειτο για προσβολή της τιμής της Βρετανίας, συνεπώς είχαμε casus belli.
Το Κοινοβούλιο και ο Βασιλιάς Γεώργιος Β’ έδωσαν τη συγκατάθεσή τους και άρχισε ο Πόλεμος με μικρές αψιμαχίες στη Φλόριντα και τη Τζόρτζια στην αρχή. Από το 1742 και μετά οι διαμάχες εξαπλώθηκαν και στην Ευρώπη και συμμετείχαν οι περισσότερες από τις δυνάμεις της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης, για να λήξει το 1748. Με αφορμή ένα κομμένο αυτί, έχασαν τη ζωή τους 55.000 περίπου άνθρωποι.
Ο Πόλεμος του βραστήρα
Ο πόλεμος του βραστήρα ήταν μια παράξενη σύγκρουση που, στην πραγματικότητα, ήταν περισσότερο ένα διεθνές επεισόδιο παρά ένας πόλεμος και ευτυχώς δεν σημειώθηκε κανένας θάνατος. Το 1784, η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και οι 7 Κάτω Χώρες (σημερινή Ολλανδία) διαπληκτίζονταν για την πρόσβαση στα λιμάνια της Αμβέρσας και της Γάνδης στο Βέλγιο.
Συγκεκριμένα, οι Επτά Κάτω Χώρες είχαν υπό τον έλεγχό τους τον ποταμό Σχελντ και είχαν απαγορεύσει τη διέλευση των εμπορικών πλοίων, ώσπου, ο αυτοκράτορας αποφάσισε να σπάσει αυτόν τον αποκλεισμό και να στείλει τρία πλοία να τον διασχίσουν. Οι Ολλανδοί απάντησαν στέλνοντας μόνο ένα, το Dolfijn. Όταν ο εχθρός πλησίασε, αυτό έριξε μία μόνο βολή, το οποίο βρήκε έναν βραστήρα στο κατάστρωμα ενός πλοίου της Αυτοκρατορίας.
Αυτό τρόμαξε τον ανίκανο καπετάνιο του πλοίου, ο οποίος παραδόθηκε αμέσως, παραδίδοντας τη νίκη (και το πλοίο) στους Ολλανδούς. Ο αυτοκράτορας μόλις έμαθε τα μαντάτα κήρυξε αμέσως τον πόλεμο, αλλά κάποιες πλημμύρες που συνέβησαν αργότερα τον έκαναν να το ξανασκεφτεί και να καταλήξει σε συμβιβασμό. Έτσι, έμεινε στην ιστορία ως «ο πόλεμος του βραστήρα», αφού κανείς άλλος δεν πληγώθηκε από αυτόν.
Ο Πόλεμος της ζαχαροπλαστικής
Στις αρχές της δεκαετίας του 1830, ένας Γάλλος ζαχαροπλάστης που ζούσε στην Τακουμπάγια, κοντά στην Πόλη του Μεξικού, ισχυρίστηκε ότι κάποιοι αξιωματικοί του μεξικανικού στρατού είχαν καταστρέψει και λεηλατήσει το εστιατόριό του. Απευθύνθηκε στον βασιλιά της Γαλλίας, ζητώντας αποζημίωση, και με αυτόν τον τρόπο, βοήθησε άθελά του να ξεκινήσει ένας πόλεμος. Η καταγγελία του ζαχαροπλάστη ώθησε τη Γαλλία να πιέσει το Μεξικό για το μεγάλο ποσό των 600.000 πέσος ως αποζημίωση.
Τον Νοέμβριο του 1838, ενώ ο Μεξικανός πρόεδρος δεν είχε ακόμη προβεί σε πληρωμές, η Γαλλία έστειλε στόλο στη Βερακρούζ, το κύριο λιμάνι στον Κόλπο του Μεξικού. Οι Γάλλοι βομβάρδισαν το φρούριο του Σαν Χουάν ντε Ουλούα και το Μεξικό κήρυξε τον πόλεμο στη Γαλλία. Πριν όμως η κρίση κλιμακωθεί περαιτέρω, παρενέβη η Βρετανία και διαπραγματεύτηκε συνθήκη ειρήνης.
Οι γαλλικές δυνάμεις αποσύρθηκαν τον Μάρτιο του 1839. Ο ζαχαροπλάστης, εν τω μεταξύ, δεν είδε ποτέ ούτε ένα πέσο από το Μεξικό, το οποίο δεν πλήρωσε ποτέ την αποζημίωση, γεγονός που χρησιμοποιήθηκε αργότερα από τη Γαλλία για να δικαιολογήσει τη δεύτερη γαλλική επέμβαση στο Μεξικό, το 1861.
Ο Πόλεμος των χοίρων
Η Συνθήκη του Όρεγκον του 1846 διευθέτησε μακροχρόνιες συνοριακές διαφορές μεταξύ των ΗΠΑ και της Βρετανικής Βόρειας Αμερικής (σημερινός Καναδάς). Ακόμη και στο στρατηγικής σημασίας νησί Σαν Χουάν στην πολιτεία Ουάσινγκτον, το οποίο παρέμενε αμφισβητούμενο, οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί έποικοι έδειχναν να τα βρίσκουν. Αλλά τότε, στις 15 Ιουνίου 1859, ένας Αμερικανός αγρότης ονόματι Lyman Cutlar πυροβόλησε ένα βρετανικό γουρούνι που είχε περιπλανηθεί στη γη του και έτρωγε τις πατάτες του.
Τα πράγματα κλιμακώθηκαν γρήγορα και οι ντόπιοι Αμερικανοί ζήτησαν στρατιωτική προστασία από τις ΗΠΑ. Ένας λόχος 66 ατόμων του 9ου πεζικού των ΗΠΑ στάλθηκε στο Σαν Χουάν. Σε απάντηση, οι Βρετανοί έστειλαν τρία πολεμικά πλοία. Τότε ήρθε η φωνή της λογικής με τη μορφή του ναυάρχου Robert L. Baynes, αρχιστράτηγου του βρετανικού ναυτικού στον Ειρηνικό. Αρνήθηκε να εμπλακεί περαιτέρω, δηλώνοντας ότι δεν θα «εμπλέξει δύο μεγάλα έθνη σε πόλεμο για μια διαμάχη για ένα γουρούνι». Έτσι έληξε ο πόλεμος των χοίρων, με μία μόνο απώλεια: το άτυχο γουρούνι.
Η πόλη Líjar εναντίον της Γαλλίας
Το 1883, η μικροσκοπική πόλη Líjar στην Ανδαλουσία της Ισπανίας κήρυξε τον πόλεμο εναντίον ολόκληρης της στρατιωτικής δύναμης της Γαλλίας. Ο δήμαρχος του Líjar ήταν προφανώς εξοργισμένος από κάποια νέα που είχε ακούσει και συγκάλεσε αμέσως συνέλευση της πόλης για να συζητήσει το θέμα. Εξήγησε την κατάσταση ως εξής: «Ο βασιλιάς μας Αλφόνσο (της Ισπανίας), όταν περνούσε από το Παρίσι στις 29 Σεπτεμβρίου, λιθοβολήθηκε και προσβλήθηκε με τον πιο άνανδρο τρόπο από άθλιες ορδές του γαλλικού έθνους».
Το δημοτικό συμβούλιο ενέκρινε την πολεμική πρόταση του δημάρχου και ο Líjar ανακοίνωσε την απόφασή του στην ισπανική κυβέρνηση και στον πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας. Στη συνέχεια φυσικά, τίποτα δεν συνέβη. Μέχρι που, 100 χρόνια αργότερα, η πόλη αποφάσισε να τερματίσει επίσημα τον πόλεμο με τη Γαλλία, με πολύ λίγες φανφάρες εκτός του Líjar, επειδή όλοι οι υπόλοιποι είχαν ξεχάσει ότι ο πόλεμος υπήρξε.
Ο πόλεμος του αδέσποτου σκύλου
Να και ένας πόλεμος στην περιοχή μας. Μετά από δεκαετίες εδαφικών διαφορών και τους Βαλκανικούς Πολέμους, οι εντάσεις ήταν ήδη μεγάλες μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας το 1925. Τότε ένας σκύλος πυροδότησε έναν πόλεμο. Όλα ξεκίνησαν όταν ο σκύλος πέρασε τρέχοντας τα σύνορα μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Ο ιδιοκτήτης του, ένας Έλληνας στρατιώτης, έτρεξε πίσω από τον σκύλο και αμέσως πυροβολήθηκε από τους Βούλγαρους.
Το διπλωματικό χάος που ακολούθησε είχε ως αποτέλεσμα μια σύντομη εισβολή της Ελλάδας στη Βουλγαρία, γνωστή ως ο Πόλεμος του Αδέσποτου Σκύλου, που διήρκησε 10 ημέρες και είχε τουλάχιστον 50 θύματα. Η τύχη του σκύλου παραμένει άγνωστη.
Ο Μεγάλος Πόλεμος των Εμού
Στη Wikipedia διαβάζουμε ότι Το εμού είναι πτηνό της τάξης των Καζουαριόμορφων και της οικογένειας των Δρομεϊδών, και το μεγαλύτερο ιθαγενές πουλί της Αυστραλίας καθώς και το μόνο σωζόμενο μέλος του γένους Dromaius. Τι σχέση έχει αυτό με τον πόλεμο; Το 1932, μια ορδή από εμού έφτασε στη Δυτική Αυστραλία, όπου άρχισαν να καταστρέφουν τις καλλιέργειες και να προκαλούν γενικότερα χάος. Οι αγρότες ζήτησαν από την κυβέρνηση βοήθεια για να καταπολεμήσουν τον όχλο, ο οποίος αριθμούσε τουλάχιστον 20.000 πτηνά.
Σε απάντηση, ο ταγματάρχης G.P.W. Meredith του αυστραλιανού στρατού στάλθηκε στην περιοχή επικεφαλής μιας μικρής ομάδας στρατιωτών οπλισμένων με ελαφρά πολυβόλα Lewis και 10.000 σφαίρες. Τα πράγματα δεν πήγαν καλά. Τα εμού ήταν πιο σκληρά, πιο γρήγορα και πιο έξυπνα από ό,τι αναμενόταν και χρειάστηκαν 2.500 σφαίρες για να πέσουν μόλις 200 από τα πουλιά.
Ο «πόλεμος» τελικά εγκαταλείφθηκε, με νικητές τα Εμού. Ο Ταγματάρχης δήλωσε τότε για τα πτηνά: «Αν είχαμε μια στρατιωτική δύναμη με την ικανότητα αυτών των πτηνών, θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε οποιονδήποτε στρατό στον κόσμο. Μπορούν να αντιμετωπίσουν πολυβόλα όπλα και να μείνουν άτρωτα σαν τανκ. Είναι σαν τους Ζουλού, που δεν τους σταματούσαν ούτε οι επεκτεινόμενες σφαίρες».
Τελικά η λύση δόθηκε από τους αγρότες καθώς η αυστραλιανή κυβέρνηση επικήρυξε τα εμού και έδωσε αμοιβή για κάθε πουλί που θα πιανόταν. Τα επόμενα χρόνια τελικά θανατώθηκαν 57.000 εμού έναντι αμοιβής.
Ο Πόλεμος του ουίσκι
Για μισό αιώνα, η Δανία και ο Καναδάς είχαν εμπλακεί σε έναν από τους πιο φιλικούς πολέμους όλων των εποχών. Όλα ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1970, όταν τα δύο έθνη συζητούσαν για τα σύνορα της Αρκτικής, συμπεριλαμβανομένου ενός μικρού, έρημου κομματιού βράχου, της Νήσου Χανς. Κανείς δεν μπορούσε πραγματικά να συμφωνήσει για το πώς να μοιραστεί το Χανς, οπότε παρέμεινε μάλλον ασήμαντη εκκρεμότητα.
Τότε, το 1984, κάποιοι Καναδοί στρατιώτες προσγειώθηκαν στον βράχο και αμέσως τοποθέτησαν μια σημαία με φύλλα σφενδάμου και άφησαν ένα μπουκάλι ουίσκι πριν επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Σε απάντηση, η Δανία έστειλε έναν εκπρόσωπο στο νησί, ο οποίος αντικατέστησε τη σημαία με τη σημαία της Δανίας, αφήνοντας ένα μπουκάλι σναπς και ένα σημείωμα που έγραφε «Καλώς ήρθατε στο νησί της Δανίας». Ο πόλεμος του ουίσκι είχε αρχίσει στα σοβαρά.
Αυτή η φιλική σύγκρουση συνεχίστηκε για 50 χρόνια, με την τακτική ανταλλαγή σημαιών, σημειωμάτων και μπουκαλιών με ποτό. Τελικά, το 2022, η Δανία και ο Καναδάς συνήψαν συμφωνία για το μικροσκοπικό, ακατοίκητο νησί της Αρκτικής, τερματίζοντας οριστικά τον πόλεμο του ουίσκι. Τελικά το 60% ανήκει στην Δανία (και θα το διαχειρίζεται η Γροιλανδία) και το υπόλοιπο στον Καναδά.