8 πράγματα που ίσως δεν γνώριζες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της αρχαιότητας
Όχι, ο Μαραθώνιος δεν ήταν ανάμεσα στα αγωνίσματα.
- 21 ΙΟΥΛ 2024
Το 776 π.Χ., θεατές συγκεντρώθηκαν στην Αρχαία Ολυμπία για να παρακολουθήσουν έναν απλό αγώνα δρόμου. Και κάπως έτσι ξεκίνησαν οι αρχαίοι Ολυμπιακοί Αγώνες, οι κλασικοί αθλητικοί αγώνες που συνεχίστηκαν για περισσότερο από μια χιλιετία, προσελκύοντας αθλητές και θεατές από όλη τη Μεσόγειο. Στην πρώτη τους τουλάχιστον μορφή.
Μέσα σε λίγες εκατοντάδες χρόνια, οι Ολυμπιακοί Αγώνες επεκτάθηκαν πέρα από ένα απλό δρομικό αγώνισμα: Προστέθηκαν περισσότερα αθλήματα και η Ολυμπία θέσπισε αυστηρούς κανόνες και κανονισμούς για τον ολοένα και πιο δημοφιλή διαγωνισμό. Κάθε τέσσερα χρόνια, οι αρχαίοι Ολυμπιονίκες που αξιολογούνταν από δέκα άρτια εκπαιδευμένους κριτές, τους Ελλανοδίκες, αναμετρώνταν στην αφόρητη ζέστη του ελληνικού θέρους.
Όπως και οι σύγχρονοι αθλητές, αγωνίζονταν στην πάλη, το ακόντιο, την πυγμαχία και το άλμα εις μήκος, ενώ σε αντίθεση με τους σημερινούς αθλητές, έτρεχαν επίσης στη γραμμή του τερματισμού με άρματα. Αν και το κύριο μέλημα των αρχαίων αγώνων ήταν ο αθλητισμός, ενσωμάτωσαν επίσης φιλοσοφίες δικαιοσύνης, ειρήνης, ανάπτυξης και εκπαίδευσης – αξίες που διαπερνούν τη δική μας ολυμπιακή εποχή, η οποία ξεκίνησε 1.500 χρόνια μετά τη λήξη των αρχικών το 393 π.Χ.
Οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες διεξήχθησαν στην Αθήνα το 1896, χάρη στις οργανωτικές προσπάθειες του Γάλλου βαρόνου Pierre de Coubertin, ο οποίος προέβλεψε την αξία ενός πολυεθνικού αθλητικού διαγωνισμού, καθώς και του Δημήτριου Βικέλα.
«Ο Ολυμπισμός δεν είναι ένα σύστημα», είπε κάποτε ο Coubertin. «Είναι μια κατάσταση του μυαλού». Ενόψει των θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2024 στο Παρίσι που ξεκινάνε στις 26 Ιουλίου με την τελετή έναρξης, ακολουθούν οκτώ όχι και τόσο γνωστά facts σχετικά με τον περίφημο αρχαίο αθλητικό διαγωνισμό που ενέπνευσε τόσο τον Pierre de Coubertin όσο και τις μεταγενέστερες επαναλήψεις των Αγώνων.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν ήταν ακριβώς μοναδικοί στο είδος τους
Η Ολυμπία δεν ήταν η μόνη αρχαία ελληνική πόλη που φιλοξενούσε έναν οργανωμένο αθλητικό διαγωνισμό. Πολλές κοινότητες διοργάνωναν τους δικούς τους αγώνες, αλλά οι διαγωνισμοί αυτοί διέφεραν σε κύρος. Γύρω στο 150 π.Χ., περίπου 200 «βραβευμένοι αγώνες» διεξάγονταν τακτικά σε όλη την Ελλάδα, με την Αθήνα, τα Μέγαρα και τη Βοιωτία να αναδεικνύονται ως οι πιο σημαντικοί χώροι διεξαγωγής. Οι αθλητές διαγωνίζονταν για χρήματα και πολύτιμα βραβεία, όπως δοχεία με λάδι.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες με έδρα την Ολυμπία αποτελούσαν μέρος μιας άλλης κατηγορίας αγώνων: των Ιερών Αγώνων, επίσης γνωστών ως Πανελλήνιοι Αγώνες ή Αγώνες του Στέμματος. Τέσσερα μέρη, η Νεμέα, οι Δελφοί, ο Ισθμός της Κορίνθου και η Ολυμπία διοργάνωναν εναλλάξ τον ετήσιο διαγωνισμό, πράγμα που σημαίνει ότι οι πραγματικοί Ολυμπιακοί Αγώνες γίνονταν μόνο κάθε τέσσερα χρόνια, όπως οι θερινοί και οι χειμερινοί αγώνες σήμερα.
Η Ολυμπιακή Εκεχειρία δεν είναι κάτι καινούργιο
Στην τελετή έναρξης των Χειμερινών Αγώνων του 1994 στο Λίλεχαμερ της Νορβηγίας, ο Juan Antonio Samaranch, τότε πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, μίλησε για τη σημασία της ειρήνης. «Το μήνυμά μας είναι ισχυρότερο από ποτέ», είπε. «Παρακαλώ σταματήστε τις μάχες. Παρακαλώ σταματήστε τις δολοφονίες. Σας παρακαλώ, πετάξτε τα όπλα σας».
Τα λόγια του Samaranch ήταν ένας υπαινιγμός στη συνεχιζόμενη πολιορκία του Σαράγεβο και προκάλεσαν τη σύγχρονη ολυμπιακή εκεχειρία, που τότε αναβίωσε πρόσφατα από την επιτροπή και τα Ηνωμένα Έθνη. Από το 1994, τα Ηνωμένα Έθνη έχουν υιοθετήσει ένα ψήφισμα με τίτλο «Χτίζοντας έναν ειρηνικό και καλύτερο κόσμο μέσω του αθλητισμού και του Ολυμπιακού ιδεώδους» πριν από κάθε διοργάνωση των Αγώνων.
Η ιστορία της ολυμπιακής εκεχειρίας πηγαίνει όμως πολύ πιο πίσω από τη δεκαετία του 1990, Τον 9ο αιώνα π.Χ., ο Ίφιτος, ο ηγεμόνας της ελληνικής πόλης της Ήλιδας, κουράστηκε με τις ατελείωτες συγκρούσεις της περιοχής.
Όταν συμβουλεύτηκε το μαντείο των Δελφών, μια ιέρεια που λειτουργούσε ως η επίγεια φωνή του θεού Απόλλωνα, του είπε να ξεκινήσει έναν ειρηνικό αθλητικό διαγωνισμό. Ο Ίφιτος και άλλοι Έλληνες μονάρχες υπέγραψαν μια ανακωχή, την Εκεχειρία. Σε αντίθεση με τον δημοφιλή μύθο, η συμφωνία δεν απαιτούσε να σταματήσουν όλες οι συγκρούσεις στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια των Αγώνων. Αντίθετα, επέτρεπε στους αθλητές και σε άλλα άτομα που συμμετείχαν στη διοργάνωση να ταξιδεύουν με ασφάλεια από και προς την Ολυμπία.
Η λαμπαδηδρομία δεν ήταν ένα αρχαίο ολυμπιακό γεγονός
Σήμερα, το άναμμα της ολυμπιακής φλόγας αποτελεί το κεντρικό σημείο της τελετής έναρξης των Αγώνων. Λίγους μήνες πριν, ανάβει η φωτιά στην Αρχαία Ολυμπία και κατά τη διάρκεια των εβδομάδων που ακολουθούν, η φλόγα «ταξιδεύει» πριν τελικά φωτίσει μια μεγάλη δάδα στο Ολυμπιακό στάδιο.
Ενώ αυτή η σκυταλοδρομία από δάδα σε δάδα έχει αναδειχθεί σε έναν από τους κορυφαίους συμβολισμούς των Αγώνων, εντούτοις η παράδοση δεν έρχεται από τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αρχαιότητας. Αντίθετα, η Ολυμπιακή Φλόγα έκανε για πρώτη φορά ένα τέτοιο ταξίδι το 1936, όταν οι Γερμανοί αρχιτέκτονες των Αγώνων του Βερολίνου οργανώθηκαν ώστε να ανάψει μια φλόγα στην Ολυμπία και να μεταφερθεί στη ναζιστική πρωτεύουσα.
Σε γενικές γραμμές, η φωτιά αποτελούσε σημαντικό μέρος των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων. Κατά τη διάρκεια των αγώνων, μια φωτιά διατηρούνταν συνεχώς αναμμένη στο βωμό της θεάς Εστίας. Ιερές φλόγες άναβαν επίσης στους ναούς του Δία και της Ήρας. Ενώ η λαμπαδηδρομία δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ στην πραγματικότητα στην αρχαία Ολυμπία, αθλητικοί αγώνες σε άλλες πόλεις μερικές φορές περιελάμβαναν το γεγονός.
Στους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν μπορούσε να αγωνιστεί ο καθένας
Οι γυναίκες ήταν ρητά αποκλεισμένες από το να αγωνίζονται στους Αγώνες της Ολυμπίας, αν και μπορούσαν να κερδίσουν διακρίσεις ως ιδιοκτήτριες αλόγων που κέρδιζαν μεγάλες νίκες σε αρματοδρομίες. Οι Ηραϊκοί Αγώνες, ένας ξεχωριστός διαγωνισμός ειδικά για γυναίκες, εμφανίστηκε ως εναλλακτική λύση στους Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά δεν αποτελούσε μέρος των επίσημων εορταστικών εκδηλώσεων.
Τυπικά, οποιοσδήποτε ελεύθερος Έλληνας άντρας πολίτης μπορούσε να συμμετάσχει στους Αγώνες, αλλά χρειαζόταν αρκετό χρόνο για να προετοιμαστεί κατάλληλα. Ο πρώτος νικητής των Ολυμπιακών Αγώνων, άλλωστε, φέρεται να ήταν ο Κόροιβος από την Ηλεία, ο οποίος ήταν μάγειρας.
Η Ολυμπία απαιτούσε από κάθε αθλητή που συμμετείχε στον αγώνα να προπονείται για δέκα μήνες πριν από τους Αγώνες. Μια τέτοια δέσμευση απέκλειε τους περισσότερους ονειροπόλους που έπρεπε να αφιερώσουν το χρόνο τους στη στήριξη των οικογενειών τους. Κάποιοι φτωχοί αλλά ταλαντούχοι αθλητές έβρισκαν διέξοδο μέσω χορηγιών από πλούσιους άντρες, οι οποίοι τους υποστήριζαν με υποτροφίες κατά τη διάρκεια της προπόνησής τους. Άλλοι λάμβαναν ένα είδος αθλητικής υποτροφίας από τις αρχές. Το 300 π.Χ., ο προπονητής του Αθηνόδωρου απευθύνθηκε στην πόλη της Εφέσου ζητώντας οικονομική βοήθεια για τον ασκούμενό του.
Ο μαραθώνιος δεν ήταν αρχαίο ολυμπιακό αγώνισμα
Ο αγώνας δρόμου 42.198 μέτρων που περιλαμβάνεται στους σημερινούς Αγώνες και διεξάγεται συχνά σε όλο τον κόσμο αποτελεί μέρος των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων από την αναβίωση του διαγωνισμού το 1896. Στην αρχαία Ολυμπιάδα όμως δεν υπήρχε τέτοιος αγώνας δρόμου. Στην πραγματικότητα, ο μεγαλύτερος αγώνας δρόμου που ολοκλήρωσαν οι αρχαίοι Ολυμπιονίκες ήταν ο δολίχος, ο οποίος μπορεί να έφτανε τα πέντε χιλιόμετρα.
Παρόλα αυτά, ο μαραθώνιος έχει μυθικές ρίζες στην αρχαία Ελλάδα. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Φειδιππίδης, ένας αρχαίος Έλληνας αγγελιοφόρος, έτρεξε 42 χιλιόμετρα από ένα πεδίο μάχης στον Μαραθώνα προς την Αθήνα για να ανακοινώσει τη στρατιωτική νίκη της Ελλάδας επί των Περσών και πέθανε επί τόπου.
Οι αρχαίοι Ολυμπιονίκες δεν έπαιρναν μετάλλια, αλλά οι νίκες τους δεν ήταν υλικά άχρηστες
Οι πρώτοι νικητές των ιερών αγώνων κέρδιζαν στεφάνια από ελιά και για αυτό στην Ολυμπιάδα του 2004, αυτό το έθιμο αναβίωσε. Αλλά αυτά τα επίσημα βραβεία δεν ήταν τα μόνα κέρδη τους: Όπως κάνουν σήμερα οι Ολυμπιονίκες, οι αρχαίοι αθλητές ταξίδευαν από πολύ μακριά για να διαγωνιστούν στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Οι πόλεις καταγωγής των νικητών ήταν εξαιρετικά περήφανες γι’ αυτούς και τους έδιναν πρόσθετα βραβεία κατά την επιστροφή τους.
Η Αθήνα, για παράδειγμα, εφοδίαζε τους τοπικούς νικητές των Ολυμπιακών Αγώνων με 50 έως 100 αμφορείς με ελαιόλαδο. Άλλες ανταμοιβές περιλάμβαναν παρελάσεις, ισόβιες θέσεις σε αμφιθέατρα, συντάξεις, κυβερνητικές θέσεις, γεύματα και πολλά άλλα. Ένας πετυχημένος αθλητής που συγκέντρωνε πλούτο τόσο από τους αγώνες όσο και από τις ολυμπιακές νίκες μπορούσε να ζήσει μια πραγματικά πολυτελή ζωή, μετά την επιτυχία του.
Οι αρχαίοι Ολυμπιονίκες εμφανίζονταν γυμνοί
Οι αρχαίοι Έλληνες ήταν αρκετά συνηθισμένοι στον γυμνισμό, μεταξύ άλλων και σε αθλητικούς αγώνες. Η πρακτική αυτή ταίριαζε ιδιαίτερα στους Ολυμπιακούς Αγώνες αφήνοντας τους διαγωνιζόμενους να εκπροσωπούνται αποκλειστικά από τη σωματική τους ανδρεία.
Οι αθλητές δεν ήταν οι μόνοι που έπρεπε να είναι γυμνοί στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Κάποτε, η Καλλιπάτειρα μπήκε κρυφά στο στάδιο, μεταμφιεσμένη σε προπονήτρια, ώστε να παρακολουθήσει τον γιο της να αγωνίζεται, μιας και οι παντρεμένες γυναίκες δεν μπορούσαν να παρευρίσκονται ως θεατές. Μετά από αυτό το γεγονός, όλοι οι προπονητές έπρεπε να είναι γυμνοί όπως και οι αθλητές, ώστε μια ανεπιθύμητη γυναίκα να εντοπίζεται αμέσως.
Οι Αρχαίοι Αγώνες δεν συντρίφθηκαν από τον χριστιανισμό, αλλά από την οικονομία
Οι αρχαίοι Ολυμπιακοί Αγώνες διεξάγονταν προς τιμήν του Δία, του βασιλιά των Ελλήνων θεών. Μέχρι τα μέσα του δεύτερου αιώνα π.Χ., η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είχε πάρει τον έλεγχο της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένης της Ολυμπίας. Οι Αγώνες συνεχίστηκαν, δημοφιλείς αλλά μειωμένοι σε τιμή και δόξα.
Στις αρχές της δεκαετίας του 300, η Ρώμη υιοθέτησε τον Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία της. Αργότερα τον ίδιο αιώνα, ο Θεοδόσιος Α’ εξέδωσε μια σειρά διαταγμάτων που απαγόρευαν την ειδωλολατρική θρησκεία, τις τελετουργίες και τις γιορτές. Ενώ ορισμένοι κατηγορούν τα διατάγματα του αυτοκράτορα για το τέλος των Ολυμπιακών Αγώνων, οι ιστορικοί επισημαίνουν ότι τα μέτρα δεν ανέφεραν ρητά τον διαγωνισμό της Ολυμπίας.
Ενώ τα νεοεκχριστιανισμένα ρωμαϊκά ιδεώδη μπορεί να επηρέασαν την κατάρρευση των Αγώνων, η πραγματική πτώση του διαγωνισμού ήταν μάλλον λογιστική. Σύμφωνα με την ιστορικό Sofie Remijsen, οι Αγώνες της Ολυμπίας υποστηρίζονταν κάποτε από δημοτικά κονδύλια. Αλλά από τον τέταρτο αιώνα, τα χρήματα αυτά προορίζονταν για αλλού, πράγμα που σήμαινε ότι μόνο πλούσιοι ιδιώτες μπορούσαν να χρηματοδοτούν την εκδήλωση. Τελικά, οι διοργανωτές έφτασαν σε ένα σημείο όπου δεν μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά να συνεχίσουν. Μετά από περισσότερα από χίλια χρόνια, οι αρχαίοι Ολυμπιακοί Αγώνες ξεφούσκωσαν, και η αθλητική σκηνή της Ελλάδας γνώρισε τεράστια πτώση.