© iStock
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Ποιος είναι ο ξενικός αχινός που έφτασε στις παραλίες της νότιας Αττικής

Απευθυνθήκαμε στην περιβαλλοντική οργάνωση iSea για το είδος αχινού Diadema Setosum, που εξαπλώνεται με εκθετικό ρυθμό στα ελληνικά ύδατα και απειλή τα ενδημικά είδη που βρίσκονται ήδη υπό πίεση.

Πρέπει να αποδεχθούμε ότι πλέον κάτω απ’ τον πυθμένα των ελληνικών θαλασσών ενδέχεται να συναντήσουμε πλάσματα άγνωστα, αλλόκοτα στην όψη, που ποτέ μέχρι πρότινος δεν είχαν πιαστεί στα δίχτυα ψαράδων, όπως και όποτε συμβαίνει μια τέτοια απρόσμενη ανακάλυψη, θα ακολουθεί σειρά δημοσιευμάτων με τρομακτικούς τίτλους για το νέο δηλητηριώδες είδος που απειλεί τους λουόμενους.

Αυτό ακριβώς συνέβη πριν μερικές μέρες με το είδος Diadema Setosum, έναν αχινό με εμφανώς μεγαλύτερα αγκάθια από τα ενδημικά είδη τα οποία ξέρουμε, όταν δύο δύτες, σε πρόσφατη εξόρμησή τους στη νότια Αττική και την παραλία της Βουλιαγμένης, ψάρεψαν από τον βυθό ένα άτομο του επίμαχου είδους και ανήρτησαν τη φωτογραφία στα social media της σελίδας Fishing in Greece, εξηγώντας τα χαρακτηριστικά του. Η παρατήρησή τους έγινε πολύ γρήγορα viral στα ηλεκτρονικά Μέσα, τα οποία βέβαια εστίαζαν στα «τεράστια αγκάθια» και τον χαρακτηρισμό «δηλητηριώδη».

Εντούτοις, το δηλητήριό τους δεν είναι παρά ήπιο για τον ανθρώπινο οργανισμό και, όπως διευκρινίζει η Νικολέττα Σιδηροπούλου, υπεύθυνη προγραμμάτων της περιβαλλοντικής οργάνωσης iSea, «οι κίνδυνοι που επιφέρουν αφορούν πρωτίστως στα τοπικά οικοσυστήματα και τη βιοποικιλότητα». Πρόκειται για ένα είδος που δεν είναι αυτόχθονο αλλά «ινδοειρηνικής προέλευσης που εισήλθε στη Μεσόγειο μέσω της διώρυγας του Σουέζ», όπως δηλαδή τα περισσότερα από τα περίπου 1.000 ξενικά είδη τα οποία έχουν εισέλθει στη Μεσόγειο τα τελευταία χρόνια, και με την αύξηση της θερμοκρασίας των υδάτων ευδοκιμούν. Στην προκειμένη, ενδεχομένως η αρχική εισβολή να συνέβη με μεταφορά προνυμφών μέσα σε έρματα πλοίων.

Όπως αναφέρουν οι καταγραφές της περιβαλλοντικής οργάνωσης iSea, που είναι αφοσιωμένη στην προστασία των υδάτινων οικοσυστημάτων, τα 120 από τα περίπου 1.000 ξενικά είδη της Μεσογείου θεωρούνται εισβολικά και απειλούν τη θαλάσσια βιοποικιλότητα – σε αυτή την κατηγορία εντάσσεται και ο αχινός Diadema Setosum, ακριβώς λόγω του ρυθμού με τον οποίον αναπαράγεται και επεκτείνεται σε ένα περιβάλλον όπου δεν υφίστανται δυστυχώς θηρευτές να το ανταγωνιστούν. Αντίθετα, «στο φυσικό τους περιβάλλον έχει παρατηρηθεί θήρευση αχινών από αστερίες και είδη ψαριών όπως οι λαπίνες».

Η εξάπλωση στα ελληνικά ύδατα

Να επισημάνουμε ότι η εισβολή του είδους δεν αποτελεί καινούργια είδηση. Όπως επισημαίνει η Νικολέττα Σιδηροπούλου, «η πρώτη καταγραφή στα νερά της Μεσογείου ήταν το 2006 και συγκεκριμένα στις ακτές της Τουρκίας, ενώ όσον αφορά τα ελληνικά είδη, είχε καταγραφεί πρώτη φορά στη Ρόδο το 2015, αλλά είναι πολύ πιθανό να προϋπήρχε και να μην είχε ταυτοποιηθεί». Συμπληρώνεται δηλαδή περίπου μια δεκαετία που διαβιεί ο συγκεκριμένος αχινός με τα μακριά αγκάθια στις ελληνικές θάλασσες, διάστημα κατά το οποίο αύξησε σημαντικά τους πληθυσμούς του και εξαπλώθηκε ακόμη και στα βορειότερα μέρη.

«Πρόσφατα, εντοπίστηκε και στη Χαλκιδική», σημειώνει η θαλάσσια βιολόγος, κάτι που βέβαια θα ήταν αδύνατο χωρίς την αύξηση της μέσης θερμοκρασίας των υδάτων.

Κατά συνέπεια, δεν πρέπει να προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη ότι εντοπίστηκε το είδος στα (σαφώς πιο θερμά απ’ τη Χαλκιδική) νερά της Αττικής, πολύ πιθανόν μάλιστα να έχει καταφτάσει εδώ αρκετά παλιότερα. Ανατρέχοντας στην πλατφόρμα καταγραφής iNaturalist, το είδος Diadema Setosum αριθμεί εκατοντάδες καταγραφές, οι περισσότερες από τις οποίες είναι στην Κρήτη και το νοτιανατολικό Αιγαίο, αλλά άτομα έχουν αναφερθεί και στις θάλασσες της Αττικής, π.χ. στη Βάρκιζα και στο Λαγονήσι.

Θα ήταν επισφαλές να προβούμε σε εκτιμήσεις για τους πληθυσμούς τους, αλλά «μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι παρατηρούμε την εξάπλωσή τους προς βόρεια, όπως και ότι οι πληθυσμοί τους αυξάνονται σημαντικά πιο γρήγορα από τους ενδημικούς, όπως άλλωστε συμβαίνει συνήθως με τα χωροκατακτητικά είδη». Ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της άνισης εξάπλωσης; Καθότι πρόκειται για ένα φυτοφάγο είδος το οποίο μάλιστα καταναλώνει μεγάλες ποσότητες, «μπορεί να μετατρέψει μαι βραχώδη περιοχή που είναι καλυμμένη με φύκη και άλγη σε άγονη, μέσω αυτής της υπερβόσκησης».

Έτσι, σταματά να υπάρχει τροφή για τα μικρά ψάρια και στη συνέχεια παύουν να προσελκύονται τα μεγαλύτερα. «Αλλάζει η δομή των κοινοτήτων».

Όπως εξηγεί η Νικολέττα Σιδηροπούλου, οι αχινοί του είδους Diadema Setosum εντοπίζονται συνήθως σε εκτενείς πληθυσμούς, ο ένας δίπλα στον άλλον, και τείνουν να εκτοπίζουν τους ενδημικούς αχινούς, που παρεμπιπτόντως βρίσκονται γενικότερα υπό πίεση τα τελευταία χρόνια λόγω μιας σειράς παραγόντων, μεταξύ αυτών και η υπαραλίευσή τους.

Πώς μπορούμε να απαντήσουμε στην εξάπλωση

Όπως με όλα τα ξενικά είδη τα οποία εισήλθαν στη Μεσόγειο και τυχαίνει να είναι βρώσιμα (βλ. λεοντόψαρα), η απάντηση στην απειλητική εξάπλωσή τους ελλείψει θηρευτών στο νερό είναι μία: να γίνουμε εμείς οι θηρευτές τους και να τα εντάξουμε στη διατροφή μας. «Οι αχινοί Diadema Setosum αποτελούν ένα βρώσιμο είδος, το οποίο μάλιστα περιέχει μεγαλύτερη ποσότητα γονάδων από τους ντόπιους αχινούς, είναι δηλαδή πιο αυγομένα», και έτσι προσφέρονται για τους γνωστούς καλοκαιρινούς μεζέδες. Το δηλητήριο το οποίο περιέχει βρίσκεται αποκλειστικά στα αγκάθια του, κάτι που σημαίνει πως απαιτεί περισσότερη προσοχή στο ψάρεμα.

Πρέπει να γίνει μια απαραίτητη διευκρίνιση σε αυτό το σημείο σε σχέση με την αναγνώριση του ξενικού είδους από τα γηγενή: μακράκανθος αχινός υπάρχει και ενδημικός, αλλά το στοιχείο που ξεχωρίζει τους Diadema Setosum είναι ότι παρουσιάζει πέντε λευκές κουκίδες στο σώμα του.

Το δεύτερο μέτρο το οποίο προτείνεται για τη διαφύλαξη της ισορροπίας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων στους ταραγμένους καιρούς που διανύουμε, είναι να καλλιεργήσουμε μια περισσότερο υπεύθυνη κατανάλωση των ενδημικών ψαριών και θαλασσινών, ειδικά όσον αφορά τους μεγάλους θηρευτές όπως είναι οι ροφοί, οι ζαργάνες και οι κυνηγοί.

«Είναι χρέος μας να μειώσουμε όσο μπορούμε την κατανάλωση των ανώτερων θηρευτών, διότι εκείνοι είναι οι μόνοι οι οποίοι μπορούν δυνητικά να λειτουργήσουν ως θηρευτές των ξενικών ειδών. Και όσο μεγαλύτερη είναι η βιοποικιλότητα σε ένα μέρος, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο ανταγωνισμός για τη διαθέσιμη τροφή και τον βιοτικό χώρο, και έτσι οι πληθυσμοί έρχονται από μόνοι τους σε ισορροπία».

Όπως μου μεταφέρει η θαλάσσια βιολόγος της περιβαλλοντικής οργάνωσης iSea, «σήμερα οι επαγγελματίες ψαράδες έχουν εκ των πραγμάτων καταλάβει ότι πρέπει να αλλάξουν νοοτροπία και να αποκτήσουν περισσότερη ευαισθητοποίηση για την ισορροπία στον βυθό, μιας και βλέπουν πόσο ραγδαία μειώνονται πλέον οι ψαριές τους».

Το θετικό είναι πως έχουν αρχίσει να εμπορεύονται και ξενικά είδη, κάτι που φαίνεται πως δε θα αργήσει να γίνει πράξη και για την περίπτωση του αχινού Diadema Setosum.