ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Λαβές, χτυπήματα, πτώσεις – Πώς είναι το σούμο στην Ελλάδα το 2024

Παρακολουθήσαμε μια προπόνηση σούμο στο Χαϊδάρι και ρωτήσαμε τον άνθρωπο που το έφερε στην Ελλάδα γιατί είναι τόσο παρεξηγημένο.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΑΣΠΑ ΚΟΥΛΥΡΑ

Τέσσερις γροθιές. Οι τρεις ακουμπούν στο έδαφος, η άλλη βρίσκεται λίγα εκατοστά πάνω από αυτό, αρκετά ωστόσο για να κρατήσει τους δύο παλαιστές στην ίδια στάση, σκυμμένους, με το βάρος τους προς τα μπροστά και με τα πόδια τους ανοιχτά σαν την αρχή και το τέλος μιας γέφυρας. Τα βλέμματά τους ευθυγραμμίζονται και συναντιούνται. Ανάμεσα στους ρικίσι (rikishi) και τους περιποιημένους και γυαλιστερούς τους κότσους, διακρίνεται ο διαιτητής με τη μακριά παραδοσιακή του φορεσιά.

Όταν η τέταρτη και τελευταία γροθιά αγγίξει και εκείνη στο χώμα, τα σώματα μεταφέρουν το βάρος τους στο κέντρο και με γρήγορα πόδια διανύουν τη μικρή απόσταση που δευτερόλεπτα πριν τους χώριζε. Και τώρα σπρώχνουν. Σπρώχνουν με τις παλάμες τους και αν χρειαστεί δίνουν χτυπήματα, ακόμα και στο πρόσωπο, ξανά με τις παλάμες τους.

Ο διαιτητής, με μικρά βήματα αριστερά και δεξιά συνεχίζει να φωνάζει. Δυνατά, γρήγορα και κοφτά. Το λίπος που καλύπτει τον δελτοειδή μυ των ρικίσι πάλλεται και τα χέρια τους μεταφέρονται αυτόματα στο μαουάσι (mawashi), τη ζώνη που φορούν. Οι φλέβες στους κροτάφους τους διογκώνονται. Προσπαθούν να σηκώσουν ο ένας τον άλλον.

Λαβές, χτυπήματα και πάλι λαβές. Κάνουν τα πάντα για να ρίξουν τον αντίπαλο τους ή να τον βγάλουν από τον κύκλο, τον κύκλο του ντόχιο (dohyo) που, στο εσωτερικό του, εκτός από δύο αθλητές, την Ανατολή και τη Δύση, κλείνει χιλιάδες χρόνια ιστορίας.

Εδώ, όμως, είναι Ευρώπη, όχι Ιαπωνία και σε όλα τα μέρη του κόσμου μακριά από εκείνη, το σούμο είναι διαφορετικό. Ο στόχος των παλαιστών, ωστόσο, παραμένει ο ίδιος: η νίκη.

Το επαγγελματικό σούμο της Ιαπωνίας και το άθλημα

Η Σεμέλη ασχολείται 24 χρόνια με το τάε κβοντ ντο, όμως τον τελευταία χρόνο κάνει παράλληλα και σούμο. Ο Γιώργος, ξεκίνησε το 2021 και σκοπεύει να το συνεχίσει καθώς εκτίμησε τη γρήγορη σκέψη που απαιτείται.

Από τα πρώτα θέματα που συζητήσαμε με τον Γρηγόρη Παπαδόπουλο, πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σούμο, είναι οι βασικές διαφορές που χωρίζουν το επαγγελματικό με το άθλημα στον υπόλοιπο κόσμο. Συναντηθήκαμε στη σχολή του, ΑΣ Λέοντες, στο Χαϊδάρι όπου με υποδέχτηκε μαζί με τον Γιώργο, την Έγκι, τη Σεμέλη και τον Αλέξανδρο. Και οι τέσσερις, ασχολούνται με το σούμο. Ο Γρηγόρης το διδάσκει, όχι μόνο στη σχολή του, αλλά και στα άτομα που θέλουν να γίνουν προπονητές.

«Ο κόσμος μπερδεύεται, είναι εντελώς διαφορετικά πράγματα. Στην Ιαπωνία, το σούμο είναι το νούμερο ένα στα μαχητικά αθλήματα. Όταν οι πολίτες βλέπουν έναν σουμοτόρι στο δρόμο στέκονται προσοχή και υποκλίνονται. Έχει να κάνει με τη θρησκεία τους, λατρεύονται σαν μικροί θεοί. Όλοι υπόλοιποι εκτός Ιαπωνίας, ασχολούμαστε καθαρά με το αθλητικό κομμάτι».

Μία ακόμη λάθος εντύπωση που έχει διαμορφωθεί και διαδοθεί, είναι πως οι γυναίκες δεν μπορούν να αγωνιστούν. Στην Ευρώπη μπορούν και αγωνίζονται κανονικά, στην Ιαπωνία και πάλι μπορούν, αλλά μόνο σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Το ίδιο ισχύει και για τα παιδιά. Επίσης δεν υπάρχουν κατηγορίες κιλών, παίζουν όλοι με όλους. Στις υπόλοιπες χώρες οι αθλητές χωρίζονται σε κατηγορίες.

«Πάντως, η κύρια διαφορά έχει να κάνει με τον τρόπο διδασκαλίας. Οι αθλητές εκτός Ιαπωνίας δεν χρειάζονται να μένουν σε στάβλους, να ακολουθούν συγκεκριμένη διατροφή, όπως γίνεται στην πρώτη περίπτωση», λέει ο Γρηγόρης και φυσικά αναφέρεται στους στάβλους εξάσκησης (heya), εκεί όπου ζουν και εξασκούνται οι σουμοτόρι, ακολουθώντας συγκεκριμένη διατροφή.

Το σούμο στην Ελλάδα του 2024

Ο Γρηγόρης Παπαδόπουλος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σούμο και ο πρώτος που το έφερε στην Ελλάδα.

Μοιάζει αρκετά ξένο, κυρίως λόγω της τηλεόρασης, των reels και της μη σωστής πληροφόρησης. Για να φορέσεις τη ζώνη μαουάσι, όμως, δεν χρειάζεται να είσαι ένας θηριώδης Ιάπωνας που καταναλώνει το φαγητό του σε δευτερόλεπτα ώστε να ξεκουραστεί και να επανέλθει στον κύκλο κάνοντας σίκο (shiko), το ανέβασμα και το κατέβασμα των ανοιχτών ποδιών του. Όλοι έχουμε δει την κίνηση, κάπου την έχει πάρει το μάτι μας, αλλά στην Ελλάδα γνωρίζουμε πλέον πολλά περισσότερα γι’ αυτή αλλά και το σούμο γενικότερα.

Στο μυαλό του Γρηγόρη Παπαδόπουλου, ο οποίος ασχολείται με τα μαχητικά αθλήματα από το 1995, το σούμο υπήρχε ως ιδέα εδώ και πολλά χρόνια. «Ασχολιόμουν περισσότερο με kick boxing, αμερικανικό καράτε (kenpo) ενώ είμαι πτυχιούχος προπονητής στο τζούντο, σάντα και κουνγκ φου. Μετά ήρθε το σούμο. Ξεκινήσαμε το 2021 και κάναμε και την Πανελλήνια Ομοσπονδία Σούμο, βρήκαμε κάποιους συναδέλφους και αγκάλιασαν αυτή την πρωτοβουλία. Τον Δεκέμβριο του 2022 αναγνωριστήκαμε από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού επίσημα».

Τα χρόνια είναι λίγα, όμως τα βήματα που έχουν γίνει για την ανάδειξη του αθλήματος στη χώρα μας, είναι πολλά. «Σε αυτά τα τρία χρόνια και δύο ως Ομοσπονδία, έχουμε συμμετάσχει σε 6-7 πανευρωπαϊκά πρωταθλήματα, στα European Games και συμμετείχαμε φέτος για πρώτη φορά στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Ήταν μια μεγάλη επιτυχία αυτή για την Ομοσπονδία. Καταφέραμε να φέρουμε το πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα σούμο στη χώρα μας (σ.σ. Λουτράκι) με 400 αθλητές από 15 χώρες.

»Μέσα σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, που βγαίναμε στο εξωτερικό για τους αγώνες, υπήρχαν τμήματα τα οποία εντάσσουν τις νέες χώρες, οπότε κάναμε σεμινάρια προπονητικής, μάθαμε καλύτερα το άθλημα και αυτή τη στιγμή μάλιστα τρέχει στη χώρα μας και η πρώτη σχολή προπονητών σούμο υπό την αιγίδα της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού».

Στο πρόσφατο παγκόσμιο πρωτάθλημα στην Πολωνία, η Ελλάδα συμμετείχε με τρεις αθλητές. Για τα δικά μας δεδομένα, αν σκεφτούμε ότι ως άθλημα κάνει τα πρώτα του βήματα εντός συνόρων, τα πήγαμε περίφημα. Μπήκαμε στη δεκάδα, παρά το υψηλό επίπεδο ενώ στο πανευρωπαϊκό του Λουτρακίου η συγκομιδή ήταν ένα χρυσό μετάλλιο στην κατηγορία των -115, δύο ασημένια και άλλα επτά χάλκινα. «Έχουμε τις δυνατότητες», τονίζει ο Γρηγόρης «τις απαραίτητες βοήθειες να πάμε πιο καλά δεν έχουμε. Ό,τι καταφέρνουμε το καταφέρνουμε με κόπο και θυσίες».

Ένα μικρό εγχειρίδιο βασικών κανόνων

Ένας από τους πολλούς. Οι γνώσεις μου πάνω το σούμο ήταν ελάχιστες, βασισμένες σε λίγες διαδικτυακές γραμμές κι έτσι οι ερωτήσεις που ακολούθησαν είχαν να κάνουν κυρίως με το τεχνικό κομμάτι. Πίσω μου, όσο ο Γρηγόρης εξηγούσε τα στοιχεία άλλων πολεμικών τεχνών που εμφανίζονται στο άθλημα, ο Γιώργος, η Έγκι, η Σεμέλη και ο Αλέξανδρος έκαναν την προπόνησή τους ή καλύτερα μια επίδειξη ώστε να καταλάβουμε καλύτερα τι κάνουν και πώς το κάνουν, φορώντας μονοσόρτς και από πάνω το μαουάσι. Αυτή είναι μία ακόμη διαφορά με το επαγγελματικό σούμο.

Ας ξεκινήσουμε με τα βασικά: «Ο στόχος των αθλητών είναι να βγάλει ο ένας τον άλλον από τον μικρό κύκλο που βρίσκονται ή να ακουμπήσει ένας από τους δύο με οποιοδήποτε μέρος του σώματός του στο έδαφος. Άρα είναι κάτι πολύ γρήγορο. Φανταστείτε ότι εγώ μπορεί να δουλεύω για έναν ολόκληρο χρόνο για να κατέβω στο πανευρωπαϊκό και σε 15 δευτερόλεπτα να κερδίσω ή να χάσω.

»Στο σούμο βρίσκουμε από τζούντο και αϊκίντο μέχρι και ελευθέρα ή ελληνορωμαϊκή πάλη. Η διαφορά του με τα υπόλοιπα παλαιστικά αθλήματα είναι ότι επιτρέπονται τα γραμμικά χτυπήματα. Στην ευθεία των ώμων μου, μπορώ να χτυπήσω τον άλλο είτε στο πρόσωπο είτε στο σώμα και αυτό είναι ένα ακόμα στοιχείο του σούμο που το κάνει διαφορετικό. Ακόμα και το χτύπημα της παλάμης μπορεί να προκαλέσει τραυματισμό».

Σε αυτή τη ζωή οι περισσότεροι άνθρωποι εμφανίζονται μπροστά μας έχοντας μέσα τους αυτό που κινεί τον κόσμο και είναι γνωστό ως «θέληση». Σαφώς και πρέπει αυτή να υπάρχει, ειδικά όταν πρόκειται για ένα άθλημα, αλλά στο σούμο πρέπει να έχεις επίσης δυνατά πόδια. «Χρειάζεται καλή βάση ώστε να μην μπορεί ο άλλος να σε σπρώξει» λέει ο Γρηγόρης.

«Πρέπει επίσης να έχει κάποιος δυνατό κορμό για να μπορεί να ελέγξει την ώθηση του άλλου, δυνατά άκρα ώστε να είναι σε θέση να σπρώξει αυτός και το σημαντικότερο, πρέπει να έχει ταχύτητα σκέψης. Στο εξωτερικό το σούμο το εντάσσουν στην κατηγορία της μιας ανάσας κι αυτό γιατί ενώ ο αγώνας διαρκεί τρία λεπτά, συνήθως σε 10-15 δευτερόλεπτα μάξιμουμ, έχει τελειώσει».

Οι σχολές στην Ελλάδα και η ανταπόκριση του κόσμου

Ο Αλέξανδρος ξεκίνησε το σούμο το 2021, οι πρώτοι του αγώνες ήταν στο πανευρωπαϊκό και συνεχίζει παράλληλα το kick boxing και το Kempo.

Από το 2018 το σούμο είναι αναγνωρισμένο από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή, κάτι που φυσικά μόνο καλό έκανε στο άθλημα. Παρά τις ενστάσεις της Ιαπωνίας, η οποία φοβάται την αλλοίωση της παράδοσής της, το σούμο γίνεται πιο γνωστό σε περισσότερο κόσμο και πλέον, κάνει και η ίδια υποχωρήσεις.

Πλέον, στην Ελλάδα, περίπου τριάντα σωματεία είναι εγγεγραμμένα στο μητρώο και σύντομα θα προστεθούν άλλα δέκα. «Αν σκεφτεί κάποιος ότι το σούμο δεν υπήρχε στην Ελλάδα και είναι ένα άθλημα που φέραμε πρόσφατα, είναι πολύ ενθαρρυντικό. Ο κόσμος αρχίζει και κατανοεί ότι είναι ένα άθλημα επαφής, ότι μπορεί να ασχοληθούν όλοι και ότι είναι ένα άθλημα πάρα πολύ γρήγορο. Αυτό είναι σημαντικό γιατί δεν κουράζει τον αθλητή».

Περίπου 25 αθλητές ασχολούνται στη σχολή του Γρηγόρη Παπαδόπουλου με το σούμο και για όλους, ισχύει το ίδιο: «To μότο που έχουμε είναι ότι αρχίζεις και τελειώνεις έναν αγώνα με σεβασμό. Δεν θα δεις αθλητές να ωρύονται, προπονητές να φωνάζουν. Υπάρχει μια ευγένεια στο άθλημα, η οποία οφείλεται στον τόπο καταγωγής και ακολουθείται πιστά παντού».

Η συζήτηση, όπως και προπόνηση, έφτασε στο τέλος της. Δεν ρίξαμε αλάτι όπως κάνουν στην Ιαπωνία. Εκεί, θεωρείται σύμβολο της αγνότητας και της ζωής και οι σουμοτόρι το σκορπούν στο ντόχιο. Αλλά είπαμε, εδώ είναι Ευρώπη. Θα ήταν κάπως υπερβολικό να ρίξω τον καφέ μου, οπότε δώσαμε τα χέρια και ο καθένας πήρε το δρόμο του.