Art Zelin/Getty Images/Ideal Image
ΕΙΔΩΛΟ

6 -ίσως- άγνωστες ιστορίες από τη ζωή του Paul Newman

Γιορτάζουμε τον έναν αιώνα από τη γέννηση του κινηματογραφικού θρύλου, ξεδιπλώνοντας πτυχές από τη ζωή του εντός και εκτός της μεγάλης οθόνης.

Σε κάποια από τις συνεντεύξεις που έδωσε στη μακρόχρονη καριέρα του στην υποκριτική, ο Paul Newman είχε φανταστεί τι θα αναγραφόταν στην ταφόπλακά του, θέλοντας να σχολιάσει με χιούμορ και αυτοσαρκασμό την ομορφιά του που υμνήθηκε και υμνείται, τη γοητεία, το διαπεραστικό καταγάλανο βλέμμα του. «Φαντάζομαι στον τάφο μου να γράφει: “Εδώ ετάφη ο Paul Newman, ο οποίος πέθανε αποτυχημένος, επειδή τα μάτια του έγιναν καφέ”».

Ο Paul Newman δεν ήταν απλά όμορφος. Ήταν συγκλονιστικά πανέμορφος. Ίσως, το πιο όμορφο αντρικό πρόσωπο του κινηματογράφου με το πιο όμορφο βλέμμα, μελαγχολικό και ευγενές. Ίσως, ο πιο όμορφος άντρας που έχει υπάρξει. Υπερβολή λες; Κι εγώ αυτό σκέφτηκα, όταν έγραφα τις λέξεις, αλλά μετά έκανα ένα search το όνομά του στο Google Images και ναι, ok, καμία υπερβολή.

Ο ίδιος πάλεψε πολύ για να ξεφύγει από την αψεγάδιαστη εικόνα του. Είχε επίγνωση της ομορφιάς του, την εκμεταλλεύτηκε ως διαβατήριο για να μπει στον χώρο, όπως ο ίδιος είχε δηλώσει, αλλά ταυτόχρονα, σαν να τη μισούσε. Βασικά, τον εκνεύριζε το στερεοτυπικό «όμορφος, αλλά ρηχός» που τον απέτρεπε από το να αναλάβει σοβαρούς ρόλους. Είχε όμως τέτοιο πείσμα για να αποδείξει την αξία του, αρχικά στη θεατρική σκηνή και έπειτα, στη μεγάλη οθόνη, αλλά και τέτοιο απύθμενο ταλέντο και δυνατότητες, που η αναγνώριση και ως εκ τούτου, η καταξίωσή του δεν άργησαν να έρθουν. Και τα υπόλοιπα είναι ιστορία για έναν από τους αστέρες της Χρυσής Εποχής του Χόλιγουντ, που μεσουράνησε στα 50s, 60s και 70s με τις ερμηνείες του σε ταινίες όπως The Hustler, Cool Hand Luke, Λυσσασμένη Γάτα, Butch Cassidy and the Sundance Kid και Το χρώμα του χρήματος να είναι απλά αξεπέραστες. 

Ο Newman έλαμψε εντός και εκτός μεγάλης οθόνης, όχι μόνο με το ταλέντο και την ομορφιά του. Υπήρξε ένας ωραίος άνθρωπος, που δεν πολυσυμπαθούσε τη διασημότητα, κρατούσε τα ιδιωτικά στην ιδιωτική σφαίρα, τον χαρακτήριζε η ευγένεια, η αφοπλιστική του ειλικρίνεια, ο αυτοσαρκασμός, το ευφυές πνεύμα, η αλληλέγγυα διάθεσή του, το coolness του, το πάθος για τη δουλειά του που ήταν πάντα παρόν – τα άλλα δύο ήταν οι αγώνες ταχύτητας και η μαγειρική («Σε μία ταινία, όπως και σε μία συνταγή, δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζουμε εξαρχής πώς θα λειτουργήσουν όλα τα υλικά στο τέλος. Το καλύτερο μπορεί να αποδειχθεί απαίσιο και το χειρότερο μπορεί να βγει τελικά, φανταστικό. Το να μαγειρεύεις είναι σαν να παίζεις και το να παίζεις σαν να μαγειρεύεις»). 


Ο τελευταίος του κινηματογραφικός ρόλος ήταν το 2002 στο Road to Perdition του Sam Mendes. Πέντε χρόνια μετά, στις 25 Μαΐου του 2007, αποσύρθηκε επίσημα από την υποκριτική, εξομολογούμενος ότι αισθανόταν πως δεν μπορούσε να συνεχίσει να ασκεί την τέχνη του στο επίπεδο που επιθυμούσε. «Αρχίζεις να χάνεις τη μνήμη σου, αρχίζεις να χάνεις την αυτοπεποίθησή σου, αρχίζεις να χάνεις την εφευρετικότητά σου. Οπότε νομίζω πως η υποκριτική είναι πια για μένα ένα βιβλίο που έκλεισε».

Ένα χρόνο αργότερα, διαγνώστηκε με καρκίνο του πνεύμονα και πέθανε στις 26 Σεπτεμβρίου του 2008 στα 83 του χρόνια. Αν ζούσε σήμερα, 26 Ιανουαρίου, θα έκλεινε τα 100.

Με αφορμή τη συμπλήρωση ενός αιώνα από τη γέννησή του, ανατρέξαμε σε κάποιες -ίσως- άγνωστες ιστορίες από την υπέροχη ζωή του.

Ο Paul Newman παραλίγο να σκοτωθεί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

 

Υπηρέτησε στο Ναυτικό κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στις επιχειρήσεις των ΗΠΑ στον Ειρηνικό Ωκεανό. Εστάλη στο πρόγραμμα V-12 του Γέιλ με την ελπίδα να γίνει δεκτός σαν πιλότος, κάτι που δεν συνέβη ποτέ καθώς διαγνώστηκε με αχρωματοψία και τελικά, βρέθηκε σε στρατόπεδο εκπαίδευσης για να γίνεις ασυρματιστής και σκοπευτής. Το 1944, μεταφέρθηκε στο Μπάρμπερς Πόιντ στη Χαβάη και έπειτα, έλαβε μετάθεση για τα εφεδρικά σώματα που στρατοπέδευαν στον Ειρηνικό. 

Υπηρέτησε στο αεροπλανοφόρο USS Bunker Hill κατά τη Μάχη της Οκινάουα την άνοιξη του 1945. Όπως περιγράφεται στο Paul Newman: A Life του Shawn Levy, εστάλη εκεί με μια εφεδρική μοίρα αεροπλάνων Avenger, αλλά λόγω ιατρικού προβλήματος του πιλότου, το αεροπλάνο με το οποίο θα πετούσε για την άσκηση, καθηλώθηκε στο έδαφος. Στις 11 Μαΐου του 1945, σχεδόν 400 στρατιώτες σκοτώθηκαν από ιαπωνική επίθεση στο Bunker Hill, συμπεριλαμβανομένων όλων των παρόντων μελών της μοίρας του Newman.


Ζήτησε δημόσια συγγνώμη για τον πρώτο του ρόλο στον κινηματογράφο

Το 1954, έκανε το ντεμπούτο του στο σινεμά με το ιστορικό δράμα εποχής The Silver Chalice (Το ασημένιο δισκοπότηρο) σε σκηνοθεσία του Victor Saville. Υποδύθηκε έναν Έλληνα αργυροχόο, που εξουσιοδοτείται να μεταμορφώσει με ασημένιο χυτό το ποτήρι του Ιησού από τον Μυστικό Δείπνο και να χαράξει πάνω του τον Ιησού και τους Αποστόλους. Για να το πετύχει αυτό, ταξιδεύει ως την Ιουδαία και τη Ρώμη.

Ο Paul Newman χαρακτήρισε την ταινία ως «τη χειρότερη ταινία που γυρίστηκε τη δεκαετία του 1950». Μάλιστα, όταν πληροφορήθηκε το 1963 ότι ένας τηλεοπτικός σταθμός του Λος Άντζελες μετέδιδε το The Silver Chalice, σύμφωνα με τον βιογράφο του, έβγαλε ανακοίνωση σε δύο τοπικές εφημερίδες παρακαλώντας τον κόσμο να μην χάσει χρόνο για να δει την ταινία και ζητώντας συγγνώμη για αυτή την πολύ κακή ταινία.

Συμπεριλήφθηκε στη «μαύρη λίστα» του Richard Nixon 

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο Newman ξεκίνησε να εκφράζει ανοιχτά τις πολιτικές του απόψεις και πεποιθήσεις. Εναντιώθηκε στον πόλεμο του Βιετνάμ και έκανε εκστρατεία υπέρ των Δημοκρατικών αντιπάλων του Richard Nixon στις προεδρικές εκλογές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συμπεριληφθεί στη λίστα του Αμερικανού προέδρου με τους «20 εχθρούς» που απείλησαν τις ελπίδες επανεκλογής του το 1972. «Το να είμαι στη λίστα των εχθρών του Nixon ήταν η μεγαλύτερη τιμή που έλαβα ποτέ», είχε δηλώσει με τον χαρακτηριστικό αφοπλιστικό του τρόπο ο ηθοποιός. 

Ήταν επιτυχημένος οδηγός αγώνων ταχύτητας και ιδιοκτήτης ομάδας

Ο Νιούμαν έδειξε για πρώτη φορά ενδιαφέρον για τους αγώνες αυτοκινήτων, ενώ έκανε προπόνηση και πραγματοποιούσε γυρίσματα για την ταινία του 1969, Winning (Ο Νικητής). Ο πρώτος επαγγελματικός αγώνας στον οποίο συμμετείχε ήταν το 1972, στο Τόμσον του Κονέκτικατ. Το 1979, έκανε τις 24 ώρες του Λε Μαν. 

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990 ήταν πιλότος για την ομάδα του Bob Sharp, κυρίως με αυτοκίνητα της Nissan. Το όνομά του συνδέθηκε ιδιαίτερα με την εταιρία κατά τη δεκαετία του 1980, ενώ έπαιξε και σε διαφημίσεις των αυτοκινήτων της. 

Στην ηλικία των 70, έγινε ο γηραιότερος οδηγός αγώνων ταχύτητας συμμετέχοντας στη νικηφόρα ομάδα στις 24 ώρες της Daytona, το 1995. Συνέχισε να λαμβάνει μέρος στους αγώνες επαγγελματικά μέχρι τα 80 του.

Υπήρξε συνιδρυτής της εταιρίας Newman/Haas/Lanigan Racing το 1983 και συνέταιρος στην ομάδα Newman Wachs Racing.


Κέρδισε δύο υποψηφιότητες για βραβείο Όσκαρ για έναν χαρακτήρα

Η μακρά καριέρα του Paul Newman σε σινεμά, θέατρο και τηλεόραση διήρκησε σχεδόν μισό αιώνα. Κατά τη διάρκεια αυτής, υπήρξε 10 φορές υποψήφιος για βραβείο Όσκαρ, κερδίζοντας μία: Α’ Ανδρικού Ρόλου για το The Color of Money (Το χρώμα του χρήματος) το 1987 και την ερμηνεία του στον ρόλο του “Fast” Eddie Felson. Τον συγκεκριμένο ρόλο είχε κρατήσει και πριν από 25 χρόνια στο The Hustler (Ο κόσμος είναι δικός μου), το 1961.

Είναι ένας από τους μόλις έξι ηθοποιούς που έχουν λάβει υποψηφιότητες για χρυσό αγαλματίδιο για τον ίδιο ρόλο σε δύο ξεχωριστές ταινίες, στην ιστορία των βραβείων Όσκαρ. Οι άλλοι είναι οι: Bing Crosby ως Chuck O’Malley στο Going My Way (1944) και στο The Bells of St. Mary’s (1945), Peter O’Toole ως ο Ερρίκος Β΄ της Αγγλίας στο Becket (1964) και στο The Lion in Winter (1968), ο Al Pacino ως Michael Corleone στο The Godfather (1972) και στο The Godfather: Part II (1974), η Cate Blanchett ως Ελισάβετ Α΄ της Αγγλίας στο Elizabeth (1998) και στο Elizabeth: The Golden Age (2007) και ο Sylvester Stallone ως Rocky Balboa στο Rocky (1976) και στο Creed (2015).

Έδωσε μια περιουσία σε φιλανθρωπικά ιδρύματα

Όπως προαναφέραμε, ο Paul Newman αγαπούσε τη μαγειρική. Του άρεσε να ανακατεύει υλικά -λαχανικά, βότανα και μπαχαρικά- και να φτιάχνει dressing για σαλάτες και να τα χαρίζει σε φίλους και γείτονες την περίοδο των Χριστουγέννων. 

Το 1982, λοιπόν, αυτό το πάθος του σε συνδυασμό με τη φιλανθρωπική του δράση γέννησαν τη Newman’s Own. Την ίδρυσε μαζί με τον συγγραφέα A. E. Hotchner και ήταν μία εταιρεία που πουλούσε τα διάσημα dressing του -και όχι μόνο- για καλό σκοπό, καθώς τα κέρδη πήγαιναν σε φιλανθρωπίες. Συνέγραψε μάλιστα με τον Hotchner ένα βιβλίο για τον σκοπό αυτό με τίτλο Shameless Exploitation in Pursuit of the Common Good

Η φιλανθρωπική του δράση επεκτάθηκε στο να συνιδρύσει το Hole in the Wall Gang Camp, μια καλοκαιρινή, δωρεάν, κατασκήνωση για παιδιά με σοβαρά προβλήματα υγείας στο Κονέκτικατ. Την ονομασία της εμπνεύστηκε ο ίδιος από την ταινία του με τον Robert Redford στο Butch Cassidy and the Sundance Kid (Οι Δυο Ληστές), το 1969. Η ιδέα εξελίχθηκε σε μια αλυσίδα κατασκηνώσεων στις ΗΠΑ, την Ιρλανδία, τη Γαλλία και το Ισραήλ. 

Μέχρι τον θάνατο του Newman, τον Σεπτέμβριο του 2008, το Newman’s Own Foundation, το ίδρυμα κάτω από το οποίο δρούσε φιλανθρωπικά- λειτουργούσε 11 τέτοιες κατασκηνώσεις σε όλο τον κόσμο και είχε απονείμει περίπου 250 εκατομμύρια δολάρια σε φιλανθρωπικές οργανώσεις.