Aris Oikonomou/ SOOC
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

3 γυναίκες μιλούν για την απόφασή τους να κάνουν άμβλωση

Πώς θα ήταν η ζωή των γυναικών που διέκοψαν την κύησή τους, αν δεν το είχαν κάνει; Πώς τους φέρθηκε το κάρμα; Καταστράφηκε πληθυσμιακά η Ελλάδα μετά τις αμβλώσεις τους; Εκείνες που πρέπει όντως να ακούγονται μιλούν για το πώς και το γιατί πήραν αυτή την απόφαση.

Η παρελθοντολαγνεία φοριέται ολοένα και περισσότερο, όλο και πιο άκριτα και επικίνδυνα. Δηλώσεις από ανθυποcelebrities που αμφισβητούν και αντιτίθενται στο δικαίωμα της άμβλωσης, αναπαράγονται αφειδώς και φέρνουν και πάλι στη μόδα το σκοτάδι – το οποίο δεν μοιάζει στ’ αλήθεια να είναι καθόλου μακριά, χρονικά. 

Μέχρι το 1967, η άμβλωση ήταν παράνομη στην Ευρώπη, εκτός από τη Σουηδία και τη Δανία. Στην Ελλάδα, μόλις το 1986 με το ν. 1609 κατοχυρώθηκε ουσιαστικά το δικαίωμα των γυναικών στην αυτοδιάθεση του σώματός τους και τη νόμιμη διακοπή μιας ανεπιθύμητης κύησης. 

Σύμφωνα με έρευνα του 2019, μία στις δέκα έφηβες ηλικίας 15-19 ετών είχε προβεί σε τουλάχιστον μια άμβλωση, ενώ εκτιμάται ότι ο ετήσιος αριθμός των αμβλώσεων στη χώρα μας αγγίζει τις 150.000 ετησίως και το 25% αυτών αφορά νεαρά κορίτσια, τα οποία βρίσκονται κάτω από την ηλικία των 16 ετών. 

Το θέμα προς συζήτηση είναι σαφέστατα η ελλιπής σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Παρ’ όλα αυτά, και την ίδια στιγμή που ειδήσεις για απάνθρωπες και σοκαριστικές συμπεριφορές γονέων και κηδεμόνων σε παιδιά, τυπώνονται σε πρωτοσέλιδα, παίζουν σε τηλεοπτικά παράθυρα και κάνουν τον γύρο του διαδικτύου, το μικρόφωνο στρέφεται σε στόματα προσωπικοτήτων που χρησιμοποιώντας επιχειρήματα όπως το κάρμα, η υπογεννητικότητα ή η θρησκεία, στέκονται απέναντι από το δικαίωμα μιας γυναίκας στην άμβλωση.  

Πώς θα ήταν η ζωή των γυναικών που διέκοψαν την κύησή τους, αν δεν το είχαν κάνει; Πώς τους φέρθηκε το κάρμα; Καταστράφηκε πληθυσμιακά η Ελλάδα μετά τις αμβλώσεις τους; Τρεις γυναίκες που έχουν κάνει έκτρωση, μιλούν για το πώς και το γιατί πήραν αυτή την απόφαση. 

«Πόσο κακό θα είχα κάνει σε εκείνο το παιδί αν το κρατούσα»

Nikos Libertas / SOOC

Την πρώτη φορά που έμεινα έγκυος, ήμουν περίπου 24 ετών, αρραβωνιασμένη και έτοιμη να ζήσω το όνειρο κάθε γυναίκας: να βάλω το καλύτερο νυφικό και να ζήσω έναν βίο ανθόσπαρτο. Όταν είπα στον αρραβωνιαστικό μου ότι περιμένω το παιδί του, μου απάντησε εύκολα και αβίαστα «να πάμε να το ρίξουμε». «Μα γιατί; Αφού θα παντρευτούμε κάποια στιγμή», είπα εγώ. «Είμαστε μικροί», απάντησε. 

Δεν το είπα σε κανέναν. Φοβόμουν τις αντιδράσεις της αυστηρής οικογένειάς μου. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, συνειδητοποίησα, ότι δεν θέλω ένα παιδί με έναν άνθρωπο που δεν ξέρει τι του γίνεται και που σίγουρα δεν θα στεκόταν δίπλα μου. Και πόσο μάλλον δεν ήθελα να φέρω στον κόσμο ένα παιδί που από τη γέννηση του θα έπρεπε να ζει σε ένα ήδη προβληματικό περιβάλλον, χωρίς πατέρα, που θα το μεγαλώνουν οι γονείς μου και θα ψάχνει μια ζωή να βρει ισορροπίες.  

Ο τότε αρραβωνιαστικός, είχε δώσει δείγμα γραφής όταν μια μέρα τον άκουσα να λέει στο τηλέφωνο: «Άντε γαμ**** μωρή καρ***α!». Η έκπληξη ήταν όταν έμαθα ότι μιλούσε στη μητέρα του.  

Τελικά, παντρεύτηκε μετά από κάμποσα χρόνια και έκανε δύο παιδιά. Χώρισε όταν η γυναίκα του τον κατήγγειλε για ενδοοικογενειακή βία. Ένιωσα τόσο τυχερή και ευλογημένη για εκείνη την απόφασή μου. Πόσο κακό θα είχα κάνει σε εκείνο το παιδί αν το κρατούσα… 

Τέσσερα χρόνια μετά, και ενώ ήμουν με άλλο σύντροφο, ανακαλύπτω τυχαία ότι είμαι και πάλι έγκυος, όταν μπήκα στο νοσοκομείο με πόνους γαστρίτιδας. Το λέω στον τότε σύντροφό μου, ο οποίος θέλει να κρατήσουμε το παιδί. “Θα το αναγνωρίσω”, μου λέει. 

«Ναι και μετά;», αναρωτιέμαι εγώ. 

«Θα το μεγαλώσεις, αλλά θα το αναγνωρίσω», απαντάει.  

«Μεγάλε, το παιδί δεν θέλει ένα επίθετο. Θέλει γονείς που θα το αγαπάνε, μία βάση, ένα σπιτικό».

«Ναι, να παντρευτούμε», λέει αβίαστα. 

Μετά από καμιά εβδομάδα ανακαλύπτω ότι είναι λίγο πριν το γάμο με μια άλλη γυναίκα. Τον ενημερώνω απλά ότι θα «ρίξω» το παιδί και το κάνω χωρίς δεύτερη σκέψη. 

Νιώθω ανακούφιση και φυσικά σιχαίνομαι τον εαυτό μου. Αλλά δεν ήθελα να φέρω ένα παιδί στον κόσμο υπό αυτές τις συνθήκες. Είναι δικαίωμά μου. 

Τα χρόνια πέρασαν και κάποια στιγμή ένιωσα την ανάγκη για κάθαρση. Ναι, είχα τύψεις.

Πήγα σε μια εκκλησία, εξομολογήθηκα, έκλαψα με λυγμούς. Έδωσα στον εαυτό μου την υπόσχεση ότι εάν ξανασυμβεί θα το κρατήσω. Παντρεύτηκα στα 47 και δεν ήρθε κανένα παιδί. 

Δεν μετάνιωσα στιγμή τις εκτρώσεις μου. Είμαι περήφανη που δεν έφερα δυστυχισμένα παιδιά στον κόσμο χωρίς πατέρα να ζουν μέσα στην αβεβαιότητα και την ανασφάλεια. Δεν ξέρω πώς θα ήταν η ζωή μου αν τα είχα κρατήσει, αλλά τα παιδιά για εμένα ήταν πάντα η ένωση δύο ανθρώπων που αγαπιούνται τρελά και θέλουν να τους δώσουν μέρος αυτής της αγάπης.

Πόσα δυστυχισμένα παιδιά θα είχαν έρθει στον κόσμο αν δεν είχαμε αυτήν την επιλογή;.

Σοφία, 51 ετών

«Οι γιαγιάδες και οι μαμάδες μας θυμούνται τις παράνομες εκτρώσεις»

Aris Oikonomou/ SOOC

Έμεινα πρώτη φορά έγκυος στα 17. Είχα μόνιμη σχέση, περίπου δύο χρόνια, αλλά δεν είχα μιλήσει ποτέ με κανέναν γονιό μου για σεξ και εννοείται πως δεν προσέχαμε όπως έπρεπε. Όμως, δεν μου είχαν μιλήσει και κατά οποιουδήποτε θέματος που αφορά το σεξ, δεν είχαμε συντηρητικές απόψεις στο σπίτι. Ήσουν ελεύθερος να κάνεις ό, τι καταλαβαίνεις, με τα καλά του και τα κακά του. 

Εγώ δεν είχα καθόλου στο μυαλό μου ότι μπορεί να μείνω έγκυος. Ήμουν έφηβη στα μέσα της δεκαετίας του ‘90. Είχαμε ζήσει δηλαδή μία μεγάλη απελευθέρωση του σεξ, χωρίς βέβαια να υπάρχει κάποια σεξουαλική διαπαιδαγώγηση οπουδήποτε, αλλά δεν σε έδερνε και ο πατέρας σου επειδή είχες αγόρι. Είχαμε ξεπεράσει αυτό το στάδιο. Οι περισσότερες. 

Ξαφνικά λοιπόν στα 17, χωρίς να έχω μιλήσει με τη μαμά μου για σεξ, άρχισε να με βλέπει να παχαίνω και να νυστάζω πολύ. Χωρίς να μου πει γιατί, μου είπε ότι ήρθε η στιγμή να πάω πρώτη φορά στον γυναικολόγο. Με πήγε στο ιατρείο του δικού της γυναικολόγου, στα Εξάρχεια. Ήταν ο γιατρός που την είχε ξεγεννήσει από εμένα και, όπως φάνηκε λίγο αργότερα, ήταν ενήμερος για την ανησυχία της μαμάς μου. Ανέβηκα μόνη μου και η μαμά μου έμεινε να περιμένει στο αυτοκίνητο. Κατέβηκα λίγο αργότερα, κλαίγοντας. Δεν συζητήσαμε γιατί, το μόνο που μου είπε είναι «μην ανησυχείς, δεν είναι τίποτα, θα το τακτοποιήσουμε». 

Ήμουν 11 εβδομάδων, σε μία εβδομάδα δεν θα μπορούσα πια να τερματίσω την κύηση. Δεν ήξερα καν ότι τερματίζουν κυήσεις. Δεν είχα ποτέ σκεφτεί τίποτα απ’ όλα αυτά. Και δεν χρειάστηκε. Ήμουν 17. Η απόφαση ήταν αυτονόητη, το ραντεβού κλεισμένο για την επόμενη το πρωί και ακόμα και σήμερα, 30 χρόνια αργότερα, έχοντας ένα παιδί 15 ετών, πάντα θα ευγνωμονώ τη μαμά μου που δεν με έβαλε σε κανένα ηθικό δίλημμα το οποίο θα κατέστρεφε τις ζωές ενός παιδιού και μιας 17χρονης. Δεν μου δραματοποίησε τίποτα, δεν μου εξήγησε τι σημαίνει να είμαι μητέρα στα 17. Το αντιμετώπισε σαν μια απλή επέμβαση και έτσι το είδα και εγώ. Άλλωστε, αυτό ήταν.

Την επόμενη βρεθήκαμε εκεί, σε λίγες ώρες επέστρεφα σπίτι μου και έπρεπε να παίρνω κάποια φάρμακα για λίγες μέρες. Τόσο απλά και νόμιμα. Κι εγώ στα 17 μου ήμουν ασφαλής και υγιής. Και αυτή η ελευθερία ήταν τεράστια για μένα, γιατί ήξερα ότι δεν είχα να αντιμετωπίσω καμία αδικία ή κοινωνική κατακραυγή για την απόφασή μου. Δεν χρειάστηκε να εξηγήσω τίποτα σε κανέναν, δεν έπρεπε να νιώθω ντροπή. Απλά ήταν κάτι που έπρεπε να γίνει και έγινε.

Ο λόγος που δεν είχα καμία ενημέρωση (εκτός του ότι ήμουν 17 και στο σχολείο δεν μας ενημέρωνε κανείς για τίποτα), είναι γιατί κανείς δε μιλούσε γι’ αυτό. Ούτε υπέρ, ούτε κατά. Ήταν ταμπού, αλλά όλες οι γιαγιάδες και οι μαμάδες μας θυμόντουσαν τις παράνομες εκτρώσεις. Κανείς δεν ήθελε να επιστρέψουν. 

Αισθάνομαι ότι είναι η πρώτη φορά που ανοίγει στην Ελλάδα τέτοιο θέμα συζήτησης, στα χρόνια που ζω εγώ, έστω. Κι αλήθεια όχι τότε, ούτε πριν πέντε χρόνια αν με ρωτούσες, δεν θα περίμενα ότι η γενιά των κοριτσιών που γεννήθηκαν μετά την αλλαγή της χιλιετίας, θα πρέπει να δώσει αυτές τις μάχες. Τις είχαμε δώσει, κερδήθηκαν, η κοινωνία είχε αλλάξει και δεν τις συζητούσαμε, τι συνέβη τώρα;

Ναταλία, 47 ετών

«Μία συζήτηση που ποτέ δεν έπρεπε να ξαναϋπάρξει»

Aris Oikonomou/ SOOC

Όταν ήμουν 21, έμεινα έγκυος σε μια χώρα που δεν ήταν η πατρίδα μου, χωρίς να έχω την παραμικρή διάθεση να γίνω μητέρα. Ετοιμαζόμουν άλλωστε για το μεταπτυχιακό μου.  

Στην Αγγλία το 2008, όπου τότε ζούσα, η διαδικασία της άμβλωσης μέχρι την 20η εβδομάδα της κύησης ήταν δωρεάν και προσβάσιμη για κάθε γυναίκα που τη χρειαζόταν για οποιοδήποτε λόγο κι αν ήθελε να διακόψει. Υπήρχε γραφείο στο Πανεπιστήμιο που μας ενημέρωνε για το ασφαλές σεξ και τι διαδικασίες έπρεπε να ακολουθήσουμε για να προχωρήσουμε σε μια άμβλωση. Το μόνο που χρειάστηκε να κάνω, ήταν να δω έναν σύμβουλο μια μέρα πριν την επέμβαση, για να βεβαιωθεί ότι ήμουν σίγουρη για την απόφασή μου.

Έτσι απλά και χωρίς κανένα κοινωνικό ή νομικό εμπόδιο. Δεν υπήρχε φόβος, καμία αίσθηση ότι έκανα κάτι λάθος. Πήγα το πρωί, έκανα την επέμβαση, και το απόγευμα ήμουν πίσω σπίτι μου, συνεχίζοντας τη ζωή μου σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.

Αυτό το σύστημα είχε δημιουργηθεί επειδή πολλές έφηβες που έμεναν έγκυες, αναγκάζονταν να γίνουν μητέρες, συχνά κάτω από κοινωνική πίεση ή λόγω θρησκευτικών αξιών που τους έλεγαν ότι η άμβλωση ήταν λάθος. Στην Αγγλία, αυτό το ζήτημα είχε αναγνωριστεί και είχε ληφθεί δράση. Από τα 16 και πάνω, δεν χρειαζόσουν τη συναίνεση των γονιών σου για να πάρεις μια απόφαση για το σώμα σου. Ήταν δικαίωμά σου και το κράτος σε στήριζε σε αυτή την επιλογή, προσφέροντάς σου και τη δέουσα ιδιωτικότητα. 

Ξαφνικά, όπως βλέπουμε τελευταία, αυτό που θεωρούσαμε δεδομένο για χρόνια, σήμερα αμφισβητείται. Η νομιμότητα της άμβλωσης ξαναμπαίνει στο τραπέζι σε διάφορες χώρες, και αυτό είναι ανησυχητικό. Στην Ελλάδα το έφερε ένας τύπος που από μοντέλο και πρώην σύντροφος της Χριστίνας Παππά, βρέθηκε στην Ευρωβουλή να μας λέει τι θα κάνουμε με το σώμα μας. 

Παρόλο που υπήρξε μια μεγάλη πρόοδος πριν από πάρα πολλά χρόνια (στην Αγγλία οι αμβλώσεις είναι νόμιμες από το 1967, στην Ελλάδα από το 1986) βλέπουμε ξανά μέρος της κοινωνίας να ανοίγει αυτή τη συζήτηση, θέτοντας σε κίνδυνο τα κεκτημένα δικαιώματα των γυναικών. Μια συζήτηση που ποτέ δεν έπρεπε να ξαναϋπάρξει. Ποτέ δεν έπρεπε να μπαίνει υπό αμφισβήτηση το δικαίωμα μιας γυναίκας να επιλέξει για το σώμα και τη ζωή της. Και σίγουρα δεν είναι μια απόφαση που πρέπει να ληφθεί στα πρωινάδικα ή από τον Άρη Σερβετάλη και οποιονδήποτε άντρα.

Χριστίνα, 38 ετών