ΒΙΒΛΙΟ

Ο Μίνως Ευσταθιάδης έγραψε το true crime βιβλίο της χρονιάς από ένα βίτσιο

Ο συγγραφέας μιλάει στο OneMan για το βιβλίο Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους, το οποίο ασχολείται με δύο αληθινές υποθέσεις.

Τι κάνει ένας Έλληνας συγγραφέας το 2022 σε μια φυλακή υψίστης ασφαλείας στη Γερμανία; Επισκέπτεται έναν κρατούμενο ώστε να γράψει το true crime μυθιστόρημα που, από την πρώτη στιγμή της κυκλοφορίας του τον Νοέμβριο του 2024 μέχρι και σήμερα, στο 2025 πια, συζητιέται όσο λίγα βιβλία στην εγχώρια αγορά.

Ο Μίνως Ευσταθιάδης, βέβαια, δεν είχε ιδέα ότι θα γράψει το Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους (εκδ. Μεταίχμιο) όταν βρέθηκε απέναντι από τον Φρέντι Τάλας στη φυλακή, το άτομο που θεωρήθηκε ύποπτο για τον φόνο της θείας του το 2006. Τελικά, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, με τα στοιχεία εναντίον του να είναι – στην καλύτερη – προς συζήτηση.

Για ένα απλό κείμενο σε μία μικρή γερμανική εφημερίδα τον επισκέφτηκε, «από βίτσιο» όπως λέει ο ίδιος, «για να πω ότι το έκανα». Χωρίς να το γνωρίζει, όμως, ο Μίνος Ευσταθιάδης κρατούσε στα χέρια του μετά τη συζήτηση με τον Φρέντι Τάλας μια κλωστή και αυτή η κλωστή έπρεπε να βρει την άκρη της, η οποία μας γυρίζει πίσω στο 1981 και την εξαφάνιση της Ούρσουλα Χέρμαν ή αλλιώς το «κορίτσι στο κουτί». Το ερώτημα είναι: Συνδέονται με κάποιο τρόπο η νεκρή θεία του Τάλας με τη δεκάχρονη Ούρσουλα;

Ο συγγραφέας, στην αρχή ως αφηγητής και στη συνέχεια σαν ένας απλός άνθρωπος που όσο σκάβει τόσο του αυξάνεται η περιέργεια, εξετάζει τις δύο υποθέσεις, μεταφέρει (άψογα) το κλίμα που επικράτησε στη Γερμανία το 1981 και το 2006, γράφει για τα κενά που προέκυψαν στις δίκες και το πώς μια χώρα που αρνείται να κοιτάξει τον εαυτό της στον καθρέφτη, μετατρέπει σε κάτι εξαιρετικά εύθραυστο αυτό που αποκαλούμε «αθωότητα».

Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Πώς προέκυψε η ιδέα για το βιβλίο;

Μιλούσα σε ένα μπαρ στη Γαλλία με κάποιους φίλους. Η κουβέντα μάλιστα ήταν γύρω από εγκλήματα, κυρίως λογοτεχνικά και για τα υπόλοιπα αστυνομικά. Και πετάχτηκε μια κοπέλα η οποία ήταν Γερμανίδα και λέει «θα σας πω εγώ ένα έγκλημα πραγματικό, που μοιάζει όμως να είναι φανταστικό». Και άρχισε να μας διηγείται μια ιστορία που είχε συμβεί στη Γερμανία. Μιλούσε για τον Φρέντι και μια δολοφονία στο Μόναχο, στην οποία κατά τύχη είχε καταθέσει ως μάρτυρας.

Όταν λες κατά τύχη;

Ήταν η κοπέλα η που έκανε ένα πάρτι στο οποίο ήταν καλεσμένος και δεν πήγε ποτέ. Εντάξει, μας φάνηκε ότι είχε ένα ενδιαφέρον. Το πιο σημαντικό για μένα στην ιστορία δεν ήταν αν όντως έχει διαπράξει κάποια δολοφονία, αλλά ότι συνέχιζε να δηλώνει αθώος ενώ μετά από 16 χρόνια είχε αποκλειστεί από κάθε δυνατότητα έφεσης. Δεν είχε κάτι να βγάλει από αυτό.

Το έχεις αποδεχτεί μέσα σου, αλλά θες να κάτι να αποδείξεις.

Κάτι θέλεις να αποδείξεις, ναι, κάτι σε τρώει ακόμα. Διάβασα, διάβασα και μπαίνοντας όλο και περισσότερο μέσα και βλέποντας ότι υπήρχαν και κάποια αντικρουόμενα στοιχεία, κάποια στιγμή λέω «δεν κάνω μια κίνηση με τη δικηγόρο του μήπως δεχτεί να μου μιλήσει;».

Και πήγες στις γερμανικές φυλακές.

Μου λέει ο δικηγόρος δεν θα το αποφασίσω εγώ, θα το αποφασίσει ο Φρέντι, αλλά πρέπει να του γράψεις ένα γράμμα. Μου απαντάει πολύ ευγενικά ότι δεν έχει πρόβλημα να συναντηθούμε. Περισσότερο από βίτσιο λέω ΟΚ, θα πάω να τον συναντήσω, να πάω να το κάνω κι αυτό μια φορά. Να μπω στις γερμανικές φυλακές να δω πώς είναι.


Υπήρχε δηλαδή από την αρχή η σκέψη για το βιβλίο ή απλώς πάμε και βλέπουμε;

Όχι, στην αρχή δεν υπήρχε καν το βιβλίο. Μερικοί φίλοι στη Γερμανία με έφεραν σε επαφή με μία μικρή γερμανική εφημερίδα και μου λένε «αν γράψετε κάτι, θα μπορούσαμε ίσως μεταφρασμένο να το δημοσιεύσουμε», ως Έλληνας επισκέπτης και συγγραφέας για ένα Γερμανό κρατούμενο, μέχρι εκεί. Όταν πήγα όμως εκεί ήταν τόσο καταλυτική η συνάντηση.

Συνάντησες και μεγάλη γραφειοκρατία όπως καταλαβαίνω.

Ναι, και τελικά αποδείχτηκε ότι δεν ήταν τυχαία η γραφειοκρατία. Τον μετέφεραν σε άλλη φυλακή. Γιατί πολύ πιθανόν να ήθελαν εγώ αλλά και ένας δημοσιογράφος που θα πήγαινε αργότερα, να δούμε ότι οι συνθήκες είναι ανθρώπινες, ότι το γερμανικό σύστημα είναι πιο διαλλακτικό κλπ.

Όταν πήγα λοιπόν και τον είδα, μου λέει ότι τον είχαν μεταφέρει εκεί λίγες μέρες πριν. Λίγο πριν φτάσω έγινε η μεταφορά του. Δεν μπορώ να το θεωρήσω ότι είναι τυχαίο αυτό. Δηλαδή προφανώς υπήρχε ένας σχεδιασμός σε όλο αυτό.

Οι πρώτες εντυπώσεις μόλις τον είδες από κοντά τον Φρέντι;

Εγώ είδα έναν άνθρωπο πολύ φιλικό. Προφανώς αυτό είχε γεννηθεί από την ανάγκη του να επικοινωνήσει με κάποιον ο οποίος βρίσκεται εκτός φυλακής και ίσως και από την ανάγκη του να πει την ιστορία του.

Και στην είπε. Προσωπικά, διαβάζοντας το βιβλίο μου γεννήθηκαν διάφορα ερωτήματα σχετικά με τις δικαστικές αποφάσεις.

Το θέμα είναι η τρομερή πίεση της κοινής γνώμης. Χρειάζονταν κάποιον ένοχο. Γιατί γενικότερα, ξέρεις, ζούμε σε εποχές… Προσπαθώ κι αυτό να το πω στο βιβλίο, ότι η ενοχή τραβάει τα βλέμματα πολύ περισσότερο από την αθωότητα. Πάντα ήταν έτσι, αλλά τώρα έχει γιγαντωθεί αυτό.

Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους
PUBLIC

Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους

Τι σχέση μπορεί να έχει η απαγωγή του κοριτσιού με τη δολοφονία στο πάρκινγκ είκοσι πέντε χρόνια αργότερα;
16,60 14,99
ΑΓΟΡΑΣΕ ΤΟ

Στο βιβλίο εκτός από τον Φρέντερικ ασχολείσαι και με την εξαφάνιση της Ούρσουλα Χέρμαν.

Αυτό είναι το δεύτερο που θα σου έλεγα. Δεν θα μπορούσαν δύο εγκλήματα τόσο στυγερά στη Γερμανία να περάσουν χωρίς να βρεθεί κάποιος ένοχος. Ένα ερώτημα είναι ότι αν πραγματικά κάποιος υψηλά ιστάμενος έχει καλύψει τις δύο υποθέσεις.

Και αν αυτές οι δύο υποθέσεις συνδέονται μεταξύ τους, πράγμα που διαβάζουμε στο βιβλίο.

Ναι. Υπάρχει και κάτι άλλο όμως. Δεν έχει να κάνει μόνο με το ποιος το έχει κάνει όλο αυτό. Για μένα το κλειδί, αυτό που με απασχόλησε στο βιβλίο είναι πώς γίνεται σε μια χώρα όπως η Γερμανία, δύο τέτοια εγκλήματα να έχουν μείνει κυριολεκτικά στον αέρα. Για μένα ίσως το κεντρικό κομμάτι του βιβλίου, πέρα από το πώς γίνονται όλα αυτά στη Γερμανία, είναι ο τρόπος που μπορεί να αντιμετωπίσει κάποιος μία ενοχή που δεν του αναλογεί ή φαίνεται να μην του αναλογεί.

Θέλω να επιστρέψουμε σε κάτι. Ξεκίνησε το γράψιμο με την υπόθεση του 2006 και θέλω να σε ρωτήσω αν οργανικά μπήκε στη συνέχεια και η υπόθεση της Ούρσουλα Χέρμαν.

Την ιστορία της Ούρσουλα δεν την είχα ακούσει καθόλου. Φεύγοντας από τη φυλακή και λίγο πριν βγω απ ‘έξω, στην ουσία στον φράχτη, με τράβηξε ο Φρέντι από το σακάκι και μου λέει ότι όλα αυτά δεν έχουν ξεκινήσει το 2006, έχουν ξεκινήσει το 1981. Όσο λοιπόν έψαχνα, κατάλαβα ότι αν έγραφα κάτι, το οποίο φυσικά αποκλείεται να ήταν άρθρο, πλέον θα περιλάμβανε δύο ιστορίες. Γιατί η μία με είχε οδηγήσει στην άλλη.

Μου φαίνεται λίγο ανατριχιαστική η στιγμή που σου τραβάει το σακάκι και στην ουσία μεγαλώνει στο μυαλό σου μια νέα ιδέα.

Ήταν ανατριχιαστική. Όταν έφυγα από τη φυλακή έχασα το δρόμο, μπλόκαρε το κινητό μου. Δεν ήξερα πού πάω και το κεφάλι μου γύριζε. Και μετέπειτα, αφού είχα αρχίσει να γράφω και την ιστορία της Ούρσουλα, κατάλαβα. Και γι’αυτό μπήκα και εγώ μέσα στο βιβλίο, ήμουν σαν συνδετικός κρίκος μεταξύ δύο υποθέσεων.


Ένας τύπος από την Ελλάδα, από ένα μικρό χωριό της Πελοποννήσου, είχε την τρελή ιδέα να πάει στη Γερμανία και να μάθει τι συνέβη σε δύο υποθέσεις που δεν είχε κατορθώσει να βγάλει άκρη η γερμανική αστυνομία.

Ήθελα να φτάσουμε και σε αυτό, γιατί καταλαβαίνω ότι από ένα σημείο και μετά, από αφηγητής παρασύρεσαι και εσύ μαζί μας.

Ναι, αυτό είναι. Και να σου πω την αλήθεια, όταν το αποφάσισα λέω θα το κάνω. Δηλαδή θα μπω και εγώ μέσα στην ιστορία. Και τι έχω να πω για την ιστορία; Ανοίγω το προσωπικό μου ημερολόγιο που δεν πίστευα ποτέ ότι θα το κάνω. Πολλά κομμάτια του ημερολογίου μου σχετικά με το πώς αισθάνθηκα, τι έγινε, πώς χάθηκα έχουν ενταχθεί στην ιστορία. Με τράβηξε μέσα αυτό το πράγμα, με ρούφηξε στα γρανάζια του, στο στομάχι του, στην κοιλιά του σαν να ήταν μια μηχανή ή ένα κτήνος.

true crime Το δάσος της βαυαρικής λίμνης Άμερ, εκεί όπου εξαφανίστηκε η Ούρσουλα Χέρμαν/Μίνως Ευσταθιάδης

Ωραία, μου έδωσες τέλεια πάσα. Πώς νιώθει ένας συγγραφέας που έρχεται τόσο κοντά σε μια υπόθεση; Μπορεί να είναι αντικειμενικός σε αυτά που μεταφέρει και μέχρι πόσο τον καλύπτει αυτή η ασπίδα της λογοτεχνίας;

Είναι πολύ καλή η ερώτησή σου και στις καλές ερωτήσεις δεν υπάρχει καλή απάντηση. Δηλαδή κι εγώ πολλές φορές αμφέβαλα και μπορώ να σου πω ότι το αρχικό κείμενο ήταν κοντά στο διπλάσιο. Άρχισα να βγάζω τα κομμάτια αυτά που λες, που αισθανόμουν ότι ήταν ο επηρεασμός ο δικός μου από την υπόθεση.


Δηλαδή προσπαθούσα να το απομονώσω μέχρι να φτάσει σε ένα σημείο που εγώ αναγκαστικά θα έπαιρνα θέση, αλλά δεν θα ήταν τόσο δυνατή. Έκοβα δηλαδή όλο και περισσότερο από μένα προσπαθώντας να αφήσω την ιστορία να μιλήσει.

Αυτό που με κέρδισε στο βιβλίο είναι ότι δεν δίνεις ξεκάθαρες απαντήσεις, αν και θα μπορούσες. Αφήνεις τον αναγνώστη να μπει στο παιχνίδι.

Είμαι υπέρ του να γράφεις κάτι έχοντας πραγματικά στοιχεία. Δηλαδή όλα αυτά είναι εικασίες οι οποίες κάποια στιγμή, με όλα αυτά που λέμε τώρα συμπτώσεις, καταλήγουν υπερβολικά κοντά στην πραγματικότητα, αλλά δεν σταματούν να είναι εικασίες.

Ο αναγνώστης έχει κρίση όμως.

Ναι, όπως ακριβώς το είπες. Θέλω όταν κάποιος κλείσει το βιβλίο να βρίσκεται σε μία ανησυχία. Όσο περισσότερο δίνεις απαντήσεις ή προσπαθείς να δώσεις απαντήσεις, μάλλον αποδυναμώνεις το κείμενο. Γιατί καταλήγεις τελικά αντί να θέτεις ερωτήματα, να δείχνεις με το δάχτυλο τι δεν πήγε σωστά στις υποθέσεις.