©UNHCR/Socrates Baltagiannis
ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ

Η μαγειρική ως μέσο ενδυνάμωσης για τις γυναίκες

Η μαγειρική για τις γυναίκες δεν είναι πια ταυτόσημη με την καταπίεση, τη ρουτίνα ή την αγγαρεία, αλλά γίνεται έκφραση αγάπης, φροντίδα, δημιουργικότητα και μοίρασμα.

Οι γυναίκες μαγείρευαν πάντα. Μαγείρευαν για τους πατεράδες, τους συζύγους και τα παιδιά τους. Η Angela Meah, καθηγήτρια Γεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο του Sheffield, περιγράφει ως δουλειά τους όλα τα καθήκοντα που σχετίζονται με τον προγραμματισμό, την αγορά, την αποθήκευση, το μαγείρεμα και την προετοιμασία του φαγητού, καθώς και τα συναφή καθήκοντα, όπως το πλύσιμο και το καθάρισμα. Δεδομένου ότι η εργασία αυτή εντάσσεται στην οικιακή σφαίρα και δεν συμβάλλει στην παραγωγική οικονομία, δεν έχει θεωρηθεί ως «πραγματική εργασία». Έχει θεωρηθεί δεδομένη, έχει υποτιμηθεί και θεωρείται κοινωνικά καταπιεστική.

Αν και οι αντιλήψεις γύρω από την κουζίνα έχουν εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου, εξακολουθεί να υπάρχει η ισχυρή πεποίθηση ότι οι γυναίκες πρέπει να μαγειρεύουν και να εκτιμώνται για τις επιδόσεις τους. Από τη δεκαετία του 1970 οι γυναίκες αμφισβητούν αυτή την ιδέα και σήμερα την αμφισβητούν ακόμη περισσότερο μετατρέποντας τις ικανότητές τους σε επάγγελμα, με το να γίνουν σεφ.

Τη δεκαετία του 1970 άρχισαν να αλλάζουν οι αντιλήψεις για το πώς σκέφτονταν οι γυναίκες την κουζίνα. Η Judith Newton, ομότιμη καθηγήτρια στο U.C. Davis, περιέγραψε αυτή την περίοδο ως εξής: «όταν οι γυναίκες γύρω μου αναθεωρούσαν τη σχέση τους με την κουζίνα, τις δουλειές του σπιτιού και την προετοιμασία του καφέ στη δουλειά ή στις πολιτικές οργανώσεις», σε άρθρο της Huffington Post σχετικά με τον μήνα ιστορίας των γυναικών και τη σχέση του με το κίνημα για τη διατροφική δικαιοσύνη. Αυτό συνέβαινε σε όλο τον κόσμο. (Πηγή: Medium)

Η Meah συμφωνεί με αυτό, υποστηρίζει ότι αυτή τη φορά, οι γυναίκες «αναζητούσαν χώρους μέσα στην καταπίεση». Επαναπροσδιορίζοντας τι είναι αυτοί οι χώροι και τι σημαίνουν για τις γυναίκες που τους χρησιμοποιούν, αντί για το πώς χρησιμοποιούνται, οι γυναίκες μπορούν να ανατρέψουν την καταπίεση.

«Στη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, η γυναίκα συναντάται, κυρίως, στο παρασκήνιο. Κερδίζει σημαντικούς ρόλους, αλλά σπανιότερα ισότιμους με την καταλυτικά χαρισματική παρουσία των αντρών. Στην πλειοψηφία τους, έχουν καταγραφεί ως οντότητες που καλύπτουν ανάγκες, ως μούσες, πολύτιμες συνοδοιπόροι με μεγάλη ικανότητα αφοσίωσης, στην πραγματικότητα λεηλατημένες στη δημιουργική τους ατομικότητα», λέει η Σταυριανή Ζερβακάκου, σεφ και ιδιοκτήτρια εστιατορίου.

Στον κόσμο που είδε εκείνη, η κουζίνα υπήρξε «ένας από τους σπουδαιότερους παρασκηνιακούς χώρους γυναικείας δράσης, αλληλεγγύης και περισυλλογής». Στην ιστορία που βίωσε, η κουζίνα λειτούργησε «ως λημέρι δημιουργικότητας, ανασύνταξης και προπαρασκευής μιας απελευθέρωσης που δεν έχει έρθει, ακόμα».

«Σκηνοθετώ τις γυναίκες αυτές ανασύροντάς τες από την παιδική μου μνήμη, σε κάθε άφιξη σοβαρής, συναισθηματικής δυσκολίας: Ανάμεσα σε ήχους από καπάκια κατσαρόλας που αντιστέκονται στους μαγειρικούς ατμούς ή στο καθησυχαστικό σύρσιμο του ξεσκαρταρίσματος των χαλασμένων ρεβιθιών από τα γερά, τις βλέπω σιωπηλές να αναρωτιούνται “Τι θέλω; Τι θέλει ο βαθύτερός μου εαυτός;”».

«Πράγματι, η μαγειρική παραμένει στη συνείδησή μας ως μια ασχολία συνδεδεμένη με το νοικοκυριό, μια ασχολία που παραδοσιακά θεωρείται κατεξοχήν γυναικεία, περιορισμένη στα όρια ενός σπιτιού, προορισμένη να καλύπτει μια βασική ανάγκη για όλη την οικογένεια», λέει η Εύα Σαββοπούλου (Τομέας Επικοινωνίας και Ενημέρωσης, Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες).

Η μαγειρική για τις γυναίκες δεν είναι πια ταυτόσημη με την καταπίεση, τη ρουτίνα ή την αγγαρεία, αλλά γίνεται έκφραση αγάπης, φροντίδα, δημιουργικότητα και μοίρασμα. Μέσα από τη δουλειά της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, με γυναίκες και άντρες, στις δράσεις που προωθούν την ενημέρωση του κόσμου και την αρμονική συνύπαρξη των προσφύγων με τις κοινωνίες υποδοχής τους, οι συμμετέχοντες έχουν δει πόσο μοναδική δύναμη μπορεί να έχει η μαγειρική.

«Πράγματι, η μαγειρική παραμένει στη συνείδησή μας ως μια ασχολία συνδεδεμένη με το νοικοκυριό, μια ασχολία που παραδοσιακά θεωρείται κατεξοχήν γυναικεία, περιορισμένη στα όρια ενός σπιτιού, προορισμένη να καλύπτει μια βασική ανάγκη για όλη την οικογένεια», λέει η Εύα Σαββοπούλου, (Τομέας Επικοινωνίας και Ενημέρωσης, Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες), και συνεχίζει:

«Έχουμε όμως δει τα πρόσωπα των προσφυγισσών να αλλάζουν, να φωτίζουν, όταν καλούνται να μιλήσουν για μια συνταγή από την πατρίδα τους. Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Μαγειρικής Προσφύγων Cooking #WithRefugees που συντονίζει η Ύπατη Αρμοστεία αρκετά χρόνια τώρα και φέρνει πρόσφυγες που είναι επαγγελματίες ή ερασιτέχνες σεφ μέσα στις κουζίνες των ελληνικών εστιατορίων, βλέπουμε τη μαγειρική να λειτουργεί ως όχημα επικοινωνίας, μοιράσματος αλλά και ενδυνάμωσης για τις γυναίκες που συμμετέχουν».

Όλες αυτές οι γυναίκες χρησιμοποιούν την κουζίνα ως τρόπο σύνδεσης με τις οικογένειές τους και καθιστούν την κουζίνα έναν ασφαλή χώρο για τον εαυτό τους. Έφτιαξαν αυτούς τους δημιουργικούς χώρους στους οποίους μπορούσαν να μαγειρεύουν ως μια ευχάριστη δραστηριότητα, όχι ως κάτι που η κοινωνία τους έλεγε ότι έπρεπε να κάνουν.

Η Meah περιγράφει αυτούς τους χώρους ως «καταφύγια από την καταπίεση και έναν ιδιωτικό χώρο στον οποίο επιβεβαιώνονται οι ριζοσπαστικές, πολιτιστικές και γυναικείες ταυτότητες και επιτυγχάνεται η αίσθηση του ανήκειν και της ελευθερίας». Αυτή η πεποίθηση όπως μεταφέρθηκε στον 21ο αιώνα και για τις γυναίκες, τις επηρέασε να βγάλουν το χώρο τους από την οικιακή σφαίρα και να τον μεταφέρουν στη δημόσια σφαίρα, με τη μορφή της εργασίας σε κουζίνες εστιατορίων.

«Όταν βλέπεις γυναίκες στην κουζίνα νομίζεις ότι είναι κάτι οικιακό και όταν βλέπεις άντρες νομίζεις ότι είναι κάτι δημιουργικό. Αυτό είναι που πρέπει να αλλάξουμε», έχει πει η Alice Waters, σεφ, ιδιοκτήτρια εστιατορίου και ακτιβίστρια.

Έχει ενδιαφέρον πώς η υποδεδειγμένη από την κοινωνία θέση της γυναίκας στην κουζίνα έδωσε τη θέση της σε μία επανάσταση που συνοδεύεται έως και σήμερα από στερεότυπα – μα δεν ξέρει να βράζει ούτε ένα αυγό, πώς θα ανοίξει σπίτι – για να λοξοδρομήσει στο φαινόμενο των tradwives, όσο η ισότητα μέσα κι έξω από τις κουζίνες αργεί πολύ.

«Δεν πιστεύω πως η αφύπνιση των γυναικών ευθύνεται για την απομάκρυνση μας από τη γαστρονομική παράδοση ή την οικιακή υγιεινή διατροφή. Για αυτές τις τεράστιες πολιτισμικές απώλειες, υπεύθυνοι είναι ο βάρβαρος καπιταλισμός και η πατριαρχία, που είναι διάχυτα και αιωρούμενα σαν τη σκόνη και τα εισπνέουμε παντού», τονίζει η Σταυριανή Ζερβακάκου.

«Αν με ρωτάς, όχι, δεν πιστεύω ότι χάσαμε την μπάλα. Διαισθάνομαι πως τώρα βγήκαμε στη σέντρα της διεκδίκησης και κυνηγάμε ό,τι στερηθήκαμε περισσότερο, την ατομικότητά μας, για αρχή. Αν δεν θέλουμε να βράσουμε ούτε ένα αυγό, είναι επειδή, απλώς, δεν θέλουμε. Είναι επειδή έχουμε μια επαγγελματική διαδρομή που δεν χορταίνουμε να περπατάμε. Δεν πιστεύω πως η αφύπνιση των γυναικών ευθύνεται για την απομάκρυνσή μας από τη γαστρονομική παράδοση ή την οικιακή υγιεινή διατροφή. Για αυτές τις τεράστιες πολιτισμικές απώλειες, υπεύθυνοι είναι ο βάρβαρος καπιταλισμός και η πατριαρχία, που είναι διάχυτα και αιωρούμενα σαν τη σκόνη και τα εισπνέουμε παντού», τονίζει η Σταυριανή Ζερβακάκου.

Είναι η μαγειρική ένα μέσο ενδυνάμωσης; «Δεν ξέρω αν υπάρχει φεμινισμός στην κουζίνα. Κι έπειτα, ποια κουζίνα, την επαγγελματική ή αυτή του σπιτιού μας; Σίγουρα πάντως, δεν θεωρώ τη μαγειρική αντιφεμινιστική, ειδικά όταν αποτελεί μέρος της απόλαυσης της ζωής, της φροντίδας του εαυτού και των αγαπημένων προσώπων», καταλήγει.

Στην προσωπική της πορεία, η κουζίνα αποτέλεσε, όπως περιγράφει, έναν απότομο και τραχύ γκρεμό αφύπνισης. «Ήταν μια πτώση μυστικιστική, μαγικά ενδυναμωτική και άλλο τόσο τρομακτική. Κι αυτό, γιατί έπρεπε να ακολουθήσει μια επίπονη ανάβαση προς το φως της δημιουργικής μου ζωής που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα. Σε αυτόν τον δρόμο, συνάντησα απίθανες γυναίκες που με στήριξαν, με ενέπνευσαν, με ζόρισαν επίμονα, με στόχο να επιταχύνουν το βάδισμά μου προς το ταλέντο μου, τα ωραία μου πάθη, και όλα όσα με έκαναν να αισθάνομαι ότι αξίζει να υπάρχω πάνω σε αυτή τη γη. Στο δικό μου προσωπικό ταξίδι, δύναμη αντλούσα από εμένα την ίδια, όμως, δεν το ήξερα».

Οι γυναίκες που την «περιμάζεψαν», φρόντισαν ακριβώς για αυτό: να τη φέρουν πρόσωπο με πρόσωπο με τη δύναμή της. «Μου έμαθαν επίσης, πως αυτή η μετάγγιση γνώσης και ενδυνάμωσης, λειτουργεί αθροιστικά, όπως και το πένθος, και πως πρέπει να την προσφέρω σε όποια μου το ζητήσει. Στο δικό μου αφήγημα, η μαγειρική είναι μια δύναμη καθηλωτική, ένα από τα άπειρα πρόσωπα της κρυμμένης θηλυκότητας, είναι μια πράξη επαναστατική, σαν το χορτολόγισμα: σε μαθαίνει να ξεδιαλέγεις. Όταν φοράω την πόδια μου και μπαίνω στην κουζίνα, είναι σαν να πέφτω μέσα στο θεοσκότεινο δάσος πάνω στη σοφή γερόντισσα με τη δάδα, που θα με φέρει αντιμέτωπη με τις ψυχικές μου αντοχές. Η μαγειρική μου, είναι ο άσος στο μανίκι μου, είναι ο κρυπτονίτης που βγάζω από την τσέπη, όταν νιώθω την πατριαρχία να με πλησιάζει περισσότερο από όσο αντέχω. Και ξέρω πως το ίδιο, ισχύει για πολλές γυναίκες εκεί έξω».

Η Εύα Σαββοπούλου εξηγεί ότι θέλει δύναμη για μια προσφύγισσα – είτε είναι επαγγελματίας είτε όχι – να ενταχθεί στους φρενήρεις ρυθμούς ενός εστιατορίου όπου μπορεί να μη μιλάει καν την ίδια γλώσσα με τα άλλα μέλη της ομάδας, και να μπορέσει να υπερασπιστεί τις γεύσεις και τις συνταγές της. Άλλο τόσο κουράγιο και εξωστρέφεια χρειάζεται για να παρουσιάσει το πιάτο της στο κοινό, να μιλήσει για αυτό, να το συνδέσει με την ταυτότητα και την καταγωγή της.

«Δεν είναι ούτε απλή ούτε γρήγορη διαδικασία, και μάλιστα σε έναν κατεξοχήν ανδροκρατούμενο χώρο. Αλλά η μαγειρική έχουμε δει στην πράξη να λειτουργεί ως καταλύτης για την ώσμωση και την ένταξη των γυναικών σε κοινωνικό, επαγγελματικό και πολιτισμικό επίπεδο».

«Είναι κώδικας επικοινωνίας η μαγειρική, έχουμε δει αραβόφωνες, γαλλόφωνες, φαρσόφωνες γυναίκες να ανταπεξέρχονται άνετα συνυπάρχοντας σε μια κουζίνα με Έλληνες και Ελληνίδες σεφ. Είναι και ταλέντο και εφόδιο η μαγειρική, που μπορεί να “μιλήσει” κατευθείαν στην καρδιά αυτού που θα δοκιμάσει το φαγητό. Μπορεί να καταρρίψει στερεότυπα, να “ανοίξει” επαγγελματικούς δρόμους και να κερδίσει εύκολα μια πελατεία που ενδεχομένως να την προσελκύσει αρχικά το φολκλόρ και ο εξωτισμός μιας μακρινής κουζίνας, αλλά θα την κρατήσει μόνο η ποιότητα και το μεράκι της μαγείρισσας».

Δεν είναι τυχαίο πως ένα μεγάλο τμήμα των προσφύγων που συμμετέχουν στα προγράμματα που υλοποιεί η Ύπατη Αρμοστεία για την προώθηση της εργασιακής ένταξης και επιχειρηματικότητας των προσφύγων με εταίρους όπως η ΜΕΤΑδραση, το SolidarityNow, η Ιntersos, η Τράπεζα Πειραιώς ή το κέντρο Αdama, προσανατολίζονται σε μεγάλο βαθμό σε επαγγέλματα εστίασης. Μπορεί να μην καταλήξουν όλες οι προσφύγισσες να ανοίξουν εν τέλη το δικό τους μαγαζί, όπως η Ιρακινή Shaimaa στη Θεσσαλονίκη, αλλά η μαγειρική φέρνει εμπειρίες και δικτύωση και δημιουργεί ευκαιρίες σε έναν ανερχόμενο επαγγελματικό κλάδο. Ευκαιρίες που τόσο έχουν ανάγκη οι άνθρωποι που έχουν ξεριζωθεί από τις πατρίδες τους για να μπορέσουν να πατήσουν πάλι στα πόδια τους και να χτίσουν τη ζωή τους από την αρχή με όρους αξιοπρέπειας και αυτονομίας.

«Η πιο διαδεδομένη απάντηση που έχουμε λάβει όταν ρωτάμε τις γυναίκες αυτές γιατί αγαπούν τη μαγειρική, είναι “γιατί μου αρέσει να βλέπω τους ανθρώπους που δοκιμάζουν το φαγητό μου να χαίρονται”. Πόσα μπορεί να πει από μόνο του ένα παραδοσιακό αφγανικό πιάτο όπως το Κabuli Pulao όταν το παρουσιάζει μια Αφγανή που έχει ζήσει όλη της τη ζωή πριν φτάσει στην Ελλάδα ως πρόσφυγας στο Ιράν και αγωνιά να διατηρήσει τη μνήμη μιας πατρίδας που δεν γνώρισε ποτέ;

Τι σημαίνει για μια Κούρδισσα να επιμένει να βάζει στον ντολμά της σέλινο; Και γιατί η προετοιμασία του καφέ μπορεί να αποτελεί ιεροτελεστία για μια προσφύγισσα από την Ερυθραία, που μπορεί να χρειαστεί να δώσει από το υστέρημά της για να προσφέρει αυτή την “πολυτέλεια” στους καλεσμένους της; Αν ξύσουμε κάτω από την επιφάνεια της “έθνικ” μαγειρικής έχουμε να ανακαλύψουμε πολλά για την ταυτότητα και τις ιστορίες των γυναικών αυτών που μαγειρεύουν κάτι από την πατρίδα τους», καταλήγει η Εύα Σαββοπούλου.

Το μαγείρεμα του φαγητού είναι μια δραστηριότητα που θεωρείται ακόμα ότι αναλαμβάνουν κυρίως οι γυναίκες. Ο πιο ταπεινός όμως από τους οικιακούς χώρους είναι τόσο ουσιαστικός όσο και συμβολικός, που γίνεται ακόμα και αντικείμενο ακαδημαϊκής έρευνας. Είναι δύσκολο να ξεφύγουμε εντελώς από την παραδοσιακή ιδέα της γυναικείας μαγειρικής ως οικιακής, δεδομένου ότι οι περισσότερες από τις υψηλότερες τιμές που απονέμονται στο επαγγελματικό τερέν αφορούν τους άντρες. Δεν υπάρχει ισότητα στις κουζίνες, οικιακές και επαγγελματικές. Υπάρχει όμως μια νέα γενιά που έρχεται, εμπνευσμένη από όλες τις σπουδαίες γυναίκες που άνοιξαν τον δρόμο για εκείνες, και θα βάλει κι αυτή τα δυνατά της για την επόμενη.