
Πώς ήταν στ’ αλήθεια να πετάς με Concorde
Το εμβληματικό αεροσκάφος μπορούσε να πετάξει από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη σε λιγότερο από τέσσερις ώρες.
- 25 ΜΑΡ 2025
Το Concorde πραγματοποίησε την τελευταία του πτήση το 2003, αλλά η κληρονομιά του πρωτοποριακού αυτού αεροσκάφους παραμένει. Ταξίδευε με μεγαλύτερη από τη διπλάσια ταχύτητα του ήχου, πετώντας από τη Νέα Υόρκη στο Λονδίνο σε μόλις τρεισήμισι ώρες. Ένα θαύμα μηχανικής και σχεδίασης, το Concorde εγκαινίασε την υπερηχητική εποχή, τουλάχιστον για εκείνο το σύνολο επιβατών που ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν το τσουχτερό αντίτιμο για να διασχίσουν τον Ατλαντικό στο μισό χρόνο από τα παραδοσιακά αεροπλάνα.
Μαζί με το ρωσικής κατασκευής Tupolev Tu-144, το Concorde ήταν ένα από τα δύο μόνο υπερηχητικά εμπορικά επιβατικά αεροσκάφη στην ιστορία -ένα κενό που δεν έχει καλυφθεί ακόμη.
Και παρά το γεγονός ότι γενικά θεωρείται εμπορική αποτυχία και αποσύρθηκε μετά από 30 χρόνια, το Concorde παραμένει ένα από τα πιο διάσημα αεροπλάνα που κατασκευάστηκαν ποτέ. Ας κάνουμε λοιπόν ένα ταξίδι στον χρόνο για να δούμε πώς ήταν να πετάς με το Concorde.
Η ιστορία του Concorde
Οι κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας ξεκίνησαν να συνεργάζονται το 1962 για τη δημιουργία του υπερηχητικού τζετ. Το όνομα Concorde αντιπροσώπευε τη διεθνή αυτή εταιρική σχέση: Το γαλλικό concorde και το αγγλικό του αντίστοιχο concord, σημαίνουν και τα δύο σε συμφωνία ή ένωση.
Με τη συνεργασία αυτή, οι δύο χώρες ήλπιζαν να ανταγωνιστούν τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Ρωσία, οι οποίες όχι μόνο είχαν σχέδια υπερηχητικών τζετ σε εξέλιξη αλλά συμμετείχαν επίσης στον περίφημο Διαστημικό Αγώνα. Η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία ήθελαν να συμμετάσχουν στο παιχνίδι αυτό και προσπάθησαν να καθιερωθούν ως διεθνείς παίκτες στην εμπορική αεροπορία.
Το κόστος όμως ήταν τεράστιο, αλλά δεν προκάλεσε αντιδράσεις στο εσωτερικό των δυο χωρών, καθώς αποτελούσε πηγή εθνικής υπερηφάνειας. Το τζετ είχε διπλά φτερά τύπου δέλτα, που βελτίωναν την πλοήγηση σε εξαιρετικά υψηλές ταχύτητες και μια μύτη που κοίταζε προς τα κάτω κατά τις απογειώσεις και τις προσγειώσεις για την καλύτερη ορατότητα του πιλότου. Το λευκό χρώμα του δημιουργούσε ένα ανακλαστικό φινίρισμα που ακτινοβολούσε θερμότητα, καθώς η θερμοκρασία του σκάφους μπορούσε να φτάσει τους 278 βαθμούς Φαρενάιτ κατά την πτήση.
Το αεροσκάφος τροφοδοτούσαν τέσσερις εξαιρετικά προηγμένοι κινητήρες που αναπτύχθηκαν από τη Rolls Royce, οι οποίοι ώθησαν το Concorde σε μέγιστη ταχύτητα πλεύσης 1.354 mph -περισσότερο από τη διπλάσια ταχύτητα του ήχου. Συγκριτικά, τα παραδοσιακά τζετ ταξιδεύουν με περίπου 925.373 kph. Ακόμη και πριν σηκωθεί από το έδαφος, το Concorde μπορούσε να φτάσει τα 402.336 kph.
Οι πρώτες πτήσεις
Το Concorde έκανε το ντεμπούτο του εν μέσω πανηγυρισμών στην Τουλούζη της Γαλλίας το 1967 και η πρώτη του πτήση ήταν το 1969. Οι διαστημικές ικανότητές του γοήτευσαν τις αεροπορικές εταιρείες, αλλά και το ευρύ κοινό.
Αρχικά, 16 αεροπορικές εταιρείες έκαναν παραγγελίες για τα τζετ. Δυστυχώς όμως, η εγκαινίαση του Concorde συνέπεσε με τον Πόλεμο των Έξι Ημερών και την επακόλουθη πετρελαϊκή κρίση το 1973, η οποία έκανε τις τιμές των καυσίμων των αεροσκαφών να εκτοξεύονται στα ύψη. Το Concorde έκαιγε πολύ -μια πτήση από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη απαιτούσε πάνω από 6.700 γαλόνια καυσίμου την ώρα, περισσότερο από το διπλάσιο από αυτό που έκαιγαν τα παραδοσιακά αεροσκάφη στο ίδιο ταξίδι.
Παρόλα αυτά, κατασκευάστηκαν 20 Concorde, συμπεριλαμβανομένων των έξι πρωτότυπων. Τα υπόλοιπα 14 μοιράστηκαν σε δύο μόνο αεροπορικές εταιρείες: την Air France και την British Airways.
Στις 21 Ιανουαρίου 1976, δύο από τα τζετ απογειώθηκαν ταυτόχρονα, σηματοδοτώντας τις πρώτες υπερηχητικές εμπορικές πτήσεις του Concorde. Η πτήση της British Airways πέταξε από το Λονδίνο στο Μπαχρέιν, ενώ η πτήση της Air France αναχώρησε από το Παρίσι για το Ρίο ντε Τζανέιρο. Οι πτήσεις της British Airways από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη ξεκίνησαν αργότερα το ίδιο έτος.
Οι πτήσεις επέτρεπαν στους ταξιδιώτες να αποφύγουν το jet lag και να επιστρέψουν στην πατρίδα τους χωρίς διανυκτέρευση -στην πραγματικότητα, μεταξύ της υπερηχητικής ταχύτητας και των διαφορών στις ζώνες ώρας, μια πτήση Λονδίνο-Νέα Υόρκη θα προσγειωνόταν νωρίτερα από την αναχώρησή της. Ταξίδευαν συνήθως σε υψόμετρο κρουαζιέρας από 55.000 έως 60.000 πόδια. Αυτό έδινε στους επιβάτες τη δυνατότητα να δουν την καμπυλότητα της Γης.
Πώς ήταν στ’ αλήθεια να πετάς με Concorde
Αν και φαινομενικά πολυτελής, η καμπίνα του Concorde ήταν εξαιρετικά θορυβώδης, με τα περίφημα χαμηλά ταβάνια και τα μικροσκοπικά παράθυρά της. Ένας στενός διάδρομος χώριζε δύο θέσεις και στις δύο πλευρές, σε ένα σύνολο 100 θέσεων.
Το μπροστινό και το πίσω τμήμα ήταν πανομοιότυπα και χωρίζονταν μόνο από μια μικρή τουαλέτα. Παρόλα αυτά, θεωρήθηκε status symbol να κάθεσαι στις μπροστά θέσεις και να μπορείς να παρακολουθήσεις από τόσο κοντά τις τρελές ταχύτητες που ανέπτυσσε. Παρά τα όποια προβλήματα, η εμπειρία μιας πτήσης με Concorde ήταν μοναδική και η εξυπηρέτηση άψογη.
Σχεδόν αμέσως, το Concorde έγινε ο αγαπημένος τρόπος υπερατλαντικού ταξιδιού για επιχειρηματίες και διεθνείς σταρ. Οι επιβάτες του έκαναν check-in από ξεχωριστό γκισέ, ενώ μπορούσαν να κάθονται σε ιδιωτικό σαλόνι πριν από την επιβίβαση. Η σαμπάνια και το χαβιάρι έρρεαν άφθονα.
Μόλις το αεροσκάφος έπιανε υψόμετρο κρουαζιέρας, σερβιριζόταν γεύμα πολλών πιάτων σε πολυτελή πορσελάνινα σερβίτσια. Οι επιβάτες λάμβαναν επίσης δώρα και αναμνηστικά, όπως κλιπ γραβάτας και ασημένιες κορνίζες.
Τα Concorde είχαν τους δικούς τους τακτικούς επιβάτες, που πλέον γνωρίζονταν μεταξύ τους, ενώ οι αεροσυνοδοί κρατούσαν κάθε φορά συγκεκριμένες θέσεις και λιχουδιές για τους επισκέπτες που ήξεραν ότι τους αρέσουν. Μερικοί από τους πιο διάσημους επιβάτες του Concorde ήταν η Βασίλισσα Ελισάβετ II, ο Paul McCartney, η Christie Brinkley, ο Phil Collins, η Sarah Ferguson, ο Sting, ο Richard Branson, η Dolly Parton, ο Mick Jagger και ο Tony Blair.
Η αρχή του τέλους
Ενώ το Concorde ήταν αρχικά κερδοφόρο για την British Airways, η Air France έχασε πολλά εκατομμύρια εξαιτίας τους, καθώς οι πτήσεις ήταν πολύ ακριβές και απαιτούσαν πολλές ώρες συντήρησης μεταξύ των πτήσεων.
Προς το τέλος της διαδρομής του Concorde, οι πτήσεις μετ’ επιστροφής έφτασαν να κοστίζουν πάνω από 10.000 $ (που ισοδυναμεί με περίπου $20.000 σήμερα). Εν τω μεταξύ, το αέριο του αεροσκάφους και τα υψηλά επίπεδα εκπομπών το έκαναν να εξοργίσει πολλές περιβαλλοντικές ομάδες. Παρά το προηγούμενο ρεκόρ ασφαλείας, ένα Concorde της Air France συνετρίβη τραγικά κατά την απογείωση στο Παρίσι το 2000. Και μόλις ένα χρόνο αργότερα, οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου μείωσαν τους εταιρικούς προϋπολογισμούς ταξιδιών που επηρέασαν βαθιά τις πωλήσεις εισιτηρίων.
Ως αποτέλεσμα και οι δύο αεροπορικές εταιρείες καθήλωσαν τα εμβληματικά τζετ το 2003.
Η τελευταία εμπορική πτήση της Air France από τη Νέα Υόρκη στο Παρίσι έγινε στις 31 Μαΐου 2003, ενώ η British Airways ακολούθησε το παράδειγμά της στις 24 Οκτωβρίου 2003 με μια πτήση από τη Νέα Υόρκη στο Λονδίνο. Σε εκείνη την τελευταία πτήση το αεροσκάφος ενώθηκε με δύο άλλα Concorde που προσγειώθηκαν διαδοχικά στο αεροδρόμιο του Χίθροου, δημιουργώντας ένα αξέχαστο θέαμα.
Σήμερα, οι λάτρεις της αεροπορίας μπορούν να δουν μερικά από τα εναπομείναντα Concordes που διατηρούνται σε διάφορα μουσεία σε όλο τον κόσμο, όπως στο Smithsonian’s National Air and Space Museum στην Ουάσιγκτον, στο Intrepid Sea, Air & Space Museum στη Νέα Υόρκη και στο Museum of Flight στο Seattle.