Πώς η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου άλλαξε το τοπίο της ενημέρωσης
Το έγκλημα και στη συνέχεια το ξέσπασμα άλλαξαν όλα τα δεδομένα: Τα παραδοσιακά Μέσα Ενημέρωσης δε στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και τα social media ανέλαβαν για πρώτη φορά δράση. Ο καθηγητής του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, Γιώργος Θαλάσσης, ο blogger arkoudos και ο Xάρης Παπαευαγγέλου, Υποψήφιος Διδάκτορας, μιλούν για τη βίαιη αυτή μετάβαση στη νέα εποχή.
- 6 ΔΕΚ 2022
Γύρω στις 9 η ώρα, ένα περιπολικό περνάει από τα Εξάρχεια και δέχεται αποδοκιμασίες από μία ομάδα νεαρών. Τα δύο μέλη του πληρώματος επιστρέφουν πεζοί στο σημείο. Ο ειδικός φρουρός Επαμεινώνδας Κορκονέας σηκώνει το υπηρεσιακό του περίστροφο και πυροβολεί με ευθεία βολή προς τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο που βρισκόταν στη διασταύρωση Μεσολογγίου και Τζαβέλλα, με αποτέλεσμα να τον σκοτώσει. Στη συνέχεια αποχωρεί ψύχραιμος -σαν να μη συνέβη τίποτα- από το σημείο.
Το γεγονός αυτό γίνεται η αφορμή για μία μαζική αντίδραση από τη μαθητική και φοιτητική νεολαία, από εργαζόμενους και νέους. Οποιαδήποτε προσπάθεια διαχείρισης της είδησης από κυβέρνηση, αστυνομία και ΜΜΕ απέτυχε παταγωδώς. Η 6η Δεκεμβρίου γίνεται η πρώτη από μία σειρά μεταβατικών σημείων στον χρόνο που σήμαναν πια το τέλος μίας εθνικής αφήγησης επιτυχίας και περηφάνιας που είχε κυριαρχήσει για περίπου 2 δεκαετίες.
Οι πρώτες στιγμές μετά τη δολοφονία Γρηγορόπουλου
Η είδηση ανεβαίνει στο Indymedia στις 21:18 με τον τίτλο «Επειγον! Σοβαρος τραυματισμος στη Μεσολογγιου». Τρία λεπτά πριν, είχε προηγηθεί και ένα παρόμοιο tweet από τον χρήστη @cpil. Οι πρώτες φήμες έκαναν λόγο για πυροβολισμό με πλαστική σφαίρα και για έναν Αλέξανδρο Γεωργόπουλο (υπάρχουν οι ενδείξεις ότι αυτό ήταν το όνομα που κυκλοφορούσε αρχικά) ο οποίος ήταν τραυματισμένος σοβαρά και θα μεταφερόταν άμεσα στον Ευαγγελισμό καθώς κινδύνευε η ζωή του.
Ο ήχος των πυροβολισμών οδηγεί πολλούς ανθρώπους προς το σημείο της δολοφονίας. Είναι πολύ πιθανόν ότι όποιος βρίσκεται στα Εξάρχεια μέχρι τις 22:00 να έχει πια πληροφορηθεί (ίσως όχι με πλήρη σαφήνεια) ότι έχει γίνει κάτι πολύ σοβαρό στην περιοχή.
Όσο αυξάνονται οι αυτόπτες μάρτυρες τόσο διασταυρώνεται και η αρχική πληροφορία στο Indymedia. Στις 22.00 η ώρα υπάρχει ανάρτηση που επιβεβαιώνει τον θάνατο μαζί με κάποιες βασικές πληροφορίες για το θύμα. Ο χρήστης TAR τονίζει ότι έχει ως πηγή το νοσοκομείο αλλά και το Ανθρωποκτονιών. Παραθέτει δε και το ονοματεπώνυμο αλλά και την ηλικία του Γρηγορόπουλου. Σιγά-σιγά και με μία πρωτοφανή για την εποχή ταχύτητα ξεκαθαρίζει το θολό τοπίο του τι έγινε.
Τα κανάλια ακόμη δεν έχουν κάνει τα έκτακτα δελτία τους. Διάφορα blogs και λογαριασμοί στο Twitter αντιθέτως αρχίζουν και αυτοί να αναπαράγουν την είδηση. Η ελληνική κοινωνία ακόμη δεν είχε ζήσει τη νέα εποχή της πληροφόρησης. Ήταν η πρώτη φορά που για ένα πολύ σημαντικό γεγονός είχαν αυξηθεί τα κανάλια πληροφόρησης σε τέτοιον βαθμό, ώστε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας ενημερώθηκε για το περιστατικό πολύ πριν αυτό παίξει στα μεγάλα media.
Eνδεικτικά, στις 22.00 το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου, σχεδόν μία ώρα μετά τη δολοφονία, τα ΝΕΑ ανανεώνουν την αρχική τους σελίδα βάζοντας ένα άρθρο σχετικό με τη δημοσκοπική διαφορά μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας. Η είδηση της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου μπαίνει αργότερα και συνεχίζει να ανανεώνεται ως πρώτο θέμα μέχρι το μεσημέρι της επόμενης μέρας. Μέχρι τότε, οι περισσότεροι, τουλάχιστον στην Αθήνα, είχαν ήδη πληροφορηθεί ακριβώς τι είχε συμβεί.
«Δημιουργήθηκε μία διαδικασία γενικευμένης ενημέρωσης από τα κάτω»
Ο arkoudos είναι blogger και χρήστης του Twitter, από τότε που το τελευταίο βρισκόταν ακόμα στα σπάργανα. «Ενημερώθηκα από την ανάρτηση του χρήστη @cpil. Κανείς τότε δεν είχε καταλάβει πόσο σημαντική θα ήταν ως είδηση αυτή η ανάρτηση – τα Εξάρχεια μοίρασαν πολύ γρήγορα την πληροφορία, κυρίως μέσω του indymedia». Από πολύ νωρίς είχε αρχίσει να διαφαίνεται ότι «η ενημέρωση διακλαδώθηκε σε δύο παράλληλες ταυτόχρονες διαδρομές: τι μπορούσες να μάθεις από τα ΜΜΕ (πχ ότι αναρχικοί επιτέθηκαν σε αστυνομικούς), και τι μάθαινες από τα social και τα blogs».
Η ανάδυση του νέου τρόπου πληροφόρησης δεν ήρθε σε κενό αέρος αλλά με σκοπό να καλύψει τον ρόλο που μέχρι τότε είχαν αποκλειστικά τα συστημικά μέσα. «Τα blogs ανέλαβαν τον ρόλο των εφημερίδων, της ανάλυσης θα έλεγε κανείς της είδησης και των γεγονότων, ενώ το Twitter ανέλαβε τη μετάδοση της επικοινωνίας, με μεγαλύτερη αμεσότητα, ως τηλεόραση/ραδιόφωνο». Ίσως όμως να υπερτονίζουμε, με βάση την εικόνα που έχουμε για τα social media σήμερα, τον ρόλο τους τότε, καθώς «η ψηφιακή ενσωμάτωση είναι πολύ μικρότερη από αυτήν που έχουμε σήμερα, ο κόσμος που ενδιαφερόταν είχε ως βασική ενημέρωση περισσότερο την προσωπική επικοινωνία, από φίλους και γνωστούς παρά τις αναρτήσεις από social media και blogs».
Ρωτάω τον arkoudos αν θυμάται άλλη τέτοια περίπτωση μαζικού σχολιασμού στα social media πριν την 6η Δεκεμβρίου του 2008. «Μπορεί βέβαια να με απατά η μνήμη μου αλλά αισθάνομαι πως δεν είχαμε κάτι τόσο βίαιο, και τόσο απότομο όπως αυτή η κρατική δολοφονία ταυτόχρονα με αρκετή εκπροσώπηση στα social για να υπάρξει αυτό το μίγμα.
Σε τελείως διαφορετικές συνθήκες, ως αντιστοίχου μεγέθους ψηφιακής βαρύτητας, θυμάμαι μόνο τον θάνατο της Αμαλίας Καλυβίνου, blogger και η ίδια, όπου η (σχεδόν αποκλειστικά ψηφιακή) ανακοίνωση του θανάτου της κατέληξε -αν θυμάμαι καλά- σε μία πρωτοφανή ενέργεια, τη βουβή διαμαρτυρία/διαδήλωση κόσμου στο Σύνταγμα».
Μερικά από τα εξώφυλλα της επόμενης ημέρας.
Τελικά, ο όγκος και η μαζικότητα όσων ακολούθησαν οφείλονται έστω και σε ένα μέρος τους από αυτή τη νέα διαδικασία πληροφόρησης; «Για να απαντήσω στο ερώτημα πρώτα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι ακριβώς εννοούμε όταν μιλάμε για εξέγερση. Είναι σαφές ότι η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου έφερε μία αναστάτωση σε πολλά επίπεδα, κάτι που συνέβη όμως αντίστοιχα στη δολοφονία του Μιχάλη Καλτεζά, ή του Νίκου Τεμπονέρα.
Ταυτόχρονα όμως, εκτός από τις αναταραχές, δημιουργήθηκε μία διαδικασία γενικευμένης ενημέρωσης από τα κάτω, που πετύχαινε την αποδόμηση “ειδήσεων” γραμμένων απευθείας από την ασφάλεια, από τα δημοσιογραφικά κέντρα που προσέθεταν ήχους πυροβολισμού στα βίντεο, ή απέλυαν φωτορεπόρτερ που φωτογράφιζαν αστυνομικούς με πιστόλια στις διαδηλώσεις».
Κατά την άποψή του, «το δημοσιογραφικό ξεγύμνωμα που στη συνέχεια θα αποκτούσε μία βαρύτητα εξόχως σημαντική, και θα καθόριζε ακόμα και πολιτικές στιγμές ασκώντας πίεση και μεταδίδοντας γεγονότα που σε κάθε άλλη περίπτωση θα έμεναν θαμμένα, ξεκίνησε τότε, και μέχρι σήμερα -αν σκεφτεί κανείς τις ομοιότητες της διαχείρισης της πληροφορίας με τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου– παραμένει, ακόμα δυστυχώς, επίκαιρο».
«Φάνηκε το διαζύγιο που είχε πάρει η μιντιακή πραγματικότητα από τη βιωμένη πραγματικότητα»
O Xάρης Παπαευαγγέλου είναι Υποψήφιος Διδάκτορας για θέματα πολιτικής οικονομίας του Διαδικτύου στο Πανεπιστήμιο της Τουλούζης. Για εκείνον, «η δολοφονία του Γρηγορόπουλου ήταν ένας καταλυτικός παράγοντας στην αλλαγή του παραδειγματικού μοντέλου ενημέρωσης του κοινού αναφορικά με τον τρόπο που πλέον έψαχνε την πληροφορία. Φάνηκε το διαζύγιο που είχε πάρει η μιντιακή πραγματικότητα από τη βιωμένη πραγματικότητα». Η αλλαγή έχει να κάνει με μία αναπαραγωγή της είδησης από τα κάτω προς τα πάνω σε αντίθεση με το gatekeeping του παρελθόντος.
Μπορούμε όμως να μιλάμε για τα συγκροτημένα χαρακτηριστικά μίας διαδικτυακής κοινότητας; «Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε τον σημερινό πλούτο δεδομένων για να απαντήσουμε εύκολα σε αυτό. Με μία έρευνα που έκανα στο Facebook είναι τόσο δύσκολο να ανακτήσουμε δεδομένα από τότε, ώστε επιστράφησαν μόλις 13 ποστ που αναφέρονται στη δολοφονία Γρηγορόπουλου.
Στο Twitter έχουμε και πάλι μικρό δείγμα (400 tweets) αλλά είναι πιο ενδεικτικό. Βλέπουμε, για παράδειγμα, ότι οι χρήστες έχουν μία συγκεκριμένη ιδεολογική ταυτότητα που ξεκινάει από την αριστερά και φτάνει μέχρι την αναρχία. Βλέπουμε επίσης μία προσπάθεια να παρουσιαστεί η πραγματική εικόνα με βίντεο και φωτογραφίες αλλά και μία real-time αναμετάδοση των επεισοδίων»
Σε κανένα από αυτά τα 400 retweets δεν βρίσκουμε αναπαραγωγή των αντιδραστικών απόψεων που σίγουρα κάπου θα είχαμε ακούσει εκείνες τις ημέρες. «Στα tweets που βλέπουμε έλειπαν μισαλλόδοξα και ακραία μηνύματα του τύπου “τι γύρευε αυτός εκεί”. Ενδεχομένως αυτές οι φωνές ήρθαν μετά ή τα νέα μέσα είχαν τότε αγκαλιαστεί πρώτα από αυτούς που ασφυκτιούσαν με την προηγούμενη κατάσταση».
Σημαντικό πάντως είναι ότι η πληροφορία οργανώνεται γύρω από το πρώτο tweet του @cpil αλλά και από τα hashtags #griots και #greeceriots: «Είναι και η πρώτη φορά που μαζικά δομείται η πληροφορία μέσω των hashtags. Ένας τρόπος οργάνωσης της πληροφορίας πολύ καινοτόμος».
Το αποτύπωμα που αφήνει όλη αυτή η διαδικασία στην ελληνική κοινωνία είναι φυσικά κομβικότατο. Ο Χάρης Παπαευαγγέλου είναι σίγουρος γι’ αυτό. «Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι ήταν το καταλυτικό γεγονός που οδήγησε σε μία απαξίωση των παραδοσιακών μέσων και παράλληλη άνθιση των εναλλακτικών. Λίγο αργότερα είδαμε blogs να γιγαντώνονται».
Ο δισταγμός απέναντι στα παραδοσιακά μέσα φτάνει προφανώς μέχρι τις μέρες μας. «Και σήμερα στην τελευταία μελέτη του Ινστιτούτου του Reuters βλέπουμε ότι οι Έλληνες ακόμα και σήμερα εμπιστεύονται σε λιγότερο του ⅓ τα παραδοσιακά μέσα, ενώ το Διαδίκτυο αγγίζει ποσοστά εμπιστοσύνης 55-60%».
Φυσικά, αυτή η συνολική απαξίωση έχει και τις δικές της αρνητικές επιπτώσεις που συζητάμε ξανά και ξανά. «Η μετάβασή μας στην ψηφιακή ενημέρωση έγινε βίαια, με αποτέλεσμα να μην προλάβουμε να αναπτύξουμε τα εργαλεία εκείνα τα οποία θα μας προστάτευαν από την παραπληροφόρηση, τις ψευδείς ειδήσεις και φυσικά τη μισαλλοδοξία. Πήραμε το διαδίκτυο ως ένα σύνολο, σαν να ήταν ένα ομογενοποιημένο πράγμα». Σε κάθε περίπτωση, πάντως, φαίνεται ότι η δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου ήταν καθοριστικής σημασίας για την πορεία προς μία περισσότερο αποκεντρωμένη ενημέρωση.
«Ο Γρηγορόπουλος έχει μεταβληθεί σε σύμβολο καταπίεσης της ζωής των νέων ανθρώπων»
Ο κ. Γιώργος Θαλάσσης ήταν ο Γυμνασιάρχης του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου (Αλέξανδρου και όχι Αλέξη, όπως μας τόνισε στο τηλέφωνο). Ένας από τους ανθρώπους που είχαν ζήσει τον Γρηγορόπουλο και υπερασπίστηκαν τη μνήμη του από την πρώτη στιγμή της είδησης της δολοφονίας. Έχει το δικό του ενδιαφέρον το πώς βίωσε εκείνος όλον αυτόν τον καταιγισμό πληροφοριών.
Πληροφορήθηκε ότι ο έφηβος που σκοτώθηκε ήταν ο Γρηγορόπουλος μέσα από ένα τηλεφώνημα. «Πρωί-πρωί την επόμενη μέρα με πήρε τηλέφωνο η υποδιευθύντρια του σχολείου: “Ξέρεις ποιο είναι το παιδί που δολοφονήθηκε;”. Δεν ήξερα. “Ο Γρηγορόπουλος” μού λέει. Αποκλείεται είπα. Λένε για μολότοφ. Ο Γρηγορόπουλος δεν μπορεί να είναι αναμειγμένος σε ταραχές και μολότοφ. Τότε δεν ήξερα ακόμη ότι δεν υπήρξαν ταραχές, ότι δεν έπεσαν μολότοφ και ότι το παιδί ήταν ένα δικό μου παιδί, ο Αλέξανδρός μας».
Πολύ γρήγορα ο ίδιος προσπάθησε να αποκαταστήσει τη φήμη του μαθητή του, όταν οι πρώτες πληροφορίες μίλαγαν για δήθεν επίθεση προς το περιπολικό. Τον ρώτησα αν φοβήθηκε ποτέ αν θα μπορούσε να «θαφτεί» το γεγονός που έμελλε να γίνει καθοριστικό για μία ολόκληρη γενιά.
«Δεν το φοβήθηκα, πάρα τις απεγνωσμένες προσπάθειες της κυβέρνησης πέρσι να ακυρώσει την επέτειο με δήθεν πρόσχημα την πανδημία. Και παρά τις προσπάθειες των καναλιών να παρουσιάζουν την 6η Δεκεμβρίου ως επέτειο καταστροφών και όχι ως επέτειο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου».
Ο άλλοτε μαθητής του έχει μετατραπεί πλέον σε σύμβολο. «Δεν ανησυχώ, γιατί ο Αλέξανδρος έχει μεταβληθεί σε σύμβολο όλης της καταπίεσης και της υποβάθμισης της ζωής των νέων ανθρώπων και των αδιεξόδων που αντιμετωπίζουν. Αυτό που θα ήθελα είναι να επεκταθεί η επέτειος και στις δολοφονίες εκατοντάδων άλλων ανθρώπων από την αστυνομία και να κατασκευασθεί ένα μνημείο με τα ονόματά τους. Τελευταίο, προς το παρόν, θα είναι το όνομα Νίκος Σαμπάνης».
Στη συνέχεια, του ζητάω να μου αφηγηθεί το πώς βίωσε τη στάση των ΜΜΕ τις πρώτες ώρες και ημέρες μετά τη δολοφονία. «Από τη στιγμή που βεβαιώθηκα ότι το δολοφονημένο παιδί ήταν ο Αλέξανδρος ήξερα ότι έλεγαν ψέματα. Αλλά και αλήθεια να έλεγαν, αν επρόκειτο για άλλο παιδί, δεν θα αναγνώριζα κανένα ελαφρυντικό στους δολοφόνους τους», μού τονίζει χαρακτηριστικά.
«Η προσπάθεια για συγκάλυψη και απενοχοποίηση των ενόχων ήταν χωρίς προηγούμενο. Να φανταστείτε ότι τηλεοπτικό κανάλι έδειχνε τις αντιδράσεις που ακολούθησαν μετά τη δολοφονία λέγοντας πως αυτές έγιναν πριν από τη δολοφονία και ότι αυτές οι συμπεριφορές απείλησαν τη ζωή του Κορκονέα, ο οποίος αναγκάστηκε να πυροβολήσει στον αέρα για εκφοβισμό και η σφαίρα εξοστρακίστηκε».
Προφανώς, τα ΜΜΕ παίζουν πρωταρχικό ρόλο στην ενημέρωση των πολιτών. Δεν είναι όμως οι μόνες πηγές ενημέρωσης και πληροφόρησης. Δεν ήταν ούτε τότε. Σύμφωνα με τον κ. Θαλάσση, «ο Κούγιας ούρλιαζε πως αυτά τα παιδιά δεν είναι σαν τα δικά σας και σαν τα δικά μας. Πως κινδύνεψε η ζωή των δολοφόνων και πως η σφαίρα εξοστρακίστηκε. Και ομάδα αστυνομικών ανέλαβε να παραποιήσει τα τεκμήρια ενοχής και να κατασκευάσει ψευδομάρτυρα».
Ακόμα όμως και αφότου αποδείχτηκε η ενοχή του Κορκονέα οι προσπάθειες σπίλωσης της μνήμης του Γρηγορόπουλου συνέχισαν να είναι πολύ έντονες. «Όταν και οι δολοφόνοι ομολόγησαν ότι δεν έπεσε καμιά μολότοφ ο Σ. Κασιμάτης είχε γράψει στην Καθημερινή μια παραμονή της επετείου: “Αύριο του οσίου Γρηγορόπουλου, του μολοτοφόρου” (σ.σ: κάτι που έχει πει και σε ένορκη κατάθεσή του στη δίκη σε δεύτερο βαθμό στο εφετείο Λαμίας ο κ. Θαλάσσης). Η στάση όλης αυτής της κλίκας των “δημοσιογράφων” ήταν και είναι πάντοτε να σπιλώσει τη μνήμη του θύματος και την υπόληψη της οικογένειάς του και να απενοχοποιήσει τον Κορκονέα, που έγινε επίτροπος εκκλησίας. Και δεν τα έλεγαν αυτά μόνο δημοσιογράφοι, αλλά και πολιτικοί της ποιότητας του Άδωνι Γεωργιάδη».