H κληρονομιά του Kobe Bryant
- 26 ΙΑΝ 2021
Ο τρόπος που αντέδρασε όλος ο πλανήτης στην τραγική είδηση του θανάτου, ήταν χαρακτηριστικός του αποτυπώματος που άφησε ο Kobe, τόσο στο άθλημα, όσο και στην κοινωνία. Ο Kobe Bryant ήταν πολλά. Ηγέτης, πρωταθλητής, τελειομανής, πατέρας, πρότυπο. Είχε φυσικά και τις σκοτεινές στιγμές του, είναι κι αυτές αδιαμφισβήτητα, ένα κομμάτι της ιστορίας του. Τι απ’ όλα αυτά ήταν λοιπόν ο Kobe και κυρίως, ποια είναι η κληρονομιά, το “legacy” που άφησε πίσω του;
Για να μας απαντήσουν σε αυτή τη δυσκολότερη από όσο φαίνεται ερώτηση απευθυνθήκαμε σε τρία από τα καλύτερα μπασκετικά podcast της χώρας μας.
Podbusters
Όταν σου ζητάνε να καλύψεις το legacy του Kobe σε 300-400 λέξεις, είναι σαν να σου ζητάνε να κάνεις πρωταθλητισμό με τον Jaylen Brown. Πρακτικά αδύνατον… Παρ’ όλα αυτά μας ζητήθηκε, εμείς προσπαθήσαμε και ελπίζουμε να τα καταφέραμε.
Επιδόσεις, θέαμα και επιτυχίες έφεραν πολλοί και θα φέρουν ακόμα περισσότεροι στο παρόν και το μέλλον. Τι έκανε λοιπόν τον Kobe μοναδικό; Τι άφησε ως παρακαταθήκη για τους επόμενους; Τι τον καθιστά ανεπανάληπτο; Η επιμονή, η ξεροκεφαλιά, η ΜΑΝΙΑ του με την προπόνηση, τη βελτίωση, την τελειότητα, την ολοκλήρωση του ονείρου (του). Αυτό είναι το legacy που άφησε στο μπάσκετ ο Kobe. Έφτασε παραπάνω από εκεί που μπορούσε!
Ένας αθλητής που δεν ήταν τόσο απλόχερα ταλαντούχος και «αέρινος» σαν τον Michael, που δεν είχε το σώμα ενός Shaq ή LeBron, που δεν ήταν unicorn όπως ένας Magic. Σε όλα αυτά όμως, απάντησε με τη μέχρι τελικής πτώσεως δουλειά του χωρίς να δεχθεί να κάνει πίσω στιγμή. Θα τον θυμόμαστε για τους 81 πόντους; Για τα βραβεία; Για τα 5 πρωταθλήματα; Για τις Dream Team; Φυσικά!
Στο μυαλό μας όμως, θα είναι πάντα αυτός που τελειοποίησε το footwork σε σημείο… simulation. Αυτός που κάθε του κίνηση στο παρκέ ήταν σχεδιασμένη σε ατελείωτες ώρες προπόνησης. Αυτός που «έδιωξε» τον Shaq και αρκετά ακόμα σίγουρα δαχτυλίδια γιατί δε δεχόταν το ανύπαρκτο work ethic του. Αυτός που βρήκε τρόπο να επαναφέρει τους Lakers στην κορυφή. Αυτός που κέρδισε το big3 της Βοστώνης. Αυτός που είχε 22 (!!!) τραυματισμούς στην καριέρα του και συνέχισε να παίζει. Αυτός που δεν ήξερε τι πάει να πει rest, night off ή «δεν μπορώ, coach». Αυτός που χωρίς αχίλλειο σούταρε 2 βολές, αυτός που τρομοκρατούσε τους αντιπάλους του απλά με την παρουσία του στο παρκέ, ακόμα και όταν το σώμα του πλέον δεν βοηθούσε να κάνει τον τρόμο πραγματικότητα.
Αυτός που θα μείνει για πάντα στη μνήμη μας ως ο μεγαλύτερος competitor που είδαμε στα παρκέ, ο άνθρωπος που με τα δικά του λόγια όταν τον ρώτησαν για το legacy του, απάντησε:
“ … That’s the most important thing. I never gave up my dream”.
Αυτός ήταν λοιπόν ο Kobe. Ο άνθρωπος που δεν τα παράτησε ΠΟΤΕ!
Τα καταφέραμε;
Spotify/ Facebook/ Instagram/ Twitter
Ball Hog
Το 2004 o 26χρονος Kobe Bryant είχε ήδη κατορθώσει να εκπληρώσει δήλωσή του που φάνταζε αλαζονική. Το παιδί-θαύμα ήταν ήδη τρεις φορές πρωταθλητής. Είχε γίνει έξι φορές All-Star. Ήταν το αστέρι της πιο δημοφιλούς ομάδας στον κόσμο και ο πρώτος σκόρερ του ΝΒΑ. Σε μια εποχή που ακόμα κυριαρχούσαν δεινόσαυροι, ο Kobe ήταν πιο προσιτός, θριάμβευε λόγω της αφοσίωσης του και της απαράμιλλης εργασιακής του ηθικής και το κυριότερο ήταν ο αυθεντικός διάδοχος του MJ λόγω της αξεπέραστης αισθητικής του τελειότητας.
Όλα αυτά θα ήταν αρκετά, αν ο Kobe απλά αγαπούσε αυτό που έκανε. Η σχέση του με το άθλημα δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν κάτι νερόβραστο, όπως η αγάπη. Ήταν amour fou, ένας έρωτας πέρα από τα ανθρώπινα μέτρα. O Bryant λάτρευε το μπάσκετ σε σημείο ψύχωσης. Για αυτό όταν έφθασε στο ναδίρ του με τον βιασμό στο Colorado κατάλαβε πως ο μοναδικός τρόπος για να προσφέρει στο μπάσκετ αυτό που πραγματικά ένιωθε θα ήταν με το να απαρνηθεί τη γεμάτη ατέλειες ανθρώπινη του φύση. Τότε αποφάσισε να σκοτώσει τον Kobe. Στη θέση του γεννήθηκε ο Black Mamba, μια φονική μηχανή πέρα από μανιχαϊστικά δίπολα που υπήρχε μόνο για να υπηρετεί το άθλημα.
Δεν είχε υπάρξει ποτέ αθλητής που να έχει προσεγγίσει με τόση απόλυτη αφοσίωση και λατρεία αυτό που έκανε. Δεν ήταν απλά η εμμονική αναζήτηση της νίκης του Patrick Bateman των παρκέ Michael Jordan, ούτε η αποστειρωμένη πληρότητα του Duncan που περιέγραψε η Hannah Arendt στο Banality of Evil, μήτε το αταβιστικό ένστικτο του Garnett. Ο Kobe αναζητούσε το τέλειο γιατί έπρεπε να προσφέρει κάτι αψεγάδιαστο στο ίδιο το άθλημα. Κάθε του κίνηση στο παρκέ ήταν τόσο αισθητικά άρτια, κάθε του ντρίπλα ήταν σε καθεστώς θρησκευτικού παροξυσμού και κάθε σουτ ήταν σονέτο λατρείας. Για αυτό κι αντιπαθούσε τον Shaq και μισούσε τον κάθε Kwame Brown και Smush Parker. Γιατί με το να μην τα δίνουν όλα για το μπάσκετ, στο οποίο αυτός είχε τάξει τη ζωή του, βεβήλωναν τον έρωτά του.
Οι πιο χαρακτηριστικές στιγμές της καριέρας του ήρθαν προς το τέλος. Ήταν στις 13 Απριλίου του 2013 όταν παίζοντας για μια από τις μέτριες ομάδες που έχουν κατεβάσει οι Lakers, έβαλε δύο βολές ενώ είχε μόλις σκίσει τον αχίλλειο τένοντά του. Το jump shoot στα μούτρα του Trey Lyles με τους Lakers ένα πόντο πίσω στο τελευταίο του παιχνίδι. Ήταν κάθε φορά που ένα παιχνίδι ήταν στην κόψη του ξυραφιού κι αυτός προτιμούσε να πάρει ένα πανέμορφο fadeway κι ας πήγαινε airball, από το να κερδίσει το παιχνίδι στη γραμμή των βολών. Το να πάρει τη νίκη δεν ήταν ποτέ αρκετό. Έπρεπε να είναι τέλειο σε κάθε επίπεδο γιατί ένιωθε πως στο μπάσκετ δεν άξιζε τίποτα λιγότερο. Για αυτό και ο ίδιος του προσέφερε ότι πολυτιμότερο είχε: τον εαυτό του και την Gigi, που θα άλλαζε το γυναικείο μπάσκετ για πάντα.
Σε ένα σκοτεινό γηπεδάκι ένα παιδί έχει μείνει να σουτάρει μόνο του κι ενώ είναι αφάνταστα κουρασμένο συνεχίζει να σουτάρει γιατί πρέπει να βάλει step back τρίποντο για να φύγει από το γήπεδο. Και αφού ευστοχήσει, πρέπει να ξανασουτάρει γιατί η μπάλα έγλειψε το στεφάνι πριν μπει και το δάχτυλο δεν έμεινε ψηλά να δείχνει την μπασκέτα. Σε ένα ημιφωτισμένο γραφείο, κάποιος υπάλληλος, που έχει αργήσει να επιστρέψει σπίτι μαζεύει το τσαλακωμένο χαρτί από τον κάδο, γιατί όταν το πέταξε την πρώτη φορά δεν έσπασε ο καρπός σωστά. Σε καθε influencer που κάθεται με τις ώρες και τραβάει ναρκισσιστικά μια selfie που δεν πρόκειται να δημοσιευτεί ποτέ ή στον David Fincher που τραβάει το ίδιο πλάνο 120 φορές γιατί δεν έχει πετύχει το καδράρισμα που που θέλει. Σε κάθε ερωτευμένο/η που θέλει να γίνει τέλειος/α για το αντικείμενο του πόθου του.
Pick ‘n’ Popa
Ανάμεσα στη Νίκη και την Τέχνη, του Δημητρη Καραμάνη
Στην ψυχή του Kobe επιδρούσαν πάντα δύο αντίρροπες τάσεις. Από τη μία, αν και μεγαλωμένος στα λούσα των προαστίων της, λάτρευε την πιο αλήτικη πλευρά της Φιλαδέλφεια. Από την άλλη, ήταν η καλλιτεχνική αύρα και η φινέτσα που γνώρισε στα χρόνια που έζησε στην Ιταλία, όταν ο πατέρας του περνούσε εκεί τη δεύτερη μπασκετική του νιότη.
Αυτοί οι δύο κόσμοι γέννησαν ένα τέρας που μέσα του έβραζε η επιθυμία για νίκη με κάθε κόστος και από την άλλη η αγάπη και ο σεβασμός για την τέχνη του. Έναν άνθρωπο που δεν άκουγε ούτε τις εκκλήσεις συμπαιχτών, ούτε τις παρατηρήσεις προπονητών και δε θα σταματούσε ούτε στους 40, ούτε στους 50 – θα γνωρίζετε σίγουρα εκείνη τη φορά που σταμάτησε στους 81, ώστε να βγει νικητής. Αλλά κάθε του πόντος, ήταν και μια πινελιά, μια μελωδία. Ένα fadeaway, μια σταυρωτή, ένα παράλογο κάρφωμα πατώντας μισή ίντσα μέσα από την baseline.
Ο Kobe κρατούσε τον αλήτη για τους αντιπάλους και τον αρτίστα για τους φιλάθλους.Όταν έπεσε η αυλαία στο παρκέ, έμεινε μόνο η εικόνα του αρτίστα, για να βρει εκείνη του στοργικού πατέρα, του πρεσβευτή της ανάπτυξης του γυναικείου μπάσκετ κι ενός ανήσυχου πνεύματος που έφτασε μέχρι το Όσκαρ. Μπορεί τελικά εκείνο το πρωινό στους λόφους της Καλαμπάσας, να χάσαμε και τον αρτίστα, όμως η τέχνη του θα είναι πάντα εδώ και θα τη συναντάς είτε σκονισμένη στα τσιμέντα και τα χώματα είτε απαστράπτουσα στα καλογυαλισμένα παρκέ.
Ανάμεσα στο Φως και το Σκοτάδι, του Παναγιώτη Μένεγου
Αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι μπασκετικά, υπήρξε ο μοναδικός που πραγματικά θύμισε Εκείνον με το 23. Όχι ο αμέσως καλύτερος μετά από Αυτόν, αλλά ο πιο πιστός κλώνος Του. Για τον Kobe άλλωστε αυτό ήταν νομοτέλεια. Από τη στιγμή που ανακάλυψε το σπάνιο ταλέντο του και κατάλαβε ότι ήταν (ο) Εκλεκτός.
Αυτή είναι η πηγή του φωτός. Της αυτοπεποίθησης που κάνει ένα παιδί 18 ετών να δηλώσει την πρώτη μέρα προπόνησης στους βετεράνους συμπαίκτες του ότι «δεν πρόκειται να μασήσει μπροστά σε κανέναν τους επειδή είναι ρούκι». Αυτή είναι η πηγή των διαστημικών highlights, των 5 πρωταθλημάτων, των 33.643 πόντων. Της άερινης φιγούρας που «υποχρεώνει» τη λίγκα να τη χρησιμοποιήσει αν κάποια στιγμή αντικαταστήσει το θρυλικό logo με τον Τζέρι Γουέστ.
Αυτή είναι όμως και η πηγή του σκοταδιού. Του τύπου που έπαιζε κατά καιρούς για την πάρτη, τα στατιστικά και την υστεροφημία του. Εκείνου που προτιμούσε να κουβαλάει τους άλλους στην πλάτη του από το να τους κάνει καλύτερους. Του αποσυνάγωγου που δεν κολλούσε ποτέ κοινωνικά και καθόταν σε ένα τραπέζι μόνος. Εκείνου που κακομεταχειριζόταν τους ρούκι, ειρωνευόταν τους ρολίστες, υποτιμούσε τους προπονητές, μοίραζε γροθιές όταν δεν του πλήρωναν τα στοιχήματα από τα σουτάκια μετά την προπόνηση. Του μικρού παιδιού που δεν είχε μάθει ποτέ να του λένε «όχι».
Και είτε του είπαν, είτε δεν του είπαν «όχι» στο Δωμάτιο 35 του The Lodge at Vail στο Κολοράντο τις πρώτες ώρες του Ιουλίου του 2003, η ιστορία του βιασμού της υπαλλήλου του ξενοδοχείου που κατέληξε σε εξωδικαστικό συμβιβασμό θα είναι για πάντα πάνω στο τραπέζι να κηλιδώνει, όσο της επιτρέπει ο καθένας μας, τον μύθο. Ήταν ίσως η συνειδητοποίηση της θνητότητάς του. Ο Kobe του 1996 δεν ήταν ο ίδιος με τον Kobe του 2004, πόσω μάλλον με εκείνον του 2020. Κι αυτό είναι που κάνει ακόμα πιο τραγικό το δυστύχημα που μας μαύρισε την ψυχή ακριβώς έναν χρόνο πριν.
Pick ’n’ Popa
Listen// https://picknpopa.buzzsprout.com/
Subscribe // Spotify: spoti.fi/31UpnKl – Apple Podcasts: apple.co/37WYFEZ
FB https://www.facebook.com/picknpopa
IG instagram.com/picknpopa