ΑΘΛΗΤΙΚΑ

Η πρώτη φορά της ΑΕΚ σε ευρωπαϊκούς ομίλους

Λίγο πριν την πρεμιέρα της στους ομίλους του Europa League, ο Zastro θυμάται γκολ και ανέκδοτες στιγμές από την παρθενική της συμμετοχή σε ομίλους. Στο Τσάμπιονς Λιγκ, το 1994.

Με ένα ποτήρι βότκα-λεμόνι στο χέρι κι εκείνο το αυστηρό και τσαμπουκαλεμένο ύφος που παίρνει πάντα όταν πίνει, ο Νίκος έσκυψε στο αυτί και έριξε την ιδέα: “έγινε η κλήρωση, 10 Αυγούστου με Rangers μέσα”. Εκτός από παιδικός μου φίλος, ο Νίκος είναι αυτό που λέμε ο ορισμός του AEKτζή, ο άνθρωπος που συνεχώς ορκίζεται ότι “θα σταματήσει να ασχολείται” και τελικά βουλιάζει ολοένα και περισσότερο στην κιτρινόμαυρη δίνη.

Εκείνο το καλοκαίρι του 1994 ετοιμαζόταν για σπουδές στην Αγγλία, ήταν “το τελευταίο καλοκαίρι” (μέχρι το επόμενο) που υποτίθεται είχαμε μαζί και αντί να τα φάμε στα νησιά και στις γκόμενες, αποφασίσαμε μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού να επιστρέψουμε στην Αθήνα όταν όλοι οι υπόλοιποι την εγκατέλειπαν. Χωρίς να το ξέρουμε, εκείνη τη στιγμή μέσα στο μπαρ, ψιλοζαλισμένοι από τη βότκα και αδιαφορώντας για το χαμό γύρω μας, γίναμε ακούσια συνοδοιπόροι του μεγάλου ταξιδιού, του πρώτου ταξιδιού της ΑΕΚ στ’ αστέρια.

Μαυρισμένοι και με τις βερμούδες επιστρέψαμε στην Αθήνα, είχα φροντίσει να τηλεφωνήσω στον πρώην συμμαθητή μου το Λάμπη που τον είχε βαφτίσει ο Στράτος ο Γιδόπουλος, για να εξασφαλίσουμε εισιτήριο για το μεγάλο ματς. Ήταν πολύ δύσκολο εκείνο τον καιρό να βρεις εισιτήριο χωρίς μέσον στη Νέα Φιλαδέλφεια, επρόκειτο για την ΑΕΚ της χρυσής εποχής του Μπάγεβιτς, με Μελισσανίδη-Καρρά στο διοικητικό και ιδιοκτησιακό γίγνεσθαι, γεμάτη με αστέρες που ακόμη και σήμερα κάνουν πολλούς AEKτζήδες να αναστενάξουν από μελαγχολία.

Ήταν τρις πρωταθλήτρια εκείνη η ΑΕΚ και στο κυνήγι της ευρωπαϊκής διάκρισης. Ατματσίδης, Μανωλάς, Σαμπανάτζοβιτς, Τσιάρτας, Δημητριάδης, Αλεξανδρής, Σαβέβσκι, Κασάπης, Σλίσκοβιτς, ανώφελο να αραδιάσω όλα τα ονόματα εκείνης της τρομερής φουρνιάς. Άλλωστε ακόμη και σήμερα παλεύει με τους δαίμονες εκείνης της ομάδας η ΑΕΚ, θαρρείς και είναι κολλημένος ο χρόνος στα golden 90ς, στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’90 που γέννησε νέους οπαδούς και δημιούργησε έναν μύθο που ολοένα και θεριεύει στοιχειώνοντας τα όνειρα και τις προσδοκίες μιας ολόκληρης γενιάς που αναζητά την ΑΕΚ της νιότης της.

(φωτογραφία από το aek-history.blogspot.gr)

Ο Λάμπης τήρησε την υπόσχεσή του και το άγχος του Νίκου που είχε αρχίσει να γίνεται ιδιαίτερα φορτικό εξαφανίστηκε. Εξασφάλισε δύο εισιτήρια στην 8-12, τη θύρα πάνω από τη σκεπαστή, αυτή που έχτισε ο θείος Λουκάς. Φύγαμε από νωρίς με τον ηλεκτρικό, φτάσαμε νωρίς, καθίσαμε νωρίς, δεν είχε καν βραδιάσει ακόμα. Τόσο πολύ ανυπομονούσαμε για το παιχνίδι, τόσο πολύ θέλαμε για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο να είμαστε οπωσδήποτε εκεί, μάρτυρες ενός προαναγγελθέντος – από Τύπο και ειδικούς – δράματος. Και τις δύο προηγούμενες φορές που η ΑΕΚ είχε προσπαθήσει να συμμετέχει στο μεγάλο ραντεβού, πρώτα είχε αποκλειστεί από τη Μονακό του Βενγκέρ και την επόμενη χρονιά από την PSV του Ρομάριο, οι κληρώσεις της ήταν πάντοτε δύσκολες, ανυπέρβλητες και ο επιθετικός τρόπος παιχνιδιού της ήταν ακατάλληλος για τις ευρωπαϊκές ομάδες. Οι Rangers είχαν έλθει στην Αθήνα με όλα τους τα αστέρια, ξεχώριζαν ο Μπρίαν Λάουντρουπ και ο αγαπημένος μου «Αττίλας», ο Μαρκ Χέητλι, ο τρομερός χαιτάς με το παρελθόν στη Μίλαν.

Δεν υπήρχαν τότε ποδοσφαιριστές-μοντέλα, τατουάζ, μοντέρνα κουρέματα και wags. Το ποδόσφαιρο βρισκόταν ακόμα στην προ-Μποσμάν εποχή του και η κάθε ομάδα έφερε μαζί της το χαρακτήρα της χώρας της. Οι Rangers του Walter Smith ήταν ακριβώς αυτό που είχαμε στο μυαλό μας: μια ομάδα που αντί να φορά κιλτ, φορούσε τις φανταχτερές μπλε εμφανίσεις διαφημίζοντας μπύρα. Η ΑΕΚ από την άλλη πρωτολάνσαρε εκείνη την απίθανη εμφάνιση της Basic με το δικέφαλο στο πλάι που ακόμη και σήμερα θεωρείται η πιο ωραία φανέλα όλων των εποχών. Όταν βγήκαν οι ομάδες η νύχτα έγινε μέρα, το ‘Νίκος Γκούμας’ που έστεκε ακόμα αγέρωχο αφού δεν είχε χτυπηθεί από τους σεισμούς, άρχισε να φλέγεται. Το παιχνίδι όμως καλά-καλά πριν ξεκινήσει, στράβωσε επικίνδυνα.

Ο νεοαποκτηθείς Τιμούρ Κετσμπάγια αποχωρεί στο 10ο λεπτό σφαδάζοντας και τα πλάνα του Μπάγεβιτς πάνε περίπατο. Μπαίνει ο βαρύς Δημητριάδης, ο Κωστής τραβιέται πίσω και πλέον τα άκρα μένουν “μόνο” με την παρουσία του Δημήτρη Σαραβάκου. Ο μεγάλος “μικρός” του ελληνικού ποδοσφαίρου αποτελεί προσωπική επιλογή του Δημήτρη Μελισσανίδη και θέλει να αποδείξει σε φίλους και εχθρούς ότι δεν ξόφλησε, ‘μετράει’ ακόμα σε υψηλό επίπεδο. Παίρνει την ΑΕΚ από το χέρι με την εμπειρία του και συνεπικουρούμενος από την κλάση του άγουρου μεν, καταπληκτικού δε, Βασίλη Τσιάρτα, σκοράρει λίγο πριν εκπνεύσει το ημίχρονο με ένα σπάνιας ομορφιάς σκροπ στην αντίθετη γωνία από τη φορά του σώματός του. Ο Γκόραμ έμεινε απλώς σαστισμένος να παρακολουθεί τη φάση.

Τη δεύτερη φορά που βρέθηκε απέναντί του ο Σαραβάκος, απέκρουσε, αλλά στην επαναφορά το εξωτερικό του παίκτη της ΑΕΚ τίναξε τα δίχτυα. Η ΑΕΚ αυτό το 2-0 το διαφύλαξε σαν ιερό κειμήλιο μέχρι το τελευταίο σφύριγμα του διάσημου εκείνα τα χρόνια Δανού διαιτητή Μίκελσεν και για πρώτη φορά στη νεότερη ιστορία της, ήλπιζε ότι θα προχωρήσει στην Ευρώπη.

Γεμάτοι και χαρούμενοι αποχωρήσαμε από το γήπεδο, περιπλανηθήκαμε αρκετή ώρα με τα πόδια μέχρι να βρούμε κάπου στο Χαλάνδρι ένα ταξί να μας μεταφέρει σπίτι. Ο ταξιτζής είχε όρεξη για κουβέντα, ήταν ένας τριαντάρης που σίγουρα εκείνο το βράδυ θα ήθελε να βρίσκεται κάπου αλλού και όχι πίσω από το τιμόνι. Μας ρώτησε αν μάθαμε τι έγινε στο ματς και για να μην του χαλάσουμε χατήρι τον αφήσαμε να μας εξιστορήσει το παιχνίδι όπως το ‘είδε’ εκείνος, ακούγοντάς το από το ραδιόφωνο. Δεν ήταν AEKτζής αλλά μιλούσε με θέρμη για την “ελληνική ομάδα που θα βλέπουμε τις Τετάρτες στο Mega, αν και η ρεβάνς στη Σκωτία θα είναι πάρα πολύ δύσκολη γιατί αυτοί τώρα θα είναι υποψιασμένοι και έτοιμοι”.

Συνέχισα να τον βομβαρδίζω με ερωτήσεις για ένα ματς που δεν είχε παρακολουθήσει και είχα ζήσει για ένα ολόκληρο τρίωρο, μεταξύ μας, ο ταξιτζής δεν είχε πέσει έξω. Πραγματικά ο Σαραβάκος είχε προσδώσει τον ευρωπαϊκό αέρα που έλειπε, η πρώιμη αντικατάσταση του Κετσμπάγια είχε βοηθήσει τους υπόλοιπους να συγκεντρωθούν περισσότερο και ο Μανωλάς όντως είχε καθαρίσει τα πάντα πίσω. Εκεί που ο συμπαθής οδηγός ταξί έπεσε έξω, ήταν στη ρεβάνς του Ibrox.

Ήταν 24 Αυγούστου του 1994 και οι Rangers ήταν μεν αποφασισμένοι να εξαντλήσουν τις πιθανότητες πρόκρισης, αλλά απέναντί τους βρήκαν την καλύτερη ΑΕΚ που θα μπορούσε να φανταστεί και ο πιο αισιόδοξος οπαδός της. Εκπληκτικό παιχνίδι από το Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς, αλάνθαστος ο αρχηγός Στέλιος Μανωλάς, σε πολύ μεγάλη βραδιά ο μαέστρος Βασίλης Τσιάρτας που (πάλι στην εκπνοή του ημιχρόνου) θα βγάλει την ασίστ στον Τόνι Σαβέβσκι για το χρυσό γκολ. Ο Τόνι παρά το σκληρό μαρκάρισμα από πίσω θα προλάβει να βάλει το πόδι του και η μπάλα θα αναπαυθεί στα δίχτυα του Γκόραμ. Η κραυγή του Τόνι είναι το ωσσανά του κόσμου της ΑΕΚ που για πρώτη φορά έδινε ραντεβού στ’ αστέρια. Όλα είχαν μπει στη θέση τους, με το Νίκο είχαμε πάει οικογενειακώς στο Λονδίνο να κάνουμε μια πρώτη επαφή με τη νέα του πραγματικότητα, είχε ξεκινήσει ήδη το foundation κάπου στην Κηφισίας για τις εξετάσεις, ξεσκόνιζε τα αγγλικά του, αλλά όλο τον ελεύθερο χρόνο του, τον αφιέρωνε στην ΑΕΚ.

Το πρώτο παιχνίδι της ΑΕΚ στον όμιλο, εκείνο με την ‘Καζινό Ζάλτσμπουργκ’ όπως λεγόταν τότε, έγινε στο Ερνστ Χάπελ της Βιέννης. Παρά τις αρχικές αισιόδοξες σκέψεις μας, δεν κατορθώσαμε να κάνουμε το μεγάλο ταξίδι και μοιραία στηθήκαμε μπροστά στην τηλεόραση-ντουλάπα του σπιτιού του. Νευρικό ματς και από τις δύο ομάδες των δυο παλιόφιλων Μπάγεβιτς και Μπάριτς με την κάθε ομάδα να έχει από μια καλή στιγμή. Η ΑΕΚ ένα σουτ του Τσιάρτα κάπου στο μισάωρο του αγώνα, η Σάλτσμπουργκ ένα δοκάρι του Γιούρτσεβιτς προς το τέλος, όταν οι Έλληνες είχαν γυρίσει πίσω να διαφυλάξουν τη λευκή ισοπαλία. Άχρωμο, άοσμο, άγευστο 0-0, ούτως ή άλλως όμως οι Αυστριακοί δεν ήταν το ‘μεγάλο ματς’ που περίμεναν όλοι. Η κληρωτίδα τα έφερε έτσι και η ΑΕΚ είχε κληρωθεί στον ίδιο όμιλο με δυο μεγαθήρια: τη Μίλαν του Φάμπιο Καπέλο και τον ανερχόμενο και απίθανο Άγιαξ του Λουίς Φαν Χάαλ. Όσο κι αν προσπάθησα να βρω εισιτήριο για εκείνο το παιχνίδι, δεν τα κατάφερα. Είχαν απομείνει μόνον ορισμένα από τα πολύ ακριβά και η τσέπη εκείνον τον καιρό δεν άντεχε τέτοιες ανόητες υπερβάσεις.

Ο μεγάλος Άγιαξ είχε έλθει στην Ελλάδα με όλα του τα αστέρια και αποφασισμένος να καθαρίσει από πολύ νωρίς το ματς. Η απουσία του Σαμπανάτζοβιτς που είχε τιμωρηθεί με δεύτερη κίτρινη κάρτα στη Βιέννη ήταν καθοριστική για την έκβαση του αγώνα, αφού δεν υπήρχε ο ποδοσφαιριστής να κρατήσει το τέμπο στη μεσαία γραμμή και να ηρεμήσει τη νευρική και δικαιολογημένα φοβισμένη ΑΕΚ. Παρόλα αυτά, κόντρα στη ροή του αγώνα, η ΑΕΚ βρήκε τη χαραμάδα και με μια μαγική πάσα του Τσιάρτα, πήρε κεφάλι στο σκορ με ένα άψογο πλασέ του Τόνι Σαβέβσκι. Κάπου εκεί το θηρίο αγρίεψε, ανέβασε ταχύτητα και η σεμνή τελετή έλαβε τέλος. Πρώτα η ισοφάριση του Λιτμάνεν, λίγο μετά την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου το 1-2 από τον Κλούιφερτ και ο Άγιαξ φεύγει νικητής από την Αθήνα. Σε εκείνο το σημείο έγινε κατανοητό ότι δεν φτάνει ο ενθουσιασμός και η δίψα του πρωτάρη όταν έχεις απέναντί σου μεγαθήρια και τα όποια υπερφίαλα σχέδια πρόκρισης – κυρίως από εφημερίδες – έδωσαν τη θέση στους στους συνετούς υπολογισμούς για μια αξιοπρεπή παρουσία και για την πρώτη νίκη. Ανομολόγητα, η πρώτη νίκη θα ερχόταν στο επόμενο παιχνίδι, εκείνο εναντίον της Μίλαν.

Κατά διαβολική σύμπτωση, οι ημερομηνίες των φετινών αγώνων του Europa League εναντίον της Μίλαν, είναι οι ίδιες με το 1994. Είναι αλήθεια ότι η ΑΕΚ την κυνήγησε με λύσσα εκείνη την πρώτη νίκη κόντρα στη Μίλαν. Ήταν μια πολύ επιθετική και αποφασιστική ΑΕΚ που έριξε τη μεγάλη Μίλαν στα σχοινιά, αλλά διάφοροι παράγοντες της στέρησαν τη νίκη. Πρώτον και κύριον η τεράστια κλάση των Ιταλών που ήλθαν στην Αθήνα για την ισοπαλία (και τελικά πήραν αυτό που ήθελαν), δεύτερον η απειρία της πρωτόβγαλτης ΑΕΚ και τέλος το διαιτητικό τρίο το οποίο λογικά προστάτευσε το μεγάλο όνομα της διοργάνωσης. Η ΑΕΚ ήταν συγκλονιστική ειδικά στο πρώτο ημίχρονο, πίεσε, έτρεξε, έβγαλε ψυχή στο χόρτο. Σκόραρε με ένα οριακό οφσάιντ του Σαραβάκου, κόπηκε πάνω από δύο φορές με ανύπαρκτα οφσάιντ και είδε το άστρο του Βασίλη Τσιάρτα να γεννιέται. Το τελικό 0-0 αδικεί κυρίως τη μεγαλειώδη εμφάνιση του Ναουσαίου αρτίστα που ζούσε για εκείνες τις μεγάλες βραδιές κόντρα στους καλύτερους. Του έκανε ιδιαίτερη μνεία ο Καπέλλο στη συνέντευξη Τύπου και εν ολίγοις τόνισε ότι σε 14 βράδια στο Μιλάνο, ο Τσιάρτας δεν θα έχει τους χώρους που είχε στην Αθήνα.

Όντως έτσι έγινε, ωστόσο ο Καπέλο έπεσε έξω στους υπολογισμούς του, διότι το παιχνίδι δεν έγινε στο Μιλάνο. Η Fossa dei Leoni (ο λάκκος των λεόντων) οι φανατικοί της Milan στο San Siro που ακόμη δεν είχαν ‘απομακρυνθεί’ από το πέταλο από τη διοίκηση Μπερλουσκόνι, είχαν εκτοξεύσει και πετύχει με φωτοβολίδα τον τερματοφύλακα της Σάλτσμπουργκ Κόνραντ στο τελευταίο εντός έδρας παιχνίδι των rossoneri. Για πρώτη φορά, η UEFA αναγκάστηκε να τιμωρήσει ένα πολύ μεγάλο όνομα της διοργάνωσης και η πρώτη ομάδα που αντιμετώπισε τη Μίλαν σε ουδέτερο στην ιστορία του Champions League, έγινε η ΑΕΚ Αθηνών όπως την προσφωνούσαν οι Ιταλοί.

Το ματς ορίστηκε στο νεότευκτο και πανέμορφο Nereo Rocco της Τεργέστης, ενός μαγευτικού λιμανιού βορειοανατολικά της Ιταλίας, στα σύνορα με τη Σλοβενία. Εκείνη την εποχή, σχεδόν 25 χρόνια πριν, η Τεργέστη φιγουράριζε πρώτη στη λίστα με το ανώτερο βιοτικό επίπεδο στη μπότα. Το γήπεδο ήταν ένα κομψοτέχνημα αρχιτεκτονικής, κοντά στην εθνική οδό που έβγαζε στη Βενετία. Το επισκέφτηκα πολλά χρόνια αργότερα, ήταν μικρό, ζεστό, ‘ποδοσφαιρικό’, με κάθετες κερκίδες και καταπληκτική ακουστική.

Κοιτάξαμε μήπως κατορθώσουμε να κάνουμε την εκδρομή, φαντάστηκα ότι “έλα μωρέ, Ιταλία δίπλα είναι”. Το ‘δίπλα’ ήταν 31 ώρες με το καράβι, χώρια το ταξίδι μέχρι την Πάτρα από την Αθήνα με τον δρόμο του 1994. Είναι τρομακτικό πόσο διαφορετικά ήταν όλα το 1994, δεν υπήρχαν ακόμα κινητά τηλέφωνα, μόνο εκείνα τα ‘δορυφορικά’ που είχαν οι κροίσοι και βλέπαμε στις αμερικάνικες ταινίες, το αεροδρόμιο ήταν ακόμα στριμωγμένο στο Ελληνικό, δεν υπήρχε καν η σκέψη Αττικής οδού, όλα παρέπεμπαν σε μια Ελλάδα πιο κοντά στη δεκαετία του ’80 (και πολλές φορές του ’70) παρά στο κατώφλι της αλλαγής χιλιετίας. Και βέβαια συνεχώς προέκυπτε το οικονομικό θέμα.

Η ‘προσφορά’ των 300 χιλιάδων με διήμερη διανυκτέρευση και κρουαζιέρα στην Αδριατική απορρίφθηκε εν ριπή οφθαλμού και για μια ακόμη φορά ακολουθήθηκε η (μόνη) λύση της τηλεόρασης. Ήταν τόση η αθωότητα (αλλά και η ποδοσφαιρική ποιότητα της ΑΕΚ εκείνης της εποχής) που υπήρχε μια πίστη θετικού αποτελέσματος και διατήρησης των όποιων ελπίδων πρόκρισης μέσω μιας ιστορικής νίκης.

Η ΑΕΚ δεν διέψευσε τις προσδοκίες, βγήκε στο γήπεδο ακομπλεξάριστα, έπαιξε το ποδόσφαιρό της, ανάγκασε τον Καπέλλο να αναθεωρήσει τα πλάνα του και μόνο όταν άλλαξε τη διάταξη σε 3-4-3 έγινε η Μίλαν αφεντικό στο ματς. Οι Ιταλοί βρέθηκαν κατάφατσα με έναν αποκλεισμό καταστροφή, όταν ο Τόνι Σαβέβσκι έκανε το 0-1 στο εικοσάλεπτο, ο Δον Φάμπιο στον πάγκο ρωτούσε τους συνεργάτες του “ποιος είναι αυτός με το 5” όντας εκστασιασμένος από το καταπληκτικό παιχνίδι του Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς. Όλο το ημίχρονο κύλησε με την ΑΕΚ να είναι η μεγάλη ομάδα στο χορτάρι και τους Ιταλούς να μην μπορούν να παρακολουθήσουν, η εικόνα ωστόσο στο δεύτερο μέρος ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη. Ο Καπέλλο είχε περάσει στο γήπεδο το Τζίτζι Λεντίνι (την πιο ακριβή μεταγραφή στο ιταλικό ποδόσφαιρο εκείνη την εποχή) πίεζε από τα άκρα και έψαχνε οπωσδήποτε το γκολ ανεβάζοντας συνεχώς ποδοσφαιριστές από τις πίσω γραμμές.

Μέσα σε επτά λεπτά, η Μίλαν γυρίζει ένα χαμένο παιχνίδι με δύο στημένες φάσεις και με τον ίδιο ποδοσφαιριστή: τον Κρίστιαν Πανούτσι. Το μεγάλο λάθος του Ατματσίδη στη σέντρα του Μαλντίνι, επιτρέπει στον Πανούτσι να ισοφαρίσει και λίγο αργότερα, η κεφαλιά του Ιταλού στη σέντρα-φάουλ του Ντοναντόνι είναι άπιαστη. Η ΑΕΚ προσπαθεί να αντιδράσει με τις δύο αλλαγές, αλλά είναι ήδη αργά και οι μετρ του είδους Ιταλοί, απλώς αφήνουν το τελευταίο εικοσάλεπτο να κυλήσει αναίμακτα.

Η γεύση γλυκόπικρη, γιατί μια πολύ μεγάλη ευκαιρία είχε πάει χαμένη, ενώ με την ήττα εξανεμίστηκαν και οι τελευταίες ελπίδες πρόκρισης. Πλέον απέμενε μοναδικός στόχος η πολυπόθητη πρώτη νίκη με τη Σάλτσμπουργκ την επόμενη αγωνιστική, γιατί το θετικό αποτέλεσμα στο Άμστερνταμ ήταν εκτός συζήτησης. Τελικά απ’ ότι φάνηκε εκτός συζήτησης ήταν και η νίκη με τους Αυστριακούς, μιας και η ΑΕΚ προσέγγισε το παιχνίδι με το χειρότερο δυνατό τρόπο. Πριν καν συμπληρωθεί το δεκάλεπτο ήταν ήδη πίσω με 2-0, το τελικό 1-3 πιο πολύ τιμά την ΑΕΚ παρά τη Σάλτσμπουργκ. Το ενδιαφέρον ούτως ή άλλως είχε ατονήσει, με τις ελπίδες χαμένες το βάρος έπεσε στο ‘τέταρτο πρωτάθλημα σερί’ που ζητούσαν οι οπαδοί όταν έγινε η μεταγραφή του Χρήστου Κωστή από τον Ηρακλή. Το ταξίδι του κρύου Δεκεμβρίου στο Olympisch Stadion του Άμστερνταμ ήταν ξεκάθαρα διαδικαστικού χαρακτήρα, η ΑΕΚ απλώς βγήκε στο γήπεδο, έχασε ήρεμα και ξεκούραστα με 2-0 και αφοσιώθηκε στα εντός συνόρων που ήταν «βασίλισσα» και όχι φτωχός συγγενής. Τερμάτισε τελευταία με δύο βαθμούς από δυο λευκές ισοπαλίες, την πρώτη νίκη δεν κατόρθωσε να την κάνει για πολλά χρόνια ακόμα.

Σήμερα επιστρέφει στην Ευρώπη μετά από περιπλανήσεις που την έφεραν ακόμα και στο δημοτικό στάδιο της Ραφήνας, το ‘Νίκος Γκούμας’ δεν υπάρχει πια, ελάχιστα πράγματα θυμίζουν την Ελλάδα του 1994. Του παιδικού μου φίλου του Νικόλα, το πρόσωπο έσπασε, πατημένα σαράντα πια, με γυναίκα και παιδί. Ένα παιδί που το βάφτισα εγώ επισημοποιώντας μια φιλία 35+ χρόνων. Ίδιος κι απαράλλακτος έμεινε μόνο ο δεσμός του με την ομάδα σαν κάτι να θέλει να μας πει ότι κάποιοι δεσμοί δεν σπάνε (σχεδόν) ποτέ. Όλοι οι άνω των σαράντα απόψε θα καλωδιωθούν με αναμνήσεις μιας ζωής, η ομάδα θα τους γυρίσει πίσω, σε χρόνια αθώα και με λιγότερα προβλήματα. Θα ανακαλύψουν με γλυκόπικρη επίγευση ότι το παρελθόν το έχουμε εξιδανικεύσει, ότι ανθρώπινα έχουνε μείνει πίσω οι δυσάρεστες αναμνήσεις και πρωτεύουν οι θετικές θύμησες που μας ξανακάνουν παιδιά.

Παιχνίδι είναι το ποδόσφαιρο, η ομάδα που επιλέγεται συνήθως από το δημοτικό, είναι κι αυτή μια πρώτη προσπάθεια ένταξης σε ξεχωριστή κοινωνική ομάδα, σε ακολουθεί για μια ζωή, στις χαρές και στις πίκρες. Γιατί το θυμικό συνδέει τα μεγάλα ραντεβού της με διάφορες καμπές της ζωής σου και θυμάσαι ποιοι έμειναν, ποιοι έφυγαν, ποιοι θα είναι για πάντα εδώ.