Η αγκαλιά του Mancini στον Vialli άξιζε όσο 1000 γκολ
Το επισφράγισμα μίας βαθιάς φιλίας, κάτι πολύ πιο σημαντικό από το ποδόσφαιρο.
- 2 ΙΟΥΛ 2021
Ένας 13χρονος πιτσιρικάς από μία μικροαστική οικογένεια του Τζέσι χρειάστηκε μόλις 40 λεπτά μέσα στο χορτάρι για να πείσει τους scouts της Μπολόνια ότι αξίζει την προσοχή τους· λίγο χρόνια αργότερα θα υπέγραφε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο σε εφηβική ηλικία. Την ίδια εποχή, στα τέλη των 70s, ένας άλλος 13χρονος πιτσιρικάς κολυμπούσε στα πλούτη του πατέρα του, ζώντας μία ονειρεμένη ζωή σε μία βίλα εξήντα δωματίων στην Κρεμόνα. Για τον πρώτο το ποδόσφαιρο φαινόταν μονόδρομος, για τον δεύτερο απλά ένα διασκεδαστικό παιχνίδι.
Ρίξε μία ματιά στους Roberto Mancini και Gianluca Vialli. Μαντεύεις ποιος είναι ποιος σε αυτές τις δύο παράλληλες αλλά και τελείως αντίθετες βιογραφίες; Η απάντηση δεν είναι η προφανής, παρόλο που το στυλ παιχνιδιού τους έλεγε άλλη ιστορία στο γήπεδο. Θα περίμενε κανείς ο ορμητικός Luca να έχει περάσει δύσκολα χρόνια στον φτωχικό Νότο ενώ ο πάντα κομψός Roberto να έχει μεγαλώσει πάνω στα πούπουλα σαν πρίγκιπας. Κι όμως, τα φαινόμενα απατούν.
Αντιθέσεις που αλληλοσυμπληρώνονταν, παράλληλες ζωές που τέμνονταν, μεγάλες επιτυχίες, οδυνηρές πίκρες που κατάπιαν μαζί, αλλά πρώτα και πάνω από όλα μία βαθιά φιλία. Μία σχέση ζωής για τους δύο ποδοσφαιριστές που όταν μεσουρανούσαν στη Serie Α ανάγκαζαν δημοσιογράφους και κοινό να τους φωνάζει “i gemelli del gol”. Σε απλά ελληνικά: Τα δίδυμα αδέρφια των γκολ.
Roberto Mancini- Gianluca Vialli: Βίοι παράλληλοι
Η Ιταλία έκανε έναν καταπληκτικό πρώτο γύρο στο Euro 2020. Παρότι δεν έχει τα υπέρλαμπρα αστέρια του παρελθόντος, επέστρεψε δριμύτερη και πολύ ποδοσφαιρική με όπλο της την καλή ανάπτυξη και το στρωτό ποδόσφαιρο.
Πίσω από αυτή τη μεταμόρφωση κρύβεται ένας άνθρωπος: ο Roberto Mancini ανέλαβε τη Σκουάντρα Ατζούρα το 2018 για να την οδηγήσει σε νέες επιτυχίες. Ενώ, όμως, φαινόταν να τα καταφέρνει περίφημα, η Αυστρία στη φάση των 16 αποδείχθηκε πολύ σκληρό καρύδι.
Ένας αποκλεισμούς από τους όχι-και-τόσο-σπουδαίους Αυστριακούς θα ισοδυναμούσε με καταστροφή ή ακόμα και ταπείνωση. Όταν, τελικά, οι Ιταλοί σκότωσαν τον δράκο, ο Mancini πήρε αναπνοή μετά από 120 λεπτά που κρατούσε την ανάσα του. Ήθελε να μοιραστεί τη χαρά του με κάποιον. Έψαξε τον φίλο του και έτρεξε προς αυτόν. Τα φλας άστραψαν ξανά και ξανά.
Πολλά χρόνια πριν, ο Gianluca Vialli ήταν ένα ανερχόμενο αστέρι που έπαιρνε μεταγραφή στη Σαμπντόρια. Η πόλη της Γένοβας διέθετε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ποδοσφαιρικά projects της εποχής που όμως είχε ήδη αφεντικό μέσα στο γήπεδο. Ο Roberto Mancini διέθετε την μπαγκέτα του μαέστρου και έψαχνε το πρώτο του βιολί. Το βρήκε στον τότε σγουρομάλλη επιθετικό. Μαζί θα έκαναν θαύματα σε μία υπέροχη εποχή για τη Serie A· τότε που σε εννιά σεζόν υπήρξαν επτά διαφορετικές πρωταθλήτριες.
Το 1990-1991 ήταν η χρονιά τους. Ο Mancini έκοβε, o Vialli έραβε, το ποδοσφαιρικό project από τη Γένοβα σήκωνε το πρωτάθλημα. Αν ο πρώτος ήταν το μυαλό, ο δεύτερος ήταν το κορμί – μαζί έμοιαζαν ανίκητοι τρομοκρατώντας κάθε άμυνα. Μάλιστα, εκτός από τις επιτυχίες μοιράζονται και μία διαχρονική αποτυχία. Ποτέ κανείς από τους δύο δεν κατάφερε να λάμψει πραγματικά με τα χρώματα της Σκουάντρα Ατζούρα. Όχι πολλές συμμετοχές, ακόμα λιγότερα γκολ και κυρίως φασαρίες, γκρίνιες και καυγάδες στα αποδυτήρια.
Καθώς τα λεπτά περνούσαν στο ματς με την Αυστρία, οι εφιάλτες του παρελθόντος έκαναν πάλι την εμφάνισή τους. Μήπως δεν ήταν γραφτό για αυτό το δίδυμο να λάμψει με την Εθνική Ιταλίας; Όταν ο Mancini ανέλαβε την ομάδα ένα από τα πρώτα πράγμα που έκανε ήταν να προσφέρει τη θέση βοηθού στο ποδοσφαιρικό του alter ego. Θα το είχε κάνει νωρίτερα αν μπορούσε να σηκώσει το τηλέφωνο. Του ήταν δύσκολο, αφού πριν λίγο καιρό είχε μάθει πως ο φίλος του έπασχε από καρκίνο στο πάγκρεας.
Τελικά, μίλησαν, συμφώνησαν, και ξεκίνησαν να δουλεύουν μαζί. Το φάντασμα της αρρώστιας βέβαια πλανιόταν πάνω από τις ζωές του.
Η περιπέτεια υγείας του Gianluca Vialli συγκίνησε το ποδοσφαιρικό κοινό και ιδιαίτερα τους φιλάθλους της Ιταλίας που τον είχαν μάθει αλλιώς. Σαν παίκτης ήταν τόσο καλογυμνασμένος ώστε να κερδίζει μονομαχίες από τους πιο σκληρούς αμυντικούς του πλανήτη. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πως ο σέντερ-φορ της Σαμπντόρια (και αργότερα της Γιουβέντους και της Τσέλσι) θα ζούσε στιγμές αδυναμίας. Η εικόνα του σε κάποιο κρεβάτι νοσοκομείου έμοιαζε απλά παράταιρη. Στο τέλος, όλα πήγαν καλά αφού πέρσι τον Απρίλιο ο νυν βοηθός του Mancini δήλωσε δημόσια ότι έχει ξεπεράσει κάθε κίνδυνο.
Το ποδόσφαιρο είναι μία όμορφη λεπτομέρεια της ζωής μπροστά στους πραγματικούς αγώνες που καλούμαστε όλοι συχνά πυκνά να δώσουμε. Η νίκη του Vialli απέναντι στον καρκίνο ήταν καλύτερο από δέκα τελικούς Μουντιάλ. Παρόλο αυτά, το Euro 2020 επιφύλασσε άλλη μία ψυχολογική δοκιμασία. Μπαίνοντας στο Γήπεδο του Γουέμπλεϊ πρέπει να βίωσαν ένα ενοχλητικό deja vu.
Στις 20 Μαΐου του 1992 το πιο εμβληματικό γήπεδο της Ευρώπης ήταν κατάμεστο. Οι φίλαθλοι περίμεναν τις δύο φιναλίστ πίνοντας μπύρες στα πέταλα. Η πρωτάρα Σαμπντόρια είχε φτάσει τρένο μέχρι τον τελικό. Εκεί όμως θα συναντούσε την υπερομάδα της Μπαρτσελόνα που είχε στήσει ο Johan Cruyff. Οι Καταλανοί ήταν πεινασμένοι, αφού δεν είχαν καταφέρει ποτέ να σηκώσουν την κούπα. Οι παίκτες της ιταλικής ομάδας πάλεψαν με νύχια και με δόντια, η ιστορία όμως ήταν με το μέρος των Μπλαουγκράνα. Μία φωτοφολίδα του Ronald Koeman στο 112ο λεπτό της παράτασης έριξε τους τίτλους τέλους.
Η Ιταλία δεν είχε καταφέρει να σκοράρει στην κανονική διάρκεια του αγώνα με την Αυστρία. Το Γουέμπλεϊ έδειχνε για άλλη μια φορά εχθρικό απέναντι στους “i gemelli del gol”. Η ρώσικη ρουλέτα των πέναλτι βρισκόταν μία ανάσα μακριά.
Κοντρόλ με το κεφάλι, κοντρόλ με το αριστερό, σουτ με το δεξί, και γκολ του Chiesa. Δέκα λεπτά μετά ο Pesina θα έστελνε τη Σκουάντρα Ατζούρα στα ουράνια, παρότι το γκολ του Kalajdzic λίγο πριν το τέλος δημιούργησε ανησυχία.
Σφύριγμα λήξης, πρόκριση.
Η λύτρωση για τα δίδυμα αδέρφια των γκολ ήρθε και ας άργησε 39 ολόκληρα χρόνια. Η αγκαλιά του Roberto Mancini στον Gianluca Vialli ήταν το επισφράγισμα μίας βαθιάς φιλίας, κάτι πολύ πιο σημαντικό από το ποδόσφαιρο.
Μία σκηνή που άξιζε όσο 1000 γκολ.