Eurokinissi
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ

Μίμης Δομάζος, ο αιώνιος αρχηγός

Ο «Στρατηγός» Μίμης Δομάζος από τη γέννησή του έζησε με πεπρωμένο τον Παναθηναϊκό και ως ο θρυλικός αρχηγός του, εκπλήρωσε κάθε όνειρο.

Δεν μπορώ να θυμηθώ ποια ήταν η πρώτη φορά που άκουσα στη ζωή μου το όνομα του Μίμη Δομάζου. Είναι από τα ονόματα εκείνα, που όταν είσαι μικρός νομίζεις ότι ζούσαν από πάντα και θα ζουν για πάντα, ότι όλοι έχουν να πουν κάτι για εκείνους. Ένας μύθος. Πιθανότατα πάντως θα ήταν κάποια ιστορία του πατέρα μου από την εποχή που οι Αμπελοκηπιώτες πιτσιρικάδες, όποια ομάδα κι αν υποστήριζαν, έκαναν κοπάνα από το σχολείο για να δουν τον Ferenc Puskas να κάνει προπόνηση και κατασκήνωναν στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας για να δουν τον Δομάζο και τον Αντωνιάδη, χωρίς να χρειαστεί να πληρώσουν εισιτήριο.

Ο Μίμης Δομάζος σημάδεψε άλλωστε όχι μόνο τον Παναθηναϊκό αλλά και ολόκληρο το ελληνικό ποδόσφαιρο για περισσότερα από 20 χρόνια. Μπήκε στο ποδόσφαιρο όταν αυτό ήταν ερασιτεχνικό, με γήπεδα χωμάτινα και παρέδωσε ένα άθλημα που άρχισε να παγκοσμιοποιείται, έχοντας γίνει και ο ίδιος ένας από τους πρώτους σταρ των ελληνικών γηπέδων.

Ο «στρατηγός» του Παναθηναϊκού και του ελληνικού ποδοσφαίρου, έφυγε από τη ζωή το πρωί της Παρασκευής 24 Ιανουαρίου, λίγες ημέρες μετά τα 83α γενέθλιά του, βυθίζοντας στη θλίψη την ελληνική κοινωνία.

Το Παναθηναϊκό πεπρωμένο του Μίμη Δομάζου

 

Ο Μίμης Δομάζος έζησε το όνειρο κάθε παιδιού που μεγάλωνε στους Αμπελόκηπους, με τον αγαπημένο του Παναθηναϊκό. / Action Images - Eurokinissi

Ολόκληρη η ζωή του Μίμη Δομάζου θα λέγαμε, παρατηρώντας την από απόσταση, ότι έμοιαζε σαν να επρόκειτο να συναντηθεί με τον Παναθηναϊκό. Γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου του 1942 εν μέσω της Γερμανικής Κατοχής στην Αθήνα σε ένα μικρό δωμάτιο του μαιευτηρίου Έλενα, το οποίο «έβλεπε» το γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, το ιστορικό γήπεδο του Παναθηναϊκού. Η μικρασιατικής καταγωγής μητέρα του δούλευε στο μαιευτήριο, ενώ ο πατέρας του ήταν υγειονομικός.

Ο Μίμης Δομάζος έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στα Τουρκοβούνια, αλλά όταν οι γονείς του χώρισαν, εκείνος έμεινε με τη μητέρα του και την αδερφή της στους Αμπελόκηπους. «Αν δεν χώριζαν οι γονείς μου, δεν θα γινόμουν ποδοσφαιριστής, γιατί ο πατέρας μου δεν ήθελε να παίζω μπάλα. Ήταν πάρα πολύ σκληρός. Για να παίξω βέβαια στο Πρωτάθλημα με την Άμυνα, δήλωσαν ότι είμαι 16 χρονών, ενώ ήμουν 14, γιατί δεν είχα ούτε τη σύμφωνη γνώμη της μάνας μου» είπε στην τελευταία του συνέντευξη στην ΕΡΤ για εκείνη την εποχή.

Η Άμυνα, δεν είναι άλλη από την Άμυνα Αμπελοκήπων, το σωματείο της γειτονιάς του που αγάπησε ο Δομάζος μικρός. Σχολείο πήγαινε στη Σεβαστοπούλειο Σχολή, την πιο γνωστή σχολική μονάδα της περιοχής, αλλά δεν τον ενδιέφερε ιδιαίτερα. Το μυαλό του ήταν πάντα στην μπάλα. «Με έβλεπαν στους δρόμους οι λεγόμενοι “ψαράδες” και πίστευαν ότι θα γίνω μεγάλος ποδοσφαιριστής. Ξυπόλητος έπαιζα εγώ, δεν πίστευα ποτέ ότι θα γίνω πλούσιος από το ποδόσφαιρο».

Παιδί των Αμπελοκήπων και της Τσόχα, πριν ακόμα γίνει το σχολείο που υπάρχει σήμερα στην περιοχή, ο Μίμης Δομάζος δήλωνε πάντα ερωτευμένος με το ποδόσφαιρο. «Τελειώναμε το σχολείο, βγαίναμε, βάζαμε τις τσάντες και παίζαμε μπάλα. Έτσι ξεκίνησα εγώ. Από τον δρόμο ξεκίνησα. Δεν με έμαθε κανείς μπάλα, μόνος μου έμαθα». Η ομάδα της Άμυνας Αμπελοκήπων πολλές φορές χρησιμοποιούσε το γήπεδο της Λεωφόρου όταν ήταν άδειο. Δεν είχε εγκατασταθεί ακόμα γρασίδι στο γήπεδο, οπότε δεν υπάρχει κίνδυνος για αυτό.

Φυσικά, η φτώχεια των πρώτων μεταπολεμικών και μετεμφυλιακών χρόνων ήταν έντονη. Ο Δομάζος δούλεψε ως βοηθός οξυγονοκολλητή στην Ιζόλα για να βγάλει τα πρώτα του χρήματα και ταυτόχρονα συνέχιζε την πορεία του στις αλάνες. Εκεί φημολογείται ότι τον είδε για πρώτη φορά ο προπονητής του Παναθηναϊκού, Svetislav Glisovic και εισηγήθηκε την απόκτησή του.

Ο Δομάζος σε πρώτη φάση δεν ήθελε ούτε να ακούσει για τον Παναθηναϊκό. Αγαπούσε υπερβολικά την Άμυνα Αμπελοκήπων και τους έβλεπε σαν αντιπάλους του. Είχε περάσει από πολλές δυσκολίες για να μπορέσει να αγωνιστεί στην ανδρική ομάδα της Άμυνας αλλά πια ξεχώριζε όχι μόνο ανάμεσα στους συνομήλικούς του, αλλά σε όλη την Αθήνα. Τα Χριστούγεννα του 1958 δοκιμάστηκε με τα πράσινα στο Κύπελλο Χριστουγέννων και έπαιξε κόντρα στην ΑΕΚ, εντυπωσιάζοντας.

Την επόμενη χρονιά η Εθνική Νέων τον ανακάλυψε και ταξίδεψε στη Βουλγαρία για έναν αγώνα, έχοντας κορυφαίους συμπαίκτες, όπως ο Γιώργος Σιδέρης. Στην επιστροφή του η Διοίκηση της Άμυνας Αμπελοκήπων του ξεκαθάρισε ότι θα πωληθεί στον Παναθηναϊκό. Όλο το ΔΣ της Άμυνας δούλευε στο μπαρ του Παναθηναϊκού και ουσιαστικά του επέβαλαν ότι θα πρέπει να αγωνιστεί στους Πράσινους. Το 1959 έναντι μιας πορτοκαλάδας που πήρε ο ίδιος και 16 εμφανίσεων που πήρε η Άμυνα, ο Παναθηναϊκός έκανε δικό του, τον Μίμη Δομάζο, τον άνθρωπο που φόρεσε τη φανέλα του περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον αθλητή στην ιστορία του.

Οι πρώιμες επιτυχίες του στον Παναθηναϊκό

Στον Παναθηναϊκό αγωνίστηκε σαν 10άρι και γρήγορα διακρίθηκε. Ήταν ο καλύτερος παίκτης της ομάδας από μικρή ηλικία και φάνηκε ότι ήταν αυτό που έλειπε από την ομάδα, για να απογειωθεί. Ο Glisovic μπορεί να ήταν εκείνος που εισηγήθηκε την απόκτησή του, αλλά επίσημα ποτέ δεν τον προπόνησε, καθώς είχε αποχωρήσει για τον Άρη. Η τριανδρία των Μηγιάκη, Τσούτσου και Σίμου είχε αναλάβει τον Παναθηναϊκό με τον Αντώνη Μηγιάκη να εκτελεί χρέη πρώτου προπονητή. Το 1960, με την ενηλικίωσή του, ο Δομάζος κατέκτησε και το πρώτο του πρωτάθλημα, έχοντας πετύχει 7 γκολ.

Την επόμενη χρονιά ο Harry Game, ο Άγγλος προπονητής που πήρε το πρωτάθλημα με τον Παναθηναϊκό το 1953, επέστρεψε στο Τριφύλλι και συνέστησε μία από τις καλύτερες επιθετικές τριπλέτες στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Την πρώτη του χρονιά οι Δομάζος, Παπαεμμανουήλ και Μπενάρδος πέτυχαν 50 γκολ και ο Παναθηναϊκός κατέκτησε τον τίτλο ξανά, ενώ το 1962 με τον Δομάζο απόλυτο πρωταγωνιστή πια, οι Πράσινοι πέτυχαν το three peat.

Ο Μίμης Δομάζος στα 20 του, είχε κατακτήσει τρία πρωταθλήματα Ελλάδος και έφτιαχνε το μύθο του. Ακολούθησε διάλειμμα μιας σεζόν, και ως το 1965 ο Παναθηναϊκός κατέκτησε ακόμα δύο πρωταθλήματα. Δειλά-δειλά είχε ξεκινήσει και τις πρώτες του ευρωπαϊκές πορείες στο Κύπελλο Πρωταθλητριών.

Ο έρωτας με τη Βίκυ Μοσχολιού

Την περίοδο που ο Δομάζος και ο Παναθηναϊκός έπαιρναν τον έναν τίτλο μετά τον άλλον και καθώς το προσωνύμιο «Στρατηγός» άρχισε να γεννιέται στα χείλη των οπαδών του Τριφυλλιού, ο νεαρός ακόμα ποδοσφαιριστής, ξεκίνησε να συζητιέται και για ακόμα έναν λόγο. Όπως διαβάζουμε στο News247, το φθινόπωρο του 1963, όταν η Βίκυ Μοσχολιού επέστρεψε στο θρυλικό νυχτερινό κέντρο «Τριάνα» για τη χειμερινή σεζόν με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και τον Γιώργο Ζαμπέτα μπήκε στη ζωή της ο Μίμης Δομάζος. Μόλις 21 ετών τότε ο Μίμης Δομάζος είχε ξεχωρίσει για το ταλέντο του και ήταν ήδη το ίνδαλμα των φιλάθλων του Παναθηναϊκού. Η Μοσχολιού ήταν σε παρόμοια φάση. 20 ετών μόλις και ξεκινούσε τη μυθική της πορεία στην ελληνική μουσική σκηνή.

Ο Μίμης Δομάζος τη γνώρισε στο μαγαζί που εμφανιζόταν και τη συνάντησή τους, περιέγραψε η ίδια η Βίκυ Μοσχολιού, στην Έλενα Ακρίτα, στην εκπομπή «Φώτα Πορείας». «Εγώ ήθελα να πάω να του μιλήσω, αλλά ντρεπόμουν. Στο πρόγραμμά μας ήταν δύο κορίτσια, οι αδερφές Γεωργούλη, που ήταν πολύ πιο θαρραλέες από μένα. Τις πιάνω και τους λέω ότι και εγώ θέλω να κατέβω στο τραπέζι του Μίμη. “Θα κάνω πως πάω αλλού και όταν είμαι κοντά στο τραπέζι σας, θα με φωνάξετε στην παρέα σας”. Έλα όμως που δεν με φωνάζουν και αναγκάζομαι να βγω έξω από το μαγαζί! Μπαίνοντας ξανά στο μαγαζί, επιτέλους με φώναξαν τα κορίτσια να πάω να κάτσω. Ο Μίμης εμένα ήθελε. Είχε καταλάβει τι είχε γίνει και γέλαγε. Από εκεί και πέρα ερχόταν τακτικά στην Τριάνα».

Ο γάμος τους, ήρθε τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1967 και ήταν ίσως το μεγαλύτερο κοσμικό event της χρονιάς, αν και λίγο έλειψε να ακυρωθεί αφού έγινε 10 μόλις ημέρες μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου. Οι δυο τους βρίσκονταν στην ακμή τους και είχαν κάνει αμέτρητα εξώφυλλα στα περιοδικά της εποχής. Κουμπάρος τους ήταν ο στρατιωτικός και μέλος της Χούντας των Συνταγματαρχών Ιωάννης Λαδάς. Ώρες πριν ξεκινήσει το μυστήριο, πάνω από 30.000 άνθρωποι -επώνυμοι και μη – κατέκλυσαν την περιοχή, από το Σύνταγμα ως τη Μητρόπολη. Η νύφη δεν μπορούσε ούτε να βγει από το αυτοκίνητο για να φτάσει στην εκκλησία, ενώ από την πολυκοσμία έχασε και τη βέρα της.

Την ημέρα του γάμου, παντρεύτηκαν δύο λαϊκά είδωλα. Παντρεύτηκε το ποδόσφαιρο με το τραγούδι και ήταν όλοι εκεί. Το γλέντι του γάμου, έγινε στα «Δειλινά», το νυχτερινό κέντρο που τραγουδούσε η Μοσχολιού.

Ο Μίμης Δομάζος και η Βίκυ Μοσχολιού έμειναν παντρεμένοι για τα επόμενα 12 χρόνια και απέκτησαν δύο κόρες, τη Ράνια και τη Βαγγελίτσα. Ωστόσο, ο γάμος τους πέρασε πολλά, κυρίως στις κερκίδες και στον Τύπο της εποχής. Η γνωστή τραγουδίστρια ήταν «θαμώνας» στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, αλλά και υβριστικό σύνθημα στα χείλη των αντιπάλων οπαδών, κάτι που εξόργιζε τον Μίμη Δομάζο.

Στις 14 Μαΐου του 1973 γεννήθηκε ένα ακόμα παιδί, ένας γιος που δεν έζησε. Η Βίκυ Μοσχολιού μπήκε στο μαιευτήριο στον όγδοο μήνα γιατί είχε πόνους και η μαία προκάλεσε πρόωρο τοκετό. Γεννήθηκε ένα αγοράκι, το οποίο έπρεπε να μπει σε θερμοκοιτίδα. Τότε όμως αυτή ήταν είδος πολυτελείας για τα μαιευτήρια και έτσι ο Δομάζος έτρεχε να πάρει μία από το «Παίδων». Ο χρόνος που μεσολάβησε μέχρι να πάει και να γυρίσει αποδείχθηκε μοιραίος. Τρεις μέρες αργότερα έχασαν το μωρό τους, αφού πρόλαβαν και το «αεροβάφτισαν» Αλέξανδρο. Ο χαμός του τους στοίχισε πολύ.

Το 1978, η είδηση του χωρισμού τους έσκασε σαν βόμβα στον Τύπο της εποχής. Μάλιστα, εκείνη την περίοδο ακούστηκαν πολλές φήμες για ζήλιες και απιστίες, ανάμεσα στο ζευγάρι. «Δεν είχαμε προβλήματα. Το μόνο μου πρόβλημα ήταν το δικό μου… Δηλαδή ότι τον αγαπούσα πολύ τον άντρα μου, ήταν η πρώτη μου αγάπη και δεν τον χαιρόμουν» είπε στις αρχές του 21ου αιώνα η Βίκυ Μοσχολιού σε συνέντευξή της στο περιοδικό Music Corner.

Η συνεργασία κοντού – ψηλού που έκανε τον μύθο του Γουέμπλεϊ

 

Φυσικά, τα ίδια χρόνια ο Δομάζος δεν σταμάτησε να γράφει αγωνιστικά τη δική του ιστορία. Για την ακρίβεια μετά τα όσα μυθικά πέτυχε στην ποδοσφαιρική του νιότη, ακολούθησαν και κάποιες πίκρες, ωστόσο από το 1968 και έπειτα ξεκίνησε μια νέα εποχή. Τότε ήταν που ο Αντώνης Αντωνιάδης κατέβηκε από την Ξάνθη στην Αθήνα, για να ηγηθεί της επιθετικής γραμμής του Παναθηναϊκού.

«Όταν ήρθε στον Παναθηναϊκό από την Ξάνθη ήταν ένα θηρίο και μου άρεσε το στυλ του. Παρόλο που στην αρχή δεν πήγε καλά και σκέφτονταν να τον δώσουν αλλού, τους είχα πει ότι πρέπει να μείνει. Πολλές πάσες που του έδινα, δεν ήταν καλές. Αλλά λόγω του σώματός του, λόγω του ότι ήταν θηρίο, μπορούσε να τις πιάνει και να τις κάνει γκολ. Το μύριζε το γκολ ο Αντωνιάδης και έτσι φαινόμουν και εγώ καλύτερος» είπε για τον σέντερ φορ, στο Sport24 50 χρόνια μετά το έπος του Γουέμπλεϊ.

Το 1969 και το 1970 ο Παναθηναϊκός επέστρεψε στους τίτλους, με τον Δομάζο και τον Αντωνιάδη να δημιουργούν το δικό τους μαγικό δίδυμο. Σε μια εποχή που οι ασίστ δεν καταγράφονταν, ο Δομάζος είχε μείνει σε πολλούς ως ο καλύτερος παίκτης εκείνης της ομάδας, παρόλο που δεν μπορούν να το αποδείξουν με νούμερα αυτό. Πολλοί έλεγαν τότε ότι έχει μάτια μέχρι και στην πλάτη και ότι μόνο έτσι μπορούσε να βλέπει τον Αντωνιάδη.

Το αντίο του «Ψηλού» έξι δεκαετίες μετά το πρώτο αντάμωμά τους συγκλονίζει, την ώρα που και εκείνος δίνει τη δική του μάχη για τη ζωή. «Ήταν, είναι και θα είναι ο εκφραστής της αστείρευτης θέλησης, της σκληρής προσπάθειας και του διαρκούς αγώνα στο δρόμο για την κορυφή. Έζησα μαζί του στιγμές αθλητικού μεγαλείου στα γήπεδα αλλά και τη σοφία του και την παιδική αθωότητά του στη συνέχεια, μέσα από την καθημερινή μας παρέα που οδήγησε πολλούς να πουν «μα είστε συνεχώς μαζί, όλα αυτά τα χρόνια;» ανέφερε μεταξύ άλλων ο Αντωνιάδης.

Ο θρύλος του Γουέμπλεϊ

Ο Μίμης Δομάζος κατά την είσοδό του στο Γουέμπλεϊ στις 2 Ιουνίου του 1971. / Action Images - Eurokinissi

Οι στιγμές αθλητικού μεγαλείου που αναφέρει ο Αντώνης Αντωνιάδης στον αποχαιρετισμό του, ξεπέρασαν όμως τα ελληνικά δεδομένα. Κι αυτό διότι το 1971 με πρωτεργάτες αυτούς του δύο και με το θρυλικό Φέρεντς Πούσκας να κάθεται στον πάγκο του Τριφυλλιού, ο Παναθηναϊκός έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Έφτασε ως το Γουέμπλεϊ.

Το 2021, στη συμπλήρωση 50 ετών από τη θρυλική πορεία του Παναθηναϊκού ως το Γουέμπλεϊ, ο Μίμης Δομάζος θυμήθηκε μιλώντας στο ντοκιμαντέρ του Sport24, το πώς έζησε ως αρχηγός της ομάδας εκείνη τη σεζόν. Και επειδή η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, θυμήθηκε πώς ξεκίνησε εκείνη η χρονιά με την ανακοίνωση της ανάληψης της τεχνικής ηγεσίας του Παναθηναϊκού από τον Ferenc Puskas.

«Εμείς ακούγαμε το όνομά του και καθόμασταν προσοχή. Όταν ήρθε όμως ο Ferenc Puskas δεν συμπεριφερόταν λες και ήταν ο καλύτερος παίκτης στον κόσμο. Του άρεσαν τα καλαμπούρια και οι πλάκες. Αυτό που μας έδωσε στο γήπεδο, ήταν η προσωπικότητά του. Μας έλεγε “11 εσείς, 11 εμείς, μη φοβάστε τίποτα”».

Ο Δομάζος πέτυχε το μοναδικό του γκολ στην πορεία για το Γουέμπλεϊ κόντρα στη Σλόβαν Μπρατισλάβας μετά τον αποκλεισμό της αδύναμης Ζένες Ες. «Πριν από τον αγώνα με τη Σλόβαν ο προπονητής της είχε έρθει στην Αθήνα για να μας δει και έλεγε ότι ο Παναθηναϊκός είναι καλή ομάδα και έχει και έναν πολύ καλό παίκτη αλλά δεν βάζει γκολ. Τελικά, το πρώτο γκολ το έβαλα εγώ και όταν τους κερδίσαμε έφυγε από το γήπεδο και δήλωνε ότι είμαι καλύτερος και από τον Pele» είπε 50 χρόνια αργότερα για εκείνο το γκολ.

Ο δρόμος για τον τελικό δεν ήταν φυσικά στρωμένος με ροδοπέταλα. Οι Πράσινοι στα προημιτελικά κλήθηκαν να ξεπεράσουν το εμπόδιο της πανίσχυρης Έβερτον. «Με την Έβερτον είχαμε και τύχη. Κάθε λεπτό γινόταν και μια φάση στην περιοχή μας. Στο γκολ του Αντωνιάδη ο Alan Ball, ο καλύτερος Άγγλος παίκτης τότε, έβγαλε το παπούτσι του και μου το πέταξε. Ήξερε ότι στην Αθήνα δεν είχαν καμία τύχη».

Με δύο ισοπαλίες ο Παναθηναϊκός προκρίθηκε στον ημιτελικό και τότε, όλη η Ελλάδα ήταν μαζί του. «Δεν αγχωνόμασταν. Προχωρούσαμε με την πλάκα μας. Αυτοί ήταν επαγγελματίες, εμείς ήμασταν ερασιτέχνες. Κάναμε κι άλλη δουλειά για να ζήσουμε. Είχαμε όμως ψυχή και έναν μεγάλο προπονητή να μας οδηγεί» σχολίασε ο Αρχηγός του Παναθηναϊκού για εκείνες τις στιγμές.

Στον ημιτελικό αντίπαλος ήταν ο Ερυθρός Αστέρας και αυτή ήταν η σειρά με τις μεγαλύτερες συγκινήσεις. Στο Βελιγράδι ο μέχρι τότε μαγικός Τάκης Οικονομόπουλος υπέπεσε σε αρκετά λάθη και ο Παναθηναϊκός ηττήθηκε με 4-1. Κι όμως, υπήρχαν ακόμη κάποιοι που πίστεψαν στην ανατροπή.

«Με τον Ερυθρό Αστέρα ο Τάκης είχε ένα κακό απόγευμα, αλλά πιο πριν είχε πιάσει τα απίθανα. Τα έχουν αυτά οι τερματοφύλακες. Όταν φτάσαμε στην Αθήνα, παρά το 4-1, το πιστεύαμε ότι θα κερδίσουμε. Ο Ferenc μας είπε ότι αν κερδίζουμε 1-0 στο ημίχρονο, και βάλουμε ένα δεύτερο στην αρχή του Β’ ημιχρόνου, το τρίτο θα το βάλει ο κόσμος. Τότε είχε 40 χιλιάδες κόσμο μέσα στο γήπεδο και άλλους τόσους απ’έξω. Και έτσι και έγινε».

Όντως κάπως έτσι έγινε. Ο Αντωνιάδης πέτυχε ένα γκολ στην αρχή κάθε ημιχρόνου και με το γκολ του Αριστείδη Καμάρα στο 64ο λεπτό ο Παναθηναϊκός πέρασε στον τελικό. Οι φίλοι του Παναθηναϊκού πήραν τότε τον Δομάζο στις πλάτες τους και τον έφτασαν από τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, μέχρι το μαγαζί του στην Πλατεία Βικτωρίας. Οι παλιοί θυμούνται ότι αυτό δεν ήταν καν το πιο γνωστό του μαγαζί, αφού ήταν και ιδιοκτήτης του θρυλικού Ζυγού, στην Πλάκα.

Στις 2 Ιουνίου του 1971 ο Μίμης Δομάζος έμπαινε πρώτος στο Γουέμπλεϊ ως αρχηγός του Παναθηναϊκού για τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Ήταν η μεγαλύτερη στιγμή στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, μέχρι την επόμενη. Ο Παναθηναϊκός του Δομάζου, του Αντωνιάδη και του Καμάρα, με προπονητή τον Ferenc Puskas κόντρα στον Άγιαξ του Keizer, του Van Dijk και του Kruyff με προπονητή τον Rinus Michels. Όλη η Ελλάδα ήταν μαζί με τον Παναθηναϊκό. Μέχρι και ο Πρόεδρος του Ολυμπιακού, Νίκος Γουλανδρής είχε τάξει πριμ σε περίπτωση κατάκτησης του Ευρωπαϊκού. Ήταν άλλες εποχές φυσικά. «Με τον Δομάζο αρχηγό και τον Σιδέρη αρχηγό» έγραψε η Λίνα Νικολακοπούλου για να περιγράψει τις Κυριακές στα δικά της «Λαϊκά» 22 χρόνια αργότερα.

Την ίδια χρονιά ψηφίστηκε και ως ο 10ος καλύτερος παίκτης στον κόσμο από το France Football. Ήταν ο πρώτος Έλληνας παίκτης που μπήκε στη σχετική συζήτηση.

Ο Παναθηναϊκός μετά το Γουέμπλεϊ και η ΑΕΚ

Τάκης Οικονομόπουλος και Μίμης Δομάζος ανταμώνουν με τον Γιώργο Κούδα σε αναμέτρηση Παναθηναϊκού - ΠΑΟΚ. / Action Images - Eurokinissi

Ήταν σαφές ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο αμέσως μετά το Γουέμπλεϊ θα άλλαζε για πάντα μορφή. Μπήκαν περισσότερα χρήματα, άρχισε να γίνεται πιο επαγγελματικό, ξένοι άρχισαν να έρχονται μαζικά στο ελληνικό πρωτάθλημα και όλοι θέλησαν να εκθρονίσουν τον Παναθηναϊκό.

Οι αριθμοί του Δομάζου άρχισαν να πέφτουν, αλλά ο «Στρατηγός» κατέκτησε ακόμη δύο τίτλους με το Τριφύλλι στο στήθος το 1972 και το 1977. Τότε σταδιακά άρχισε να χάνει και τη θέση του. Ο Αργεντίνος Oscar Alvarez μαζί με τον Αντωνιάδη ήταν οι καλύτεροι παίκτες του τελευταίου πρωταθλήματος και νεότεροι παίκτες, όπως ο Κώστας Ελευθεράκης και ο Σπύρος Λιβαθηνός ξεχώριζαν στο πράσινο κέντρο.

Το καλοκαίρι του 1978 ο Παναθηναϊκός έχει διώξει ουσιαστικά τον Μίμη Δομάζο και εκείνος από τη Σαρωνίδα, από όπου συνήθιζε να παραθερίζει, κλήθηκε να πάρει μια πολύ σημαντική απόφαση. Ήταν 36 ετών. «Κάθε καλοκαίρι πηγαίναμε στη Σαρωνίδα. Εκεί ήταν ο Μπάρλος, ο Κωνσταντουδάκης, ο Κεφαλίδης και κάναμε όλοι παρέα. Εγώ έκανα παρέα με τους ΑΕΚτζήδες. Και ο Μπάρλος μου είπε “δεν έρχεσαι να παίξεις σε εμάς;”. Ήταν εύκολη απόφαση» ανέφερε με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων ζωής της ΑΕΚ στο Sport24.

Χρήστος Αρδίζογλου, Franjo Vladic και Μίμης Δομάζος με τη φανέλα της ΑΕΚ. / Action Images - Eurokinissi

Η χρονιά αυτή κύλησε μαγικά για την Ένωση και τον Δομάζο. Και αυτό φάνηκε από την αρχή. «Στο πρώτο μου παιχνίδι με την ΑΕΚ έβαλα 2 γκολ στον ΠΑΟΚ και κερδίσαμε 3-2 και όλοι με σήκωσαν στην αγκαλιά τους». Ο Δομάζος στην ΑΕΚ συνάντησε έναν ακόμα τεράστιο επιθετικό. Μετά τον Αντωνιάδη βρήκε τον Θωμά Μαύρο και άρχισε να μοιράζει και σε αυτόν έτοιμα γκολ. Παρ’όλα αυτά τα πράγματα δεν ήταν και τόσο απλά όταν αντιμετώπισε τον Παναθηναϊκό στην Λεωφόρο.

«Είχα μία κόντρα με τους φιλάθλους όταν γύρισα στη Λεωφόρο ως αντίπαλος. Επειδή έπαιζα 20 χρόνια στον Παναθηναϊκό, είχα πρόβλημα. Με φύλαγε ο Λιβαθηνός και του έλεγα “έλα πάρε την μπάλα”» αναφέρει σχετικά. Η ΑΕΚ με τον Μπάγεβιτς, τον Δομάζο και τον Θωμά Μαύρο και προπονητή τον Ferenc Puskas που είχε επιστρέψει στην Ελλάδα, κατέκτησε το πρωτάθλημα στην ισοβαθμία με τον Ολυμπιακό. Αυτό ήταν το 10ο και τελευταίο πρωτάθλημα του Μίμη Δομάζου.

Η επιστροφή στον Παναθηναϊκό και το τέλος της καριέρας του

Ο Παναθηναϊκός που τον άφησε να φύγει, έμεινε στην 5η θέση και το καλοκαίρι εκείνο ο «Καπετάνιος» Γιώργος Βαρδινογιάννης ανέλαβε τη διοίκηση της ομάδας, φέρνοντας νέο αέρα. Μία από τις πρώτες του κινήσεις, ήταν να μιλήσει λοιπόν με τον Μίμη Δομάζο προσπαθώντας να τον φέρει πίσω στην Λεωφόρο λίγο πριν κλείσει τα 38 του χρόνια.

«Όταν ήρθε ο Βαρδινογιάννης στον Παναθηναϊκό μου είπε να γυρίσω πίσω. Έφευγα όμως τότε με την ΑΕΚ για την Αυστραλία και δεν γινόταν. Μου λέει “μην πας καθόλου στην Αυστραλία”. Του είπα τότε ότι δεν γίνεται αυτό γιατί ο Πρόεδρος είναι καλός και μου έχει φερθεί καλά. Ο Μπάρλος προς τιμήν του, στις μεταγραφές του Ιανουαρίου μου είπε “αν και η ΑΕΚ σε έχει ανάγκη, φύγε να τελειώσεις εκεί την καριέρα σου. Εκεί έχεις παίξει 20 χρόνια, πήγαινε εκεί”. Και έτσι γύρισα στον Παναθηναϊκό» ανέφερε στο Sport24 ο ίδιος ο Δομάζος περιγράφοντας τις στιγμές.

Τον Ιανουάριο του 1980 ο Δομάζος επέστρεψε και έπαιξε σε ακόμη 5 παιχνίδια με τον αγαπημένο του Παναθηναϊκό, πριν «κρεμάσει τα παπούτσια του». Η αποδοχή του ήταν πια καθολική και οι όποιες έριδες είχαν προκληθεί από τη μετακίνησή του στην ΑΕΚ, είχαν ξεχαστεί οριστικά.

Ο Δομάζος αγωνίστηκε συνολικά στην Α’ Εθνική 536 φορές κατέχοντας τόσο το ρεκόρ συνολικών εμφανίσεων στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, όσο και εκείνο με τις περισσότερες συμμετοχές με τη φανέλα μιας ομάδας (502 με τον Παναθηναϊκό). Τα 20 χρόνια της επαγγελματικής του καριέρας πέτυχε 139 γκολ και έβγαλε αναρίθμητες ασίστ, οι οποίες δεν έχουν καταγραφεί.

Έγινε 50 φορές διεθνής με την Εθνική Ομάδας και σημείωσε 4 τέρματα, ενώ για αρκετά χρόνια είχε το περιβραχιόνιο του αρχηγού στο μπράτσο του. Το ντεμπούτο του με τη γαλανόλευκη φανέλα πραγματοποιήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 1959 στο Γήπεδο Απόστολος Νικολαΐδης εναντίον της Δανίας.

Στις 11 Νοεμβρίου 1980 στο ίδιο γήπεδο διεξήχθη φιλικός αγώνας εναντίον της Αυστραλίας, στον οποίο τιμήθηκε για την πολυετή προσφορά του στο εθνικό αντιπροσωπευτικό συγκρότημα αλλά και στο ελληνικό ποδόσφαιρο γενικότερα. Στον συγκεκριμένο αγώνα χρίστηκε σκόρερ, γεγονός που τον καθιστά τον μεγαλύτερο σε ηλικία παίκτη που σκόραρε ποτέ με τη φανέλα της Ελλάδας (σε λιγότερο από τρεις μήνες θα συμπλήρωνε τα 39 του χρόνια).

Η γνωριμία και ο γάμος του με την Ηώ Θεοδώρου

Μία από τις σπάνιες φωτογραφίες του Μίμη Δομάζου με τη γυναίκα της ζωής του, Ηώ Θεοδώρου. / Eurokinissi

Λίγα χρόνια μετά τον χωρισμό του με την Βίκυ Μοσχολιού και προς το τέλος της μυθικής του καριέρας, ο Μίμης Δομάζος γνωρίστηκε με την Ηώ Θεοδώρου, τη γυναίκα που έμελλε να σφραγίσει το υπόλοιπο της ζωής του. «Με την Ηώ γνωριστήκαμε μέσω παρέας μία Πρωτομαγιά. Είχε περάσει Ιατρική και Καλών τεχνών αλλά τα άφησε όλα όταν γνωριστήκαμε. Ήμουν 38 ετών όταν τη συνάντησα. Εκείνη είναι πιο μικρή. Παντρευτήκαμε και κάναμε μία κόρη, την Πόπη», είχε πει ο ίδιος σε συνέντευξή του στο Vice.

Ο γάμος τους, πραγματοποιήθηκε στο Ψυχικό, με αγαπημένους φίλους και συγγενείς να τους εύχονται για το νέο τους ξεκίνημα. Κουμπάροι τους ο Γιάννης και η Ντίνα Πάριου. Μαζί δημιούργησαν μια όμορφη οικογένεια και η γέννηση της κόρη τους, έφερε ακόμα περισσότερο φως στη ζωή τους. Ο Μίμης Δομάζος και η Ηώ Θεοδώρου έμειναν μαζί μέχρι το τέλος και ο Δομάζος ακόμα και στην τελευταία του συνέντευξη στο Στούντιο 4 της ΕΡΤ δεν ήθελε να μιλήσει για τον προηγούμενο γάμο του, λέγοντας ότι τώρα έχει άλλη οικογένεια.

Η Πόπη Δομάζου στην ίδια εκπομπή αποκάλυψε τον τρόπο που ο Δομάζος διεκδικούσε τη μητέρα της. «Την κυνήγησε πολύ. Την έπαιρνε στο σπίτι να την ακούσει, “θα τα πω μπαμπά, και το έκλεινες. Ήθελες να δεις αν είναι σπίτι, στο πατρικό της”. Έκανε τέτοια ο Μίμης Δομάζος. Δεν τα ξέρει ο κόσμος, πρώτη φορά τα λέμε. Μεγάλο κυνήγι, δεν νομίζω να παντρευόταν η μαμά μου. Ήταν δύσκολη σαν άνθρωπος και την κυνήγησε πάρα πολύ! Αυτό που τη λύγισε ήταν η επιμονή του. Είναι και όμορφος! Είναι ωραίος άντρας ο “Στρατηγός”, και όταν θέλει κάτι το πετυχαίνει. Στο σπίτι όμως “στρατηγός” είναι η μαμά».

Ο Μίμης Δομάζος συχνά περιέγραφε την οικογένειά του ως το «λιμάνι» του, τη σταθερά του στις χαρές και τις δυσκολίες. «Είναι ωραία τα 40 χρόνια γάμου. Η Ηώ μου έδωσε την αγάπη στο σπίτι. Είναι μια γυναίκα που δεν μπορείς να τη βάλεις σε καλούπι. Παραμένω θαυμαστής της μέχρι τώρα γιατί είναι και πάρα πολύ όμορφη. Είναι ίδια με την Πόπη. Στη ζωή μου ήθελα τη σταθερότητα γιατί μεγαλώνοντας κάτι θέλει ο καθένας. Ο γάμος μου είναι πετυχημένος πάρα πολύ και είμαι ευτυχισμένος», είχε εξομολογηθεί ο ίδιος ο «Στρατηγός» στην τελευταία του συνέντευξη.

Τα χρόνια μετά το ποδόσφαιρο

Ο Μίμης Δομάζος παρέμεινε κοντά στο ποδόσφαιρο ακόμα και μετά το πέρας της καριέρας του. Πάντα κοντά στον Παναθηναϊκό, η κάμερα συχνά τον εντόπιζε στην κερκίδα, μαζί με τον αγαπημένο του φίλο Αντώνη Αντωνιάδη. Ανέλαβε ενεργά ρόλο υπέρ της διπλής Ανάπλασης και συχνά συμμετείχε σε φιλικά παιχνίδια παλαιμάχων.

Μαζί με την κόρη του, Πόπη, ίδρυσαν την πρώτη δωρεάν Ακαδημία ποδοσφαίρου, στην οποία μοναδική προϋπόθεση για να εγγραφείς και να προπονηθείς, ήταν να παρέχεις ξηρά τροφή και κονσέρβες για τους τετράποδους φίλους στο Καταφύγιο Αδέσποτων Ζώων του Δήμου Αθηναίων.

Το 2004 στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων έλαβε τη δάδα εντός του Ολυμπιακού Σταδίου από τον Νίκο Γκάλη και την παρέδωσε στη Βούλα Πατουλίδου εν μέσω καθολικής αποθέωσης. Έτρεχε στον στίβο του ΟΑΚΑ πιο γρήγορα από κάθε άλλον, σαν μικρό παιδί. Λίγα μόνο χιλιόμετρα από το γήπεδο που δοξάστηκε σαν Θεός, ο Μίμης Δομάζος έζησε την απόλυτη τιμή, με τον κόσμο να παραληρεί ξανά για εκείνον. Τη στιγμή εκείνη κράτησε και ο ίδιος στη μνήμη του, όπως αναφέρθηκε στη βιογραφία του Μίμης Δομάζος, Μυστικά και… Άλλες Αποκαλύψεις που κυκλοφόρησε το 2016.

21 χρόνια μετά και ενώ παρέμενε ενεργός στα κοινά και παρών στον αγαπημένο του Παναθηναϊκό, ο Μίμης Δομάζος πέρασε στην αιωνιότητα, κάνοντας ξανά όλους τους Έλληνες, να θυμηθούν την καριέρα του και να υποκλιθούν στο μεγαλείο του.

Ήταν άλλωστε ένα πρότυπο για όλους, και με βάση αυτό, έπραττε. Ήταν ένας Στρατηγός, που ηγήθηκε μέσα από το παράδειγμα της στάσης ζωής του και για αυτό θα «ζει» για πάντα, όπως ακριβώς νομίζουμε για τους θρύλους κάθε εποχής.

Τα λόγια του σε μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις του, είναι χαρακτηριστικά για τον τρόπο ζωής του. «Όσο έπαιζα ποδόσφαιρο κοιμόμουν από τις 7 το απόγευμα. Υπάρχει σήμερα νεαρός 16 και 17 ετών που να κοιμάται από τις 7 το απόγευμα; Ξύπναγα κάτα τις 9, πήγαινα στην προπόνηση κανονικά, έκανα ζωή επαγγελματία, παρόλο που δεν ήμουν επαγγελματίας. Δεν κάπνιζα, δεν έπινα και ακόμα μέχρι σήμερα αν μου πείτε καφέ και τσιγάρο δεν ξέρω από αυτά. Μόνο σοκολάτα πίνω. Πρέπει να είσαι σωστός, η ζωή σου να είναι μετρημένη, κάθε Κυριακή ο κόσμος έρχεται να σε δει κι εσύ πρέπει να είσαι σωστός. Δε λέγανε πάμε να δούμε τον Παναθηναϊκό, λέγανε πάμε να δούμε το Δομάζο με την παρέα του».