Να είσαι Παναθηναϊκός το έτος 2019
- 16 ΣΕΠ 2019
Ξεκίνησα να είμαι Ηρακλής, επειδή είχα μπλε παπούτσια. Συνέχισα Ολυμπιακός, επειδή Ολυμπιακό με έκανε η μεγαλύτερη αδερφή μου. Παραμονές του τεράστιου ματς με τον Άγιαξ στο Άμστερνταμ το 1996 -ήμουν τότε 6 χρονών- αποφάσισα, για να την σπάσω στην αδερφή μου, να γίνω Παναθηναϊκός. Για μια μέρα μόνο. Μετά ήρθε και δεύτερη μέρα, μετά τρίτη. Στο τέλος ήρθε η κούρσα του Δώνη, η πάσα στον Βαζέχα, ο Παναθηναϊκός που παγώνει το Άμστερνταμ. Δεν είδα ποτέ το β ’ημίχρονο. Ήμουν πολύ μικρός για να είμαι ξύπνιος τέτοια ώρα. Έπιασα όμως το κλίμα γύρω μου τις επόμενες μέρες.
Fast-forward στο 2002. Μια μέρα μετά τα γενέθλια μου, στα 12 πια. Πρέπει να ήταν τα πιο αδιάφορα γενέθλια της ζωής μου. Απλά υπήρξαν ως η προηγούμενη μέρα του μεγάλου παιχνιδιού, Μπαρτσελόνα-Παναθηναϊκός. Το ματς ξεκινάει, ο ντελιβεράς έχει αργήσει λίγο. Τις μέρες του Champions League έπρεπε να παραγγείλεις από τις 19:30. Ο Κωνσταντίνου βάζει γκολ. Ο ντιλιβεράς φτάνει εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Χώνει λίγο το κεφάλι του μέσα από την πόρτα με αυτή τη χαρά που θέλει 2-3 δευτερόλεπτα για να τη συνειδητοποιήσεις: “Ti; To βάλαμε;”.
Τα χρόνια πέρασαν. Φτάσαμε αισίως στο 2019 και όλα εκείνα πια δεν είναι παρελθόν, όπως ήταν για παράδειγμα το 2011. Έχουν εξαφανιστεί ως κάποια πολύ μακρινή μνήμη, ως ένα πράγμα που πρέπει να αφηγηθείς σε έναν σημερινό έφηβο Παναθηναϊκό που χασμουριέται όσο τα ακούει, όπως χασμουριόμουν, όταν μου έλεγαν για το Γουέμπλεϊ ή για τη Λίβερπουλ και το 1987. Τι σημασία έχει αν δεν τα έχεις ζήσει;Άλλαξα και εγώ. Το ποδόσφαιρο δεν παίζει πια τόσο σημαντικό ρόλο, όσο εκείνον που έπαιζε όταν ήμουν 10 ή 12.
Στην πορεία αυτών των χρόνων, ο Παναθηναϊκός είχε περάσει τα πάνδεινα, ώστε η φετινή χρονιά να μοιάζει απλά ως το χαμηλότερο σημείο μιας πτωτικής πορείας. Το 4-0 από τον Άρη οδήγησε σε μια οργή στα social media, μια ταλαιπωρημένη όμως οργή. Όλοι μοιάζουν να έχουν παραδοθεί μέσα σε ένα κυκεώνα μιζέριας και εσωστρέφειας. Ακόμα και ο τρόπος που έφαγε τα γκολ η ομάδα του Παναθηναϊκού είναι απίστευτα θλιβερή: σαν ομάδα που τα έχει παρατήσει στο 5Χ5 και περιμένει να καταλάβουν και οι απέναντι ότι πρέπει να αλλάξουν οι ομάδες. Τα μόνα που θυμίζουν τον παλιό Παναθηναϊκό είναι τα χαιρέκακα σχόλια των μισών Ολυμπιακών και τα ειλικρινής στεναχώριας των άλλων μισών.
(AP Photo/Alastair Grant)
Εδώ που τα λέμε τι θα ήταν ο Παναθηναϊκός χωρίς τον Ολυμπιακό και ο Ολυμπιακός χωρίς τον Παναθηναϊκό. Όταν είναι και οι δύο στα πάνω τους, θες να δεις τον αντίπαλο σου να γονατίζει, αν γίνεται να πέσει στα ερασιτεχνικά. Όταν όμως κάποιος από τους δύο κινδυνεύει, το πράγμα αλλάζει. Έρχεται εκείνος ο σεβασμός -ας τον πούμε έτσι- εναντίον του μεγάλου αντιπάλου. Μακάρι να πάνε όλα καλά, να γίνει ξανά γερός, για να μπορώ πάλι να εύχομαι ότι θα διαλυθεί. Να έχει ένα νόημα τέλος πάντων αυτή η έχθρα που η αλήθεια είναι ότι διαφορετικά δεν έχει κανένα μα κανένα νόημα.
Δεν ξέρω αν ο Παναθηναϊκός θα επιστρέψει σε αυτό που ήταν κάποτε. Η φαντασίωση κάθε ξεπεσμένου παλιού αριστοκράτη είναι ότι κάποια στιγμή θα επιστρέψει και, όταν το κάνει, εκείνοι οι ασεβείς που τον κορόιδευαν θα νιώσουν ξανά τον τρόμο. Τον τρόμο που ένιωθαν, όταν απέναντί τους είχαν τον Δομάζο, τον Σαραβάκο, τον Ρότσα, τον Ζάετς, τον Βαζέχα, τον Καραγκούνη, τον Έκι, τον Σισέ. Το λογικό είναι ότι μια ομάδα με τον κόσμο που έχει ο Παναθηναϊκός αποτελεί επενδυτική ευκαιρία, ώστε πιθανόν αυτός ο στροβιλισμός που ξύνει τον πάτο κάποια στιγμή να τελειώσει. Εδώ που τα λέμε όμως κάθε ξεπεσμένος αριστοκράτης έχει βάσιμες ελπίδες ότι κάποια στιγμή θα επανέλθει. Συνήθως δεν το κάνει.
Mέχρι τότε εμείς θα βγαίνουμε στους Αμπελόκηπους την ώρα που ο Παναθηναϊκός τρώει 4 γκολ σε ένα ματς ελληνικού πρωταθλήματος και θα πιάνουμε στην ατμόσφαιρα μια συμπιεσμένη λύπη. Νομίζω ότι κανένα παιδάκι δεν έκλαψε χθες, όπως θα είχε κλάψει πιθανόν σε εκείνο το σουτ του Βλάοβιτς που δεν μπήκε στη Βαρκελώνη. Έμειναν μόνο κάτι ανοιχτά ραδιοφωνάκια 60άρηδων που είχαν πει ότι “κομμένος πια ο Παναθηναϊκός, δεν θα τρώω εγώ την ψυχή μου’’ αλλά τελικά έκατσαν, το έβαλαν σε χαμηλή ένταση.
Όχι ότι είχαν καμιά ουσιαστική ελπίδα ότι κάτι θα αλλάξει. Έτσι. Γιατί μέρος της συναισθηματικής απόλαυσης που σου προσφέρει ο αθλητισμός δεν είναι μόνο τα πρωταθλήματα και οι πορείες στην Ευρώπη. Μέρος είναι και αυτή η θλίψη που τη ζεις σαν σε προστατευμένο περιβάλλον. Να βγαίνει ο 70άρης -αυτός που τον πήγε για πρώτη φορά ο πατέρας του να δει τον Δομάζο και το ‘96 στο γκολ του Δομάζου ήταν νέος και μάσαγε σίδερα- στο παράθυρο να καπνίζει 11 το βράδυ, μπας πάνε κάτω τα φαρμάκια. Τα φαρμάκια για κάτι τόσο ασήμαντο όσο είναι το ποδόσφαιρο. Είναι λυτρωτικό να λυπάσαι για 22 μαντραχαλάδες που τρέχουν πίσω από μια μπάλα.
Κακά τα ψέματα. Όταν συνδέεσαι με μια ομάδα, συνδέεσαι με τα βιώματα που απέκτησες παρακολουθώντας τη. Και αυτό το χθεσινό 4-0 ήταν αναμφισβήτητα ένα από τα βιώματα αυτά. Αυτό και η αίσθηση ότι ανήκεις κάπου σε μια τεράστια ετερόκλιτη ομάδα. Τι να έκανε άραγε χθες το βράδυ εκείνος ο ντελιβεράς που μας είχε φέρει τα σουβλάκια, όταν είχε βάλει εκείνο το γκολ ο Κωνσταντίνου;
(Φωτογραφίες: ΑP Photo)