AP IMAGES
ΑΘΛΗΤΙΚΑ

Ο Ρέμπραντ, ο Βαν Γκογκ, ο Κρόιφ

Ο Μένιος Σακελλαρόπουλος φιλοτεχνεί το πορτρέτο του τελευταίου Dutch master.

Πώς  μπορεί να χωρέσει μια τόσο μεγάλη ιδιοφυΐα μέσα σε ένα κοκαλιάρικο κορμί, αυτό που για να νιώσει καλά ζητούσε νικοτίνη όλες τις ώρες της ημέρας, ακόμα και το άγριο χάραμα; Και πώς μπορεί να χορτάσει το ανθρώπινο μάτι εκείνον τον κοκαλιάρη που κάλπαζε σαν άγριο άτι με τη μπάλα κολλημένη στα πόδια, να την τιθασεύει με ένα χάδι, να την επαναφέρει στην τάξη όταν ξεφεύγει και τελικά εκείνη να τον υπακούει χαμογελώντας του;

Γιατί αυτό έκανε ο Γιόχαν Κρόιφ, ένας παγκόσμιος ζωγράφος του ποδοσφαίρου, που στέκεται επάξια ανάμεσα σε δυο θρύλους της πατρίδας του, τον Ρέμπραντ και τον Βαν Γκογκ. Κι ίσως και να τους ξεπέρασε, αφού εκείνοι μεγαλουργούσαν εν ηρεμία στο ατελιέ τους, διορθώνοντας τυχόν ατέλειες, αυτός ζωγράφιζε ακόμα και μέσα στη λάσπη, αποθεώνοντας την έννοια του απρόβλεπτου.

Beatles, Elvis, Κρόιφ


AP IMAGES

AP Photo/Peter Dejong

Σαν χτες σταμάτησε το ποδόσφαιρο το 1984, όταν κατάλαβε ότι δεν τον ευχαριστεί πια να χαϊδεύει τη μπάλα, ότι δεν το κάνει με την ψυχή του. Και πέρασαν δύο χρόνια και σχεδόν δύο μήνες (24 Μαρτίου 2016) από τον θάνατο του. Μα πέθανε ο Κρόιφ; Δεν γίνεται ποτέ αυτό, δεν έγινε και δεν θα γίνει ποτέ. Όπως δεν πέθαναν οι Beatles, δεν πέθανε ο Έλβις Πρίσλεϊ, η Μέριλιν ως παγκόσμιο σύμβολο ομορφιάς, αυτός ο γίγαντας ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Πώς να πεθάνουν κάποιοι όταν έχουν αφήσει ένα ανεξίτηλο στίγμα στον πλανήτη;

Έτσι ήταν, έτσι θα είναι για πάντα ο Γιόχαν, που με τα μοναδικά χάδια του στη μπάλα έγινε μοναδικός, αληθινός Ρέμπραντ του ποδοσφαίρου, αφήνοντας πίσω του μαγευτικά χρώματα. Διέψευσε ακόμα και τον εαυτό του αυτός ο ποιητής, που κάποτε είχε πει: “Είμαι πρώην ποδοσφαιριστής, πρώην προπονητής, πρώην τεχνικός διευθυντής, πρώην επίτιμος πρόεδρος. Μια όμορφη λίστα που δείχνει ότι όλα φτάνουν σε ένα τέλος”.

Εσύ μιλάς για τέλος Γιόχαν; Υπάρχει τέλος για τους θρύλους; Οι αριθμοί δεν έχουν τόση σημασία γιατί δεν λένε όλη την αλήθεια, δεν έχουν συναίσθημα, δεν ξέρουν να περιγράφουν ούτε να ακουμπάνε καρδιές. Εκατόν ενενήντα γκολ με τον Άγιαξ, σαράντα οκτώ με τη Μπαρτσελόνα, ε, και;

Γιατί πώς να δείξουν οι αριθμοί αυτόν τον ανάλαφρο καλπασμό με το 14 στην πλάτη, εκείνη την αστραπή που άνοιγε τις αντίπαλες άμυνες κι έκανε τους αμυντικούς να τρακάρουν, να κουτουλάνε; Ναι, ήταν σαν να έχει το πινέλο του Ρέμπραντ και να μεγαλουργεί, ιπτάμενος βέβαια. Γιατί έτσι έπαιζε, πετώντας. Κι όταν έφτανε η στιγμή της εκτέλεσης, το έκανε με ένα χάδι. Πολλοί κλότσησαν τη μπάλα, ελάχιστοι τη χάιδευαν σε κάθε τους επαφή. Το δείγμα της ιδιοφυΐας που λέγαμε.

Τι σημασία έχουν οι αριθμοί; Ίσως μόνο μία στην προκειμένη περίπτωση. Τα τρία συνεχόμενα κύπελλα πρωταθλητριών με τον Άγιαξ (1971, 1972, 1973), με τη σφραγίδα αυτού του σπουδαίου αρτίστα που έδειχνε στον πλανήτη μαζί με την παρέα του τον καινούργιο όρο, το total football!

Όπως είχε πει και ο καλύτερος δάσκαλός του, ο Ρίνους Μίχελς, “όταν είσαι προπονητής και έχεις τον Κρόιφ, μπορείς να πας ήρεμος στο κυλικείο, να πιεις τον καφέ σου και να γυρίσεις με τη βεβαιότητα ότι εκείνος θα έχει κάνει αυτό που πρέπει”.

Ο γιος του μανάβη

Στο ποδόσφαιρο, αργά ή γρήγορα, πάντα θριαμβεύει η αξιότητα, ύψιστο κομμάτι της δημοκρατίας. Αν δεν ίσχυαν αυτά, τότε ποδοσφαιριστές θα ήταν μόνο οι γιοι των βασιλιάδων, των γαιοκτημόνων, των κάθε λογής πλουσίων.

Γιατί στην περίπτωση αυτή, δεν θα είχε καμία θέση στο γήπεδο ο γιος ενός μανάβη και μιας καθαρίστριας. Ο πατέρας έφυγε νωρίς, όταν ο Γιόχαν ήταν μόλις 12 ετών, η μάνα έγινε καθαρίστρια στον Άγιαξ κι αυτοί επέμενε στους ανθρώπους του Αίαντα να δοκιμάσουν τον πιτσιρίκο της. Και το έκαναν, ίσως από λύπηση, ίσως για να την ξεφορτωθούν. Αλλά όταν τον είδε ο Μίχελς στη δεύτερη ομάδα, τον ανέβασε αμέσως στην πρώτη κι έτσι, λίγα χρόνια μετά, γράφτηκε παγκόσμια ιστορία.

Έγινε μια από τις πιο εμβληματικές φανέλες στην παγκόσμια ιστορία του ποδοσφαίρου και τρύπωσε για πάντα στο μυαλό εκατομμυρίων ανθρώπων, αυτών που τον είδαν να καλπάζει με το 14 στην πλάτη και να κάνει αδιανόητα πράγματα. Γιατί, όπως είχε γράψει ο σπουδαίος Ντέηβιντ Μίλερ στους Times, ήταν ο Πυθαγόρας με ποδοσφαιρικά παπούτσια. Γιατί ναι, ήταν απόλυτα ιδιοφυής, κάνοντας πράγματα που ελάχιστοι έκαναν στην πορεία. Ίσως μόνο ο Λίο Μέσι.

Για να καταλάβει κανείς το μέγεθος Κρόιφ, από τότε μάλιστα που ήταν νεαρός, αρκεί να θυμηθεί τι είχε πει ο Μπιλ Σάνκλι, όταν τον είδε να διαλύει μόνος του την πρωταθλήτρια Αγγλίας Λίβερπουλ: “Ήταν σαν να πετροβολάνε τον άνεμο οι αμυντικοί μου”. Κι ήταν σαν να έπαιρνε έναν ασπρόμαυρο πίνακα και να τον γέμιζε με λαμπερά ανεξίτηλα χρώματα.

Ήταν εκείνος πρωτοπόρος, κατακτώντας τρεις χρυσές μπάλες την εποχή που δεν ανακατεύονταν οι εταιρείες. Ήταν από τις λίγες φορές που είχε παραδεχτεί ότι αυτό ήταν ένα από τα επιτεύγματά του, γιατί συνήθως δεν του άρεσε να μιλάει. “Έπρεπε να έχεις πολλά ποιοτικά στοιχεία. Κυρίως όμως, να είσαι αποφασιστικός. Ήταν πολύ δύσκολη εποχή, με ένα ποδόσφαιρο -σχεδόν- χωρίς τηλεόραση. Για να δείξεις την αξία σου, έπρεπε να περιμένεις τους αγώνες των κυπέλλων Ευρώπης, των πρωταθλητών και φυσικά του παγκοσμίου κυπέλλου, που ήταν μία πραγματική βιτρίνα. Όλα αυτά τα αναφέρω, για να τονίσω ότι οι πιθανότητες να δείξεις τις ικανότητες σου σε ευρύ κοινό ήταν ελάχιστες. Μόνον οι ειδικοί γνώριζαν. Και αυτό επιβεβαιώνει την δυσκολία να κατακτήσει ένα βραβείο όπως η ‘Χρυσή μπάλα’. Είμαι περισσότερος υπερήφανος που εκπροσώπησα μία μικρή χώρα και μέσα απ’ αυτή την επιτυχία αποδείχθηκε η ποιότητα του ολλανδικού ποδοσφαίρου” Μόνο η ποιότητα; Εκείνος το άλλαξε, κάνοντας επανάσταση.

Το ασταμάτητο φουγάρο


Η τύχη μου χαμογέλασε και τον συνάντησα από κοντά τρεις φορές στη ζωή μου. Και στις μεγάλες δόξες του και αργότερα. Ε, είχε μείνει ίδιος, δίχως να αλλάξει στο παραμικρό ο χαρακτήρας του, παρότι είχε αποκτήσει τεράστια δύναμη. Κι είχα πάθει πλάκα την πρώτη φορά, λαχτάρα κανονική, όταν μου αφιέρωσε εβδομήντα λεπτά για μια συνέντευξη. Ο Κρόιφ έτσι; Σε έναν νεαρό ρεπόρτερ από την Ελλάδα.

Μου είχε υποσχεθεί ότι θα πιει στο σπίτι του το κρασί και το ούζο που του χάρισα κι ότι θα βάλει το τσολιαδάκι στα καλύτερα αναμνηστικά που είχε απ’ όλο τον κόσμο, μαζί με το κομπολόι. Είχε δει την έκπληξη στα μάτια μου βλέποντάς τον να καπνίζει συνέχεια, ακατάπαυστα. Νεαρός ήμουν, δεν ήξερα ακόμα.

Άκου, δεν λέω ότι αυτό είναι καλό πράγμα. Αλλά θέλω να νιώθω ελεύθερος στις επιλογές μου, να κάνω αυτό που θέλω, να μη με βάλει σε καλούπια η μπάλα, εγώ να τη βάλω, να την απολαμβάνω με το δικό μου τρόπο, χωρίς να αισθάνομαι ότι με καταπιέζει

Είχε πάθη ο Γιόχαν; Βέβαια. Να προκαλεί τρακαρίσματα στο γήπεδο. Αλλά είχε κι ένα βασικό που μόλις ανέφερα. Να καπνίζει σαν φουγάρο. Ίσως και περισσότερο, αφού κάποια στιγμή τα φουγάρα σταματάνε, εκείνος ποτέ. Κάπνιζε ακόμα και στο ημίχρονο των αγώνων, στο κρεβάτι του, παντού.

Ο καλπάζων καρκίνος πήρε το σώμα του στις 24 Μαρτίου 2016. Ποτέ όμως την ιδιοφυΐα του, που είναι εδώ, για να μας κάνει να χαμογελάμε και να πιάνουμε το κεφάλι μας από την έκπληξη. Ε, Γιόχαν, πάμε μια βόλτα στο φεγγάρι;

Κεντρική φωτογραφία: AP Photo, File

Exit mobile version