Όταν ο Μουσολίνι διέταξε “Νικήστε ή πεθάνετε!”
Ο Μουσολίνι έδωσε το σύνθημα για νίκη ή θάνατο το 1934, ο Λεονίντας δεν φύλαξε τις Θερμοπύλες τέσσερα χρόνια αργότερα και οι Περουβιανοί γύρισαν ασφαλείς στα σπίτια τους το καλοκαίρι του 1978.
- 6 ΑΠΡ 2018
Η μουντιαλική χρονιά άρχισε από την 1η Δεκεμβρίου, όταν και έγινε στη Μόσχα η κλήρωση για το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου, την πιο σημαντική ποδοσφαιρική διοργάνωση στον πλανήτη. Μέσα από επτά συγκρίσιμες σπονδυλωτές ιστορίες, μία κάθε μήνα έως την έναρξή του στις 14 Ιουνίου με το παιχνίδι Ρωσία-Σαουδική Αραβία, στόχος είναι να τιμηθούν οι 20 προηγούμενες διοργανώσεις.
Οι συγκρίσεις είναι, γενικώς, μία πελώρια απάτη, αλλά ένα όχημα με το οποίο γίνεται να πορευθεί κάποιος αρκεί να είναι ειλικρινής, μην αφήνοντας το αποτέλεσμα να κρίνει την ουσία, η οποία, όπως και σε αυτήν την περίπτωση, είναι τα συναισθήματα που προκαλούν οι larger than life στιγμές που προσφέρει ο αθλητισμός και ιδιαίτερα το ποδόσφαιρο, που έχει κάνει πάρα πολλούς ανθρώπους ανέλπιστα ευτυχισμένους ή ιδιαιτέρως δυστυχισμένους έστω και για λίγο. Οι κανόνες είναι απλοί: κατηγορίες στις οποίες θα χωρίζονται οι στιγμές, με προβάδισμα στη μία ή την άλλη πλευρά. Η σειρά άρχισε στα τέλη του Δεκέμβρη, με τη σύγκριση των δύο πιο οδυνηρών ηττών στην ιστορία της εθνικής Βραζιλίας, συνεχίστηκε με τις δύο καθοριστικές στιγμές της καριέρας του Ζινεντίν Ζιντάν, ενώ εκτιμήθηκε και η πορεία δύο από τις τρεις αφρικάνικες ομάδες που έφτασαν στα προημιτελικά Παγκόσμιου Κυπέλλου, του Καμερούν το 1990 και της Γκάνας το 2010.
Όποιος λέει ότι η πολιτική δεν σχετίζεται με το ποδόσφαιρο πιθανώς το καταθέτει ως ευχή, περισσότερο, παρά ως πραγματικότητα. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο, δε, έχουν υπάρξει κραυγαλέες περιπτώσεις κατά τις οποίες η επιτυχία αποτιμήθηκε περισσότερο ακόμα και από τη δόξα που φέρνει το παιχνίδι. Από το φιάσκο της Χιλής στα προκριματικά του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1974 με τη Σοβιετική Ένωση, σε ένα ματς που δεν έγινε ποτέ και ο στρατός του δικτάτορα Πινοσέτ ανάγκασε τους διεθνείς να μπουν στον αγωνιστικό χώρο και να παίξουν μόνοι τους, μέχρι τη συμφωνία του Πελέ με τη δικτατορία για να αναλάβει το τιμόνι της εθνικής Βραζιλίας πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο του Μεξικού το 1970 ο Μάριο Λόμπο Ζάγκαλο, η πολιτική διαδραματίζει μεγάλο ή μικρότερο ρόλο στα πράγματα.
Φυσικά, δύο είναι οι εξόφθαλμες περιπτώσεις: τα δύο Παγκόσμια Κύπελλα της Ιταλίας το 1934 και το 1938, υποκινούμενα από τον Μπενίτο Μουσολίνι, τον άνθρωπο που θεωρείται ότι εμμέσως ξεκίνησε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και η κατάκτηση του τροπαίου της εθνικής Αργεντινής το 1978. Επειδή θα ήταν άδικο να πάρουμε μία ιταλική επικράτηση, πρώτον επειδή οι δύο ήρθαν διαδοχικά και δεύτερον διότι, όπως και να γίνει, η πληροφόρηση δεν είναι το ίδιο ζωντανή και μεστή, όσο αυτή πριν από 40 χρόνια στην Αργεντινή, η σύγκριση θα γίνει συνδυαστικά, δηλαδή περιπτώσεις από αυτά τα δύο Παγκόσμια Κύπελλα της Ιταλίας απέναντι στα πολύ γνωστά γεγονότα που έγιναν στη χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Όπως σε κάθε μία από τις τρεις προηγούμενες περιπτώσεις, η σύγκριση χωρίζεται σε κατηγορίες και δίνεται προβάδισμα.
Κατηγορία ‘εμμέσως πλην σαφώς’: Η διπλωματία χρειάζεται ακόμα και στα απόλυτα καθεστώτα, μιας και παρά την αναμφισβήτητη εξουσία πρέπει να έχεις ένα μέρος του κόσμου ευχαριστημένο. Ο δικτάτορας Χόρχε Ράφαελ Βιντέλα εξαρχής δεν είχε αθλητική σύνδεση, μόνο που η διοργάνωση του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1978 ήταν κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της οικοδέσποινας Αργεντινής. Ο ίδιος έπεισε τις ομάδες που φοβόντουσαν να πάνε, λόγω της στρατιωτικής δύναμης με την οποία είχε επιβάλλει τη Χούντα του, ότι θα είναι ‘το Παγκόσμιο Κύπελλο της ειρήνης’ καικατά τη διάρκεια της πρεμιέρας της Πολωνίας με τη Δυτική Γερμανία στο Μονουμεντάλ, ο Βιντέλα εμφανίστηκε με το γενικό γραμματέα των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, στο πλευρό του.
Βεβαίως, όλη η σπέκουλα για την Αργεντινή ιστορικά ήταν το ματς με το Περού, το 6-0. Υπάρχουν ρεπορτάζ που αναφέρουν ότι ο Βιντέλα με τον Κίσινγκερ περπάτησαν έξω από τα αποδυτήρια των Περουβιανών πριν από την έναρξη του παιχνιδιού, που έληξε 6-0, και ο Βιντέλα περιέγραφε στον Κίσινγκερ με πόση αδημονία περίμενε ο κόσμος της Αργεντινής τη νίκη. Οι Περουβιανοί είχαν σοκαριστεί. Χρόνια μετά, όταν ρωτήθηκε για αυτό το στιγμιότυπο ο Χένρι Κίσινγκερ, δεν το αρνήθηκε, αλλά δε θυμόταν να έχει βρεθεί στα αποδυτήρια. Λέγεται, πάντως, ότι και η περουβιανή κυβέρνηση πίεζε την εθνική ομάδα της χώρας της να χάσει όσο έπρεπε. Υπήρχαν 13 πολιτικοί κρατούμενοι στην Αργεντινή, τους οποίους φρονείται ότι ο Βιντέλα θα αντάλλαζε με μία πειστική νίκη.
Στο 51′ εκείνου του παιχνιδιού, ό,τι κι αν συνέβη, ένας παίκτης-κλειδί του Περού, ο Χοσέ Βελάσκες, αντικαταστάθηκε, με το σκορ στο 2-0. Σε ό,τι αφορά την εθνική Ιταλίας, η αμεσότητα ήταν εκείνη για την οποία διακρινόταν, αν εξαιρεθεί, βεβαίως, η λυσσαλέα προπαγάνδα εξ απαλών ονύχων του φασιστικού κινήματος, από την πορεία στη Ρώμη και έπειτα. Ο Μπενίτο Μουσολίνι ήταν ο απόλυτος πρωταγωνιστής των δύο Παγκόσμιων Κυπέλλων που πήραν οι ‘ατζούρι’, οι οποίοι ήταν ούτως ή άλλως μία ξεχωριστή ομάδα. Πριν από τον τελικό της 10ης Ιουνίου 1934 με την Τσεχοσλοβακία (2-1), ο Μουσολίνι μίλησε στους συμπατριώτες του στο ραδιόφωνο, σε ακόμα ένα μονόπρακτο πειθούς, ‘αποκαλύπτοντας’ ότι οι ρίζες του ποδοσφαίρου βρίσκονται στην Ιταλία από το 16ο αιώνα. Ο Ακίλ Σταράτσε, που αποκαλούνταν ‘ο Αρχιερέας του Πολιτισμού του Ντούτσε’, έκανε τη μεγαλύτερη προπαγάνδα που έχει γίνει ποτέ σε διοργάνωση και 300.000 αντικείμενα, από αφίσες ως και τσιγάρα με την ονομασία ‘Campionato del Mondo’, κυκλοφόρησαν πριν από την έναρξη της στις 27 Μαΐου 1934.
Μικρό προβάδισμα: Αργεντινή 1978.
Κατηγορία ‘ευνοείσαι όπως ευνοεί τη μεταφορά αφρικάνικης σκόνης ο νοτιάς’: Για να κατακτήσει το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλό της η Ιταλία, έπρεπε να συμβούν πολλά: το κυριότερο, να μην εμφανιστούν οι πιο δυνατές ομάδες της εποχής, δηλαδή η Αγγλία και η Ουρουγουάη. Οι Άγγλοι, μάλιστα, δεν έστειλαν ούτε δημοσιογράφους, κάτι που ιστορικά σήμαινε πως οι αφηγήσεις για το συγκεκριμένο Παγκόσμιο Κύπελλο θα είχαν κενά. Οι Ουρουγουανοί, από τη μεριά τους, ήταν οι παγκόσμιοι πρωταθλητές, η καλύτερη ομάδα στον κόσμο και σνόμπαραν τη διοργάνωση από εκδικητικότητα, μιας και οι περισσότερες ευρωπαϊκές ομάδες δεν είχαν ταξιδέψει στο Μοντεβιδέο τέσσερα χρόνια πριν, για το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο.
Η Αγγλία διοργάνωνε με τις υπόλοιπες εθνικές ομάδες από το Νησί το Home Nations Championship, το οποίο διαφήμιζε ως το αληθινό Παγκόσμιο Κύπελλο στα πέρατα της οικουμένης. Ίδιες ήταν και οι απουσίες στο τρίτο Παγκόσμιο Κύπελλο, της Γαλλίας το 1938. Το 1978, από την άλλη, οι απουσίες ήταν φυσικά πρόσωπα. Ο Γιόχαν Κρόιφ ασφαλώς και επηρέασε τη συνολική εικόνα της διοργάνωσης, μαζί με το αποτέλεσμα, αλλά έλειπε και ο Πάουλ Μπράιτνερ, ένας υπέροχος Γερμανός ποδοσφαιριστής, αμυντικός χαφ πριν καν θεσμοθετηθεί ως όρος, τον οποίο η Δυτική Γερμανία στερήθηκε σε μία περίοδο ανανέωσης, αφού ο Φραντς Μπεκενμπάουερ και ο Γκερντ Μίλερ είχαν αποσυρθεί. Κι αν ο Μπράιτνερ είχε αποσαφηνίσει ότι ο λόγος που δεν ταξίδεψε στην Αργεντινή ήταν η στρατιωτική δικτατορία, ο Κρόιφ τον χρησιμοποίησε ως μια χαρά δικαιολογία. Την ώρα που η Ολλανδία έπαιζε τον τελικό, εκείνος έκανε τα ψώνια του στο Λονδίνο. Όσο μεγάλης εμβέλειας κι αν ήταν οι δύο παίκτες, όμως, αναπόφευκτα οι απούσες ομάδες προκαλούν περισσότερη εύνοια στο νικητή.
Μεγάλο προβάδισμα: Ιταλία 1934-1938.
Κατηγορία ‘θέμα ζωής και θανάτου’: Αν και υπάρχει εκείνο το περίφημο τηλεγράφημα “Vincere o morire!” (“Νικήστε ή πεθάνετε!”), που είχε σταλεί θεωρητικά από το Εθνικό Φασιστικό Κόμμα στους Ιταλούς ποδοσφαιριστές πριν από τον τελικό της 19ης Ιουνίου 1938 στο Παρίσι με την Ουγγαρία (4-2), κάτι που έχει διαψευστεί χλιαρά, μία πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, νωρίς στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978 ήταν εκείνη του Λέοπολντ Λούκε. Είπε, λοιπόν, χρόνια μετά ότι, συζητώντας με έναν αξιωματικό από το στρατό του Βιντέλα, του είπε ότι “ο πρώτος όμιλος μπορεί να είναι κυριολεκτικά ο όμιλος του θανάτου, σε ό,τι σας αφορά”.
Ο Λούκε το πήρε σοβαρά, αν συμπεριλάβει κάποιος υπόψη του το γεγονός ότι ένας από τους αδελφούς του καλύτερου φίλου του, που εξαφανίστηκε ξαφνικά, βρέθηκε στον πάτο του ποταμού Πλέιτ. Ο ίδιος ήταν εκείνος που πέτυχε τα νικητήρια γκολ στα δύο πρώτα παιχνίδια, το 2-1 με την Ουγγαρία και το 2-1 με τη Γαλλία, δίνοντας την πρόκριση στην Αργεντινή και αποτρέποντας τα χειρότερα. Η Αργεντινή πέρασε δεύτερη στον όμιλο μετά την ήττα 1-0 από την Ιταλία, πάντως προκρίθηκε και έφτασε ως την κατάκτηση του Παγκόσμιου Κυπέλλου. Ωστόσο, τα λόγια ενός αξιωματούχου δε γίνεται να συγκριθούν με ένα τηλεγράφημα, τόσο λακωνικό που να προκαλεί τρόμο, για τη σύνταξη του οποίου θεωρείται ότι έδωσε την εντολή ο ίδιος ο ‘Ντούτσε’.
Μεγάλο προβάδισμα: Ιταλία 1934-1938.
Κατηγορία ‘θέμα ζωής και θανάτου ΙΙ’: Πλην των απειλών για τους παίκτες της προνομιούχου ομάδας, υπήρξαν και απειλές για εκείνους της αντίπαλης. Αν και δεν έχει αποδειχθεί, ο τερματοφύλακας του Περού, Ραμόν Κιρόγκα, φέρεται να έχει εξομολογηθεί πως δέχθηκε προειδοποίηση που αφορούσε στη σωματική ακεραιότητά του και την ίδια την ύπαρξή του, πριν από το ματς με την Αργεντινή. Όσον αφορά στις διοργανώσεις που η Ιταλία κυριάρχησε, μπορεί να έχουν καταγραφεί αρκετές ενδιαφέρουσες ιστορίες, αλλά όχι απειλές προς συγκεκριμένους παίκτες, αν και δεν είναι σαφές, ούτε πρόκειται ποτέ να γίνει, τι συνέβη με την περίπτωση του Βραζιλιάνου Λεονίντας. Θεωρείται πάντως πιθανότερο ότι ο Μουσολίνι προτιμούσε να λύνει τα προβλήματά του βάζοντας το χέρι στην κρατική τσέπη και όχι απειλώντας με στρατό ή με τα όπλα.
Μεγάλο προβάδισμα: Αργεντινή 1978.
Κατηγορία ‘ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς’: Ο Λεονίντας λογίζεται ως ο πρώτος πραγματικά σπουδαίος διάσημος Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών, εκείνος που επιχείρησε το πρώτο bicycle kick, το ψαλιδάκι, αν μπορεί κάποιος να το πάρει προσεγγιστικά, στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Οι Βραζιλιάνοι είχαν ένα καλό σύνολο, αλλά ο Λεονίντας ήταν ο αστέρας τους, τον οποίο, μάλιστα, καλοδέχτηκαν τα καμπαρέ των Παρισίων κατά τη διάρκεια της διοργάνωσης του 1938.
Μετά από το πρώτο απίστευτο ματς με την Πολωνία, την οποία η Βραζιλία νίκησε 6-5 (4-4 κ. α.) στην παράταση, με τον Λεονίντας να κάνει χατ τρικ βάζοντας δύο γκολ στον έξτρα χρόνο, ο επιθετικός της ‘σελεσάο’ σκόραρε άλλες δύο φορές στο επόμενο νοκ άουτ ματς (οι διοργανώσεις της Ιταλίας το 1934 και της Γαλλίας το 1938 αποτελούνταν από 16 ομάδες, που έπαιζαν νοκ άουτ παιχνίδια), με την Τσεχοσλοβακία, φιναλίστ της προηγούμενης διοργάνωσης. Πρώτα, στο 1-1 της 12ης Ιουνίου και έπειτα στον επαναληπτικό (μιας και δεν υπήρχαν πέναλτι) της 14ης του ίδιου μήνα. Οι Βραζιλιάνοι ήταν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τους Ιταλούς, αλλά ο προπονητής της ομάδας, Αντεμάρ Πινέντα, δε χρησιμοποίησε τον Λεονίντας στο ματς. Μάλιστα, η δικαιολογία των Βραζιλιάνων ήταν ιλαρή, καθώς είπαν πριν αρχίσει το παιχνίδι ότι “θέλουμε να τον κρατήσουμε φρέσκο στον τελικό”. Περιττό, ότι οι Λατινοαμερικανοί δεν έφτασαν ποτέ στον τελικό, αφού οι Ιταλοί νίκησαν 2-1 στις 16 Ιουνίου του 1938.
Ο ‘άνθρωπος-λάστιχο’, πάντως, σκόραρε άλλες δύο φορές στο 4-3 του μικρού τελικού με τους Σουηδούς. Οι Ολλανδοί, από τη μεριά τους, έχουν να αντιπαρατάξουν τον Ρόμπι Ρένζενμπρινκ. Ο ‘Φον Κάραγιαν’ του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, ένας παίκτης υψηλής νοημοσύνης και ποιότητας, είδε το δοκάρι στο 90′ να καθορίζει, όχι μόνο τον παγκόσμιο τίτλο, μιας και οι Αργεντινοί, με τα γκολ των Μάριο Κέμπες και Ντανιέλ Μπερτόνι νίκησαν 3-1 εκείνο το ματς της 25ης Ιουνίου 1978 στην παράταση (1-1 κ.α., Κέμπες-Νανίνγκα), αλλά και τη δική του καριέρα. Για πέντε εκατοστά, ο Ρένζενμπρινκ δεν έγινε ο σκόρερ του πρώτου παγκόσμιου ολλανδικού τίτλου (οι ‘οράνιε’ δεν έχουν κατακτήσει το βαρύτιμο τρόπαιο), αλλά και ο πρώτος σκόρερ και πολυτιμότερος παίκτης της διοργάνωσης. Το όνομά του σίγουρα θα ήταν ισοϋψές με εκείνο του Κρόιφ. Μόνο το δοκάρι στην προβολή του απέτρεψε κάτι που ενδεχομένως να ήταν εθνική τραγωδία με σκηνές τρόμου και αίματος στους ούτως ή άλλως κακοτράχαλους δρόμους της Αργεντινής. Κι ενώ ο Λεονίντας θεωρείται ούτως ή άλλως ένας θρύλος, εκείνη η φάση μπορεί με σιγουριά να πει κάποιος ότι δεν άλλαξε το ποδόσφαιρο.
Διακριτό προβάδισμα: Αργεντινή 1978.
Κατηγορία ‘μερικές φορές και τα προφορικά μένουν’: Ο Λέοπολντ Λούκε πάλεψε με τη συνείδησή του τα επόμενα χρόνια από την κατάκτηση του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1978, όσο γίνονταν οι αποκαλύψεις για το παιχνίδι με το Περού. Ο Λούκε είπε “με ό,τι ξέρω τώρα, δεν μπορώ να πω ότι είμαι περήφανος για τη νίκη μας. Αλλά δεν είχα καταλάβει -οι περισσότεροι από εμάς δεν είχαν. Εμείς απλώς παίζαμε ποδόσφαιρο”. Από την άλλη μεριά, η αυτοκριτική συνεχίστηκε: “Δεν έπρεπε να παίξουμε ποτέ σε αυτήν τη διοργάνωση”. Ωστόσο, ο τερματοφύλακας της εθνικής Ουγγαρίας, Άνταλ Σάμπο, ήταν πιο πνευματώδης μετά το 4-2 των Ιταλών στον τελικό του 1938: “Μπορεί να άφησα να μπουν τέσσερα γκολ, αλλά τουλάχιστον έσωσα τις ζωές τους”. Προτιμάται το αιχμηρό χιούμορ του τσιτάτου.
Διακριτό προβάδισμα: Ιταλία 1934-1938.
Κατηγορία ‘ανατροπή και πέναλτι στην γκόμενα απέναντι’: Είναι δεδομένο ότι η Αργεντινή πήρε τα διαιτητικά κουκιά στο δικό της Παγκόσμιο Κύπελλο, το 1978, αλλά πέρα από κάποιες φάσεις στον τελικό με την Ολλανδία, που ανέκοψε ο Ιταλός διαιτητής Γκονέλα επιθέσεις της ευρωπαϊκής ομάδας δίνοντας οφσάιντ, δεν υπάρχει κάτι που να λογίζεται ως κραυγαλέο. Αντιθέτως, ειδικά στη διοργάνωση του 1934, οι Ιταλοί φέρεται να έκαναν ό,τι μπορούσαν για να εξασφαλίσουν ότι και ο άνθρωπος με τη σφυρίχτρα στο γήπεδο θα ήταν φίλα κείμενός τους.
Ο ίδιος ο Μουσολίνι δείπνησε, μία μέρα πριν τον ημιτελικό με την Αυστρία, η οποία λεγόταν ‘Βούντερτιμ’ (μεταφράζεται ομάδα-θαύμα) είχε για ηγέτη τον Ματίας Ζίντελαρ, ο οποίος ήταν ο πρώτος αθλητής με το παρατσούκλι ‘Μότσαρτ’, με το Σουηδό διαιτητή της αναμέτρησης, Ιβάν Έκλιντ, με επίσημη ενημέρωση τη συζήτηση περί τακτικών. Ο Αυστριακός επιθετικός Γιόζεφ Μπίτσαν, σκόρερ 805 τερμάτων σε 503 συμμετοχές μόνο σε ό,τι αφορά τα αναγνωρισμένα από τη FIFA παιχνίδια, μιας και υπολογίζεται ότι έχει βάλει 1.468 γκολ σε 918 παιχνίδια συνολικά, θεωρούσε και το επαναλάμβανε μέχρι το θάνατό του, το 2001, ότι ο διαιτητής είχε δωροδοκηθεί. Το δικό του πλασέ, που θα έβρισκε δίχτυα, προσέκρουσε πάνω του πριν απομακρυνθεί από Ιταλό ποδοσφαιριστή, ενώ το μόνο γκολ της αναμέτρησης, από τον Ενρίκε Γκιάιτα, λέγεται ότι ήταν οφσάιντ, σε συνδυασμό με το ότι ο Πέτερ Πλάτσερ, τερματοφύλακας των Αυστριακών, σπρώχτηκε ολοφάνερα στη συγκεκριμένη φάση.
Στον τελικό με την Τσεχοσλοβακία σφύριξε ο ίδιος διαιτητής, ο οποίος, μάλιστα, φιλοξενήθηκε λίγη ώρα πριν αρχίσει το παιχνίδι στα επίσημα, που βρίσκονταν μέλη του Φασιστικού Κόμματος, ανάμεσά τους και ο ‘Ντούτσε’. Συν τοις άλλοις, λέγεται ότι εχθρική προς τους Γερμανούς, στον ημιτελικό με τους Τσεχοσλοβάκους (3-1), ήταν η διαιτησία του Ρινάλντο Μπαλαρίσιμα, ο οποίος ήθελε να στείλει τον πιο αδύναμο αντίπαλο απέναντι στην Ιταλία. Εκτός των άλλων, υπάρχουν και οι δύο πολύ σκληροί προημιτελικοί με την Ισπανία στην ίδια διοργάνωση, το 1-1 στις 31 Μαΐου και το 1-0 στη 1 Ιουνίου, με το γκολ του σπουδαίου Τζουζέπε Μεάτσα, δύο ματς που δεν υπάρχουν μαρτυρίες, αν εξαιρεθεί η απουσία ελέω του τερματοφύλακα και αρχηγού της εθνικής Ισπανίας, Ρικάρντο Θαμόρα, στον επαναληπτικό προημιτελικό, αλλά και του Ιταλού Μάριο Πιτσιόλο, λόγω σπασμένου ποδιού, ένας τραυματισμός που τον εμπόδισε να ξαναπαίξει στην εθνική ομάδα. Η Ισπανία ήταν στην ίδια όχθη με την Ιταλία, αφού δύο χρόνια μετά άρχισε η δικτατορία του Φρανσίσκο Φράνκο.
Πολύ μεγάλο προβάδισμα: Ιταλία 1938.
Κατηγορία ‘δε θα το αποκαλούσα φιλοξενία’: Δεν ήταν μόνο το σκάνδαλο στο ματς με το Περού για την Αργεντινή, αλλά ότι στο δεύτερο προκριματικό όμιλο της διοργάνωσης, που έβγαζε την πρώτη ομάδα στη βαθμολογία στον τελικό, η Αργεντινή έδινε όλα τα παιχνίδια της τελευταία. Ειδικά την τελευταία αγωνιστική για το Β’ όμιλο, που έγινε στις 21 Ιουνίου, παρ’ ό,τι υπήρχε η άνεση να γίνουν μαζί τα παιχνίδια, πρώτα αντιμετώπισε η Βραζιλία την Πολωνία, την οποία νίκησε 3-1, και έπειτα έπαιξε η Αργεντινή με το Περού, στο ματς που έπρεπε να νικήσει με 4 γκολ διαφορά για να περάσει. Ο Μουσολίνι, ωστόσο, έδινε μεγάλη σημασία στην οργάνωση. Και τα 8 ματς του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1934, απαξάπαντα νοκ άουτ, άρχισαν σε ισάριθμες διαφορετικές πόλεις την ίδια ώρα της 27ης Μαΐου (16:30).
Πολύ μεγάλο προβάδισμα: Αργεντινή 1978.
Κατηγορία ‘Εσύ κάνε ό,τι θες, άλλους μην παίρνεις στο λαιμό σου’: Ό,τι κι αν έγινε στην Αργεντινή το 1978, δεν επηρέασε τον υπόλοιπο κόσμο με τον τρόπο που το έκανε η Ιταλία, ειδικά το 1938. Ο προημιτελικός με τη Γαλλία (3-1) έμεινε στην ιστορία για τις μαύρες εμφανίσεις με το φασιστικό έμβλημα που φόρεσαν οι ‘ατζούρι’, εξαιτίας του ότι οι ‘τρικολόρ’ ως οικοδεσπότες φόρεσαν τα μπλε.Ο φασιστικός χαιρετισμός από τους ‘ατζούρι’ εμφανίστηκε σε όλη τη μεγαλοπρέπειά του, ενώ παραμονή του τελικού με την Τσεχοσλοβακία το 1934, όταν ο Ραϊμούντο Όρσι στο 81’ και ο Άντζελο Σκιάβιο στο 95’, στην παράταση, γύρισαν τούμπα το σκορ από το γκολ του Αντόνιο Πουτς (του αρχισκόρερ στην ιστορία της εθνικής ομάδας) στο 71’, οι Τσεχοσλοβάκοι ανακοίνωσαν ότι θα συμμαχούσαν με τη Σοβιετική Ένωση.
Τότε ήταν που μέλη του Κομουνιστικού Κόμματος παρακολούθησαν εκείνο τον τελικό στη Ρώμη, ενώ στο γήπεδο ήταν ασφαλώς οι φασίστες του Μουσολίνι, αλλά και οι Γερμανοί από το Ναζιστικό Κόμμα, το οποίο είχε αναλάβει τα ηνία της χώρας ένα χρόνο πριν. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος μαγειρευόταν πολλά χρόνια πριν αρχίσει και το ποδόσφαιρο ήταν το όχημα του Μουσολίνι, που θεωρείται ο πατέρας του φασισμού και ο οποίος εκτελέστηκε από τους παρτιζάνους, δύο μέρες πριν αυτοκτονήσει ο Χίτλερ, στις 28 Απριλίου 1945.
Πολύ μεγάλο προβάδισμα: Ιταλία 1934-1938.