Στο σχίσμα του μπάσκετ νίκησαν οι πλούσιοι, χωρίς να πλουτίσουν
Με αφορμή την παραλίγο διάσπαση του ποδοσφαίρου, ο Γιάννης Φιλέρης θυμάται την ιστορία της γέννησης της Ευρωλίγκας και προβλέπει το μέλλον του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
- 23 ΑΠΡ 2021
Η υπόθεση του ευρωπαϊκού υπερ-πρωταθλήματος, αγγλιστί European Super League, προκάλεσε σεισμικές δονήσεις στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Ακόμη κι αν αυτή η λίγκα των πλουσίων ιδρύθηκε και διαλύθηκε μέσα σε 48 ώρες, ο θόρυβος που προκάλεσε ήταν τεράστιος, ενώ συνολική της επίδραση ακόμη δεν μπορεί να αξιολογηθεί. Οι εξελίξεις, άλλωστε, συνεχίζονται είτε φανερά, είτε στο παρασκήνιο. Η σύγκριση, βέβαια, που γίνεται αυτόματα (την έκανε σε μια αποστροφή των πολλαπλών δηλώσεών του, ο Φλορεντίνο Πέρεθ) είναι η Ευρωλίγκα του μπάσκετ.
Αυτό, που προσπάθησε να κάνει το ποδόσφαιρο το 2021, εκείνοι με την πορτοκαλί μπάλα το πέτυχαν από το 2000. Έτσι είναι, βέβαια, αν έτσι νομίζετε. Όχι ότι δεν υπάρχουν ομοιότητες στο σχέδιο της ESL με την Euroleague. Τα εγγυημένα συμβόλαια, η «δικτατορία» των ισχυρών (12 στο ποδόσφαιρο 11 στο μπάσκετ) και η (σχεδόν ή τελείως) κλειστή λίγκα είναι ιδέες που εκκολάφθηκαν στα γραφεία της Ευρωλίγκας στη Βαρκελώνη και μάλλον άρεσαν στους Αμερικανούς ιδιοκτήτες των αγγλικών κλαμπ που μαζί με Πέρεθ και Ανιέλι ήταν, όπως λένε, οι εμπνευστές της μεγάλης ανατροπής στο ποδόσφαιρο. Οι ομοιότητες, όμως, σταματούν κάπου εκεί. Η σύγκριση των δυο σπορ, των δυο κόσμων είναι γενικώς αδόκιμη για τρεις λόγους:
1. Το αφήγημα του μπάσκετ το καλοκαίρι του 2000 απασχόλησε αποκλειστικά τους φίλους του αθλήματος και όχι τις μάζες που άγγιξε το ποδόσφαιρο. Δεν έκαναν παρεμβάσεις ο πρόεδρος της γαλλικής δημοκρατίας, ή ο πρωθυπουργός της Μ.Βρετανίας, τα μεγέθη είναι τελείως διαφορετικά. Αρκεί να σκεφτείτε ότι αν πιστέψουμε τα όσα ειπώθηκαν το προηγούμενο σαββατοκύριακο η JP Morgan ήταν έτοιμη να «σπρώξει» 4 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ το αντίστοιχο ποσό που έδωσε η ισπανική εταιρεία Telefonica το 2000 στις ομάδες που ίδρυσαν την Ευρωλίγκα δεν ξεπερνούσε τα 35 εκατομμύρια. Η απόσταση χαώδης. Και το ποσό στο μπάσκετ είχε θεωρηθεί, εκείνη την εποχή (αλλά και τώρα, το ίδιο θα έλεγε κανείς) τεράστιο…
2. Σε αντίθεση με το ποδόσφαιρο όπου υπάρχει μια διοργάνωση προσοδοφόρα όπως το Τσάμπιονς Λιγκ, στο μπάσκετ αν και η FIBA είχε κάνει κάποιες σημαντικές προσπάθειες, παρέμενε πολύ πίσω από τις εξελίξεις και τις απαιτήσεις των μεγάλων κλαμπ.
3. Η κλειστή λίγκα μπορεί να μην υφίσταται γενικώς στην κουλτούρα του ευρωπαϊκού αθλητισμού, είναι όμως η πραγματικότητα της πυραμίδας του μπάσκετ. Το ΝΒΑ όσο κι αν προσπαθεί μέσω οικονομικών περιορισμών να αποδίδεται δικαιοσύνη, παρά τον πακτωλό δισεκατομμυρίων που ξοδεύονται ετησίως, παραμένει ένα κλειστό πρωτάθλημα (αυτή την στιγμή 30 ομάδων) χωρίς άνοδο, υποβιβασμό και λοιπά αγωνιστικά κριτήρια. Κατά καιρούς, μάλιστα, κυκλοφορούσε (και κυκλοφορεί) η φήμη ότι το ΝΒΑ ετοιμάζει απόβαση στην Γηραιά Ηπειρο, με ίδρυση μιας ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Η συγκυρία των 90s
Πέραν όλων αυτών, το μπασκετικό σχίσμα σχίσμα του 2000, δηλαδή η αποχώρηση των πιο μεγάλων κλαμπ από την FIBA (σε δυο δόσεις, γιατί κάποιες που είχαν διστάσει το 2000, εισήλθαν ένα χρόνο αργότερα) δεν αποφασίστηκε στο… τσακ-μπακ, όπως ήθελαν να κάνουν τα σαΐνια της ESL. Ήταν το αποτέλεσμα συζητήσεων και ζυμώσεων με την διεθνή ομοσπονδία, που κράτησαν πάνω από τρία χρόνια και κατέληγαν πάντα σε αδιέξοδο.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, υπήρχε γενικώς μια ευτυχής (ή όχι, όπως το πάρει κανείς) συγκυρία για το ευρωπαϊκό μπάσκετ. Ισχυροί επιχειρηματίες σε όλη την Ευρώπη, επένδυαν αρκετά εκατομμύρια δολάρια, δημιουργώντας ένα διαφορετικό στάτους για το άθλημα. Τρεις επιφανείς Έλληνες μπίζνεσμεν, ο Σωκράτης Κόκκαλης, ο Παύλος Γιαννακόπουλος και ο Γιάννης Φιλίππου βρίσκονταν στο τιμόνι Ολυμπιακού, Παναθηναϊκού και ΑΕΚ.
Ο Λουτσιάνο Μπενετόν είχε φτιάξει μια ισχυρή ομάδα στην έδρα της βιομηχανίας του (Τρεβίζο), ενώ δυο σημαντικοί επιχειρηματίες, ο Αλφρέντο Γκατζόλα και ο Τζιόρτζιο Σερανιόλι, συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλον, στην Basket City της Ιταλίας, κατευθύνοντας Κίντερ και Φορτιτούτο Μπολόνια, αντίστοιχα. Τα μεγάλα ισπανικά κλαμπ (Ρεάλ, Μπαρτσελόνα) είχαν πάντοτε την προστασία των ισχυρών προέδρων που διοικούσαν και τις ποδοσφαιρικές ομάδες, ενώ σιγά αναπτυσσόταν η αγορά της Ρωσίας, με την ΤΣΣΚΑ να βρίσκει εκτός από κρατική και οικονομική υποστήριξη από «χορηγούς» που άρχισαν να αυγατίζουν τα δολάρια τους, μετά τη διάλυση της Σ. Ένωσης.
Η FIBA είχε κάνει μερικά βήματα εκσυγχρονισμού, με πρώτο την καθιέρωση του φάιναλ-φορ, που αποδείχθηκε διαχρονικά και η καλύτερη ιδέα για την αναβάθμιση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Αυξάνοντας, σιγά-σιγά τον αριθμό των ομάδων που συμμετείχαν (από τις οκτώ, πήγαμε στις 16 και στο τέλος φτάσαμε στις 24) έδινε ευκαιρίες. Η διεθνής ομοσπονδία, όμως, αδυνατούσε να κατανοήσει τις ραγδαίες εξελίξεις, που εν μέρει οφείλονταν στις δικές της εμπνεύσεις και αποφάσεις.
Τα έσοδα των μεγάλων ομάδων παρέμεναν πενιχρά. Ενώ βρισκόμασταν στα 90s, το οικονομικό κέρδος από την συμμετοχή στην Ευρωλίγκα παρέμενε στα επίπεδα των προηγούμενων δεκαετιών με την FIBA να μην μπορεί να ακολουθήσει. Η ίδρυση (από το 1991) της ULEB, δηλαδή της ένωσης των επαγγελματικών πρωταθλημάτων με τη συμμετοχή της ιταλικής και ισπανικής λίγκας αποτέλεσε ένα πρώτο βήμα «οργάνωσης» των ομάδων. Το 1994 έγινε μέλος της ULEB η LNB της Γαλλίας και δυο χρόνια αργότερα συμπεριλήφθηκε και η ελληνική ΕΣΑΚ. Μέσω αυτής της «Ένωσης» τα μεγάλα επαγγελματικά κλαμπ ασκούσαν πιέσεις στην FIBA για επιθετικό μάρκετινγκ και κυρίως συμμετοχή τους στην διοργάνωση.
H πρόταση και το «όχι» του Στάνκοβιτς
Από το 1997, όταν ξεκίνησαν οι συζητήσεις με τη FIBA, το αίτημα για άμεση ανάμιξη των ομάδων στην διοργάνωση της Ευρωλίγκας ήταν ένας βραχνάς για τον Μπόρισλαβ Στάνκοβιτς και στα υπόλοιπα στελέχη της FIBA. Ναι μεν ήθελαν να έχουν καλές σχέσεις με τις κορυφαίες ομάδες, όχι όμως και να τις βάλουν δίπλα τους, συμμέτοχους και συνδιαχειριστές του πρότζεκτ Ευρωλίγκα.
Οι ομάδες, όμως, πίεζαν αφήνοντας να εννοηθεί ότι σκέφτονται ακόμη και την αποχώρησή τους και τη διοργάνωση, από πλευράς τους, μια ξεχωριστής λίγκας. Σε μια οριακή συνάντηση στο Μόναχο με τους ιδιοκτήτες, ο μακαρίτης Στάνκοβιτς, κάνει ένα εντυπωσιακό ελιγμό: «Αν μου φέρετε ένα κείμενο, που θα έχετε συμφωνήσει όλοι, εγώ θα το υπογράψω…»
Οι ομάδες, βλέπουν την πρόταση ως μια ευκαιρία να πετύχουν τον στόχο τους. Οι εκπρόσωποί τους συζητούν ένα βράδυ ολόκληρο και την επόμενη μέρα, πάνε στον Στάνκοβιτς αυτό που ζήτησε. Ο Σέρβος γενικός γραμματέας, όμως, αρνείται: «Κουμάντο θα κάνουμε εμείς» απαντάει, επιστρέφοντας στα αλαζονικά τείχη που είχε χτίσει με την συμπεριφορά της για πολλά χρόνια η διεθνής ομοσπονδία. Πίστευε ότι βάζοντας τα σωματεία να συζητήσουν μεταξύ τους, τα μικροσυμφέροντα δεν θα επέτρεπαν μια κοινή συμφωνία. Όταν του έφεραν το κείμενο, σύμφωνα με το οποίο η Ευρωλίγκα θα υπαγόταν ως ανεξάρτητη επιτροπή της FIBA, με διοίκηση και διαχείριση από τις ομάδες (σε συνεργασία με την διεθνή ομοσπονδία, βέβαια) αιφνιδιάστηκε. Είπε ένα ξερό «όχι» και έτσι άνοιγαν οι ασκοί του Αιόλου.
«Θα το φτιάξουμε μόνοι μας» (με την Τελεφόνικα)
Οι ομάδες αποφάσισαν να ενεργήσουν μόνες τους. Με επίκεντρο την Ισπανία, αλλά θερμή υποστήριξη από την Ελλάδα, η Ευρωλίγκα μπήκε στα σκαριά. Σε ένα από τα συνεχόμενα μίτινγκ, επί αθηναϊκού εδάφους μάλιστα, έπεσε η βόμβα. Μια μεγάλη εταιρεία ήταν έτοιμη να διαθέσει 35 εκατομμύρια δολάρια, ενισχύοντας με το καλημέρα την διοργάνωση που είχαν αποφασίσει τα κλαμπ και η ULEB να φτιάξουν. Το όνομα της εταιρείας (Telefonica) θα γινόταν γνωστό στις 9 Ιουνίου, στην ιδρυτική συνέλευση της Euroleague, όταν οι περισσότεροι σύλλογοι συμφώνησαν να συμμετάσχουν στο νεοσύστατο και πρωτοποριακό, από κάθε άποψη, πρωτάθλημα. Ποτέ άλλοτε στην Ευρώπη δεν είχε δοκιμαστεί μια τέτοια λίγα, μακριά από τα δεσμά της οικείας ομοσπονδίας.
Το Σίτζες είναι ένα κοσμοπολίτικο προάστιο της Βαρκελώνης κι εκεί η πλειοψηφία των ομάδων που είχαν παραβρεθεί είπαν «ναι». Ο Παναθηναϊκός, παρότι ο Θανάσης Γιαννακόπουλος ήταν υπέρμαχος της απόσχισης από την FIBA, κράτησε επιφυλακτική στάση, δεν υπέγραψε το κείμενο, ενώ είχε πάθει και ένα μικρό καρδιακό επεισόδιο. Τελικά, ο Παναθηναϊκός (μεσολάβησε συνάντηση του Παύλου Γιαννακόπουλου στην Αθήνα με τον Στάνκοβιτς και τον Γιώργο Βασιλακόπουλο, μέλος του Κεντρικού Γραφείου της FIBA τότε) μαζί με την Μακάμπι, την ΤΣΣΚΑ Μόσχας και τις γαλλικές ομάδες, προτίμησαν την Σουπρολίγκα της FIBA. Τη θέση των «πρασίνων» πήρε το Περιστέρι, που εμφάνισε μάλιστα και τον τρομερό Αλφόνσο Φορντ (πρώτος σκόρερ στην παρθενική διοργάνωση, αλλά και την επόμενη, με τη φανέλα του Ολυμπιακού). Η σεζόν 2000-01 έμεινε στην ιστορία, καθώς για πρώτη φορά στα χρονικά είχαμε δυο πρωταθλητές Ευρώπης.
Η πρώτη Ευρωλίγκα έγινε με 24 ομάδες (και τελικούς πλέι-οφ στις 3 νίκες, ανάμεσα σε Κίντερ Μπολόνια και Τάου): Οι τέσσερις ελληνικές (Ολυμπιακός, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, Περιστέρι), οι ιταλικές Κίντερ και Φορτιτούντο Μπολόνια, Μπενετόν Τρεβίζο, Βερόνα, οι ισπανικές Ρεάλ, Μπαρτσελόνα, Εστουντιάντες, Ταού Κεράμικα, οι κροατικές Τσιμπόνα και Ζαντάρ, η λιθουανική Ζαλγκίρις Κάουνας, η βελγική Σαρλερουά, η ελβετική Λουγκάνο Σνέικς (!), η Μπούντουτσνοστ από το Μαυροβούνιο, οι Λόντον Τάουερς από την Αγγλία (του Κωστή Ζομπανάκη), οι Σκαϊλάινερς της Φρανφούρτης, η Χάποελ Ιερουσαλήμ από το Ισραήλ, η Οβαρένσε από την Πορτογαλία και μια ομάδα που δημιουργήθηκε για τις ανάγκες της διοργάνωσης. Ήταν οι Σαν Πέτερσμπουργκ Λάιονς (τα λιοντάρια της Αγίας Πετρούπολης), ιδιοκτησίας του μακαρίτη Λουτσιάνο Καπικιόνι (μεγαλομάνατζερ της εποχής) για να εκπροσωπείται η Ρωσία.
Στη μάχη των δυο, νίκησε η Euroleague, αφού το 2001 όσοι είχαν επιφυλαχθεί να πουν «ναι», εντάχθηκαν στο δυναμικό της νέας διοργάνωσης, που στάθηκε γερά στα πόδια της, άντεξε σε πιέσεις και απειλές, φτάνοντας στο τέλος να επιβάλλει αυτή τους όρους της στην FIBA. Ακόμη κι όταν η διεθνής ομοσπονδία αποφάσισε να επαναφέρει τους προκριματικούς αγώνες των εθνικών ομάδων, η Ευρωλίγκα έχει τη δύναμη να απαγορεύσει στους παίκτες των ομάδων της να πάρουν μέρος, καθώς συνεχίζει κανονικά τη διεξαγωγή του πρωταθλήματός της.
Συν-πλην και μέλλον
Είκοσι χρόνια μετά και αφού η Euroleague, απεγκλωβίστηκε στην αρχή από την ULEB και εν συνεχεία μετατράπηκε σε εταιρεία των 11 ισχυρότερων κλαμπ (Ρεάλ, Μπαρτσελόνα, Μπασκόνια, Αρμάνι Μιλάνου, Μακάμπι, ΤΣΣΚΑ Μόσχας, Ζαλγκίρις Κάουνας, Φενέρ, Εφές, Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός) αποτελεί, χωρίς καμιά αμφισβήτηση, την κορυφαία διοργάνωση μπάσκετ επί συλλογικού επιπέδου στην Ευρώπη. Η διαφορά της σε σχέση με τις υπόλοιπες είναι εμφανής και οι παίκτες, πλέον, χωρίζονται σε δυο κατηγορίες. Εκείνοι που μπορούν να σταθούν στην Ευρωλίγκα και όλοι οι υπόλοιποι.
Αυτό που διακήρυξαν από την αρχή ότι στην κορυφή της πυραμίδας του μπάσκετ θα βρίσκεται η Euroleague, οι άνθρωποί της το πέτυχαν.
Σε τι απέτυχαν; Σίγουρα στην εξεύρεση πόρων, ώστε η διοργάνωση να γίνει ακόμη πιο προσοδοφόρα. Η πίτα παραμένει κολλημένη στα 35-40 εκατομμύρια ετησίως, άσχετα αν κατά καιρούς τα νούμερα ανεβαίνουν στα ύψη, όπως για παράδειγμα έγινε το 2015 στην περίφημη συμφωνία με την IMG, εταιρεία ωστόσο που τώρα βρίσκεται σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση.
Η Ευρωλίγκα προσέλκυσε όλα αυτά τα χρόνια μόνο ένα μεγάλο σπόνσορα (Turkish Airlines) ο οποίος μάλιστα δεν ήταν αποτέλεσμα του δικού της μάρκετινγκ, αλλά της επιρροής των μεγάλων τουρκικών κλαμπ. Το μοντέλο μιας οργανωμένης ομάδας της Ευρωλίγκας, αυτό τουλάχιστον που προωθεί η διοργάνωση, είναι στο στυλ της Ζαλγκίρις Κάουνας. Ένα κλαμπ δηλαδή, ο προϋπολογισμός του οποίου δεν υπερβαίνει τα 10-12 εκατομμύρια ευρώ και το 60% καλύπτεται από τα έσοδα του (τηλεοπτικά δικαιώματα, μάρκετινγκ, εισιτήρια). Ωστόσο το τρόπαιο παίρνουν οι ομάδες που χάνουν χρήματα, όπως η ΤΣΣΚΑ Μόσχας, η Ρεάλ Μαδρίτης, η Φενέρ που για να κατακτήσουν το τρόπαιο τα τελευταία χρόνια ξόδευαν ετησίως πάνω από 30 εκατομμύρια ευρώ.
Από την άλλη, η πρωσοπαγής πολιτική του Τζόρντι Μπερτομέου, που είναι ταυτόχρονα CEO και πρόεδρος της Euroleague, έχει επικριθεί πολλές φορές στο παρελθόν, ενώ για πρώτη φορά έγινε και αντικείμενο οργανωμένης κριτικής από 7 ομάδες, οι οποίες συγκεντρώθηκαν πρόσφατα στην Αθήνα για να εκφράσουν την αντίθεση τους σε βασικές επιλογές του Καταλανού δικηγόρου. Ο 62χρονος παράγοντας, είναι όλα αυτά τα χρόνια στο τιμόνι της Ευρωλίγκας. Ξεκίνησε από νομικός σύμβουλος της λίγκας ACB, δεν ήξερε καλά-καλά αγγλικά, αλλά εξελίχθηκε στο νο 1 της διοργάνωσης, υπό την ανοχή, ωστόσο, των ομάδων. Η ισχύς του αμφισβητείται για πρώτη φορά και αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί βρισκόμαστε σε μια πολύ κρίσιμη καμπή, αφού:
- Η πανδημία έχει δημιουργήσει ανοιχτές τρύπες στα μπάτζετ των περισσότερων ομάδων, αφού όλη η σεζόν φέτος με ελάχιστες εξαιρέσεις (κυρίως στα παιχνίδια των ρωσικών ομάδων) έγιναν με κλειστές τις πόρτες. Και η επόμενη, που αρχίζει τον προσεχή Οκτώβριο είναι πολύ δύσκολο να έχει 100% πληρότητα σε όλα τα γήπεδα. Τουλάχιστον προς στιγμήν…
- Ο Μπερτομέου έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό την κουβέντα για την κλειστή λίγκα. Έτσι κι αλλιώς η Ευρωλίγκα κλείνει ολοένα και περισσότερο (φέτος στα 11 εγγυημένα συμβόλαια προστέθηκαν η Μπάγερν και η Βιλερμπάν), με τελικό προορισμό το πρωτάθλημα των 20 ή 24 ομάδων, που θα παίζουν τα σαββατοκύριακα και ενδεχομένως να μην αγωνίζονται στα εθνικά πρωταθλήματά τους.
Η συζήτηση, βέβαια, αν βοήθησε η Ευρωλίγκα την ανάπτυξη του μπάσκετ είναι ένα άλλο θέμα γενικότερο. Προφανώς όταν μιλάμε για συμμετοχή σε μια διοργάνωση χωρίς αγωνιστικά κριτήρια (μοναδικό όριο να μην είναι κάποια ομάδα, παρακάτω από την 8η θέση της βαθμολογίας σε εθνικό επίπεδο) υπάρχει θέμα, οι τοπικές λίγκες πλήττονται και προκύπτουν δεκάδες άλλα προβλήματα που προέρχονται από μια λίγκα την οποία ουσιαστικά διοικούν 11 ομάδες.
Ναι, μόνο που η Ευρωλίγκα δεν είναι κάποιος … μη κερδοσκοπικός οργανισμός, για να ενδιαφέρεται για το γενικότερο καλό, εν προκειμένω όλου του μπάσκετ. Πρόθεσή της είναι να προσφέρει αθλητικό θέαμα υψηλού επιπέδου και να βγάζει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος. Για το πρώτο είμαστε βέβαιοι. Στο δεύτερο, όμως, αρχίζουν οι αμφιβολίες. Εκεί, το καράβι κάμπου μπάζει νερά.