30 Χρόνια Απαράδεκτοι: Η Προφορική Ιστορία
- 3 ΣΕΠ 2016
Αυτό το oral history γράφτηκε και δημοσιεύτηκε πρώτη φορά πριν 10 χρόνια στο cosmo.gr σάιτ που δεν υπάρχει πια. Με την αφορμή των 30 χρόνων από τη γέννηση της σειράς, θελήσαμε να επαναφέρουμε online αυτή την πρώτου προσώπου καταγραφή μιας σειράς-σταθμό για την ελληνική τηλεόραση και ποπ κουλτούρα.
Το κείμενο παρουσιάζεται στην αρχική του μορφή.
***
Όπως θα αναρωτιόταν κι ο Σπύρος κοιτώντας την κάμερα, “Τι έγινε ρε παιδιά;!”
Αυτό που έγινε προσπαθούμε να ανακαλύψουμε μέσα από συνεντεύξεις όλων των βασικών συντελεστών της σειράς, που μιλώντας στο cosmo.gr γύρισαν το χρόνο δύο δεκαετίες πίσω. Για να αναζητήσουμε μαζί όλη την ιστορία πίσω από τους ‘Απαράδεκτους’, από τη ραδιοφωνική εκπομπή που τα ξεκίνησε όλα μέχρι τους θεατρικούς θιάσους που έφεραν την παρέα μαζί, κι από τα φοιτητικά χρόνια της Δήμητρας μέχρι τις σημερινές αναμνήσεις από τα χαβαλεδιάρικα γυρίσματα.
Αυτή είναι η ιστορία των ‘Απαράδεκτων’, όπως μας την διηγήθηκαν η δημιουργός και σεναριογράφος Δήμητρα Παπαδοπούλου, οι ηθοποιοί Σπύρος Παπαδόπουλος, Γιάννης Μπέζος, Βασίλης Χαλακατεβάκης και Ρένια Λουιζίδου, και ο μουσικός επιμελητής Νίκος Μουρατίδης.
(Το θέμα δε θα μπορούσε να έχει πραγματοποιηθεί δίχως τη βοήθεια του Αλέξανδρου Βραχωρίτη.)
Ι. ΤΟ ΚΑΣΤ
Η συγκέντρωση του βασικού καστ των 6 ηθοποιών (Δήμητρα Παπαδοπούλου, Σπύρος Παπαδόπουλος, Γιάννης Μπέζος, Βλάσης Μπονάτσος, Ρένια Λουιζίδου, Βασίλης Χαλακατεβάκης) δεν έγινε με αυτό που σήμερα θεωρούμε τυπικό τρόπο διανομής ρόλων. Δεν υπήρχε πρώτα σενάριο το οποίο μοιράστηκε σε ηθοποιούς, παρά συγκεντρώθηκε σταδιακά η ομάδα των ηθοποιών μέσα από γνωριμίες και προηγούμενες συνεργασίες, και πάνω σε αυτούς διαμορφώθηκαν οι χαρακτήρες.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Πάντα είχα κατά νου να κάνω μία σειρά στην τηλεόραση όταν πρωτοεμφανίστηκα σε αυτή τη δουλειά, με μόνο κριτήριο τι θα ήθελα να δω εγώ και η παρέα μου. Ήμουν και σίγουρη ότι θα το θέλει κι ο κόσμος.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: Οι ‘Απαράδεκτοι’ προϋπήρξαν ως ραδιοφωνική εκπομπή! Στον νέο τότε ΑΘΗΝΑ 9.84 παρουσιάζαμε κάθε Κυριακή με τη Δήμητρα -σε κείμενα δικά της- την χιουμοριστική εκπομπή ‘Κυριακή Μήτηρ Πάσης Κακίας’. Είχε να κάνει με ένα ζευγάρι που δούλευαν κι δυο τους για να τα βγάλουν πέρα και την Κυριακή που επιτέλους είχαν λίγο χρόνο να χαλαρώσουν και να τα πούνε, σκοτωνόντουσαν δι’ ασήμαντον αφορμήν! Η εκπομπή είχε πολύ μεγάλη επιτυχία κι έτσι έγινε η πρόταση στη Δημητρούλα να μεταφέρει τη βασική ιδέα στην τηλεόραση, εμπλουτίζοντάς την με άλλους δύο βασικούς χαρακτήρες.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Μετά μπήκε ο Γιάννης στο παιχνίδι γιατί του άρεσε πολύ ο ρόλος.
ΜΠΕΖΟΣ: Ήξερα περίπου τι θα είναι, αλλά όχι ακριβώς. Δεν υπήρχε κανένα κείμενο. Ήταν πιο πολύ στο μιλητό και όχι τόσο επαγγελματικό όπως το εννοούμε σήμερα. Αυτό βέβαια συνέβη γιατί είχαμε μια προϋπηρεσία στο θέατρο μαζί.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Μετά ο Βλάσης που ήταν φίλος μου, το ζήτησε, μου είπε “θέλω κι εγώ να είμαι σε αυτή τη σειρά που κάνεις.” Του είπα “άμα θες έλα.” Τόσο απλά. Σα να πηγαίναμε για καφέ, ας πούμε.
ΛΟΥΙΖΙΔΟΥ: Ήρθα από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα το καλοκαίρι του ‘88, όταν τέλειωσα τη σχολή του κρατικού θεάτρου. Η πρώτη παράσταση που έπαιξα ήταν μια επιθεώρηση που λεγόταν ‘Ο Χορός του ΟΖΑΛ…ΟΓΓΟΥ’ στο θέατρο ΠΑΡΚ σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή με τον Γιάννη Φέρτη, τη Μίρκα Παπακωνσταντίνου και τον Μίμη Χρυσομάλλη. Μεταξύ άλλων ήταν και η Δήμητρα που έγραφε και κείμενα, και σαν ηθοποιοί ο Μπέζος, ο Παπαδόπουλος και ο Βλάσης. Ήταν τότε στα πρόθυρα να ανοίξουν τα ιδιωτικά, και η Δήμητρα σκεφτόταν να γράψει ένα σίριαλ. Ήμασταν όλοι μαζί στον ίδιο θίασο, το συζητάγαμε, της λέγαμε να το γράψει. Τα επόμενα χρόνια οι συνεργασίες συνεχίστηκαν, οι σχέσεις διατηρήθηκαν. Και σε κάποιον επόμενο θίασο προέκυψε και ο Βασίλης Χαλακατεβάκης.
ΧΑΛΑΚΑΤΕΒΑΚΗΣ: Τη χρονιά που αποφασίστηκε να γίνουν οι ‘Απαράδεκτοι’, όλοι οι ηθοποιοί ήμασταν σε μια παράσταση στο θέατρο Μουσούρη που έκανα και την παραγωγή. Eίχαμε μια πολύ καλή σχέση, όταν της ζητήθηκε λοιπόν της Δήμητρας να φτιάξει αυτή τη σειρά, σκέφτηκε πρώτο το άμεσο περιβάλλον, την ομάδα που είχε μπροστά της και είχε ήδη δει πώς λειτουργεί. Υπήρχε καλή χημεία, υπήρχε ατμόσφαιρα, ήταν όλα φρέσκα πρόσωπα, ήταν καλοί ηθοποιοί όλοι τους. Έτσι έγινε το αυτονόητο, αυτή η ομάδα επάνδρωσε τη συγκεκριμένη σειρά. Αν θέλεις, χτίστηκε κιόλας πάνω στους ανθρώπους αυτούς ο κάθε χαρακτήρας.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Έτσι ήμουν εγώ στο πανεπιστήμιο, με τους συμφοιτητές μου. Οτιδήποτε έγραφα για τη σειρά μου ήταν μια πάρα πολύ φυσιολογική πλάκα. Ότι αυτή είναι ‘η πλάκα’ δηλαδή! Δε μπορούσα να φανταστώ ότι σε άλλα σπίτια δεν κάνουν αυτές τις πλάκες.
ΙΙ. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ
Μάλλον ο πρώτος γκέι χαρακτήρας σε τηλεοπτική σειρά, ο Γιάννης αντιμετωπίστηκε αρχικά με επιφύλαξη από το κανάλι. Όμως σύσσωμη η ομάδα αρνήθηκε να υποχωρήσει, θέτοντας έτσι ένα σημαντικό ορόσημο στην διαδρομή της ελληνικής τηλεόρασης.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Φοβηθήκαν τον γκέι χαρακτήρα στην αρχή. Πάρα πολύ. Αλλά επιμείναμε σθεναρά όλοι. Ο Γιάννης που έπαιζε το ρόλο αρνήθηκε οποιοδήποτε συμβιβασμό. Η ιδέα τους ήταν ας πούμε σε κάποια επεισόδια να ήταν “άντρας” και να ήταν όλα αυτά ένα παιχνίδι. Αλλά δε γουστάραμε. Και μας σεβάστηκαν.
ΜΠΕΖΟΣ: Οι σταθμοί και τα κανάλια, η δουλειά τους είναι να φοβούνται. Η δουλειά των δημιουργών είναι να μη φοβούνται. Γιατί αν μπαίναμε όλοι στη διαδικασία του φόβου θα ήμασταν ακόμα στην εποχή των σπηλαίων. Ο σταθμός πάντα θα έχει τις αντιρρήσεις του, κι εγώ αν ήμουν στη θέση τους μπορεί να τις είχα. Η δουλειά των δημιουργών είναι να τολμάνε. Αυτό δείχνει ότι πολλές φορές το κοινό είναι πιο μπροστά από εμάς. Γι’αυτό πρέπει να τολμάμε περισσότερο.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Στο κανάλι δε το δεχτήκανε πάρα πολύ εύκολα, ενώ ήταν ένα πράγμα πολύ φυσιολογικό να υπάρχει ένας γκέι σε μια παρέα. Ο Μπέζος το δέχτηκε με τη μία. Δεν κόλλησε πουθενά. Ήταν πολύ απελευθερωτική η στάση του. Δεν το είδε καθόλου επιφυλακτικά και καθόλου κομπλεξικά.
ΜΠΕΖΟΣ: Δεν ήταν και καμιά τόλμη. Μόνο με την έννοια ότι μπορεί να γινόταν, αλλά όχι καλά. Να μην είναι καλό. Αυτό θα ήταν καταστροφικό. Θα έλεγα ότι το πιο τολμηρό σε αυτό το ρόλο ήταν περισσότερο το κείμενο και το όλο κλίμα, που ήταν πολύ προχωρημένο και φρέσκο.
ΙΙΙ. ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ
Η σειρά έκανε πρεμιέρα στις 18 Σεπτεμβρίου του 1991 και ήδη μέσα στις πρώτες βδομάδες είχε γίνει τεράστια επιτυχία, αγγίζοντας γιγαντιαία ποσοστά τηλεθέασης. Το αποτελούσε όμως τόσο μεγάλη αποχώρηση από ό,τι είχαμε δει ως τότε στην τηλεόραση, έκανε την πορεία προς την επιτυχία να είναι συχνά γεμάτη ερωτήματα και αγωνία.
ΛΟΥΙΖΙΔΟΥ: Η Δήμητρα νομίζω συζήταγε με τον ΑΝΤ1 και μετά από κάποιο αδιέξοδο βρέθηκε το σίριαλ στο MEGA. Πήρε 2 χρόνια αυτό να γίνει, για να βγούμε τελικά στον αέρα τον Σεπτέμβριο του ‘91, συνεχίζοντας παράλληλα να παίζουμε μεταξύ μας στο θέατρο.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Είχα απόλυτη ελευθερία. Αλλά και απόλυτη αυτολογοκρισία. Γενικά είμαι αυστηρή με τον εαυτό μου, κάνω extreme πράγματα αλλά δεν έχω λογοκριθεί, πιστεύω ότι δε θίγω κανέναν.
ΜΟΥΡΑΤΙΔΗΣ: Η παραγωγός της σειράς ήταν η αδερφική μου φίλη Φρόσω Ράλλη και με πήρε τηλέφωνο να μου πει ότι ετοιμάζει μια σειρά καινούριου είδους για τα τηλεοπτικά πράγματα και ότι θα ήθελε πολύ να τη δω και να συμμετέχω σαν μουσικός επιμελητής. Μου έστειλε κείμενα, διάβασα και μου άρεσε πολύ και η γλώσσα και το ύφος! Ήξερα και πάρα πολύ καλά το Βλάση – μετά γνώρισα τους υπόλοιπους που τους λάτρεψα.
ΛΟΥΙΖΙΔΟΥ: Το εξωφρενικό του πράγματος ήταν ότι δεν υπήρχε κανένας πρωταγωνιστής με την παραδοσιακή έννοια. Ο Βλάσης ήταν ο πιο γνωστός από όλους μας, και η Δήμητρα που είχε κάνει κάποιες δουλειές. Επίσης, μίλαγε για μια νεανική παρέα ανθρώπων περιγράφοντάς την όπως ακριβώς είναι στην πραγματικότητα. Ήταν λίγο μπροστά για εκείνη την εποχή.
ΜΟΥΡΑΤΙΔΗΣ: Πήρα το Νίκο Πατρελάκη και του έδωσα 5-6 γνωστά τραγούδια της νιότης μας και του είπα να μου τα μπλέξει αυτά με ένα ωραίο μουσικό θέμα για να κάνω τους τίτλους αρχής. Κάναμε δηλαδή sampling, που δεν ήταν ό,τι πιο γνώριμο τότε.
ΛΟΥΙΖΙΔΟΥ: Το σίριαλ έγινε κάπως από ανάποδο δρόμο. Η παρεϊστικη αίσθηση που βγάζει η σειρά ήταν υπαρκτή, από τον πυρήνα της παρέας. Δεν ήταν κάτι που το πετυχαίναμε υποκριτικά!
Η στιγμή που περιμένεις τις πρώτες αντιδράσεις για κάτι που έχεις δημιουργήσει είναι οι πιο αγωνιώδεις, και στην αρχή κανείς δεν μπορούσε να βγάλει συμπεράσματα. Όμως η μαζική επιτυχία ήρθε πολύ γρήγορα.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Στην αρχή υπήρχε μεγάλη αμηχανία για το τι πράγμα είναι αυτό. Τα πρώτα επεισόδια περάσαν λίγο στο σβηστό. Δηλαδή δε με πήρε κανείς τηλέφωνο για να το σχολιάσει. Κοινό και κανάλι. Πλήρης αμηχανία. Ήταν σαν να βλέπανε ούφο.
ΜΟΥΡΑΤΙΔΗΣ: Ήταν η πρώτη δουλειά που έκανε η Φρόσω αμιγώς ανεξάρτητα από τους γονείς της, οπότε όταν μονταρίστηκε το πρώτο επεισόδιο και ήταν να το στείλουμε στο κανάλι, το είδαν πρώτα οι γονείς της. Και θυμάμαι με πήρε τηλέφωνο κλαίγοντας ότι την καταβρίσανε, ότι είχαν σοκαριστεί! Εμείς πετάγαμε όλοι από τη χαρά μας, λέγαμε ότι τα είχαμε πάει τέλεια, και μετά μας ήρθε αυτή η σκαμπίλα. Έτρεξα αμέσως στο στούντιο να τους μιλήσω κι εγώ, και τελικά το στείλαμε να δούμε τι θα μας πει το MEGA. Στο MEGA όμως τους άρεσε οπότε πήραμε το αίμα μας πίσω!
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Εγώ έτσι κι αλλιώς πάντα όταν βγαίνει κάτι δικό μου φοβάμαι λίγο. Το βράδυ της πρεμιέρας κόμπλαρα λίγο. Αναρωτιόμουν τι γίνεται ρε παιδιά, κάτι δεν πάει καλά. Ήμουνα με ένα φίλο μου που το είδα, και μου λέει, “αυτό είτε θα σκίσει είτε θα πεταχτεί στα σκουπίδια.” Δε μπορούσαμε να το κατατάξουμε, ήταν πρωτόγνωρο.
ΧΑΛΑΚΑΤΕΒΑΚΗΣ: Μετά το 4ο επεισόδιο έγινε κόλαση. Στο τέλος της 1ης σεζόν ήταν κάτι πια το απίστευτο. Ό,τι απολαμβάνουν άλλοι μετά από 20 χρόνια στην τηλεόραση, το νιώσαμε εμείς στον έναν χρόνο. Ήταν τεράστια και τα νούμερα, μιας και δεν ήταν και τόσο πολλά τα κανάλια.
ΜΟΥΡΑΤΙΔΗΣ: Εμείς ζούσαμε στην κοσμάρα μας, μαζευόμασταν να δούμε τα επεισόδια και χαχανίζαμε. Εγώ έβλεπα το επεισόδιο αφού μονταριζόταν το έπαιρνα, έβαζα τις μουσικές και έφευγε για το κανάλι. Οι ηθοποιοί δεν το είχαν δει ούτε καν μονταρισμένο. Το βλέπαμε μετά και γινόταν χαβαλές! Αλλά με όλο αυτό που έγινε εκπλαγήκαμε κι εμείς.
ΛΟΥΙΖΙΔΟΥ: Από την ώρα που βγήκε η σειρά στον αέρα πήραν όλα το δρόμο τους γιατί αμέσως ο κόσμος έδειξε να ανταποκρίνεται. Είδαμε ότι έχει γίνει κάτι που αφορά τον κόσμο.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Έχει μια σχετική σειρά το τι θέλω εγώ και τι θέλει ο κόσμος, δεν είναι ανακόλουθα πράγματα. Είμαι κι εγώ ένα κομμάτι από αυτό που είναι γύρω μας.
IV. ΜΙΑ ΩΡΑΙΑ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ
Στη διάρκεια της μιάμισης σεζόν που κράτησε η σειρά, η ομάδα των ηθοποιών ήταν στα γυρίσματα σαν μια παρέα που απλώς περνούσε καλά. 20 χρόνια μετά, έχουν όλοι τους τις καλύτερες αναμνήσεις από εκείνη την περίοδο.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: Το κλίμα και στα γυρίσματα και εκτός, ήταν παρέα! Στην αρχή γουστάραμε ο ένας τον άλλον, με τον καιρό αγαπηθήκαμε. Η χημεία όμως που αποδείχτηκε οτι είχαμε, δεν είχε να κάνει ούτε με το ταλέντο του καθενός, ούτε με την αγάπη. Απλώς, προέκυψε! Ό,τι και να κάναμε, έπιανε. Ηταν υπέροχη εμπειρία! Δεν ξεχνιέται. Και προσωπικά εμένα δεν μου έχει ξανασυμβεί!
ΜΟΥΡΑΤΙΔΗΣ: Θα το πω απλά και λαϊκά. Γουστάραμε. Όλοι μας. Αυτή που έγραφε, αυτοί που παίζανε, εμείς που συμμετείχαμε στην ομάδα, η ίδια η παραγωγός, που μας ωθούσε να κάνουμε επιπλέον.
ΜΠΕΖΟΣ: Αυτό που χαρακτήριζε το γύρισμα ήταν ένα κέφι, και αυτό είναι θέμα των συντελεστών, που παίρνουν μέρος. Χωρίς να στερείται επαγγελματισμού, το κλίμα είχε μια πιο εφηβική διάθεση. Ήταν πολλή δουλειά στο πλατό, αλλά δεν είχαμε αγχωθεί ποτέ. Δεν είχαμε νιώσει άγχος και κούραση. Το κλίμα που λειτουργούσε η τηλεόραση γενικά τότε ήταν διαφορετικό, δεν υπήρχε ο τόσο μεγάλος ανταγωνισμός, το άγχος που υπήρχε την επόμενη δεκαετία.
ΛΟΥΙΖΙΔΟΥ: Πάντα γελάγαμε στο γύρισμα, ήταν λίγο παιδική χαρά. Κι ήμασταν και πολύ πολύ νέοι και ήταν όλο πιο ανέμελο, η τηλεόραση ακόμα απάτητο τοπίο, όλα έπαιζαν, όλα ήταν ανοιχτά. Υπήρχε το περιθώριο τα πράγματα να είναι λίγο πιο χαλαρά, λίγο πιο στην πλάκα, ώστε να αντέχει αυτή η ιδέα πως είμαστε μια παρέα που απλά κάνει ένα σίριαλ. Εγώ ούτε καταλάβαινα τι θα πει παραδίδω επεισόδιο την τάδε μέρα γιατί πρέπει να γίνει μοντάζ και τεχνική επεξεργασία. Πάντα στο παρά πέντε. Αν είχαμε διανοηθεί αυτό το πράγμα να το κάνουμε δέκα χρόνια μετά θα μας είχανε στείλει όλους σπίτια μας!
ΧΑΛΑΚΑΤΕΒΑΚΗΣ: Όλοι αυτοί οι άνθρωποι βρισκόμασταν το ίδιο βράδυ και κάναμε παράσταση. Κάναμε πρόβες μαζί, το βράδυ παίζαμε μαζί, όλη μέρα ήμασταν μαζί δηλαδή.
ΜΟΥΡΑΤΙΔΗΣ: Είχαμε πάει και στη Μυτιλήνη μαζί διακοπές. Η Ρένια με τη Δήμητρα, εγώ με τη Φρόσω – ήταν άλλες εποχές, δε γίνονται σήμερα αυτά.
ΛΟΥΙΖΙΔΟΥ: Με τη Δήμητρα σε διπλανά νοικιασμένα δωμάτια, εκείνη να γράφει στο ένα κι εγώ να της συμπαραστέκομαι, να της κάνω παρέα τον υπόλοιπο χρόνο κάνοντας παράλληλα και διακοπές. Και την Φρόσω Ράλλη σε ένα διπλανό χωρίο στο σπίτι της να βλέπει τα κείμενα!
Αυτό το παρεϊστικο κλίμα ήταν που οδήγησε και σε μερικές από τις πιο αξιομνημόνευτες στιγμές που μας έδωσε η σειρά. Είτε μιλάμε για κάποια ερμηνεία, για κάποια ατάκα ή για κάποιο παρατσούκλι!
ΜΟΥΡΑΤΙΔΗΣ: Όλα οφείλονται στη Δήμητρα και στις ιδέες και στον τρόπο που έγραφε, και στο παίξιμο φυσικά. Παίζανε πάρα πολύ άμεσα, ειδικά ο Βλάσης. Το θυμάμαι, όπως μίλαγε στην παρέα μίλαγε και στο επεισόδιο, μια αμεσότητα τρομερή.
ΜΠΕΖΟΣ: Η Δήμητρα έγραφε πάνω σε μας γιατί ήμασταν πολύ δεμένοι ήδη και από το θέατρο. Είναι κάποιοι που μπορείς να τους φανταστείς να λένε το κείμενό σου και κάποιοι που δε μπορείς.
ΛΟΥΙΖΙΔΟΥ: Διάφορα σλόγκαν της σειράς, του Σπύρου το “τι έγινε ρε παιδιά” για παράδειγμα, ήταν αποτέλεσμα της ελευθερία που είχε ο Σπύρος στο γύρισμα, αλλά και του πόσο καλά ήξερε η Δήμητρα να γράφει για τον Σπύρο.
ΧΑΛΑΚΑΤΕΒΑΚΗΣ: Επειδή εγώ έκανα την παραγωγή στην θεατρική μας παράσταση, και ασχολούμουν και με τα οικονομικά, ως σχόλιο μου λέγανε ότι ήμουν σαν διαχειριστής. Και το βάλανε στην ιστορία ως αστείο! Προέκυψε από την πλάκα αυτή που γινόταν.
ΛΟΥΙΖΙΔΟΥ: Η Δήμητρα δε ζητούσε ποτέ το κείμενο κατά λέξη, είχε πολλή εμπιστοσύνη στους ανθρώπους με τους οποίους συνεργαζόταν. Ας πούμε το αστροπελέκι μου το έβγαλε ο Μπέζος, πάνω στο γύρισμα. Του ήρθε, με είπε αστροπελέκι, γελάσαμε, το αφήσαμε μέσα, και την άλλη μέρα διαπιστώσαμε ότι ο κόσμος το ήθελε. Δεν ήταν μια ατάκα γραμμένη στο κείμενο. Τέτοια συνέβαιναν πολλά.
ΧΑΛΑΚΑΤΕΒΑΚΗΣ: Υπήρχε έντονος παράγοντας αυτοσχεδιασμού, πολλά πράγματα βγήκαν μονοπλάνο. Τράβαγε κανονικά και έμπαινε ο ένας μες στους διαλόγους του άλλου, πρόσθετε κάτι, υπήρχαν πολλά αυτοσχεδιαστικά στοιχεία στη σειρά. Αυτό της έδωσε μια ζωντάνια, σαν μια παράσταση θεατρική που τη βλέπεις ζωντανά.
V. ΤΑ ΕΠΕΤΕΙΑΚΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ
Στο β’ μισό της σειράς έγιναν όλο και πιο συχνά τα επεισόδια που οι αγαπημένοι χαρακτήρες ντύνονταν ή υποδύονταν άλλους χαρακτήρες. Όπως εξήγησε η Δήμητρα Παπαδοπούλου, “Είναι μια πλάκα. Βάζει ο άλλος μια περούκα και κάνει ότι είναι κάτι άλλο.” Πολύ συχνά, αυτά τα επεισόδια συνοδεύονταν από αντίστοιχες μουσικές επιλογές που τα απογείωναν. Ο Νίκος Μουρατίδης, υπεύθυνος για τη μουσική επιμέλεια της σειράς, θυμάται:
“Ο μεγαλύτερος ρόλος μου ήταν στα επετειακά επεισόδια, τα οποία ήταν και το γκραν σουξέ. Στο πρώτο εορταστικό που κάναμε, που ήταν οι Απαράδεκτοι διαμέσου των δεκαετιών, έγινε χλαπαταγή! Θυμάμαι ερχόταν η Δήμητρα σπίτι μου με χαρτί και στυλ, μου ζήταγε τραγούδια από τη δεκατία του ‘60, του ‘70, από τη χούντα, καθόταν ώρες! Κατεβάζαμε τραγούδια και βρίσκαμε από παλιά λαϊκά μέχρι ποπ, γιατί ο καθένας είχε το μερίδιό του.
Μού’λεγε η Δήμητρα ότι θέλει ένα τραγούδι και της έβαζα εγώ Λάκη Τζονρντανέλη και χτυπιόμασταν! Μου έλεγε “που τα θυμήθηκες, πού τα ξέρεις, που τα ΕΧΕΙΣ;” Της έβαζα εγώ τραγούδια και εκείνη έχτιζε το επεισόδιο βάσει των μουσικών, και στο τέλος γινόταν αυτό που γινόταν. Ήταν συνεργασία. Κάναμε την πλάκα μας, μαζευόμασταν στα σπίτια, τρώγαμε, γελάγαμε, μιλάγαμε – ήταν τα χρόνια της αθωότητας για την τηλεόραση. Αντιμετώπισα τη σειρά σαν ένα καινούριο, περίεργο, ψιλοσουρεάλ πράγμα.”
VI. THE END
Όταν η συζήτηση φτάνει στο τέλος της σειράς, κανείς δεν το σκέφτεται δεύτερη φορά. Η σειρά δε σταμάτησε λόγω πτώσης θεαματικότητας (ήταν εξαιρετικά δημοφιλής από την αρχή ως το τέλος της), ούτε λόγω φθοράς ή οποιουδήποτε άλλου παράγοντα. Ο λόγος ήταν απλός: Η Δήμητρα Παπαδοπούλου ένιωσε πως αυτός ο κύκλος είχε κλείσει.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Το πρόγραμμα το εβδομαδιαίο ήταν παλούκι. Και να παίζεις, και να γράφεις, και να έχεις ευθύνες… Εμένα δε μου ξέφυγε ούτε ένα επεισόδιο. Κάθε σενάριο ήταν στην ώρα του, δεν ξεμέναμε ποτέ από στοκ, δεν είχαμε ποτέ περίπτωση να μη βγει στον αέρα το επόμενο ή να πάμε σε επανάληψη. Ποτέ. Γενικά, την τηλεόραση ή την κάνεις και αφιερώνεσαι, ή δεν την κάνεις.
ΧΑΛΑΚΑΤΕΒΑΚΗΣ: Της έχει κάνει καλό της Δήμητρας το ότι δεν αναλώνεται. Ένιωσε τότε την ανάγκη να γράψει, έγραψε, ολοκληρώθηκε ο κύκλος. Πήγε μια χαρά, τέλειωσε πολύ ωραία. Τέλειωσε εκεί που έπρεπε.
ΜΠΕΖΟΣ: Έτσι πρέπει να γίνονται αυτά, για να μη φθείρονται. Πρέπει να δουλεύουμε εμείς για την επιτυχία κι όχι η επιτυχία για εμάς, για όσο υπάρχει ακόμα η αγωνία του να είναι καλό. Όταν σταματήσει αυτό και πηγαίνεις με αυτόματο πιλότο, είναι καταστροφικό.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Όλοι θέλανε να συνεχιστεί η σειρά, οι πάντες. Εγώ το σταμάτησα. Και με πολύ σεβασμό το δέχτηκαν όλα τα παιδιά, ενώ ήξεραν την επιτυχία της σειράς. Μου είπαν “ΟΚ, κουράστηκες, φεύγουμε.”
VII. Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
Είναι περιττό να μιλήσουμε για το τι έχουν αφήσει οι ‘Απαράδεκτοι’ πίσω τους. Η ύπαρξη και μόνο ενός τέτοιου αφιερώματος αποτελεί κατάθεση στον απόηχο και την αμείωτη αγάπη του ελληνικού κοινού απέναντι στην κωμωδία-φαινόμενο, που συνδέθηκε με την άνοδο της ιδιωτικής τηλεόρασης και γέννησε θρύλους, δημιούργησε σούπερ σταρ, και μας άφησε αμέτρητες ατάκες, αναφορές και online βιντεάκια.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Από τότε δεν έχει σταματήσει ποτέ το ενδιαφέρον. Και δεν γίνεται μουσειακά. Είναι μια κλασική αξία, πάντα θα σου πει κάτι ο κόσμος.
ΛΟΥΙΖΙΔΟΥ: Δεν είναι πολύς ο χρόνος που παιζόταν. Έχουν αφήσει οι ‘Απαράδεκτοι’ έναν απόηχο που θα νομίζει κανείς ότι ήταν για χρόνια πολλά αυτή η ιστορία. Ήταν ενάμισης χρόνος! Αλλά για εμάς είναι παράξενο, μετά τον Βλάση ειδικά είναι ακόμα πιο παράξενο.
ΧΑΛΑΚΑΤΕΒΑΚΗΣ: Είχαμε σκεφτεί να το ξανακάνουμε, είχε προταθεί κάτι τέτοιο κατ’επανάληψη. Αλλά ήταν μετά από χρόνια, ήταν και η απώλεια του Βλάση και η Δήμητρα είχε προβληματιστεί πάρα πολύ έντονα για αυτό το πράγμα. Και αποφάσισε καλύτερα να μη γίνει, να μείνει έτσι, όπως ήταν. Δε τα θυμάμαι και πολύ καλά τα πράγματα, τα θυμάμαι ως μια πολύ γλυκιά ανάμνηση. Το βλέπω και γελάω, δε θεώρησα ότι έκανα τίποτα σημαντικό. Έχω κάνει στο θέατρο πιο σημαντικά πράγματα – ή έτσι νόμιζα τουλάχιστον.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: Όλος αυτός ο χαβαλές και η πλάκα και η σάτιρα του νεοέλληνα, δεν είχε να κάνει μόνο με το συγγραφικό ταλέντο της Δήμητρας ή με τις αστείες ατάκες. Υπήρχε πολλή σκέψη, πολύ διάβασμα, πολύς μόχθος από πίσω. Το να ακτινογραφήσεις την Ελληνική κοινωνία, κάνοντας τον κόσμο να γελάει -συχνά με τον ίδιο του τον εαυτό- δεν είναι καθόλου εύκολο. Γι αυτό πιστεύω ότι οι ‘Απαράδεκτοι’ δεν ήταν απλά μία πολύ επιτυχημένη σειρά, αλλά κάτι πολύ πιο σπουδαίο και βαθύ.
ΜΟΥΡΑΤΙΔΗΣ: Το έχω πολύ χαραγμένο μέσα μου. Θυμάμαι τους χώρους, τα ντυσίματα. Και άφησε πάρα πολλά σλόγκαν – ένας φίλος μου έλεγε τη γκόμενά του αστροπελέκι! Αλλά έχω μια φοβία. Κι αν το δω ξανά τώρα και κάτι δε μου αρέσει;
ΜΠΕΖΟΣ: Ήταν αυτοί οι τηλεοπτικοί τύποι -όχι χαρακτήρες- οι οποίοι άφησαν ιστορία. ‘Χαρακτήρας’ είναι πολύ σύνθετο πράγματα. Αυτή ήταν η επιτυχία, ότι πέρασε στο επίπεδο αυτό του Τύπου. Κι όχι του χαρακτήρα της ανάλυσης που θα ήταν και βαρύ και εκτός τόπου και χρόνου. Η τηλεόραση είναι μια λαϊκή διασκέδαση. Δεν πρέπει να ασχολείται εκείνη την ώρα ο θεατής με πιο αναλυτικά πράγματα. Πρέπει απλώς εκείνη την ώρα να χαίρεται, να διασκεδάζει ή να μη διασκεδάζει.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Το είδα ξανά πρόσφατα όταν βγήκαν τα DVD. Βλέπω χιλιάδες ελαττώματα, χιλιάδες λάθη, και χιλιάδες αρετές. Τώρα που ξανακάνω ριμέικ ένα θεατρικό έργο, το ‘Ο Παππούς Έχει Πίεση’, που ήταν 4-5 χρόνια μετά τους ‘Απαράδεκτους’ και είναι σε εκείνη τη γραφή, βλέπω τον εαυτό μου του τότε. Έχει κάποια πράγματα που είναι εξαιρετικά, δεν τα αλλάζω με τίποτα. Και είναι και κάποια που τα πετάς.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: Οι ‘Απαράδεκτοι’ για μένα ήταν σταθμός στη ζωή μου κι ας έχω κάνει ουκ ολίγα πράγματα στα χρόνια που ακολούθησαν. Η Δημητρούλα δεν θα συνειδητοποιήσει ποτέ, πόσα της οφείλουμε.