Στον ‘Αφανισμό’, ο δημιουργός του ‘Ex Machina’ φτιάχνει έναν νέο κόσμο εφιαλτικής ομορφιάς
- 11 ΜΑΡ 2018
Εκ των υστέρων είναι κάπως παράξενο το γεγονός πως ο Alex Garland ξεκίνησε ως συγγραφέας και μόνο στην πορεία άρχισε να σκηνοθετεί κάποια σενάριά του, γιατί πιστεύω πως η μεγαλύτερη δύναμη των έργων του βρίσκεται στην οπτική τους απόδοση.
Τον ακούσαμε πρώτη φορά όταν ο Danny Boyle σκηνοθέτησε το ‘The Beach‘, μια υποτιμημένη διασκευή βιβλίου του Garland ο οποίος χάρη σε αυτό θεωρήθηκε μια σημαντική φωνή της Generation X. Σταδιακά μετακινήθηκε στο σινεμά συνεχίζοντας τη συνεργασία του με τον Boyle, γράφοντας σημαντικές ταινίες του βραβευμένου με Όσκαρ σκηνοθέτη, το ‘28 Days Later’ και το “Sunshine‘, μια ταινία-κλειδί, τελικά για την πορεία του.
Στο ‘Sunshine’ μια διεθνής ομάδα αστροναυτών αναλαμβάνουν μια ζωτικής σημασίας αποστολή: να επανεκκινήσουν τον ήλιο που αργοπεθαίνει. Περισσότερο ψυχολογικό ταξίδι υπαρξιακής αναζήτησης παρά περιπέτεια στο διάστημα, το ‘Sunshine’ έκανε εμφανή τη διάθεση του Garland να ασχοληθεί με μια επιστημονική φαντασία αργή, επίμονη, που εξερευνά την αγωνία του ανθρώπου (και των μηχανών του) για τον αχανή κόσμο που -ακόμα- υπάρχει εκεί έξω, σε σχέση με το εξίσου ανεξερεύνητο σύμπαν που βρίσκεται μέσα του. Λίγο ‘Alien’ σε 21ου αιώνα απόδοση (το πλήρωμα είναι διεθνές στο ‘Sunshine’, ή δεν περιλαμβάνει κανέναν άντρα, στο ‘Annihilation’), λίγο Tarkovsky με ποπ πινελιές, κι εδώ είμαστε.
Δεν ξέρω σε ποιο σημείο όλης αυτής της διαδικασίας αποφάσισε ο Garland να αρχίσει να σκηνοθετεί ο ίδιος, ίσως ήταν στη διάρκεια του ‘Dredd’ του 2012, μια ταινία που απολαμβάνει καλτ λατρείας, και την οποία μόλις πρόσφατα μάθαμε δια στόματος του πρωταγωνιστή Karl Urban πως ο Garland είχε ουσιαστικά σκηνοθετήσει ο ίδιος παρά τα όσα λένε τα credits. Το ντεμπούτο του πάντως έκανε επισήμως με το ‘Ex Machina’, τη διάσημη ανεξάρτητη ταινία που χάρισε στην Alicia Vikander το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου (το πήρε για μια άλλη ταινία την ίδια ακριβώς χρονιά, αλλά πληζ), και στον Oscar Isaac την meme αθανασία.
Είναι κάπως παρανοϊκό πως η νέα του ταινία, το ‘Annihilation’ -μια διασκευή του ομώνυμου βιβλίου του Jeff vanderMeer- δεν κυκλοφορεί στις αίθουσες στον υπόλοιπο πλην Αμερικής κόσμο, αλλά εδώ είμαστε. Το στούντιο δε μπορούσε να πουλήσει στο κοινό ένα οπτικά επιβλητικό sci-fi επιβίωσης με τη Natalie Portman και τον Oscar Isaac από τον σκηνοθέτη του ‘Ex Machina’, οπότε εμείς τι να πούμε, μας περισσεύει, δουλειά μας δεν είναι, εμείς λέξεις στο ίντερνετ γράφουμε.
Η ουσία είναι πως το ‘Annihilation’ κάνει διεθνές ντεμπούτο όχι πλέον στις αίθουσες όπως ήταν το αρχικό πλάνο, αλλά στο Netflix, το οποίο είναι τέλειο νέο για όσους συνδρομητές του Netflix ήθελαν πάρα πολύ να δουν ένα πανέμορφο ταρκοφσκικό sci-fi από τους καναπέδες τους τη Δευτέρα το βράδυ. (Ελπίζω μια μέρα, κάπως, κάποτε, κάποιες ταινίες σαν το ‘Annihilation’ να έχουμε την ευκαιρία να τις δούμε και στη μεγάλη οθόνη, αλλά αυτή είναι μια εντελώς διαφορετική συζήτηση.)
Στο ‘Annihilation’ λοιπόν ο κόσμος τελειώνει.
Όχι τώρα άμεσα δηλαδή, αλλά αργά, κρυφά και πανέμορφα. Σε μια δυτική ακτή στις ΗΠΑ ένα συμβάν έχει, αχμ, συμβεί, κάτι που μπορώ μόνο να περιγράψω ως μια θολή μάζα χρωμάτων αγνώστου προέλευσης και προθέσεων που αργά και σταθερά επεκτείνεται. Δε ξέρουμε τίποτα για αυτήν, όμως οι υπολογισμοί λένε πως σύντομα θα έχει φάει όλο τον κόσμο. Και φυσικά ναι, προφανώς, κανείς δεν έχει επιστρέψει ποτέ από εκεί μέσα.
ΕΚΤΟΣ! Εκτός, από τον Kane (Isaac), που τώρα είναι σε μια κρίσιμη κάπως κατάσταση, κι ο οποίος δεν ξέρουμε τι είδε, τι έπαθε, τι έμαθε, πώς γύρισε, και γιατί. Η Lena (Portman), μια πρώην στρατιώτης και νυν βιολόγος, που είναι η σύζυγός του, αποφασίζει να μάθει περισσότερα. Κλείνει τα μάτια, και βουτάει. Περίπου.
H ψυχολόγος Δρ. Ventress (Jennifer Jason Leigh, όσο περνάει ο χρόνος γίνεται και πιο σπουδαία, καθηλωτική κινηματογραφική παρουσία) στρατολογεί την Lena σε μια αποστολή μέσα στη μάζα, την οποία αποκαλούν Shimmer (‘λαμπύρισμα’, υποθέτω;) για εμφανείς λόγους.
Μαζί στην ομάδα βρίσκονται μια φυσικός, μια γεωλόγος και μια γιατρός. Μια ομάδα γυναικών επιστημόνων (Gina Rodriguez, Tessa Thompson, Tuva Novotny) σε μια nu-‘Alien’ σύνθεση χάρη στην οποία ο Garland παίζει με τις προσδοκίες μας. Κανείς, ούτε εκείνες αλλά ούτε εμείς, δεν έχει την παραμικρή ιδέα τι θα συναντήσουμε μες στο Shimmer, αλλά ο Garland ποντάρει στο ότι θα έχεις δει ταινίες σαν αυτή που πάει να στήσει. Αυτό που ακολουθεί είναι μια αναζήτηση αιτίας σε ένα πεδίο γης, ύπαρξης, που μοιάζει γνώριμο αλλά τελείως παραμορφωμένο.
Δε θέλω να επεκταθώ σε λεπτομέρειες του τι συναντά η αποστολή μες στο Shimmer επειδή ακόμα και τις μικρότερες οπτικές λεπτομέρειες αξίζει να τις ανακαλύψει κανείς χωρίς προσμονή του τι πρόκειται να δει. Θα πω όμως ότι ο Garland συνδέει την συναισθηματική κατάσταση των ηρωίδων του με την παραμόρφωση της φύσης εντός του Shimmer, με έναν τρόπο και πάλι συναφή της προσέγγισης του Tarkovsky για το sci-fi ως αλληγορικό όπλο. Δεν νιώθω πως συμβαίνει παντού με την ίδια επιτυχία- υπάρχει σκηνή που κυριολεκτικά εξηγεί ένα-ένα τα μεγάλα κενά των ηρωίδων, λες και διαβάζεις επεξηγηματικές που προσφέρουν σε δυο γραμμές το κίνητρο του κάθε χαρακτήρα. Και θα ήθελα προσωπικά το τι κινεί τη Lena να είχε μεγαλύτερη βαρύτητα, ο Tarkovsky εδώ ας πούμε δε θα ενδιαφερόταν τόσο για αινίγματα όσο ο Garland.
Όμως, κι εδώ επιστρέφω στην αρχή του κειμένου, ο Garland και το τιμ του (Rob Hardy στη φωτογραφία, η καλλιτεχνική διεύθυνση των Gareth Cousins, Simon Elsley, Elaine Kusmishko) ζωγραφίζουν το Shimmer με έναν τρόπο ονειρικά υπερβατικό ώστε να αποκτά υπό μία έννοια τη δική του σύσταση. Τα επιθετικά lens flares σχεδόν δε σε αφήνουν να κοιτάξεις τον κόσμο αυτόν καθαρά, σα να ξέρεις πως είναι εκεί, να τον βλέπεις, αλλά ποτέ να μη μπορείς να αφήσεις το μάτι σου να ξεκουραστεί απέναντι στην ομορφιά του. Τα πάντα εκεί μέσα, από τη βλάστηση μέχρι την πανίδα, μοιάζουν με εφιαλτικές προσομοιώσεις του δικού μας κόσμου, σε ένα συνδυασμό survivalist horror και body horror, με την αγωνία του αγνώστου και τη φρίκη της αφομοίωσης να συνδέονται σε ένα εφιαλτικής ομορφιάς τερέν.
Καταλαβαίνω πως ο Garland πήρε αρκετές ελευθερίες σε σχέση με το βιβλίο, κάτι που στηρίζω πολύ γενικά. Τα βιβλία μάλιστα του VanderMeer σχηματίζουν μια τριλογία, κάτι που εδώ δεν υπάρχει κάποια διάθεση να συμβεί, με τον Garland να εξηγεί κιόλας πως το σενάριο ολοκληρώθηκε πριν δημοσιευτεί το δεύτερο βιβλίο. «Πραγματικά δεν σκεφτόμουν την τριλογία του πράγματος», λέει. Κι αν και διαφωνώ με τον συγκεκριμένο τρόπο που παρουσιάζεται το φινάλε, νιώθω πως το πιο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό της ταινίας είναι το πώς βουτάει ολοκληρωτικά στον κόσμο της δίχως κάποια μεγάλη έγνοια για να χτιστεί κάποιος μύθος ή να θεμελιωθεί οτιδήποτε έξω από αυτόν. Είναι μια εξ ολοκλήρου συναισθηματική κατάσταση, για ανθρώπους που βλέπουν στο άγνωστο να χαρτογραφούνται τα θέλω τους και τα κενά τους.
Είναι μια ταινία εγκεφαλική (και δεν το γράφω αυτό ως θετικό ή αρνητικό, αλλά καθαρά ως αυτό που η ίδια θέλει να είναι) η οποία -εδώ είναι το σημαντικό- ξέρει πώς να μεταφράσει σε εφιαλτικής ομορφιάς εικόνα τις υπαρξιακές και συναισθηματικές της αγωνίες. Με τρόπο και με επιτυχία που ακόμα και το κείμενο δεν κατορθώνει απαραιτήτως. Το ‘Annihilation’ δε θα το δεις σε μεγάλη οθόνη, αλλά μετά, στις εικόνες που θα αφήσει μέσα σου, θα νιώθεις σα να το είδες.
*Το ‘Annihilation’ (‘Αφανισμός’) streamάρει στο Netflix στις 12 Μαρτίου.
|Η ποπ κουλτούρα μέσα από εικόνες| Ακολούθησε το Ιnstagram account του Popcode.
ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΗ: