Berlinale: Την ιστορία τη γράφουν οι νικητές
Το PopCode ξεχωρίζει ταινίες, ανθρώπους και φαγητά από το φετινό Φεστιβάλ Βερολίνου. Το ημερολόγιο συνεχίζεται με τις μέρες 4-6.
- 15 ΦΕΒ 2017
Το φετινό Φεστιβάλ Κινηματογράφου στο Βερολίνο βρίσκεται σε φουλ κίνηση και η συνέχεια είναι γεμάτη με φιλμ.
Ημέρα 4: Ιστορία και νικητές
Το πολύ πρωινό ξύπνημα είναι πλέον συνήθεια και η πρώτη προβολή της ημέρας είναι στο Berlinale Palast, τον κεντρικό σινεμά του φεστιβάλ, που με κάποιο μαγικό τρόπο έχω καταφέρει να αποφύγω μέχρι στιγμής. Εδώ γίνονται οι δημοσιογραφικές προβολές των ταινιών του διαγωνιστικού και τα μεγαλύτερα κόκκινα χαλιά (κόκκινο χαλί υπάρχει και στα Zoo Palast και Friedrichstadt-Palast, αλλά από το Berlinale Palast είναι το 95% των φωτογραφιών από κόκκινο που βλέπετε από τη Berlinale).
Πριν φτάσω εκεί, περνώντας μέσα από το Potsdamer Platz Arkaden, συναντώ όσους στήνονται από τα ξημερώματα με τα στρωματάκια, τις καρέκλες τους ή απλά χαλαρώνουν στο πάτωμα, περιμένοντας να ανοίξουν τα ταμεία για να βρουν εισιτήρια για τις προβολές, με πάνω από τις μισές πια να είναι sold out. Ακούραστοι πάντως, τους θαυμάζω.
Το πρόγραμμα έχει ‘Spoor’ (‘Pokot’), μια ταινία που ασχολείται με το παράνομο κυνήγι, με μια πολύ δυνατή πρωταγωνίστρια που έχει πάθος της την αστρολογία και προσπαθεί να σταθεί εμπόδιο στον αντιπεριβαλλοντικό της περίγυρο.
Η Agnieszka Mandat είναι εξαιρετική στον ρόλο της κεντρικής ηρωίδας και η ταινία, παρότι δεν παίρνει ακριβώς το δρόμο που περιμένεις, ή ίσως εξαιτίας αυτού, καταλήγει κάτι ανάμεσα σε φεμινιστικό θρίλερ και οικολογική περιπέτεια και τελικά αφήνει το κοινό να διαφωνεί για την ηθική του κλεισίματος της, με κράτησε και την ευχαριστήθηκα.
Έξω από το Berlinale Palast και ξανά πάλι μέσα, για το ‘Viceroy’s House’, τη νέα ταινία της Gurinder Chadha, εκεί που ο Hugh Bonneville υποδύεται τον τελευταίο αντιβασιλέα της Ινδίας και εκείνον που οδηγεί στη (σπόιλερ) δημιουργία του Πακιστάν, με τη Gillian Anderson στο πλευρό του.
Παρόλες τις καλές διαθέσεις της ταινίας να μιλήσει για τα γεγονότα που χώρισαν την Ινδία στα 2, το αποτέλεσμα είναι μια τεράστια απογοήτευση. Το άχρηστο rom-com στο κέντρο του φιλμ, οι ανούσιοι, κλισέ, βγαλμένοι από generator διάλογοι, αλλά και η σκοπιά της Chadha απέναντι στα γεγονότα (πράγμα για το οποίο ερωτήθηκε επαναλαμβανόμενα και στη συνέντευξη τύπου, απαντώντας κάτι σε “εντάξει, μην το ψάχνεις, την ιστορία τη γράφουν οι νικητές άμα θες να ξέρεις”), με την αγιοποίηση του Αντιβασιλέα Mountbatten και της συζύγου του, χαντακώσαν ένα κομμάτι ιστορίας που θα έπρεπε να είχε καλύτερη τύχη.
Η υπόλοιπη, αρκετά κρύα Κυριακή καταναλώνεται σε φαγητό και βόλτες στο αρκετά μουντό αυτή τη μέρα Mitte, με μια στάση και στο Einstein Cafe που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στο Checkpoint Charlie, το σημείο εισόδου στο Ανατολικό Βερολίνο για τους τουρίστες του Δυτικού κομματιού της πόλης, στο οποίο τώρα βρίσκονται McDonald’s και KFC, ενώ ηθοποιοί υποδύονται τους στρατιώτες και βγαίνουν σέλφι με όσους το ζητήσουν. Είπαμε, την ιστορία τη γράφουν οι νικητές.
Ημέρα 5: Γερμανικός προγραμματισμός
Πρώτη μέρα που αποφασίζω να στηθώ στην ουρά των εκδοτηρίων για τους δημοσιογράφους, αφού θα πρέπει να βρω εισιτήρια για 2 ταινίες την επόμενη ημέρα (πέρα από τις δημοσιογραφικές προβολές, το press pass δίνει το δικαίωμα για είσοδο στις κανονικές προβολές του κοινού, μόνο που για εκεί χρειάζεται μηδενικό εισιτήριο από τα εκδοτήρια του γραφείου τύπου, που κόβεις για την ίδια και την επόμενη μέρα μόνο).
Τα εκδοτήρια ανοίγουν στις 8:30 και φτάνω γύρω στις 8:20, αλλά η ουρά όσων περιμένουν κάνει περίτεχνους κύκλους μέσα στους διαδρόμους του γραφείου τύπου και αφού καταφέρνω να ανακαλύψω το τέλος της περιμένω υπομονετικά τη σειρά μου.
Με την πρώτη μου ταινία να ξεκινά στις 9 (ευτυχώς βέβαια στο γειτονικό Berlinale Palast), το έχω πάρει απόφαση πως δε θα καταφέρω να μπω στην αίθουσα αλλά συνεχώς ξεχνάω πως όλα εδώ λειτουργούν ταχύτατα: τα εκδοτήρια ανοίγουν ακριβώς στις 8:30, έχω πάρει τα εισιτήρια μου στις 8:42 και κάθομαι στη θέση μου στις 8:46. Να μας ζήσει ο γερμανικός προγραμματισμός.
Όλο αυτό το κυνήγι πάντως δεν το άξιζε η ταινία. Το ‘Helle nächte’ του Thomas Arslan που διαγωνίζεται στο φεστιβάλ είναι ένα uneventful φιλμ για μια τραυματισμένη σχέση πατέρα-γιου, με τα 86 του λεπτά να μοιάζουν αιώνας.
Με πιθανά καλύτερη του σκηνή το 4λεπτο πλάνο οδήγησης μέσα στην ομίχλη της βόρειας Νορβηγίας, το φιλμ απέτυχε να δώσει στους χαρακτήρες του δυναμική, στην ιστορία του νόημα και στην ύπαρξη του πρωτοτυπία.
Ευτυχώς που ακολουθεί το γλυκό ‘Call Me by Your Name’, που ήδη έχει περάσει επιτυχημένα από το φετινό Sundance, και καταφέρνω να ξυπνήσω επιτέλους. Παρότι θα ήθελα κάποιον με λίγο περισσότερο charisma στη θέση του Armie Hammer, η ταινία είναι σίγουρα από τις επιτυχίες του φεστιβάλ.
Ένα από τα καλύτερα δείγματα queer cinema των τελευταίων ετών, η ταινία είναι όσο ευαίσθητη και προσωπική χρειάζεται, οι χαρακτήρες του είναι άμεσα ερωτεύσιμοι και παρακολούθησα την εξέλιξη τους έχοντας επενδύσει στην ιστορία τους.
Kudos και στον Michael Stuhlbarg, για τη σκηνή του κλεισίματος, που κλείδωσε με όμορφο τρόπο τον συναισθηματικό αντίκτυπο ολόκληρου του φιλμ.
Απόγευμα και ώρα για λίγη γερμανική κουζίνα, επιβάλλεται άλλωστε. Στο Schnitzel το μυστικό είναι τα γερμανικά tapas, βολικά για να δοκιμάσεις ντόπιες γεύσεις σε καλή τιμή. Να πάρετε οπωσδήποτε το tapas του rotwurst με τη σως μήλου, αλλά φροντίστε πριν από αυτό να ξεκινήσετε με τη σούπα τους. Πήγα μερικά λεπτά αφού άνοιξε στις 16:00 και βρήκα τραπέζι σε ένα άδειο μαγαζί γεμάτο reserve τραπέζια. Αν θέλετε να πάτε μια πιο λογική ώρα φροντίστε να κλείσετε τραπέζι νωρίτερα, αλλιώς θα απογοητευτείτε.
Μετά από μια σύντομη βόλτα στο KaDeWe και στον υπέροχο 6ο όροφο του με τα φαγητά, τα γλυκά και τα specialty food shops (σκεφτείτε το σαν το βερολινέζικο αντίστοιχο του Food Hall στο Harrods), ώρα για την τελευταία ταινία της ημέρας στο Zoo Palast.
Και τώρα θα μιλήσουμε για τα καθίσματα του Zoo Palast: Παιδιά κάνεις πίσω και σηκώνεται το μαξιλαράκι στα πόδια, βλέπεις την ταινία ξαπλωμένος, θα μπορούσα να γράψω ένα ερωτικό ποίημα για τις αίθουσες του Zoo Palast, καλύτερα να μην το κάνω όμως γιατί σας λυπάμαι.
Η ταινία ήταν το ντοκιμαντέρ ‘Erase and Forget’, που ασχολείται με τον Bo Gritz, τον άνθρωπο στον οποίο στηρίχθηκε ο χαρακτήρας του Ράμπο. Πως ήταν; Ας πούμε πως μακράν το πιο συναρπαστικό πράγμα στην αίθουσα ήταν τα κάθισμα.
Άνευρη και περιττά επαναλαμβανόμενη στα μόλις 90 λεπτά της, η ταινία κάνει το point της και μας γνωρίζει τον πρωταγωνιστή της μέσα στη λιγότερη από τη μισή της διάρκεια. Το, κυρίως αρχειακό, υλικό που ακολουθεί κάνει σαφές το προφίλ αυτού του, το λιγότερο αμφιλεγόμενου, χαρακτήρα. Στο τέλος ο συνδυασμός ταινίας και αίθουσας ήταν ο κατάλληλος για να πάρω έναν υπνάκο, αλλά οι υπάλληλοι του Zoo Palast θέλανε να πάνε σπίτια τους ή κάτι τέτοιο και δε με αφήσανε. Αίσχος.
Ημέρα 6: Deapan
Αποκλειστικά αφιερωμένη στις ταινίες η σημερινή μέρα, όχι από επιλογή αλλά αφού η παρέα μου με παράτησε και γύρισε στην Ελλάδα. Πείτε το αποτοξίνωση δηλαδή.
Όχι βέβαια πως είναι δυνατόν να μείνεις μόνος σου στις αίθουσες και στους χώρους της Berlinale. Έλληνες δημοσιογράφοι από πολλά μέσα και υπεύθυνοι ελληνικών κινηματογραφικών φεστιβάλ, μαζί με Έλληνες που ζουν στην πόλη αλλά και τις μπόλικες γνωριμίες με άλλους δημοσιογράφους και θεατές από ολόκληρο τον κόσμο. Πολλοί ανοιχτοί, ευγενικοί άνθρωποι.
Επίσης ένα γεια στη φίλη ελληνίδα που βρίσκεται στις εισόδους αιθουσών του CineStar να πω, αλλά και στον Βρετανό που με άκουσε να μουρμουρίζω το City of Stars και το κάναμε ντουετάκι. Τι ζούμε στο Βερολίνο παιδιά, μοναδικές στιγμές.
Το πρωί το πρόγραμμα έχει τη δημοσιογραφική του νέου Kaurismaki, με τίτλο ‘The Other Side of Hope’ (‘Toivon tuolla puolen’). Οι φανς του σκηνοθέτη δε θα απογοητευτούν, με το καινούριο deadpan (δε βρίσκετε εντελώς περιττή τη λέξη deadpan σε κάθε κείμενο που αναφέρεται στον Kaurismaki;) έργο του, μια γλυκιά ταινία με κυρίαρχα πρόσωπα τον Khaled, έναν πρόσφυγα από τη Συρία που προσπαθεί να πάρει άσυλο και τον Wikstrom, έναν μεσήλικα με όνειρο να ανοίξει το δικό του εστιατόριο.
Αστείο, με γερές δόσεις κωμικών gags στο στυλ που μας έχει συνηθίσει ο σκηνοθέτης, μέσα από τα οποία η ταινία μιλά για την αποξένωση, τις διακρίσεις και τους ανθρώπους χωρίς ξεκάθαρο μέλλον, οι πορείες των οποίων τους φέρνουν αναπάντεχα κοντά.
Η ταινία είναι σίγουρα από τις δυνατές του Φινλανδού και στο τέλος της προβολής της κέρδισε ένα γερό χειροκρότημα από τους δημοσιογράφους που την παρακολούθησαν. Για να δούμε αν θα πάει καλά στα βραβεία ή αν η κριτική επιτροπή θεωρεί πως τα καλύτερα του Kaurismaki βρίσκονται στο παρελθόν.
Γρήγορο πέρασμα και από την αγαπημένη μου φεστιβαλική γωνιά, εκεί που οι φωτογράφοι, μαζί με μερικούς φανς, περιμένουν στην έξοδο των συνεντεύξεων τύπου για μια φωτογραφία των αστέρων, έχοντας τοποθετήσει τις σκαλίτσες τους για να διεκδικήσουν καλύτερη ορατότητα. Ο κόσμος έχει ήδη μαζευτεί και περιμένει Kaurismaki και τους πρωταγωνιστές της ταινίας του.
Το ‘Casting JonBenet’ είναι ένα ντοκιμαντέρ του Netflix (τέλεια τα ελαφρά γελάκια του κοινού την ώρα που έπεσε το σήμα του στην οθόνη πριν ξεκινήσει η ταινία) που σίγουρα θα ακούσετε και μετά το φεστιβάλ. Πατάει πάνω στη μόδα των true crime ντοκιμαντέρ που έχουν κερδίσει πολύ κόσμο τον τελευταίο καιρό, αλλά κάνει ταυτόχρονα και κάτι διαφορετικό.
Την παράξενη, άλυτη υπόθεση της δολοφονίας μιας 6χρονης διαγωνιζόμενης σε παιδικά καλλιστεία που συνέβη πριν 20 χρόνια, μέσα στο σπίτι της, προσπαθεί να σκιαγραφήσει η ταινία, αλλά με ξεχωριστό τρόπο: διοργανώνει ένα casting για τους ρόλους των προσώπων που συμμετείχαν στο δράμα, όπως για παράδειγμα την οικογένεια της μικρής JonBenet, στη διάρκεια του οποίου αφήνει τους ηθοποιούς να μιλήσουν οι ίδιοι για το τι πιστεύουν πως συνέβη και τι θυμούνται από τις ημέρες μετά το έγκλημα.
Όλο αυτό είναι σίγουρα ένα ενδιαφέρον τρικ (και σε σημεία ένα πολύ αστείο φιλμ), αν και η ουσία του ντοκιμαντέρ δεν είναι η εξερεύνηση του τι πιθανά να είχε συμβεί, αλλά η καταγραφή των γεγονότων όπως αποτυπώθηκαν στη συλλογική μνήμη της πόλης του Colorado όπου συνέβη ο φόνος.
Μεσημέρι και ‘Berlin Syndrome’ για επόμενη ταινία, στην οποία δεν πέρασα ιδιαίτερα καλά. Θρίλερ με τύπισσα που βρίσκεται παγιδευμένη στο σπίτι γοητευτικού μεν, παρανοϊκού δε Βερολινέζου.
Η ταινία είναι ακριβώς αυτό που φαντάζεστε διαβάζοντας τον τίτλο της, κι αν σε 1-2 στιγμές η σκηνοθέτης της αφήνει μια ασάφεια στο τι βρίσκεται στο μυαλό των κεντρικών ηρώων της, σε γενικές γραμμές είναι ανέμπνευστο και ούτε καν ελάχιστα καινοτόμο.
Δεν είναι πως από την ταινία λείπουν οι σκηνές αγωνίας, αλλά το σύνολο της δε λειτούργησε για μένα, έχουμε δει πολύ καλύτερα πράγματα στο είδος. Κανένα background δε δίνεται για όσα πράττει το πρωταγωνιστικό ζευγάρι, πράγμα που δεν επιτρέπει τη σύνδεση των θεατών με αυτούς.
Λίγες αποχωρήσεις σε συγκεκριμένη σκηνή περίπου στη μέση της ταινίας δε βοήθησαν γενικά, αλλά τα δικαιώματα της ταινίας έχουν ήδη βρει σπίτι στο Netflix, οπότε είναι σίγουρη η καλή εμπορική της πορεία.
Κι από τη μια αίθουσα του CineStar σε άλλη, για το ‘Menashe’, προβολή από το Forum τμήμα του φεστιβάλ. Μετά το θάνατο της γυναίκας του ο Menashe προσπαθεί να κρατήσει κοντά του τον 10χρονο γιο του, αλλά οι παραδόσεις των Ορθοδόξων Εβραίων στους οποίους ανήκει και η ίδια του η ζωή τον δυσκολεύουν.
Η ταινία, ένα μελαγχολικό φιλμ μόλις 80 λεπτών, έχει στο επίκεντρο του τον Menashe, δηλαδή τον άνθρωπο που είμαστε όλοι μας, αυτόν που προσπαθεί επίμονα να κάνει τα πάντα σωστά και αποτυγχάνει κάθε φορά.
Η ταινία δεν λέει κάτι σπουδαίο, αλλά αυτή της η οικουμενικότητα την κάνει προσιτή σε όλους και ο πολύ συμπαθητικός κι αρκετά τραγικός πρωταγωνιστής της κέρδισε το κοινό στην προβολή που βρέθηκα. Σημειώνω και τις θρησκευτικά σημεία της, που σκοπό τους είχαν να τονίσουν τις τρομερές διάφορες των θρησκευτικών κανόνων από την κοσμική ζωή.
Κλείσιμο για τη μέρα στο κυκλικό The Barn του Charlottenburg (με την παράξενη του είσοδο ανεβαίνοντας σε ένα ασανσέρ που βρίσκεται μέσα σε ένα μαγαζί με ρούχα), στο οποίο παρότι φτιάχνουν εξαιρετικό καφέ εγώ ήπια για πρώτη φορά ένα Almdudler, το Αυστριακό αναψυκτικό, αλλά και δοκίμασα το εξαιρετικό τους carrot cake.
*To PopCode θα παρακολουθήσει το φετινό Φεστιβάλ Βερολίνου ως το τέλος του.
ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ