‘I’m Thinking of Ending Things’: Charlie Kaufman, οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν
Το ‘I’m Thinking of Ending Things’ του δημιουργού της 'Συνεκδοχής' και της 'Αιώνιας Λιακάδας' προσγειώθηκε στο Netflix και είναι η ταινία που πρέπει να δεις αυτό τον Σεπτέμβριο.
- 8 ΣΕΠ 2020
Οι ταινίες του Charlie Kaufman δεν τελειώνουν ποτέ.
Θα έλεγα πως είναι σαν κλειδωμένα δωμάτια όπου το αν θα κλειδωθείς μέσα ή έξω αποτελεί ένα πιο περίπλοκο ζήτημα, αλλά υπάρχει κάτι παραπάνω, κάτι το ατελές. Είναι ασκήσεις στο άπειρο. Είναι κλειδωμένα δωμάτια που μέσα τους οδηγούν σε μαύρες τρύπες. Κλειστά, κλειδωμένα, και χαοτικά ορθάνοιχτα την ίδια στιγμή.
Το ‘Σκέφτομαι να βάλω τέλος’ (‘I’m thinking of ending things’) streamάρει στο Netflix.
Όχι πως οι υπόλοιπες δουλειές του δεν διαθέτουν κάτι το αινιγματικό, κάτι το ελλειπτικό, όμως έχει τρομερό ενδιαφέρον το πώς άλλοι δημιουργοί παίρνουν τις ιδέες του Kaufman και τις ολοκληρώνουν. Τις αποτυπώνουν, με κάποιο τρόπο. Ή ίσως τις κωδικοποιούν. Παίρνουν το δικό του άπειρο και το οριοθετούν, όπως κάνουμε εμείς όλοι μεταξύ μας κάθε φορά που συζητάμε τι συμβαίνει σε κάποια του ταινία.
Σκέψου την ευφυή διασκευή του ‘Adaptation.’ γραμμένη σαν μια εσωτερική πάλη με τον εαυτό του για το πώς να γιατρέψει τα κενά του μέσα από ένα ξένο κείμενο. Το ‘Being John Malkovich’, μια κλασική ταινία που επηρέασε μια γενιά ανερχόμενων ανεξάρτητων δημιουργών με τον quirky σουρεαλισμό της. Φυσικά την ‘Eternal Sunshine of the Spotless Mind’ που του απέφερε και το Όσκαρ Σεναρίου, έναν εγκεφαλικό λαβύρινθο άσβεστου έρωτα γεμάτο ελπίδα; και πόνο; Τι ταινία!
Εκεί όμως που άλλοι σκηνοθέτες, από τον Jonze και τον Gondry ως τον George τον Clooney δομούν σύμβολα και ιδέες σε μια αντισυμβατικά έστω αναγνωρίσιμη δραματουργική ακολουθία, είναι συναρπαστικό το τι συμβαίνει στον ίδιο άνθρωπο όταν ελέγχει ο ίδιος το κείμενό του. Που θα πει, δεν το ελέγχει καθόλου.
Η ‘Συνεκδοχή της Νέας Υόρκης’, μια από τις αγαπημένες μου ταινίες των ‘00s, είναι ένα έργο πάνω στην ίδια την αδυναμία του να δομηθεί μια ύπαρξη, και ένα έργο τέχνης- ένα και το αυτό. Κι ακόμα περισσότερο, πάνω στο πώς η γνώση αυτού του νομοτελειακά ανολοκλήρωτου και αδόμητου της ύπαρξής μας είναι το ίδιο μας το καύσιμο για να προχωράμε, για να αναζητάμε μια πλήρωση που δεν θα αγγίξουμε ποτέ. Η ζωή, η ύπαρξη και τέλος, ως κίνητρο κι ως καταδίκη.
Στα εξ ολοκλήρου δικά του έργα, αυτά που ο Kaufman γράφει και ξαναγράφει (σε ομηρικές μάχες με τον εαυτό του σαν α λα ‘Adaptation.’ Charlie και Donald Kaufman την ίδια στιγμή) και τελικά σκηνοθετεί, η δράση είναι κλειστή αλλά δραπετεύει προς το άγνωστο. Ένα σκηνικό που μεγαλώνει προσεγγίζοντας το άπειρο της ζωής, στη ‘Συνεκδοχή’. Ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στην ‘Anomalisa’ όπου η άπειρη, ατελείωτη, δυσβάσταχτη ομοιογένεια δίνει τη θέση της σε μία μοναδικότητα. Στο ‘I’m Thinking of Ending Things’, τη νέα του ταινία για το Netflix (βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο του Iain Reid), μια σειρά από κλειστούς, συχνά θεατρικής φύσεως χώρους και δράσεις, μικρά κλειστά σκηνικά μέσα σε ένα μυαλό που προσπαθεί απεγνωσμένα να ταξιδέψει. Όμως ο Άντρας παραμένει εκεί, ακίνητος, μακριά από τα όνειρα και τις ελπίδες του.
Δεν είναι τόσο πως ο Kaufman καταφέρνει να δομήσει το ανολοκλήρωτο, όσο το να προσεγγίσει τον ορίζοντά του, όσο κι αν γνωρίζει πως το να τον φτάσει είναι φυσικά αδύνατον. Είναι σαν τα παράδοξα του Ζήνωνα: η πραγματικότητα είναι αδιαίρετη, αλλα οι αισθήσεις μας παραπλανούν ερμηνεύοντάς την ως ένα σύνολο που μπορεί να διαιρεθεί σε όλο και μικρότερα μέρη. Ο Αχιλλέας δεν φτάνει ποτέ την χελώνα κι ο Kaufman δεν φτάνει ποτέ τον ορίζοντα, κι αυτό είναι δυσβάσταχτο- τα πάντα μέσα μας λένε πως μπορούμε να τα καταφέρουμε, αλλά η πραγματικότητα έχει άλλη γνώμη.
Στο ‘Ending Things’ ο Kaufman εκπροσωπείται από έναν νεαρό άντρα γεμάτο αμφιβολίες, τον Jake (ο Jesse Plemmons του ‘Friday Night Ligths’ και του ‘Fargo’ και του ‘Breaking Bad’ και της ζωής μας γενικότερα, πλέον) ή και μια νεαρή γυναίκα που Σκέφτεται Να Βάλει Τέλος, και τη λένε Lucy ή Louisa ή Ames ή ποιος ξέρει. Δεν έχει σημασία. Είναι κι οι δύο.
Η ταινία ανοίγει με μια σκηνή οδήγησης 20+ λεπτών στο χιόνι. Δύο άνθρωποι συζητούν αλλά είναι σαν εσωτερικός συγχυσμένος μονόλογος ενός. Αναφορές που σκέφτεσαι και επιβεβαιώνεις μέσα σου, επιχειρήματα και ενστάσεις που έχεις εσωτερικεύσει, μάχες που δίνει ξανά και ξανά, σκέψεις που προσπαθείς να κρύψεις από άλλα μέρη του εαυτού σου. Το άπειρο είναι ο εαυτός κι ο Kaufman τον κόβει σε κομμάτια και τον βάζει να αυτο-ανακρίνεται. Γιατί θες αυτό που θες, γιατί πας εκεί που πας, γιατί σου αρέσουν αυτά που σου αρέσουν, γιατί δεν έγινες αυτό που δεν έγινες;
Μέσα από μια εντυπωσιακά λεπτοδουλεμένη δουλειά στα τεχνικά τμήματα του φιλμ, χτίζεται μια αόριστη αίσθηση διαρκούς μετακίνησης στο ίδιο σημείο. Δηλαδή, ένας εφιάλτης. Η Melissa Toth αλλάζει τη γκαρνταρόμπα των χαρακτήρων μέχρι να ανοιγοκλείσει το μάτι σου και πριν προλάβεις να σκεφτείς αν πρόσεξες σωστά, ο σπουδαίος διευθυντής φωτογραφίας Lukasz Zal (‘Ida’) εντοπίζει κάτι το αχνό και το απόκοσμο ακόμα και στα πιο πυκνά χρώματα, ο μοντέρ Robert Frazen δεν μας αφήνει ποτέ να βεβαιωθούμε για μια σκηνή που συμβαίνει, δεν επιτρέπει σε καμία έννοια και καμία σεκάνς να αποκρυσταλλωθούν.
Είναι ίσως η πρώτη ταινία του Kaufman που η δύναμή της βρίσκεται περισσότερο στην τεχνική απόδοση από ό,τι στο σενάριο, ακόμα και στον φορμαλιστικό έλεγχο από τον ίδιο, στο πώς η ταινία είναι ένα θρίλερ που δεν βρίσκει τη δύναμη να σε τρομάξει, μια κωμωδία που έχει κουραστεί να λέει αστεία, ένα μουσικοχορευτικό θεατρικό που έχει χάσει τον ρυθμό του.
Ωστόσο, παρόλο που υπάρχει εδώ μια ευρύτερη αίσθηση μετακίνησης, είναι η ταινία του με το λιγότερο momentum. Συνεπές, φυσικά. Οι δύο πρωταγωνιστές είναι ένα ζευγάρι το οποίο μάλλον δεν είναι και για πολλά. Εκείνη σκέφτεται να δώσει ένα τέλος, είναι μαζί ήδη 5 ή 7 ή 6 βδομάδες κι απόψε οδηγούν για να δειπνήσουν με τους γονείς του. Το “απόψε” βέβαια είναι σχετικό. Στο δείπνο με τους γονείς (η Toni Collette και ο David Thewlis, δίνουν 3-4 διαφορετικές ερμηνείες την ίδια στιγμή) οι πάντες υπάρχουν και δεν υπάρχουν, οι πάντες είναι κάτι και μετά είναι κάτι άλλο, ιστορίες μεταβάλλονται, αναμνήσεις μεταλλάσσονται, το μέλλον γίνεται παρόν γίνεται μέλλον γίνεται παρελθόν.
Ο χρόνος τρέχει προς κάθε κατεύθυνση όπως συμβαίνει ειδικά μες στο κεφάλι μας. Εκεί όπου αναμνήσεις, φαντασιώσεις, φόβοι και απωθημένα είναι αδύνατον να διαχωριστούν μεταξύ τους. Η Jessie Buckley (του ‘Wild Rose’ που είδαμε φέτος το καλοκαίρι και του ‘Wild Beast’ προηγουμένως, ανερχόμενη και δίκαια πολυσυζητημένη) παίζει Το Κορίτσι, δηλαδή κάποιο κομμάτι του Jake, και είναι φανταστική- σκληρή και ακίνητη και απορημένη καθώς ο κόσμος γύρω της αναζητά μετά μανίας μια θέση για εκείνη μέσα του. Κι ας τελειώνει ο χρόνος.
(Ο Kaufman σε όλο το κομμάτι του έργου του παραθέτει κάποιες μύχιες σκέψεις πάνω στο φύλο, από το φινάλε του ‘Being John Malkovich’ μέχρι την αληθινή σχέση του Jake με την… με την;; Πώς την είπαμε; Όπως και νά’χει: Ζήτημα για μελλοντική εξερεύνηση.)
Το κρεσέντο του φιλμ (θεατρικότατο φυσικά, και παστίς αναφορών όπως ορίζει το νοητικό μοτίβο του φιλμ) δεν έρχεται τόσο επειδή κάτι οδηγεί προς αυτό, ούτε σκαρφαλώνοντας προς εκεί, είναι περισσότερο μια τυφλή ανακάλυψη μέσα στην πάχνη του χιονιού. Αλλά ακόμα κι αν αυτή τη μεγαλειώδη, larger than life καταστροφή της ‘Συνεκδοχής’ δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να την πλησιάσει ξανά, ο τρόπος που ο Kaufman καταγράφει την ίδια την ύπαρξη ως μια καθημερινή άσκηση φθοράς και πλήρωσης προς τον ορίζοντα (προς το Τέλος) είναι με έναν τρόπο καθηλωτικός- για ταινία δύο ωρών, στο Netflix, την οποία παρακολουθούσα χωρίς ακριβή συναίσθηση του τι παρακολουθώ, ομολογώ πως το βρήκα τρομερά δύσκολο να πάρω την προσοχή μου από πάνω της.
Με έναν παράδοξο τρόπο ο Kaufman έχει γίνει καλύτερος σκηνοθέτης, έχει καταφέρει να περιορίσει το χάος που εξαπλώνεται μες στα κλειδωμένα δωμάτια του μυαλού και της τέχνης του. Ίσως κιόλας ο Caden Cotard της ‘Συνεκδοχής’ να τον θαύμαζε! Αλλά ο τρόμος είναι πάντα εκεί. Στο τέλος της μέρας, αφού Τελειώσουν Τα Πράγματα, είμαστε ακόμα εκεί, εμείς και οι σκέψεις μας.
*Το ‘Σκέφτομαι να βάλω τέλος’ (‘I’m thinking of ending things’) streamάρει στο Netflix.