Stephane Cardinale - Corbis / Contributor / Getty Images
PROFILE

Δάφνη Πατακιά, η νέα μούσα του Paul Verhoeven

Η ελληνικής καταγωγής ηθοποιός κλέβει τις εντυπώσεις στο προβοκατόρικο Benedetta του Ολλανδού σκηνοθέτη ερμηνεύοντας μια πολύ διαφορετική μοναχή.
Αν υπάρχει αυτή τη στιγμή μία ταινία που έχει προκαλέσει κυριολεκτικά χαμό, με αρνητικό και θετικό πρόσημο, δεν είναι άλλη από το Benedetta του Paul Verhoeven. Εμπνευσμένος από την αληθινή ζωή της Benedetta Carlini, μιας Ιταλίδας καλόγριας του 17ου αιώνα που ισχυριζόταν ότι είχε οράματα για τον Ιησού, τιμωρήθηκε επειδή ήταν λεσβία και στη συνέχεια αγιοποιήθηκε στην πόλη Pescia της Τοσκάνης, ο Ολλανδός σκηνοθέτης (πιο γνωστός από το Βασικό Ένστικτο) παραδίδει μία ταινία, που εννοείται ότι δεν απευθύνεται σε όλους. Διαθέτει όλα τα στοιχεία τα οποία χαρακτηρίζουν το προβοκατόρικο σύμπαν του -σεξ, βία, ηδονή, αμαρτία, θρησκευτική υποκρισία, τι είναι ηθικό, τι ανήθικο- και προκαλούν το κοινό αίσθημα. 

Την ομώνυμη ηρωίδα ερμηνεύει η Virginie Efira και το αντικείμενο του πόθου της, τη νεαρή μοναχή που καταφθάνει στο μοναστήρι, την παίρνει υπό την προστασία της και την αφυπνίζει σεξουαλικά, η Δάφνη Πατακιά.

Είναι η αγνή, συναισθηματική και τραυματισμένη Bartolomea, που σε μία από τις πιο viral σκηνές της ταινίας ακονίζει για χάρη της Benedetta ένα αγαλματίδιο της Παναγίας σε σχήμα δονητή.

«Προσωπικά δεν τη βρίσκω προκλητική. Είναι, βέβαια, μια ταινία Verhoeven, ισορροπεί σε μια πολύ λεπτή γραμμή, που δεν ξέρεις αν το κάνει σκόπιμα – φυσικά το κάνει σκόπιμα. Κινείται ανάμεσα στο κιτς, στο camp, στο ερωτικό δράμα ή ακόμα και στην κωμωδία, πηγαίνει από το ένα είδος στο άλλο. Μπορεί το θέαμα να γίνεται πολύ σοβαρό και ταυτόχρονα εκείνος να το υπονομεύει με κάποιον τρόπο», δήλωσε η 29χρονη ηθοποιός στην Lifo σχετικά με το αν βρίσκει το φιλμ προκλητικό.

Οι γυμνές, ερωτικές σκηνές δεν της προκάλεσαν συστολή. «Μπορεί μια σκηνή να μην έχει καν γυμνό και να είναι έτσι τοποθετημένη η κάμερα πάνω στον ηθοποιό που να τον κάνει να νιώθει άβολα. Κι αυτό είναι κάτι που δεν ένιωσα ποτέ με τον Verhoeven, τον εμπιστεύτηκα. Γιατί, έχοντας δει κάποιες ταινίες του, ήξερα ότι ποτέ μια ερωτική σκηνή δεν είναι εκεί αποκλειστικά για να δείξει κάποιας μορφής αισθησιασμό, εξυπηρετεί κάποιον άλλο σκοπό», εξομολογήθηκε σε ένα άλλο σημείο της συνέντευξης. 


Η ερμηνεία της είναι από τα highlights της ταινίας, με τις κριτικές διεθνώς να πλέκουν το εγκώμιο στο φωτεινό της αστέρι.

Δάφνη Πατακιά, ένα εξωστρεφές ταλέντο

Γεννήθηκε το 1992 στις Βρυξέλλες από Έλληνες γονείς (η μητέρα της είναι η ποιήτρια Μαρία Πατακιά). Μεγάλωσε στη βελγική πρωτεύουσα και οι αρχικές σπουδές της ήταν στο μπαλέτο και τον κλασικό χορό. Όλα άλλαξαν όμως όταν ενηλικιώθηκε.

Στα 18 της χρόνια κι ενώ το παιδικό της όνειρο ήταν να γίνει αρχαιολόγος, η Δάφνη Πατακιά εξέφρασε την επιθυμία της να μετακομίσει στην Ελλάδα –ήταν απωθημένο της να ζήσει στην Αθήνα από τα καλοκαίρια που ερχόταν στη χώρα μας για οικογενειακές διακοπές- και να σπουδάσει υποκριτική. Έγινε δεκτή στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, απ’ όπου αποφοίτησε το 2013.

Η διαδρομή της ως ηθοποιός ξεκίνησε θεατρικά μέσα από την παράσταση Φάουστ του Μιχαήλ Μαρμαρινού, ενός σκηνοθέτη που η μητέρα της λατρεύει (είχαν συμμετάσχει εθελοντικά στην παράστασή του, Πεθαίνω σαν Χώρα που είχε παρουσιαστεί σε φεστιβάλ στις Βρυξέλλες, όταν ακόμα ζούσε στο Βέλγιο). Γρήγορα πέρασε από το σανίδι στη μεγάλη οθόνη και το 2016 διακρίθηκε ως Shooting Star, ούσα μία από τα δέκα ανερχόμενα ταλέντα του παγκόσμιου κινηματογράφου στο Φεστιβάλ του Βερολίνου.

Το βιογραφικό της περιλαμβάνει πρωταγωνιστικούς ρόλους σε ταινίες, όπως το Interruption του Γιώργου Ζώη, Το ξύπνημα της άνοιξης του Κωνσταντίνου Γιάνναρη, το Meltem του Βασίλη Δογάνη και πιο πρόσφατα, στο Djam του Tony Gatlif, στη μικρού μήκους ταινία του Γιώργου Λάνθιμου, Nimic και στο Winona του Αλέξανδρου Βούλγαρη. Έχει κάνει επίσης μία guest εμφάνιση σε πέντε επεισόδια της σειράς Versailles που προβάλλεται στο Netflix.

Εδώ και μερικά χρόνια, η Δάφνη Πατακιά ζει στο Παρίσι. Δεν επέλεξε ούτε τις Βρυξέλλες, αλλά ούτε και την Αθήνα ως τόπο διαμονής της. Της αρέσει να γνωρίζει διαρκώς νέα πράγματα και νιώθει τυχερή που μεγάλωσε ανάμεσα σε τόσες διαφορετικές κουλτούρες. Ωστόσο, πολλές φορές της λείπει η πολύβουη Αθήνα, που είναι συνέχεια σε κίνηση.

Αν τη ρωτήσει κάποιος τι αισθάνεται πιο πολύ, Ελληνίδα ή Βελγίδα, η απάντησή της είναι Ευρωπαία. Αυτή η εξωστρέφειά της, προσωπική και επαγγελματική, που δεν επιδέχεται ταμπέλας και δεν μπαίνει σε όρια, έρχεται σε κόντρα με την εύθραυστη, σχεδόν διάφανη, γοητεία που εκπέμπει το πρόσωπο, αλλά κυρίως τα μεγάλα, εκφραστικά της μάτια.   

Exit mobile version