Ο Δημήτρης Λάλος δεν φοβάται το αύριο
Ο πρωταγωνιστής της ταινίας Μικρά Όμορφα Άλογα και της σειράς Σιωπηλός Δρόμος δεν σταματά να πιστεύει στην καλύτερη φύση μας.
- 2 ΑΠΡ 2021
Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΣΗ ΕΓΙΝΕ ΣΤΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ SHILA.
Με ανεξάντλητη δραστηριότητα στο θέατρο όλα αυτά τα χρόνια, έχοντας υπάρξει ιδρυτικό μέλος του Επί Κολωνώ και βραβευμένος με το Δημήτρης Χορν, ο Λάλος έχει μια δεκαετία να κάνει τηλεόραση, με διαλεχτούς κινηματογραφικούς ρόλους στο ενδιάμεσο- όπως τους υπέροχους Αισθηματίες του Νίκου Τριανταφυλλίδη ή το φετινό Kala Azar της Τζάνις Ραφαηλίδου.
Η ταινία Μικρά Όμορφα Άλογα κυκλοφορεί σε online πρεμιέρα [Δαναός | Έλλη] ως τις 8 Απριλίου. Η σειρά Σιωπηλός Δρόμος κάνει πρεμιέρα στο Mega στις 4 Απριλίου.
Η νέα του ταινία, τα Μικρά Όμορφα Άλογα του Μιχάλη Κωνσταντάτου (που κυκλοφορεί on demand online λόγω των συνθηκών μέσω των κινηματογράφων Δαναός και Έλλη), δημιουργήθηκε φυσικά πριν την παρούσα κατάσταση και αφορά μια ευρύτερα ταξική ματιά στην σημερινή ασφυκτική κοινωνική συνθήκη: μαζί με την Γιώτα Αργυροπούλου παίζουν ένα ζευγάρι που -χωρίς να θέλουμε να αποκαλύψουμε κρυφές πτυχές του φιλμ- δυσκολεύονται να συμβιβάσουν τη ζωή που θέλουν, με τη ζωή που έχουν. Φτάνοντας ακόμα και να υποδύονται ρόλους μιας υποθετικής κατάστασης.
Σαν παγιδευμένοι σε ένα τεράστιο σπίτι, άδειο, με τον χρόνο να μοιάζει ακίνητος μέσα του, και μια άλλη ζωή να νιώθεις ότι σου ξεγλιστρά κάπου μακριά. Ίσως και προβάλλουμε τωρινά άγχη πάνω σε αυτή την εικόνα, αλλά η τέχνη στο κάνει αυτό. «Σίγουρα όλοι ονειρευόμαστε και οραματιζόμαστε άλλες ζωές», λέει ο ηθοποιός. «Αλλά νομίζω όταν ο οραματισμός τυχαίνει να ταιριάζει με έναν απώτερο στόχο, τότε είναι αυτό που λέμε ότι γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος. Οραματίζομαι να είμαι καλύτερος ηθοποιός, καλύτερος πατέρας, καλύτερος φίλος», εξηγεί με πάθος. «Για να γίνω καλύτερος πατέρας πρέπει να με οραματιστώ, να φανταστώ αυτή τη ζωή. Να τη φτάσω».
***
Η πρώτη μας συνομιλία γίνεται μέσω WhatsApp βιντεοκλήσης, μια περίεργη νέα κανονικότητα σε όλους τους τομείς της επικοινωνίας μας. Προσαρμοζόμαστε. Ο Δημήτρης Λάλος εξηγεί τον τρόπο με τον οποίον τα μαθήματα υποκριτικής που παραδίδει αυτή τη στιγμή βρίσκουν μια αναπάντεχα ταιριαστή εφαρμογή σε αυτό το νέο μέσο μετάδοσης. Τελικά ίσως αυτό ισχύει για πολλά πράγματα που δεν φανταζόμασταν.
Η συζήτηση πηγαίνει στα άγχη μας για την τύχη και το μέλλον σινεμά, θεάτρου. Για το αν θα επικρατήσει η φύση μας να συναθροιζόμαστε ή αν -κάτι που πιστεύει- θα επικρατήσουν για το άμεσο τουλάχιστον μέλλον ακόμα περισσότερο οι σειρές, οι πλατφόρμες, το streaming. «Σίγουρα θα λειτουργήσουν τα θερινά, ακόμα και θερινό θέατρο. Θίασοι, περιοδείες. Για λίγα χρόνια θα υπάρχει μια εποχική διάσταση», λέει. «Ένα θέατρο μικρό με 100 θέσεις σαν το δικό μου, αν είναι 30% χωρητικότητα, θα είναι 30 άτομα; Κι ο ηθοποιός θα βγάλει τη μάσκα, θα φωνάζει…; Θα λειτουργούν μόνο Στέγη και Μέγαρο; Ούτε αυτό το ξέρω. Θα αποδειχθεί στην πράξη πώς θα λειτουργήσουν όλα».
Την ίδια στιγμή, το Ελληνικό σινεμά συνεχίζει να προσπαθεί. «Κάθε ταινία είναι μια εξέγερση», λέει με το μότο της η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, και πραγματικά έτσι φαίνεται πως έχει η κατάσταση για ένα εθνικό σινεμά που πασχίζει να βρει τη θέση του στη συνήθεια του κοινού. «Άλματα όπως ο Λάνθιμος είναι πολύ σημαντικά, να ακούσει ο πλανήτης ότι κάνουμε ένα είδος σινεμά», λέει ο Λάλος, που την ίδια στιγμή υπογραμμίζει πως παραμένει ένα σινεμά που αμφισβητείται από το κοινό.
Ακόμα πιο σημαντικά, είναι το ίδιο το μέγεθος και η εμβέλεια που κάνει τα πράγματα αντικειμενικά πιο δύσκολα. «Στην Αμερική είναι βιομηχανία, εδώ είναι βιοτεχνία». Εξηγεί τη σημασία του να υπάρχει μια συνέχεια στις παραγωγές, το πώς πράγματα, υλικά, τεχνογνωσία μίας ταινίας πρέπει να μετατοπίζονται, να μεταποιούνται σε επόμενες παραγωγές. «Τώρα ο καθένας όταν θέλει να κάνει μια ταινία είναι φτου κι απ’την αρχή. Πρέπει να ανακαλύψει τον τροχό μόνος του».
Είναι όμως χαρούμενος με τις δουλειές που έχει κάνει, παρότι όπως λέει, «δεν είμαι κι ο DeNiro για να έχω 25 σενάρια να επιλέξω ποιο θα κάνω, παίζει ρόλο ο παράγοντας τύχη όταν σε προσεγγίζουν άνθρωποι». Εντοπίζει τη σύνδεσή του με καλούς ρόλους σε καλές ταινίες, αφενός στην δεδομένη πορεία του («οι προτάσεις που μου γίνονται έχουν να κάνουν με την πορεία μου σε σινεμά και θέατρο, με προσεγγίζουν άνθρωποι που έχουν ένα όραμα») κι αφετέρου, πολύ απλά, στο ένστικτο: «Το ένστικτο είναι αυτό που με πάει. Εσωτερικός καλλιτεχνικός διευθυντής», λέει γελώντας.
***
Επιστρέφουμε διαρκώς στην ιδέα της απόδρασης, και των ρόλων ως ένα τρόπο να φανταστείς τον εαυτό σου αλλιώς. «Εγώ ως άνθρωπος πιστεύω στον οραματισμό των πραγμάτων», λέει τελικά αποφασιστικά ο Λάλος. «Πρέπει να οραματιστείς κάτι πριν το πετύχεις. Κι ο πρώτος άνθρωπος που έφτιαξε το πρώτο τσεκούρι, το οραματίστηκε στο κρεβάτι του!»
Αναφέρει τον Αριστοτέλη. «Ο τοξοβόλος μόνο όταν έχει ένα στόχο μπορεί να φτάσει μακριά, αλλιώς πετάς τα βέλη χαμένα». Συνεχίζει, κυριευμένος από πάθος: «Πρέπει να οραματιστείς κάτι μεγάλο, φωτεινό, δυνατό. Πιστεύω στον άνθρωπο, ότι δεν είναι μόνο τέρας, βιαστής, είναι και επιστήμονας, εθελοντής, γιατρός, στοργικός. Και κάπως πιστεύω πως οι αρετές του ανθρώπινου είδους όσο περνούν τα χρόνια εμφανίζονται όλο και πιο συχνά». Δηλαδή ο κόσμος, μακροσκοπικά κοιτώντας, προχωράει;
«Αν δεις 100 χρόνια πίσω, στη ζωή δεν δινόταν ίδια αξία. Δεν υπήρχαν τα ίδια δικαιώματα. Πιστεύω ότι προχωράει η ανθρωπότητα και θα εμφανιστεί η κρίσιμη μάζα ανθρώπων που πιστεύουμε περισσότεροι στην αρετή, στην καλοσύνη και στην επιστήμη κι όχι στη λαμογιά. Θα είμαστε περισσότεροι, θα θέσουμε τα καινούρια πλαίσια, θα έχουμε φύγει από ένα χρηματοκεντρικό σύστημα και θα επιστρέψουμε στο ανθρωποκεντρικό. Νομίζω είναι αναπόφευκτο. Θα κοιταχτούμε στα μάτια, θα πούμε ότι είμαστε όλοι αδέρφια και δεν έχουμε κάτι να χωρίσουμε στο χωράφι που λέγεται Γη. Φοβούνται ότι έτσι θα χαθούν ήθη και έθιμα του καθενός, αλλά αυτό δεν ισχύει. Μόνο έτσι θα διατηρηθούν. Όταν συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι είμαστε το ίδιο, είμαστε άνθρωποι και ζούμε στο ίδιο σπίτι, μόνο τότε θα σεβαστούμε ο ένας τον άλλον».
«Θέλω να μη μείνω στην προηγούμενη χιλιετία, θέλω να σκέπτομαι σα να ζω σε αυτήν», λέει. «Δεν μπορώ να μένω στο παλιό. Όλοι λένε πως παλιά ήταν καλύτερο. Γιατί; Επειδή το ζούσαμε εμείς; Μου φαίνονται απαρχαιωμένες σκέψεις στις οποίες δεν θέλω να συμμετέχω. Δεν θέλω να βλέπω τον κόσμο σα να είμαι ένα μυρμήγκι στο λιβάδι. Θέλω να το βλέπω σαν πουλί που πετά, σαν γεράκι, σαν αετός».
Ακόμα και μέσα από τη μικρή, κάθετη οθόνη του κινητού, μέσα από τη βιντεοκλήση της κουβέντας μας, χωρίς να μπορώ να βρεθώ στον ίδιο χώρο και δίχως να μπορώ να διακρίνω κάτι πέρα από ένα πρόσωπο που με κοιτάει και μιλάει, νιώθω την ενέργεια όσων λέει. Λέω, με κάθε ειλικρίνεια, πως χαίρομαι πολύ που βρίσκει μια τόσο φλογισμένα θετική ματιά αυτή τη στιγμή.
«Εμείς δεν θα το ζήσουμε», χαμηλώνει. «Όμως μπορούμε να είμαστε μέρος αυτής της αλλαγής. Θα τη στηρίξουμε. Έστω μια λαμπρή σκέψη. Μπορεί να μην τα ζήσουμε αλλά μπορούμε να προετοιμάζουμε μια κατάσταση προς ένα καλύτερο μέλλον. Ζούμε στη χώρα που γεννήθηκαν κάποιες από αυτές τις ιδέες». Θυμάται τον Οιδίποδα. «Πρώτη φορά άνθρωπος είπε, δεν θα αφήσω έναν δολοφόνο ατιμώρητο. Το πρώτο αστυνομικό θρίλερ!», λέει χαμογελώντας. «Θα τον βρω και θα τον τιμωρήσω ακόμα κι αν είμαι εγώ ο ίδιος. Εκεί είναι η τραγικότητα του ήρωα».
***
«Στη ζωή μου ως ηθοποιός έχω κάνει αρκετούς αρνητικούς χαρακτήρες. Αυτό που με ενδιέφερε αυτή τη φορά ήταν να κάνω έναν θετικό», εξηγεί το λόγο που τον οδήγησε στο να επιστρέψει στην τηλεόραση ύστερα από 10 χρόνια για τον Σιωπηλό Δρόμο του Mega, σε σκηνοθεσία Βαρδή Μαρινάκη (Μαύρο Λιβάδι) και με συμπρωταγωνιστές ονόματα σαν τον Χρήστο Λούλη, την Πηνελόπη Τσιλίκα, τη Μαρίσα Τριανταφυλλίδου, τον Αντώνη Καφετζόπουλο.
Είναι μια μεγάλη, προσεγμένη παραγωγή με σημαντικά ονόματα μπροστά και πίσω από την κάμερα, της οποίας η απόδοση, σύμφωνα με τον ίδιο, θα είναι βαρόμετρο για το αν θα ασχοληθούν οι παραγωγοί να κάνουν τέτοιου τύπου σειρές στο μέλλον. Αλλά είναι και εκπλήρωση μιας καλλιτεχνικής ανάγκης, αυτής της συνεχιζόμενης προσπάθειας να στοχεύεις εκεί που θες να βλέπεις τον εαυτό σου να φτάνει. «Αυτά τα 10 χρόνια έχω πει πάρα πολλά όχι», λέει.
«Αν είναι να κάνω μια σειρά πρέπει να είναι τέτοιων αξιώσεων, πραγματικά κινηματογραφικής χροιάς. Να μπορώ να πω ναι και να μην απογοητεύσω εμένα, και να μην απογοητεύσω όλους αυτούς που πίστεψαν σε μένα όλα αυτά τα χρόνια», εξηγεί. «Ο Βαρδής στήνει μια σκηνή, τη βλέπει στο μόνιτορ, κάνουμε πρόβα, και θα πει, Δεν μου αρέσει, πάμε να τη γυρίσουμε αλλού, να το φωτίσουμε αλλιώς. Αυτό είναι κινηματογραφικό», λέει για το χρόνο που αφιερώνεται σε κάθε επεισόδιο (των 6 που έχουν γυριστεί ως τώρα) σε κάθε αισθητική πτυχή του έργου.
Μου διηγείται κάτι που θυμάται από το γύρισμα άλλης μιας φετινής του κινηματογραφικής δουλειάς, του Kala Azar, ένα πλάνο με ζώα που είναι σαν πίνακας. Το πλάνο, λέει, ετοιμαζόταν για 2 ώρες και 45 λεπτά. «Καθόμασταν έξω και περιμέναμε, και λέω, Αυτό είναι σινεμά», θυμάται γελώντας. «Άλλοι δυσανασχετούν, εγώ χαιρόμουν! Είναι φοβερή καλλιτεχνική ευχέρεια να μπορείς να ασχοληθείς με ένα πλάνο δυόμιση ώρες για να παίξεις 30 δευτερόλεπτα».
Έτσι, με μεράκι, με έμφαση στη λεπτομέρεια δουλεύτηκε κι ο χαρακτήρας του Πέτρου στα Μικρά Όμορφα Άλογα, όπου έγραψε μαζί με τον σκηνοθέτη σελίδες και σελίδες βιογραφικού για τον χαρακτήρα του από τη στιγμή που γεννήθηκε, ώστε να βυθιστεί στην ζωή του ως εκείνο το σημείο. Είπαμε. Στοχεύεις, για να μπορείς να πετύχεις.
Και ο ρόλος τελικά, μετά από όλα αυτά; «Είναι μια διαφορετική συναρμολόγηση της ύπαρξής σου. Συναρμολογείς ξανά τον εαυτό σου σε ένα άλλο σημείο. Όμως είναι επάγγελμα, είναι η τέχνη σου. Υπάρχει τεχνική από πίσω. Παίρνω τη ζωή μου, τη βάζω στην τέχνη μου, όμως την τέχνη μου δεν την βάζω στη ζωή μου. Προσπαθώ να μην επηρεάζομαι κάθε φορά από το ρόλο που παίζω γιατί θα ήμουν ένα καράβι στη φουρτούνα».
Ίσως, απλά, να είναι ένας τρόπος -για όλους- να φανταστούμε αυτό που ζητάμε. «Ο Μπράντο έλεγε πως η υποκριτική είναι ένας μηχανισμός επιβίωσης», καταλήγει ο ηθοποιός. «Από τη μέρα που γεννήθηκε η ανθρωπότητα, παίζουμε συνεχώς στη ζωή μας μία περσόνα, έναν χαρακτήρα, ανάλογα με ποιον άνθρωπο είμαστε μαζί. Είναι φυσιολογικό. Κάπως, στη ζωή μας παίζουμε». Στοχεύουμε.