Εγκλήματα στην άδεια Αθήνα
Τρεις αστυνομικές ιστορίες από τρεις νέους Έλληνες συγγραφείς για την πιο μοναχική νύχτα της χρονιάς: το βράδυ του Δεκαπενταύγουστου.
- 15 ΑΥΓ 2021
Πώς όμως φαντάζονται την άδεια Αθήνα, αυτό το ιδανικό μέρος για λογοτεχνικά εγκλήματα, τρεις νέοι συγγραφείς της ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας;
Τι συμβαίνει όταν και ο τελευταίος Αθηναίος κλείνει τα φώτα το βράδυ της 15ης Αυγούστου; Οι Βασίλης Δανέλλης, Νεοκλής Γαλανόπουλος και Κώστας Φασουλόπουλος γράφουν τρία μικροδιηγήματα αποκλειστικά για το OneMan.
Τρεις ιστορίες οι οποίες διαδραματίζονται στις πιο σκοτεινές γωνιές της πρωτεύουσας και δίνουν την απάντηση στο κρίσιμο ερώτημα.
Θα σκότωνα για σένα
του Βασίλη Δανέλλη
«Θα σκότωνα για σένα», της είπα.
Ήταν μια αυγουστιάτικη νύχτα κι έκανε αφόρητη ζέστη. Δυσκολευόμουν να ανασάνω και δεν ήξερα τι έφταιγε περισσότερο. Ο καύσωνας ή το κορμί που με αγκάλιαζε;
Δεν απάντησε. Το κεφάλι της ακουμπούσε στο στήθος μου, τα μάτια της ήταν κλειστά. Αν δεν χάιδευαν τον μηρό μου τα δάχτυλά της, θα πίστευα ότι κοιμόταν. Με άκουσε, αλλά δεν απάντησε.
«Αλήθεια, θα έκανα τα πάντα για σένα», είπα.
Ίδρωνα ασταμάτητα. Ο ανεμιστήρας ταλαντευόταν πάνω απ’ τα κεφάλια μας.
Δεν απάντησε. Τα χείλη της σχημάτισαν μισό χαμόγελο. Με ειρωνευόταν; Ένιωσα το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου. Σηκώθηκα. Φόρεσα μόνο το εσώρουχο και βγήκα στο μπαλκόνι. Άναψα τσιγάρο και ακούμπησα στο κάγκελο. Κοίταζα σιωπηλός την άδεια πόλη.
Άναψα δεύτερο. Χάραζε. Τα χέρια της τυλίχτηκαν γύρω μου. Τα ιδρωμένα στήθη της κόλλησαν στην πλάτη μου. Μου κόπηκε η ανάσα. Αποτραβήχτηκα. Ακούμπησε τους αγκώνες στο κάγκελο και με κοίταξε. Δεν μπορούσα να μη θαυμάσω την ομορφιά του γυμνού κορμιού της.
Θα έκανα τα πάντα, σκέφτηκα. Δεν μίλησα όμως. Όχι αυτή τη φορά.
«Δεν το έχεις μέσα σου», είπε σαν να διάβασε τη σκέψη μου. «Δεν πειράζει». Χαμογέλασε συγκαταβατικά. Με λυπόταν; Ίδρωνα κι έτρεμα.
«Θα σκότωνα για σένα», της είπα.
Ήταν μια αυγουστιάτικη νύχτα κι έκανε αφόρητη ζέστη. Όπως απόψε. Δυσκολεύομαι να ανασάνω και δεν ξέρω τι φταίει περισσότερο. Ο καύσωνας ή η ανάμνησή της; Έξω χαράζει. Η πόλη πρέπει να είναι άδεια. Δεν μπορώ να τη δω. Το κελί μου δεν έχει θέα.
*Το τελευταίο βιβλίο του Βασίλης Δανέλλη, «Νεκρές Ώρες», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Νυχτερινή Βάρδια
του Κώστα Φασουλόπουλου
– Ρε είναι μπούλης, δε βλέπεται αυτό.
– Είναι ψαγμένο ρε τραγί, δεν κάνεις εσύ για τέτοια. Εσύ είσαι μόνο για Ντέιβιντ Χάσελχοφ.
– Άντε ρε, με τη σαχλαμάρα τώρα. Μπεν Μάτλοκ και βλακείες. Κι o άλλος που έπαιζε στη Μαίρυ Πόπινς, έκανε το δικαστή που είχε σκοτώσει τη γυναίκα του.
– Ο Ντικ Βαν Ντάικ. Ηθοποιάρα.
– Ρε τι ηθοποιάρα, αυτός χόρευε και τραγούδαγε και καθάριζε καμινάδες. Είναι αυτός για δολοφόνος τώρα;
– Ρε βλάκα και στο Κολόμπο που σου άρεσε, ο Ντικ Βαν Ντάικ έκανε το δολοφόνο.
– Αυτό είναι άλλο. Εκεί ήταν φωτογράφος, δεν ήταν δικαστής. Σκοτώνει ρε ο δικαστής τη γυναίκα του;
– Άντε ρε βλάκα.
– Άντε ρε σούργελο, μορφώσου λίγο.
Σεκιουρητάδες, φύλαγαν ένα μεγάλο κτιριακό συγκρότημα στο Παλαιό Φάληρο. Εκεί στεγάζονταν υποκαταστήματα τραπεζών, δικηγορικά γραφεία και ναυτιλιακές εταιρίες. Τους είχε πέσει ο κλήρος να δουλέψουν νυχτερινή βάρδια όλο τον Ιούλιο. Το πήγαν από εδώ, το φέραν από ‘κει, όταν όμως κατάλαβαν ότι σωτηρία δεν υπάρχει, εξοπλίστηκαν με κούτες DVD από παλιές αστυνομικές, τηλεοπτικές σειρές, για να γεμίσουν το ωράριο έντεκα το βράδυ με επτά τα ξημερώματα.
– Άντε ρε σαχλαμάρα, κι ο άλλος τώρα είναι μπάτσος της δίωξης και μένει σε κότερο, οδηγάει Φερράρι κι έχει για κατοικίδιο, κροκόδειλο.
– Αλιγάτορας είναι. Ούτε τους υπότιτλους δε διαβάζεις κι έχεις μούτρα να μιλάς για το Μιάμι Βάις.
Τους διέκοψε το τηλέφωνο, συνοδευόμενο από την κόκκινη λάμπα που αναβόσβηνε. Η κλήση ήταν από το κέντρο
– Έλα ρε, βλέπεις κι εσύ Μάτλοκ;
– Τι Μάτλοκ ρε βλάκα, κοίτα στην οθόνη. Έχουν μπουκάρει εδώ και πέντε λεπτά στο κτίριο. Καλοκαιρινούς σας έχουν κάνει.
*Το αστυνομικό μυθιστόρημα «Εξευγενισμός» του Κώστα Φασουλόπουλου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εύμαρος.
Half Past Dead 3
του Νεοκλή Γαλανόπουλου
Έτσι όπως ανηφορίζει αργά τη Βασιλέως Γεωργίου Α΄, κάτω απ’ τον εκτυφλωτικό αυγουστιάτικο ήλιο, η μαύρη γυαλιστερή Mercedes 211 μοιάζει, από την κάμερα του drone που την παρακολουθεί άνωθεν, σαν νωχελική κατσαρίδα σε πυρωμένο λούκι.
Στρίβει δεξιά στην επίσης άδεια από αυτοκίνητα Αμαλίας και συνεχίζει την πορεία της ξυστά στο κράσπεδο του Άγνωστου Στρατιώτη, με ταχύτητα μικρότερη από 15 m.p.h.
Το χοντρό φιμέ τζάμι του οδηγού κατεβαίνει απαλά και αθόρυβα σαν πτερύγιο καρχαρία σε κατάδυση, και από το σκοτεινό άνοιγμα – ίδιο στόμιο του Άδη – ξεπροβάλλει το αμείλικτο χέρι του Θανάτου: η κάνη του ΑΚ-102, που αρχίζει να ξερνάει φωτιά και τρόμο.
Οι δυο εύζωνες σωριάζονται καταγής σαν τσολιαδάκια της Πανδρόσου.
Ένας άντρας γύρω στα σαράντα, που μοιάζει καταπληκτικά μ’ ένα διάσημο Αμερικανό ηθοποιό, γυρίζει μια φορά γύρω απ’ τον κατακόρυφο άξονά του και πέφτει κάτω με το πουκάμισό του κατακόκκινο.
Περιστέρια σε τρελή φυγή.
Η ριπή εξαντλεί τις 29 βολές της.
Το ουρλιαχτό της γονατισμένης στο πεζοδρόμιο νεαρής γυναίκας σχίζει τον αέρα συγχρόνως με τη χειροβομβίδα, η οποία αναπηδά στον μαρμάρινο οπλίτη και καταλήγει στο σημείο κατάθεσης στεφάνων.
Τέτοιο κρότο, ακόμα και οι αστυνομικοί που στέκονται άναυδοι στα σκαλιά προς τη Βουλή, δεν έχουν ξανακούσει.
Ένα τεφρό σύννεφο σαβανώνει το μνημείο – και τους πεσόντες.
«Cut!!!!!!!!»
Ο ευτραφής μουσάτος, που κάθεται στην άλλη σκάλα, απέναντι απ’ τους αστυνομικούς, συνεχίζει σε καλιφορνέζικα Αγγλικά: «Ωραία τσιρίδα, Dorothy!»
Στον νεαρό δίπλα του ψιθυρίζει: «Πες στους μπάτσους να πάνε πιο ψηλά, Bob, παραλίγο να μας χαλάσουν τη σκηνή…!»
«Είναι ενθουσιασμένοι, πρώτη φορά βλέπουν τέτοια υπερπαραγωγή!»
«Χέστηκα! Τι έχουμε μετά;»
«Πρέπει να πάμε στο Προεδρικό Μέγαρο, αφεντικό».
«Γιατί;!»
«Η πρώτη κυρία είναι μεγάλη φαν του Shia (Σάια). Μην της χαλάσουμε το χατίρι! Εδώ κοντά είναι».
*Το τελευταίο βιβλίο του Νεοκλή Γαλανόπουλου, «Ο ιδανικός ντετέκτιβ», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.