ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Είδαμε αρχαία τραγωδία σε μία από τις πιο ιστορικές πόλεις της Αλβανίας

Ο Ένκε Φεζολλάρι παρουσίασε για ένα διήμερο την Εκάβη του Ευριπίδη με τους ηθοποιούς του Θεάτρου Migjeni και η πόλη της Σκόδρας αναμετρήθηκε ξανά με το τραύμα του καθεστώτος του Χότζα, του κύκλου της βίας και του αίματος, της μετανάστευσης.
Μία από τις πρώτες σκηνοθεσίες του Ένκε Φεζολλάρι στην αθηναϊκή θεατρική σκηνή (γεννήθηκε στο Πόγραδετς της Αλβανίας, έζησε στα Τίρανα υπό το καθεστώς του Ένβερ Χότζα και από το 1993 ζει και εργάζεται στην Αθήνα) ήταν η Εκάβη του Ευριπίδη στο Θέατρο Θησείον. 

Μία πολυπολιτισμική παρουσίαση της αρχαίας τραγωδίας, που εμπεριείχε κείμενα και ποιήματα του Καβάφη και του Σεφέρη, αποσπάσματα από αφρικάνικα παραμύθια, δημοτικά αλβανικά ποιήματα και μοιρολόγια για να μιλήσει για το τι σημαίνει να είσαι ξένος σε μία χώρα. Τον ομώνυμο ρόλο κρατούσε η Αλβανίδα ηθοποιός Βέφη Ρέδη, που επίσης ζει και εργάζεται στη χώρα μας.

Από εκείνη την παράσταση έχουν περάσει ακριβώς δέκα χρόνια. 

Πριν από λίγες ημέρες, ο Ένκε Φεζολλάρι επέστρεψε στην ευριπίδεια τραγωδία, αλλά με εντελώς διαφορετικό τρόπο, σε εντελώς διαφορετικό τόπο. 

Εκάβη στη σκηνή του ιστορικού Θεάτρου Migjeni 


Ο σκηνοθέτης παρουσίασε την Εκάβη (σε μετάφραση της Ελεάνας Ζιάκου) στις 5 και στις 6 Μαΐου στο ιστορικό Θέατρο Migjeni. Είναι από τα πρώτα θέατρα που χτίστηκαν στην Αλβανία και το πιο πρωτοποριακό αυτής, από άποψη ρεπερτορίου και μετακλήσεων. Βρίσκεται στον Βορρά στην πόλη της Σκόδρας, από τις ιστορικότερες της χώρας, καθώς αποτέλεσε προπύργιο της αντίστασης κατά τη διάρκεια της κομουνιστικής δικτατορίας του Χότζα, βάφτηκε στο αίμα από τις μαζικές εκτελέσεις και έγινε η απαρχή για την πτώση του καθεστώτος.

Τους ρόλους μοιράστηκαν οι ηθοποιοί που αποτελούν ουσιαστικά τον θίασο του θεάτρου (Jozef Shiroka, Krist Lleshi, Fritz Selmani, Rajmonda Marku, Merita Smaja, Nikolin Ferketa, Aleksander Prenga), με την Εκάβη να υποδύεται η επί 8 χρόνια καλλιτεχνική διευθύντρια του, Rita Gjeka Kacarosi, ενώ τον Φεζολλάρι να εμφανίζεται επί σκηνής, ερμηνεύοντας τον Οδυσσέα (ήταν η πρώτη φορά που έπαιξε στη χώρα του ως ηθοποιός και μάλιστα, μιλώντας ελληνικά – ήταν ο μόνος ρόλος στην παράσταση που έκανε έστω και για λίγο, εκτεταμένη χρήση της ελληνικής γλώσσας).

Στην πλατεία του Migjeni με τα κόκκινα βελούδινα ξύλινα καθίσματα, που μου έφερε στο μυαλό το Θέατρο Απόλλων στη Σύρο, βρέθηκα και εγώ για να παρακολουθήσω την παράσταση. 

Αν και ήταν στα αλβανικά -για την ακρίβεια, το μεγαλύτερο μέρος της ήταν στα αλβανικά, μιας και υπήρχε μικρή χρήση των ελληνικών, καθώς και αποσπασματική χρήση λοιπών βαλκανικών γλωσσών- και στην αρχή, σκεφτόμουν ότι δεν θα καταλάβω και πολλά, το αποτέλεσμα με διέψευσε. 

Η ιστορία της Τρωαδίτισας Εκάβης, βασίλισσας της Τροίας και συζύγου του Πριάμου, που μετά την άλωση της πόλης από τους Έλληνες έγινε κτήμα του Οδυσσέα, είδε την κόρη της, Πολυξένη να σκοτώνεται ως θυσία στον τύμβο του Αχιλλέα και στη συνέχεια, πήρε εκδίκηση τυφλώνοντας τον βασιλιά των Θρακών Πολυμήστορα που σκότωσε τον γιο της, Πολύδωρο ζωντάνεψε μπροστά στα μάτια μου ως συναίσθημα. 

Δηλαδή δεν άκουγα, ένιωθα τον πόνο, τη θλίψη, την οργή, την απόγνωση, την αδικία, τη δίψα για εκδίκηση και αίμα και τελικά, την κατάρριψη κάθε ελπίδας για δικαιοσύνη και έναν καλύτερο κόσμο μέσα από την κίνηση των ηθοποιών, τη γλώσσα του σώματος, την ένταση της φωνής τους, τη ζωντανή μουσική (του Bledi Doci) και το τραγούδι (της Rezarta Smaja), τη σκηνογραφία και τα κοστούμια (του Divni Gushta) και τους συμβολισμούς με το σήμερα, κυρίως όμως με το χθες της Αλβανίας, που δεν είναι ένα μακρινό, αλλά μάλλον πρόσφατο παρελθόν.


Δεν είναι τυχαίο ότι στη σκηνή στήθηκε μία τεράστια ασπρόμαυρη αφίσα με κάποια από τα πρόσωπα αντρών και γυναικών που εκτελέστηκαν στις τέσσερις δεκαετίες της δικτατορίας. 


Δεν είναι τυχαίο ότι η Πολυξένη πηγαίνει να θυσιαστεί στον τάφο του Αχιλλέα ως νεκρή νύφη, με το πρόσωπό της βαμμένο και ντυμένη με την παραδοσιακή κοσοβάρικη φορεσιά.


Δεν είναι τυχαίο ότι η Βέφη Ρέδη (σε αυτή την εκδοχή της Εκάβης ήταν η προεξάρχουσα του χορού των Τρωαδιτισών) έδειξε το αλβανικό της διαβατήριο, λέγοντας: «Αλίμονο για την πατρίδα που χάνεται και εγώ θα καταντήσω σκλάβα, μετανάστρια στην Ευρώπη».


Δεν είναι τυχαίο ότι στο φινάλε η Εκάβη της Rita Gjeka Kacarosi μίλησε για τη μαζική έξοδο των Αλβανών από τη χώρα όταν κατέρρευσε το καθεστώς και έκλεισε την παράσταση, απευθυνόμενη στον Πολυμήστορα: «Γιατί μου σκότωσες τον γιο;». 

Δεν είναι τυχαίο ότι όταν τελείωσε η παράσταση, οι ηθοποιοί με τα αναμμένα κεριά ανά χείρας στάθηκαν μπροστά από την αφίσα με τους εκτελεσμένους και υποκλίθηκαν ουσιαστικά σε αυτούς, όχι στο κοινό, αποτίοντας τον δικό τους φόρο τιμής – και δεν ξαναβγήκαν ποτέ για να χειροκροτηθούν ξανά και ξανά, όπως συμβαίνει παραδοσιακά όταν πέφτει η θεατρική αυλαία. 

Κάνοντας πολιτικό θέατρο στην Αλβανία


Ο Ένκε Φεζολλάρι στα παρασκήνια της παράστασης Το Σώσε, που ανέβασε με το Θέατρο Migjeni / Eniko Mosi

Ο Ένκε Φεζολλάρι στα παρασκήνια της παράστασης Το Σώσε, που ανέβασε με το Θέατρο Migjeni

Όταν το Θέατρο Migjeni έκανε πρόταση στον Ένκε Φεζολλάρι τον περασμένο Σεπτέμβριο να πάει στη Σκόδρα και να ανεβάσει κωμωδία, επέλεξε να παρουσιάσει Το Σώσε, τη φαρσοκωμωδία του Michael Frayn όχι σε μία αποστειρωμένη εκδοχή, αλλά γειώνοντας το έργο στην αλβανική και στην ευρωπαϊκή πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα. Η παράσταση έτυχε θερμής υποδοχής από το κοινό και τα θεμέλια για να στηθεί το οικοδόμημα για την επόμενη συνεργασία τους είχαν ήδη μπει. 

Η δεύτερη πρόταση δεν άργησε να έρθει – κι ενώ στο ενδιάμεσο, βρέθηκε στο Θέατρο Metropol, το ένα από τα τρία θέατρα των Τιράνων, να σκηνοθετεί τον Μάρτιο Τα Κύματα της Virginia Woolf.

Όπως μου εξήγησε η κατεύθυνση που του έδωσαν ήταν να επιλέξει ένα μεγάλο έργο που το Migjeni δεν είχε ξανακάνει, καθώς υπήρχε έλλειψη δραματουργίας ως προς τους βασικούς, κλασικούς πυλώνες: του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, του Τσέχοφ και των Ρώσων δραματουργών και των αρχαίων Ελλήνων τραγωδών. Διάλεξε τον τελευταίο πυλώνα και την Εκάβη, που από τα λεγόμενά του και την πολύπαθη και αιματοβαμμένη ιστορία της Σκόδρας και της Αλβανίας γενικότερα, δεν θα μπορούσε να μην φαντάζει η ιδανικότερη επιλογή.

«Η Αλβανία είναι μία χώρα που γεννάει μετανάστες», μου είπε αμέσως μετά το τέλος της Εκάβης, όταν τον συνάντησα στα καμαρίνια. «Είναι επίσης μία χώρα που η βιαιότητα έγινε μέρος της καθημερινότητας, της ζωής των πολιτών της. Σαν να άνοιξε ένας κύκλος βίας και αίματος που δεν μπορεί να κλείσει. Ειδικά στον Βορρά, που βρίθει ακόμα και στις μέρες μας από βεντέτες». 

Γι’ αυτό σε αυτή την εκδοχή της Εκάβης, θέλησε να θίξει κάτι περισσότερο από την έννοια του ξένου. «Έχουμε να κάνουμε με ένα έργο που όλοι καταλήγουν με τις πράξεις τους να είναι ένοχοι. Τα θύματα γίνονται θύτες και οι θύτες θύματα. Επί της ουσίας, και κατ’ εμέ αυτό είναι το πιο συγκλονιστικό, γινόμαστε μάρτυρες ενός κόσμου ωμής ανηθικότητας, που είναι βουτηγμένος στην ηθική του καθενός. 

Ο Οδυσσέας για παράδειγμα, βάσει της δικής του ηθικής, οδηγεί τους Αχαιούς να σφάξουν αντί για ένα ζώο, όπως προέβλεπαν οι εθιμοτυπικοί νόμοι, την Πολυξένη προκειμένου να φυσήξει άνεμος και τα πλοία των Ελλήνων να σαλπάρουν από την Τροία. Βλέπουμε δηλαδή τους νόμους να αλλάζουν κατά το δοκούν και το συμφέρον των ισχυρών. 

Όπως συμβαίνει δηλαδή και σήμερα με τον δικό μας κόσμο. Ζούμε στην εσχατιά της ανηθικότητας στην πολιτική σκηνή και ως συνέπεια στην κοινωνική ζωή. Δεν μπορεί η πρόεδρος της Δημοκρατίας να υπογράφει το επίμαχο Προεδρικό Διάταγμα και στη συνέχεια, να πηγαίνει στο θέατρο να δει παράσταση. Δεν μπορεί ένας ολόκληρος λαός να φωνάζει για δικαιοσύνη για τη δολοφονία στα Τέμπη και οι κυβερνώντες και οι αρμόδιοι να μας εμπαίζουν. 

Φτάνεις να αναρωτιέσαι αν υπάρχει τελικά δικαιοσύνη, τι σημαίνει δικαιοσύνη και πώς απονέμεται. Αναρωτήσεις που έχουν και οι ήρωες της Εκάβης».

Κάπως έτσι, ο Φεζολλάρι υπογράμμισε ότι δεν νοείται να αντιμετωπίζουμε το αρχαίο δράμα ως κάτι μουσειακό ή φιλοσοφικό ή ακόμα και στερεοτυπικά, φολκλορικά κατά τη μεταφορά του στη σκηνή. «Είναι κείμενα που θα παίζονται για πάντα επειδή διαπραγματεύονται συμπαντικά πράγματα, πανανθρώπινες αξίες και ζητήματα που δυστυχώς η ανθρωπότητα ζει στο πετσί της διαχρονικά», συμπλήρωσε.

Πόσο εύκολο ή δύσκολο όμως ήταν να ανεβάσει αρχαία ελληνική τραγωδία με Αλβανούς ηθοποιούς, που δεν είχαν εκπαίδευση και εμπειρία στο συγκεκριμένο θεατρικό είδος; 

«Ήταν δύσκολο. Δεν θέλω να ωραιοποιήσω τη διαδικασία των προβών, που ουσιαστικά το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μέρος της ήταν με τη μικρή εμπειρία και γνώση που έχω να τους εισάγω στον κόσμο του αρχαίου δράματος. 

Ήταν όμως και ένα δούναι και λαβείν. Μαζί κάναμε τη λαογραφική έρευνα για να γειώσουμε την Εκάβη, χωρίς όμως να γίνουμε φολκλόρ, στην εθιμοτυπία, την παράδοση και την ιστορία της Σκόδρας, του Βορρά της Αλβανίας και των Βαλκανίων ώστε η παράσταση να μιλήσει στη γλώσσα τους. 

Τελικά, κατόρθωσαν να κάνουν τον λόγο του Ευριπίδη σαν να είναι δική τους εποποιία, σαν να είναι δικό τους κείμενο. Το στοίχημα ήταν άλλωστε κάθε λέξη να έχει για εκείνους τη βαρύτητα που έχει και για τους Έλληνες». 


O Jozef Shiroka στον ρόλο του Αγαμέμνονα.

O Jozef Shiroka στον ρόλο του Αγαμέμνονα.

Μιλώντας με τον Jozef Shiroka, που στην Εκάβη υποδύθηκε τον Αγαμέμνονα, αντιλήφθηκα το δέος που αισθάνθηκε ο θίασος για το γεγονός ότι έγινε κοινωνός του αρχαίου δράματος και ταυτόχρονα το σοκ των αναμνήσεων που ξύπνησαν λόγω των σκηνοθετικών παρεμβολών.

«Βουτήξαμε στις δικές μας μνήμες στην κατάρρευση του καθεστώς, στην πείνα, στη μετανάστευση, στο διεφθαρμένο πολιτικό σκηνικό, στις βεντέτες, στον πόλεμο του Κοσόβου και στο προσφυγικό κύμα που προκάλεσε».

Ο Φεζολλάρι πρόσθεσε: «Ερχόντουσαν στις πρόβες και μου έλεγαν μας έχεις κάνει να χάσουμε τον ύπνο μας. Ήταν τέτοια η ταραχή τους».

Και όσον αφορά το κοινό; Πώς αποδέχτηκε αυτό το όχι οικείο έργο που διαδραματίστηκε αυτό το διήμερο στην πόλη του; 

«Με θέρμη και τρομερό ενδιαφέρον. Θέλει όμως χρόνο για να τριφτεί με ένα είδος που δεν είναι εξοικειωμένο ούτε στο ελάχιστο.

Κοίταξε, η θεατρική παράδοση της Αλβανίας είναι η κωμωδία, η επιθεώρηση και το μιούζικαλ. Αυτά παρουσιάζουν ως επί το πλείστον στον κόσμο και αυτά με τη σειρά του έχει μάθει να καταναλώνει. Οι παραστάσεις είναι πιο εύπεπτες και το πολιτικό θέατρο σχεδόν ανύπαρκτο». Μιλάμε για μία βαθιά συντηρητική κοινωνία, για μία χώρα που δεν έχει ακόμα επουλώσει το τραύμα της δικτατορίας, για μία δημοκρατία πιο πολύ στα χαρτιά και μία πολιτική σκηνή που φυσικά και δεν θέλει ο λαός να εξοικειωθεί με το πολιτικό θέατρο.

Απόδειξη αυτού ήταν η αρχική αντίσταση που βίωσε ο σκηνοθέτης στο θεατρικό ανέβασμα που έκανε στα Τίρανα. 

Στο Θέατρο Migjeni της Σκόδρας όμως το σκηνικό ήταν εντελώς διαφορετικό. Εκεί βρήκε ανθρώπους, καλλιτέχνες με τους οποίους μπορούσε να επικοινωνήσει, να συνδιαλλαγεί, να οραματιστεί και να ανοίξει καινούργιους κόσμους, δικούς του και δικούς τους. «Η Rita Gjeka Kacarosi είναι μία πρωτοποριακή καλλιτέχνιδα με δυναμισμό και όραμα που έχει προσπαθήσει να ανεβάσει ρηξικέλευθες παραστάσεις και να προσκαλέσει σπουδαίους δημιουργούς από τα Βαλκάνια. Έχει τολμήσει την πρωτοπορία σε μία συντηρητική πόλη».

«Μόνο οι πολιτιστικές γέφυρες ενώνουν τους λαούς»


Μαθητές από το Γυμνάσιο της Σκόδρας στο 1ο Διεθνές νεανικό φεστιβάλ αρχαίου δράματος στην Κόρινθο.

Μαθητές από το Γυμνάσιο της Σκόδρας στο 1ο Διεθνές νεανικό φεστιβάλ αρχαίου δράματος στην Κόρινθο.

Για τον Ένκε Φεζολλάρι, το ζητούμενο είναι να υπάρξουν πολιτιστικές γέφυρες. «Μόνο αυτές μπορούν να εξελίξουν τους λαούς αυτούς καθ’ εαυτούς, να διευρύνουν τους ορίζοντές τους και φυσικά, να τους ενώσουν με άλλους λαούς, να βρουν κοινούς τόπους, να καταλάβουν ότι οι άνθρωποι δεν έχουμε τίποτα που να μας χωρίζει».

Βάσει αυτού του σκεπτικού εξάλλου αποφάσισε να μετακομίσει για 9 μήνες στην Αλβανία και μέσα σε αυτό το διάστημα να παρουσιάσει 3 παραστάσεις σε 2 διαφορετικά θέατρα και πόλεις. Με την υποστήριξη μάλιστα της ελληνικής πρεσβείας στα Τίρανα, η Εκάβη θα παρουσιαστεί ξανά στις 25 του μήνα για μία και μόνο βραδιά, στο πλαίσιο της Εβδομάδας Ελληνικού Πολιτισμού που διεξάγεται στην Αλβανία κάθε Μάιο.  

Ταυτόχρονα, τόλμησε και το αντίστροφο: σε σύλληψη και σκηνοθεσία δική του και σε καλλιτεχνική διεύθυνση του Jozef Shiroka ανέβασε τον Επιτάφιο του Περικλή με 7 μαθητές από το Γυμνάσιο της Σκόδρας στο 1ο Διεθνές νεανικό φεστιβάλ αρχαίου δράματος που διεξήχθη στις αρχές Μαΐου στην Κόρινθο και έφερε σε επαφή τα παιδιά με το πνεύμα της ελληνικής αρχαίας γραμματείας. 

Επόμενο πρότζεκτ; «Προς το παρόν, η επιστροφή και η προσαρμογή μου στην Αθήνα. Είμαι πάντως σε συζητήσεις για να ταξιδέψω την Εκάβη στην Ελλάδα. Όχι μόνο για να την δει η αλβανική κοινότητα, που είναι η μεγαλύτερη κοινότητα μεταναστών στην Ελλάδα και ενταγμένη σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό, αλλά και για να την παρακολουθήσουν και οι Έλληνες». Να γίνει αυτή η συνδιαλλαγή που προανέφερε.

«Αυτό που προσδοκώ πάντα είναι να ενώσω μέσω της τέχνης μου τις δύο χώρες που αγαπάω τόσο πολύ και να συνομιλήσουν επί σκηνής».  

Exit mobile version