ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Είναι ο Sacha Baron Cohen ένας κανονικός κωμικός;

Από το “Ali G” στον “Μπόρατ” κι από τον “Μπρούνο” τώρα στον “Δικτάτορα”, ο Cohen συνεχίζει να προκαλεί το κοινό και τον εαυτό του με τις ακραίες περσόνες του.

Υπάρχει μια πολύ βασική αποχώρηση που συμβαίνει με τον “Δικτάτορα”, τη νέα συναργασία του Sacha Baron Cohen με τον Larry Charles, τον σκηνοθέτη του στις προηγούμενες επιτυχίες του:: Ο Cohen τοποθετεί τον εαυτό του σε ένα ρόλο γραμμένο μέσες-άκρες δίχως να εξαρτάται από τις αντιδράσεις των τριγύρω, και με τη σειρά του αυτό τον χαρακτήρα τον τοποθετεί σε ένα προαποφασισμένο σενάριο, μια προδιαγεγραμμένη ιστορία.

(Και μάλιστα, μια ιστορία όχι τρομερά ριζοσπατική, με αρκετές αναφορές -από τον τίτλο ως τη θεματική ανάπτυξη- στον “Μεγάλο Δικτάτορα” του Chaplin.)

Δεν έχει καμιά τεράστια διαφορά, τελικά. Οι σκηνές αηδιαστικού χιούμορ είναι πάλι εκεί, οι αυτοσχεδιασμοί πάλι υπήρξαν, ο Cohen ως περσόνα δίχως κανένα ενδιαφέρον να σχολιάσει ανθρώπινες συμπεριφορές κοντά στη νόρμα είναι επίσης πάλι εκεί. Απλά με μια αναγνωρίσιμη δομή. Με love interest (η πολύ αστεία Anna Faris σε έναν όχι τόσο καλό ρόλο). Με αρχή, μέση και τέλος. Με ηθικό δίδαγμα.

Ο Cohen εδώ δεν κάνει κάτι αληθινά διαφορετικό. Απλώς παρακολουθούμε τον Μπόρατ να προσπαθεί να εισβάλλει στο mainstream.

Στην πραγματικότητα μπορούμε να δούμε τον Βρετανό κωμικό πίσω από τον χαρακτήρα κάπως να βαριέται αυτή τη φορά. Καμία ακρότητα δε μοιάζει τόσο λειτουργική (ή αστεία) όσο παλιά, και η προσέγγιση κάποιων πιο συναισθηματικών στιγμών μοιάζει να μαρτυρά πως εδώ ο Cohen κάνει πράγματα επειδή ‘αυτό είναι το φυσιολογικό’ παρά επειπή ‘αυτό είναι η εξέλιξή του’. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το πιο διασκεδαστικό κομμάτι του “Δικτάτορα” έρχεται στα περιφερειακά του στοιχεία, στις στιγμές του promotion όπου ο Cohen εισβάλει στον πραγματικό κόσμο ως ο χαρακτήρας του.

 

Αποκορύφωμα φυσικά, η εμφάνισή του στα Όσκαρ ως Αλαντίν, όταν και σκόρπισε στάχτες πάνω στο πανάκριβο κουστούμι του γελοίου Ryan Seacrest, ο οποίος πέρασε όλο το υπόλοιπο red carpet εμφανώς ταραγμένος. Ήταν η κορυφαία στιγμή των βαρετών Όσκαρ, και η κορυφαία στιγμή σε ό,τι έχει να κάνει με τον “Δικτάτορα”.

Γιατί έχει τέτοια σχέση ο Cohen με τους χαρακτήρες του; Στο σημείο όπου, πρακτικά, του είνανι πιο δύσκολο να υποδυθεί έναν ρόλο στο πλαίσιο μιας συμβατικά γραμμένης κωμωδίας, από το απλώς να μπει στα ρούχα του χαρακτήρα αυτού και να αρχίσει να τρέχει στο δρόμο σα να ήταν αυτός;

 

Ίσως έχει να κάνει με το ποιος είναι, με το πώς είναι, με το τι του αρέσει να παρατηρεί στον κόσμος. (Γιατί η κωμωδία είναι φυσικά παρατήρηση.) Ο Cohen είναι στην πραγματικότητα ένας πλούσιος, όμορφος (πρώην μοντέλο), άκρως Βρετανός σταρ με σπουδές στο Καίμπρητζ, παντρεμένος με τη σέξι και αστεία κοκκινομάλλα Isla Fisher, με δύο κόρες, επιτυχημένος και -όσο μπορεί να υποθέτει κανείς- ευτυχισμένος με όσα έχει κι όσα είναι.

Γράφαμε για τον Louie Ck παλιότερα, για το καυστικό του χιούμορ, για τη δυνατότητά του να λέει τα πάντα και να μην κατακρίνεται για τίποτα. Γιατί; Επειδή λέει αλήθειες. Για τον κόσμο και για τον εαυτό του. Είναι ένας χοντρός 45άρης με καράφλα, χωρισμένος γονιός. Όταν ξερνάει πικρές αλήθειες για την δική του ύπαρξη, έχει δικαίωμα να το κάνει για όλους και για όλα. Δίκαιο.

Δες τώρα τι γίνεται όταν ο Cohen, ως Cohen, επιχειρεί να πετάξει ένα βιτριολικό αστείο σε κάποια περασμένα Όσκαρ:

 

ΑΒΟΛΟ.

Σαν κωμικός που απολαμβάνει το χιούμορ της ακρότητας, σωματικά, λεκτικά, θεματικά, ο Cohen έχει το πρόβλημα πως δε μπορεί να είναι ο εαυτός του. Είναι δύσκολο να είσαι ακραίο όταν όχι μόνο δε μοιάζεις να πολυ-υποφέρεις από αυτά που περιγράφεις, όσο και ταυτόχρονα, το υλικό σου δεν περιλαμβάνει τίποτα αυτοσαρκαστικό. Δε θα τον ακούσεις ποτέ να παρατηρεί αυτοσαρκαστικά την καθημερινότητα. Στοχεύει μόνο μεθυσμένα κολλεγιόπαιδα και χαζούς celebrities και κάτι αμερικάνους χωριάτες που στο μυαλό τους θα έπρεπε ίσως ακόμα να υπάρχει η δουλεία. Του αρέσει να πιάνει τέτοιου είδους ευρεία θέματα και να χάνεται σε αυτά, να γίνεται όσο ακραίος χρειαστεί ώστε να αποσπάει την μεγάλη αντίδραση – και μετά να γίνεται λίγο ακραίος ακόμα.

Είναι άφοβος, και -όταν δεν κουράζει- μπορεί να είναι υστερικά αστείος. (Το “Borat” παραμένει μια από τις αστειότερες κωμωδίες της τελευταίας 20ετίας.) Ευτυχώς που υπάρχει, αυτός και οι περσόνες του. Είναι κάπως σαν ένας υπερήρωας της κωμωδίας: Όταν δει τα δύσκολα, φοράει κάποιο από τα κουστούμια του και επιτίθεται. Είναι μόνο τότε που αισθάνεται ελεύθερος.