SEX

Ένα χειροκρότημα στους καλοκαιρινούς έρωτες, παρακαλώ

Μία ωδή σε εκείνες τις θερινές γνωριμίες που μας κάνουν να αντέχουμε ακόμα και τους πιο βαρείς χειμώνες.

Κάθε καλοκαίρι έχει και τη δική του ιστορία. Αν πάρουμε τις διακοπές μας μία προς μία και σκρολάρουμε από την πιο πρόσφατη στην πιο παλιά, δεν θα βρούμε τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από ένα πάκο ιστορίες. Μία σειρά από καλογραμμένες περιπέτειες προσεχτικά βαλμένες στο πιο εύκολα προσεγγίσιμο κομμάτι της μνήμης μας έτσι ώστε να μπορούμε ανά πάσα ώρα να τις ανασύρουμε.

 

Να πατήσουμε ένα pause στην αγχωτική, κακοδιάθετη, βαρετή καθημερινότητά μας, να γείρουμε προς τα πίσω το κεφάλι και να αναπολήσουμε εκείνες τις ημέρες που το μόνο που μας ενδιέφερε ήταν λίγη θάλασσα παραπάνω. Εντάξει, επειδή σε αυτόν τον κόσμο υπάρχει και ο Ηλίας Αναστασιάδης και η σχέση του με τη θάλασσα, επαναδιατυπώνω: Εκείνες τις ημέρες που το μόνο που μας ενδιέφερε ήταν λίγη ξεγνοιασιά παραπάνω. Λίγος ήλιος, λίγος ύπνος και πολύς έρωτας. Το τρίπτυχο που δίνει στο καλοκαίρι τιμές βασιλιά και αδιαφιλονίκητου ηγέτη μεταξύ των υπολοίπων εποχών.

Με την πεποίθηση ότι η ύπαρξη ανάγκης για ήλιο και ύπνο σου είναι κατανοητή θα μεταπηδήσω απευθείας στο τρίτο και πιο καυτό από κάθε άποψη κομμάτι του ανωτέρω συνδυασμού που “σπάει ταμεία” κάθε φορά που προβάλλεται στις μεγάλες οθόνες του μυαλού μας. Λίγο πριν υποδεχτούμε το Φθινόπωρο, και λίγο πριν πέσουμε με τα μούτρα στις συζητήσεις περί δουλειάς, εκλογών και άλλων κακών συναπαντημάτων, θέλω να σου μιλήσω για τον καλοκαιρινό έρωτα ή αλλιώς τον έρωτα του “Με κοιτάς, σε κοιτώ και μετά σιωπή”. Ή αλλιώς την μοναδική περίπτωση που η καρδιά σου χτυπάει τόσο δυνατά και ταυτόχρονα τόσο ανέμελα. Ναι, ανέμελα.

 

Κάποτε, όταν ήμουν τόσο που μικρή που πίστευα ότι οι αστραπές είναι φλας και πόζαρα μπροστά στο παράθυρο και τον φωτογραφικό φακό των ανωτέρων δυνάμεων που έχουν περικυκλώσει τον πλανήτη μας και τον κάνουν χάζι κάθε φορά που πέφτουν ψυχολογικά, τότε λοιπόν, είχα την εντύπωση ότι οι φερομόνες (αγνοώ πώς είχαν πέσει στην αντίληψή μου) είναι κάτι ποτέ κακό. Μία αρρώστια του μυαλού που όποιος την παθαίνει, χάνεται στο άπειρο και ακόμα παραπέρα (δεν έβλεπα Λιακόπουλο, το ορκίζομαι). Μου πήρε αρκετά καλοκαίρια μέχρι να καταλάβω ότι οι φερομόνες σε κάνουν να χάσουν το μυαλό σου τόσο ειδυλλιακά που προσεύχεσαι οι από Πάνω να ασχολούνται με τις φωτογραφίες των περσινών βροχών και να μην ασχοληθούν ποτέ ξανά μαζί σου.

 

Όχι ότι τα ανάλατα φιλιά των υπολοίπων ερώτων του χρόνου δεν έχουν γούστο, ωστόσο, δεν ξέρω πώς ακριβώς να το περιγράψω, ας πούμε ότι τα καλοκαιρινά έχουν το λεγόμενο πακέτο, έχουν το timing, έχουν όλα αυτά τα κλισέ που σε οποιαδήποτε φάση της ζωής μου θα τα έκραζα και θα τα υποβίβαζα σε ανοησίες. Ωστόσο, τα υπέρ ενός καλοκαιρινού έρωτα, δεν σταματούν εκεί. Δεν είναι μόνο τα ενωμένα χείλη που κάνουν το θαύμα. Είναι και τα ορθάνοιχτα στόματα. Που αγνοούν την όποια λογοκρισία στην προσέγγιση, τον όποιο δηθενισμό, σνομπισμό πες τον όπως θες αρκεί να μην τον κάνεις.

 

Οι αντιστάσεις και οι καθωσπρεπισμοί το καλοκαίρι είναι σαν τις γέφυρες του Ιωάννη Μελισσανίδη. Ατυχές το παράδειγμα, αλλά κατάλαβες τι εννοώ. Κάμπτονται τόσο εύκολα και τόσο ιδανικά που η κοινωνικότητά μας παίρνει τη μορφή από το κορίτσι λάστιχο.

 

Εκτός αν θες να μου πεις ότι υπάρχει κοπέλα στο νησί που θέλεις να τη γνωρίσεις και την ψάχνεις στο Tinder. Βασικά, γράψε λάθος. Μην μου το πεις, θα συγχυστώ. Αν το κάνεις, τότε μην ξεχάσεις να ρίξεις και μια βουτιά στο Google Earth να δροσιστείς λιγάκι. Ντροπή, αυτό θα πω μόνο και θα επιστρέψω στο νησί.

Θα την δεις στην παραλία, θα την ψάξεις στα σοκάκια, θα την πετύχεις στο μπαρ.

Ίσως δεν είναι ελεύθερη και ίσως η είδηση κάποιου άλλου στη ζωή της, σε στενοχωρήσει. Δεν έχει σημασία παρόλα αυτά. Το τρίτο εξίσου μοναδικό και υπέροχο χαρακτηριστικό του καλοκαιριού είναι ότι ακόμα και τις στενοχώριες, τις παίρνουμε πιο ελαφριά. Τις περισσότερες φορές, ένα άλλο κορίτσι θα βρεθεί να καλύψει τη θέση. Τόσο σύντομα και τόσο ευχάριστα που ούτε που θα προλάβεις να γκρινιάξεις ούτε που θα προλάβεις να λυπηθείς που δεν έκατσε το πρώτο εκείνο ειδύλλιο.

 

Τις περισσότερες φορές, αυτό το κορίτσι θα χαθεί σαν τη μαγεία από τα ρούχα της Σταχτοπούτας μόλις το ρολόι δείξει φθινόπωρο. Μόλις οι υποχρεώσεις σε κάνουν να χάσεις εκείνα τα λακάκια που ασυνείδητα ζούλαγαν τα μάγουλά σου κάθε φορά που την έβλεπες. Ωστόσο, αυτό το κορίτσι εν αντιθέσει ίσως με κάποια άλλα κορίτσια που θα συναντήσεις ή συνάντησες στη ζωή σου, δεν θα μπει στους ανεκπλήρωτους σου έρωτες. Δεν θα στριμωχτεί στα απωθημένα σου ούτε θα καταχωνιαστεί στους χωρισμούς σου. Στο παραμύθι της Σταχτοπούτας, παρότι μέχρι και η άμαξα γίνεται κολοκύθα, υπάρχει κάτι που παρέμεινε αλώβητο στην πίεση του χρόνου. Το γοβάκι ή αλλιώς εκείνο το στοιχείο που μοιραία θα την έφερνε ξανά κοντά με τυχαία εκείνη γνωριμία στο χορό.

Το καλοκαίρι, ορισμένες φορές είναι τόσο άνετο και γυαλιστερό που θα μπορούσε να φορεθεί στα πόδια μας. Διαφωνείς;