Gareth Edwards, γιατί τα εφέ στο Creator δε μοιάζουν με άλλου μπλοκμπάστερ;
To OneMan συνομιλεί αποκλειστικά με τον σκηνοθέτη του Rogue One και του Godzilla, για τη νέα του ταινία επιστημονικής φαντασίας The Creator (Ο Δημιουργός).
- 28 ΣΕΠ 2023
Ο Gareth Edwards γύρισε ένα μπλοκμπάστερ επιστημονικής φαντασίας με ένα τρόπο που κανείς δεν το κάνει. Εκεί η Marvel λειτουργεί δημιουργώντας εφέ σχεδόν ανεξάρτητα από την ταινία, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει αληθινή ροή ή αισθητική σύνδεση, ο Edwards το πήγε στο απέναντι άκρο, λειτουργώντας σχεδόν αυτοσχεδιαστικά: Τα εφέ έρχονται αφού γίνει το γύρισμα, συμπληρώνοντας τον χώρο, αλλά και τους χαρακτήρες.
Το αποτέλεσμα είναι σχεδόν να ξεχνάς ότι κοιτάς CGI ακόμα κι όταν γεμίζουν το πλάνο. Κι είναι αισθητικά πανέμορφο, ένας ιδανικός τρόπος να πεις μια sci-fi ιστορία δίχως να νιώθεις πως βλέπεις ποτέ κάτι ψεύτικο.
Αυτό είχε ανάγκη το Creator (Δημιουργός), ένα σπάνιο πρωτότυπο φιλμ σε ένα πεδίο γεμάτο σίκουελ και reboot. Η ιστορία ενός πρώην στρατιώτη (ο φίλος του σάιτ, John David Washington) που επιστρέφει στο πεδίο της μάχης αναζητώντας τη γυναίκα που πίστευε πως κάποτε έχασε, με αποστολή να βρει το υπερ-όπλο που μπορεί να γείρει την πλάστιγγα σε έναν πόλεμο Δύσης και Ανατολή, έναν πόλεμο ανθρώπων με την Τεχνητή Νοημοσύνη.
Η ταινία Ο Δημιουργός (The Creator) κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment.
Υπάρχουν πολλές ιδέες εκεί μέσα, πανέμορφα αποτυπωμένες από τον βρετανό σκηνοθέτη, ο οποίος ξεκίνησε με ένα καλτ, τελείως ανεξάρτητο sci-fi φιλμ πριν αρκετά χρόνια (Monsters) πριν μεταφέρει το στυλ του σε μεγάλου μπάτζετ υπερθεάματα: Το Godzilla του 2014, και φυσικά το Rogue One από τον κόσμο του Star Wars – ίσως η πιο μεστή και πολιτική από όλες τις ταινίες του franchise όσο αυτό ελέγχεται από τη Disney.
Καθώς η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες, βρήκαμε σε zoom τον σκηνοθέτη Gareth Edwards για να μιλήσουμε για την σπάνια τέχνη των εφέ, για το μάθημα που έμαθε από τον George Lucas και τα Star Wars, και για το πώς προσέγγισε την ιδέα της Τεχνητής Νοημοσύνης σε μια εποχή που το Α.Ι. ζήτημα είναι πιο καυτό από ποτέ.
Στις ταινίες σου έχεις άμεση εμπλοκή με τα εφέ και ακόμα κι όταν μεγαλώνουν σε μέγεθος είσαι μέσα σε αυτή τη διαδικασία. Πώς ήταν η διαδικασία στον Δημιουργό και γιατί αυτό που βλέπουμε διαφέρει από οτιδήποτε άλλο ανάλογου μεγέθους;
Υπάρχουν πάντα συγκεκριμένα δημιουργικά κομμάτια που κάθε σκηνοθέτης παθαίνει εμμονή και υπάρχουν άλλα που λες «ΟΚ δεν είμαι τόσο εδώ για αυτό, δε με πειράζει να το αναλάβει κάποιος άλλος αυτό». Οπωσδήποτε εγώ έχω εμμονή με τα εφέ, είναι ένα θέμα που το ξέρω.
Τι προσπάθησα λοιπόν να κάνω εδώ; Η ILM κι άλλες εταιρείες από όλο τον κόσμο έναναν τα εφέ, είναι κάπου 1.700 πλάνα νομίζω. Η πρώτη ταινία που έκανα, το Monsters, λειτούργησε ως εξής: Πήγαμε στην Κεντρική Αμερική, βρήκαμε πολλά όμορφα, τρελά πράγματα που δεν ήταν μέρος του αρχικού μας σχεδίου και κάναμε γύρισμα, το μοντάραμε και μόνο όταν τελειώσαμε, τότε σχεδιάσαμε το CGI. Και το κάναμε βασισμένοι στο ποιο ήταν το υλικό. Δεν το είχα προ-αποφασίσει. Οπότε μπορούσαμε να ρολάρουμε και να χρησιμοποιήσουμε υπέρ μας όλα τα ευτυχή ατυχήματα που προέκυπταν.
Πραγματικά ήθελα να κάνω ένα μπλοκμπάστερ με αυτό τον τρόπο. Γιατί ένιωθα ότι θα είχαμε πολύ καλύτερο αποτέλεσμα, οικονομικά αλλά και όχι μόνο. Πίστευα όμως ότι θα έπρεπε να το κάνουμε με πολύ μικρή εταιρεία, μια γενναία εταιρεία που θα ήθελε να αφήσει το στίγμα της στον κόσμο. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα ενδιαφερόταν για τη δουλειά η ILM, γιατί συνήθως κάνουν πρότζεκτ όπως τα Star Wars, η Marvel. Όταν ενδιαφέρθηκαν είπαμε πως δε μπορούμε να το κάνουμε, γιατί θέλουμε να γυρίσουμε την ταινία σε στυλ γκερίλα, όπως το Monsters. Και μας διαβεβαίωσαν πως ενδιαφέρονται, θέλησαν να τα βρούμε.
Για να φανεί λοιπόν αν μπορεί να γίνει η συνεργασία, πήγαμε στο λοκέισον και γυρίσαμε ένα 10λεπτο τεστ. Έβαλα φακούς του 1970 σε μια μικρή ψηφιακή κάμερα, πήγαμε στο Νεπάλ και στην Ιαπωνία κι έκανα γύρισμα. Και τους έδωσα υλικό του στυλ, κάποιοι μοναχοί να μπαίνουν σε ένα ναό. Και του λέω, ΟΚ, κάντε τους αυτούς ρομπότ. Δεν κατέγραψα ψηφιακά την κίνησή τους, δεν είχα πουθενά βούλες, green screen, δεν είχα τέτοια πράγματα.
Και το έκαναν! Μέσα σε λίγες μέρες. Πέτυχε, και κόστισε λιγότερο κιόλας, κι όλοι ήταν ενθουσιασμένοι. «Έτσι πρέπει να κάνουμε ταινίες!» Το δείξαμε στο στούντιο και πήραμε το πράσινο φως, οπότε έτσι δουλέψαμε σε όλη την ταινία.
Δεν είπες σε όλους τους ηθοποιούς του καστ κατά πόσο έπαιζαν ρομπότ ή άνθρωπο, σωστά; Γιατί;
Οι άνθρωποι υπέθεταν ότι κάνουμε μια νορμάλ ταινία επιστημονικής φαντασίας κι αν ξέρουν ότι θα παίξουν ρομπότ συνήθως το παίζουν… [κάνει ρομποτικές, απότομες κινήσεις και ομιλία]. Όχι, αυτή δεν ήταν μια τέτοια ταινία. Ακόμα και τα ρομπότ πιστεύουν ότι είναι άνθρωποι σαν εσένα κι εμένα. Ήθελα όλοι να ξεχάσουν ότι είναι sci-fi. Και λέω, ξέρεις τι; Δεν θα πω σε κανέναν αν είναι ρομπότ. Τους εξήγησα φυσικά ότι μπορεί και να είναι, είπα κάποιοι εδώ ανάμεσά μας είναι ρομπότ, κάποιοι είναι άνθρωποι, και θα το αποφασίσουμε στο post-production.
Για να είμαι ειλικρινής, έτεινα να θέλω να κάνω ρομπότ εκείνους που ήταν όσο πιο φυσική και νορμάλ ήταν η ερμηνεία τους κι η συμπεριφορά τους. Ήθελα να τους κάνω Α.Ι. γιατί μου φαινόταν συναρπαστικό! O Amar Chadha-Patel ας πούμε, παίζει τρεις χαρακτήρες στην ταινία, έκανε μια φανταστική ερμηνεία παίζοντας το ρομπότ που [εδώ ο Edwards περιγράφει μια συγκινητική σκηνή που εμπλέκει ένα ρομπότ και μια ενστικτώδη του απόφαση], και όταν ήμουν στο μοντάζ του λέω «Amar, θέλω πολύ να σε κάνω ρομπότ, ο χαρακτήρας σου είναι δυνατός και θα κάνει την ταινία πιο δυνατή». Δε θα το έκανα αν δεν συμφωνούσε, θα αισθανόμουν άσχημα. Κι αυτός ήταν 100% μέσα, μου λέει κάντο, κάνε ό,τι χρειαστεί. Και μπορεί να μην έχει τώρα ο χαρακτήρας το πρόσωπό του αλλά έχει το περφόρμανς, κάθε κίνηση είναι δική του. Είμαι πολύ περήφανος γι’αυτόν.
Οπότε ναι, το ότι αποφασίστηκε εκ των υστέρων τι ήταν ρομπότ και τι όχι, επέτρεψε να έχουμε κάποια πολύ συναισθηματικά κομμάτια. Λίγοι μόνο το ήξερα από την αρχή: Ο Ken Watanabe προφανώς, το παιδί, και 1-2 άνθρωποι ακόμα.
O John David Washington; Ήταν η πρώτη σου επιλογή;
Ναι, είχαμε καταλήξει σε μερικούς, στη διάρκεια της πανδημίας τότε αυτό, και λέω ΟΚ, θέλω να συναντηθώ με όλους τους. Ήμουν στο Λος Άντζελες και μου είπαν πως ο John David θέλει πολύ να με συναντήσει. Πήγαμε σε ένα ρεστοράν και θυμάμαι φόραγε μάσκα Star Wars και σκέφτηκα α, το κάνει λόγω της ταινίας που έχω γυρίσει. Αλλά μου λέει αμέσως, «σχεδόν δεν την φόρεσα». Γιατί είναι τεράστιος φαν του Star Wars, τη φορούσε όλο το χρόνο αλλά σκέφτηκε πως θα ήταν περίεργο να τη φοράει όταν έρθει να με γνωρίσει. Καταλήξαμε να μιλάμε για ώρες για Star Wars, είναι ένας γλυκός προσγειωμένος άνθρωπος εκτός από φοβερός ηθοποιός. Κι έτσι σιγουρεύτηκα ότι θα ήταν ο σωστός.
Οδηγώντας μετά για να πάω σπίτι, μόλις είχε βγει το Tenet τότε, και κάθε φορά που σταμάταγα σε ένα φανάρι ήταν εκεί ο John David και με κοίταγε, σα να έλεγε «θες να είμαι στην ταινία σου, ε;». Είδα 10 πόστερ που με κοίταγαν στη διαδρομή! Όταν έφτασα σπίτι πήρα τηλέφωνο και είπα «είναι ο John David, πάμε, ας το κάνουμε».
Το Α.Ι. ήταν ο κακός στο Mission: Impossible που βγήκε φέτος το καλοκαίρι και την ίδια στιγμή είναι ένα πολύ καυτό ζήτημα με κεντρικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις της απεργίας που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στο Χόλιγουντ. Εσύ στην ταινία αυτή παίρνεις μια πιο υπαρξιακή προσέγγιση και δεν την βλέπεις ως εχθρό. Πώς προσέγγισες αυτό που τώρα είναι ένα τόσο κεντρικό ζήτημα;
Όταν άρχισα πριν 4-5 χρόνια να γράφω την ταινία δεν ήταν σημαντικό ζήτημα, ήταν σαν μακρινό όνειρο, σαν ιπτάμενα αυτοκίνητα. Δεν είναι όπως σήμερα που το συναντάς παντού. Το χρησιμοποίησα περισσότερο σαν παραμυθένιο αφηγηματικό μηχανισμό. Η ιδέα δηλαδή κάποιων ανθρώπων που είναι διαφορετικοί από εμάς.
Όποτε έχεις έναν κακό σε μια ταινία, όπως είναι υποτίθεται εδώ το Α.Ι., το πρώτο που γίνεται όταν βάζεις έναν ηθοποιό στο ρόλο είναι να προσπαθήσει να καταλάβει γιατί ο χαρακτήρας του πιστεύει ότι εκείνος είναι ο καλός κι όλοι οι άλλοι είναι οι κακοί. Αν θέλεις τρισδιάστατους χαρακτήρες πρέπει να σκεφτείς με αυτό τον τρόπο.
Και το δευτερόλεπτο που προσπαθείς να φανταστείς τον κόσμο μέσα από τα μάτια της Α.Ι. είναι πολύ εύκολο να δεις εμάς ως τους κακούς. Ουσιαστικά είναι σκλάβοι μας, κάνουν ό,τι θέλουμε και δεν τους θεωρούμε ίσους ή ούτε καν ζωντανούς. Οπότε με το που το δεις από αυτή την οπτική, είναι ξαφνικά μια πολύ ενδιαφέρουσα κατάσταση.
Μου άρεσε πολύ η ιδέα του να κάνω ένα φιλμ που σε πάει ένα ταξίδι, που ξεκινάς από μια οπτική και μέσα από τα όσα συμβαίνουν στην ιστορία καταλήγεις σε μια στροφή 180 μοιρών και το βλέπεις από την αντίθετη οπτική. Έχουν ήδη όμως δρομολογηθεί κάποιες τραγικές καταστάσεις κι έτσι μετά έρχεται η λύπη, μετανιώνεις για αυτό που σκεφτόσουν.
Μου αρέσουν αυτές οι ιστορίες που δεν έχεις άσπρο και μαύρο, έχεις γκρίζο. Ούτε ήθελα το φιλμ να κάνει κήρυγμα. Μου αρέσει όταν οδηγάς για το σπίτι μετά την ταινία και διαφωνείς για το τι σήμαινε ή τι συμβαίνει μετά τους τίτλους τέλους. Μου αρέσει αυτό το ντιμπέιτ, κρατά μια ταινία ζωντανή. Αυτές είναι οι ταινίες που με ενδιαφέρουν.
Η ταινία διαδραματίζεται στη «Νέα Ασία», πώς ανέπτυξες αυτή την περιοχή και γιατί ήθελες να τοποθετήσεις την ιστορία εκεί;
Αυτό που έμαθα από τα Star Wars, αυτό που έκανε πολύ καλά ο George Lucas όσο αφορά το sci-fi, είναι ότι δεν είναι κάτι που αφορά απλώς το μέλλον, αλλά επίσης και το παρελθόν. Έπαιρνε ιστορίες, ιδέες, πνευματικότητα, θρησκεία, μυθολογία – πράγματα από χίλια χρόνια πριν – και τα συνδύαζε με το βαθύ μέλλον, με διαστημόπλοια, ρομπότ. Ήταν πολύ σημαντικό αυτό, γιατί έτσι η επιστημονική φαντασία του αφορούσε στην πραγματικότητα το παρελθόν στο πνεύμα.
Η νοτιοανατολική Ασία για μένα είναι μέρος που έχει αυτό τον συνδυασμό. Στις πρωτεύουσες νιώθεις κάτι από Blade Runner αλλά μετά κοιτάς σε ένα σοκάκι και θα βρεις έναν παλιό ναό. Η αρχαία παράδοση είναι συνδυασμένη με τον μοντερνισμό. Κι αυτό το βρήκα συναρπαστικό. Κι ήθελα πολύ να κάνω αυτή την ταινία, που να συνδυάζει αυτό το μέρος του κόσμου με ρομπότ, διαστημόπλοια. Ένιωσα ότι κάποιος άλλος θα έκανε αυτή την ταινία μια μέρα και θα ζήλευα πολύ.
Το στούντιο αντέδρασε σε τίποτα, είχες δυσκολίες;
Όχι! Είμαι τυχερός. Βρήκα το σωστό σπίτι για αυτή την ταινία, η New Regency έχει κάνει ταινίες όπως το Lighthouse και το Revenant, δηλαδή πάντα προέχει η υποστήριξη του καλλιτεχνικού οράματος αλλά υπάρχει και προσπάθεια για εμπορική ανταπόκριση. Εξάλλου πολύ λίγοι άνθρωποι κάνουν πρωτότυπες ταινίες πια.
Στην αρχή του καλοκαιριού όταν ερχόταν η απεργία των ηθοποιών, είχαμε μια συζήτηση στη Disney, μήπως πάμε την ταινία τον επόμενο χρόνο. Και μας έδειξαν τον τοίχο τους, το timeline των κυκλοφοριών τους με κάθε ταινία που ερχόταν το καλοκαίρι και το φθινόπωρο. Και μας λένε, είναι το μόνο ορίτζιναλ πράγμα που έχουμε, που δεν βασίζεται σε κάτι, δεν είναι σίκουελ, δεν είναι franchise, δεν είναι βιβλίο. Μου λένε, αν φύγει αυτή η ταινία, τότε τι κάνουμε; Έμοιαζε τόσο περίεργο. Όταν ήμουν μικρός κάθε βδομάδα είχες κάτι ορίτζιναλ στις κυκλοφορίες και τώρα είναι τόσο σπάνιο. Οπότε η ταινία είναι κι ένα γράμμα αγάπης προς τις ταινίες με τις οποίες μεγάλωσα, το sci-fi και το fantasy που μου λείπει από το μοντέρνο σινεμά.
Το Blade Runner που ανέφερες είναι μια από τις ταινίες που σε ενέπνευσαν. Έχεις αναφέρει και το Αποκάλυψη Τώρα, το Paper Moon… Είναι παλιές ταινίες, αλλά τι μένει από αυτές τις ταινίες για σένα σήμερα, τόσα χρόνια μετά;
Είναι ενδιαφέρον γιατί πάντα καταλήγεις να ρωτάς τον εαυτό σου γιατί το κάνεις όλο αυτό. Ποιο είναι το αποτέλεσμα στο τέλος που κάνει όλα να αξίζουν τον κόπο. Υπάρχουν πολλές απαντήσεις σε αυτό αλλά η αλήθεια είναι το πώς οι άνθρωποι σκέφτονται για το φιλμ 20 ή 50 χρόνια από τώρα. Το Blade Runner ας πούμε δεν ήταν επιτυχία όταν βγήκε, αλλά σήμερα κανείς δεν το αμφισβητεί ειδικά ως προς το χτίσιμο του κόσμου και το ντιζάιν.
Κι αυτό με οδηγεί σε μια άλλη σκέψη, μιλώντας για το πώς σκέφτονται οι άνθρωποι για την ταινία σου. Πάρε αυτό που γίνεται με το streaming. Όταν άρχισαν, είπαν στους σκηνοθέτες ελάτε σε εμάς… [σκέφτεται για μια στιγμή]
ΟΚ, φαντάσου ότι το να κάνεις φιλμ είναι σα να παίζεις ποδόσφαιρο, κι έρχονται και σου λένε hey, θα φτιάξουμε μια νέα λίγκα. Άσε την τωρινή σου, άσε την Premier League κι έλα να παίξεις με εμάς, στην Streaming League. [γελάμε] Θα σου δώσουμε πιο πολλά λεφτά και θα μπορείς να διαλέξεις ποιους έχεις στην ομάδα σου, θα είναι τέλεια.
Λες λοιπόν, α, ΟΚ, ωραία. Και πας να παίξεις εκεί και κατεβαίνεις στο γρασίδι και δεν έχει κοινό. Λες, πού είναι όλοι οι άνθρωποι; Και σου λένε, α μην ανησυχείς για αυτό! Απλά παίζε εσύ. Κι αρχίζεις να παίζεις και λες, κερδίζω; Κοιτάς το σκορ και δεν έχει ταμπλό με σκορ. Λες, πού είναι το ταμπλό; Ποιος κερδίζει; Και σου λένε, α μην ανησυχείς για το σκορ, απλά παίξε!
Και λες, ΟΚ, για μισό λεπτό. Γιατί το κάνω αυτό; Κι η αλήθεια είναι ότι το κάνω επειδή με νοιάζει το σκορ, και με νοιάζει το κοινό.
Κάνω φιλμ για το σινεμά, για αυτή την αίσθηση του να κάθεσαι ανάμεσα σε άλλους και να έχεις την συλλογική αντίδραση, καλή ή κακή, είναι κάτι το πρωτογενές. Έχουμε εξελιχθεί με τρόπο που πάντα καθόμαστε γύρω από τη φωτιά ως γκρουπ και κάποιος που είχε μια τρελή εμπειρία σου διηγείται τι έπαθε. Έτσι αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο, μέσω των άλλων ανθρώπων. Κι είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Πιστεύω ότι μπορεί το σινεμά να αλλάξει όνομα, να αλλάξει ακόμα και φορμάτ, αλλά η ιδέα του να καθόμαστε όλοι μαζί με αγνώστους να μας λένε μια σπουδαία ιστορία, αυτό θα είναι ακόμα εδώ σε χίλια χρόνια. Σε 10.000 χρόνια στο μέλλον.
*Η ταινία Ο Δημιουργός (The Creator) κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment.