© Ken Faught / Getty Images
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Guy Gavriel Kay, πώς ένιωθες όταν έκανες την επιμέλεια στο Σιλμαρίλλιον του J.R.R. Tolkien;

Ξεκίνησε την καριέρα βάζοντας σε τάξη έναν ολόκληρο μυθολογικό κόσμο, συνέχισε γράφοντας τις δικές του fantasy ιστορίες οι οποίες πούλησαν εκατομμύρια αντίτυπα. Τώρα, ανοίγει τα χαρτιά του στο OneMan έχοντας μόλις εκδώσει το νέο του βιβλίο στα Ελληνικά.

Για όποιον ξεκινούσε να διαβάζει fantasy λογοτεχνία στα 90s, μετά τον μονόδρομο που λέγεται J.R.R. Tolkien, υπήρχαν κάποια λίγα ονόματα συγγραφέων που ξεχώριζαν. Οι επιλογές δεν ήταν πολλές, σίγουρα όμως ο Guy Gavriel Kay φιγουράριζε πολύ ψηλά στη λίστα. Το σύμπαν που έχτισε άλλωστε ο Καναδός στα πρώτα του βιβλία κουβαλά εκείνη τη χαρακτηριστική ατμόσφαιρα του high fantasy: ένας αέναος πόλεμος ανάμεσα στο καλό και το κακό σε έναν κόσμο που φλερτάρει με τους μύθους του Αρθούρου και την κέλτικη μυθολογία.

Πώς όμως ξεκίνησε την καριέρα του ο 67χρονος συγγραφέας πριν γίνει ένα από τα πιο διάσημα ονόματα της λογοτεχνίας του φανταστικού; Τι το τόσο κομβικό έφερε στο είδος του fantasy πέρα από τα εκατομμύρια αντίτυπα; Ποια είναι η «μυστική» του σχέση με την Ελλάδα και τι έχει να πει για το νέο του βιβλίο Κάποτε ένα φως (εκδ. Anubis) που κυκλοφόρησε πριν λίγο καιρό στα ελληνικά;

Ο Guy Gavriel Kay άφησε για λίγο στην άκρη τις συγγραφικές του υποχρεώσεις, έκανε ένα διάλειμμα και άνοιξε τα χαρτιά του στο OneMan. Μαζί όμως με αυτά άνοιξε και ένα παράθυρο σε ένα μαγικό, φανταστικό σύμπαν που όμως εμπνέεται σε μεγάλο βαθμό από τα σκληρά μαθήματα της πραγματικής ιστορίας.

Guy Gavriel Kay

Τι ρόλο παίζει η πραγματική ιστορία στα βιβλία φαντασίας που υπογράφεις;

Τις τελευταίες τρεις περίπου δεκαετίες, τα ιστορικά θέματα και μοτίβα αποτελούν κεντρικό κομμάτι της δημιουργικής μου διαδικασίας. Το γιατί το κάνω αυτό -την «στροφή 20 μοιρών από το fantasy» όπως την είχε ονομάσει ένας άλλος συγγραφέας- επηρεάζεται από τόσους πολλούς διαφορετικούς παράγοντες και θα χρειαζόταν (ή πιο σωστά έχει χρειαστεί) πάρα πολλά δοκίμια και ομιλίες για να καταφέρω να το εκθέσω.

Και τα φανταστικά στοιχεία;

Προσωπικά, θεωρώ ότι τα φανταστικά στοιχεία αποτελούν ένα εργαλείο για τον συγγραφέα. Στα βιβλία που μπορούν να δώσουν ακόμα μεγαλύτερη δύναμη και αποτελεσματικότητα, τα χρησιμοποιώ με μεγάλη ελευθερία. Όταν όμως είναι απλά να μπουν, τότε το αποφεύγω. Ακριβώς, δηλαδή, όπως αποφεύγω να χρησιμοποιώ στην τύχη οποιοδήποτε άλλο από τα εργαλεία του συγγραφέα.

Πώς ήταν η εμπειρία του να εργάζεσαι δίπλα-δίπλα με τον γιο του J.R.R. Tolkien, Christopher, στην επιμέλεια του Σιλμαρίλλιον;

Η πιο απλή απάντηση που μπορώ να δώσε είναι η εξής: το ότι δούλεψα πάνω στις σημειώσεις του Tolkien για περίπου έναν χρόνο σε ένα χωριό κοντά στην Οξφόρδη, ήταν εκείνο το πράγμα που με έκανε να θέλω να γίνω συγγραφέας.

Ποτέ δεν περίμενα να τα καταφέρω, ιδιαίτερα στον βαθμό του να μπορώ να ζω από αυτό. Έτσι, κάθε πρωί όταν ξυπνώ νιώθω πραγματικά χαρούμενος που, τελικά, τα κατάφερα.

Πίσω στα τέλη της δεκαετία του ’90, τα βιβλία σου ήταν η πρώτη επιλογή για κάποιον που δεν είχε άλλα βιβλία του J.R.R. Tolkien να διαβάσει. Μπορείς να σχολιάσεις αυτό το γεγονός;

Ειλικρινά, αν ένας συγγραφέας είναι επιτυχημένος σε μία συγκεκριμένη αγορά, πολύ συχνά αυτό έχει να κάνει με τους εκδότες του. Είμαι πολύ τυχερός που συνεργάζομαι με την Compupress/Anubis. Άλλωστε, ήταν ένας από τους πρώτους εκδοτικούς που έβγαλαν τα βιβλία μου σε άλλη γλώσσα πέρα από τα Αγγλικά, και συνεχίζουν να το κάνουν μέχρι σήμερα.

Όπως ίσως μπορεί να γνωρίζεις,  έχω μία ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου για την Ελλάδα, και αυτή η πολύχρονη εκδοτική σχέση είναι άλλη μία ένδειξη για τα βαθιά συναισθήματα που τρέφω για τη χώρα σας.

Οι αναμνήσεις σου από την Ελλάδα;

Τόσες πολλές! Ήρθα πρώτη φορά στα 18 μου και περίμενα να την αγαπήσω (είχα διαβάσει τόσα πολλά γύρω από αυτήν), όπως και έκανα. Εκείνο το καλοκαίρι πήγα στη Σκιάθο, ύστερα από μία συζήτηση που είχα με κάποιον στους Δελφούς την ώρα του ηλιοβασιλέματος, και αφού οι ξένοι επισκέπτες είχαν αποχωρήσει.

Έφτασα στο νησί με το φέρι-μποτ, τότε άλλωστε δεν υπήρχαν αεροπλάνα να σε πάνε, «ξεφεύγοντας» από τους τουρίστες. Έτσι, πέρασα τον καιρό μου ανάμεσα σε Έλληνες που έκαναν διακοπές και ήξεραν να εκτιμήσουν τη Σκιάθο.

Αργότερα, έγραψα δύο βιβλία κατά τη διάρκεια πολύμηνης διαμονής για δύο διαφορετικούς χειμώνες στην Αγία Γαλήνη της Κρήτης. Το συγκεκριμένο νησί αλλά και το συγκεκριμένο χωριό παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στις αναμνήσεις της ζωής μου.

Πώς είναι δυνατόν τόσο περιφερειακοί, «μικροί» χαρακτήρες να παίζουν τόσο σημαντικό ρόλο στο Κάποτε ένας φως;

Αυτό είναι ένα στοιχείο που ήταν πάντα σημαντικό στα κείμενά μου, και όλα δείχνουν πως τώρα τελευταία έχει γίνει ακόμα πιο σημαντικό για μένα. Ειλικρινά πιστεύω πως η ιστορία δεν αφορά μόνο τις πράξεις μεγάλων προσωπικοτήτων, όπως επίσης πιστεύω ότι ως συγγραφέας καλό είναι να δίνεις στους αναγνώστες σου τη δυνατότητα να γνωρίσουν κι άλλους ενδιαφέροντες χαρακτήρες πέρα από τους κεντρικούς ήρωες σε ένα βιβλίο. (ΟΚ, αυτές είναι δύο διαφορετικές απόψεις, το γνωρίζω!)

Είναι το τελευταίο σου μυθιστόρημα ένα βιβλίο για την αληθινή φύση της μνήμης και της δύναμης;

Θα έλεγα πως το «αληθινή φύση» μάλλον ξεπερνά τις φιλοδοξίες που είχα για το βιβλίο, μιας και αυτά τα πράγματα βρίσκονται σε μία συνεχή κινητικότητα, αλλά, ναι, το συγκεκριμένο μυθιστόρημα εξερευνά τα εν λόγω θέματα, τα οποία πάντοτε με γοήτευαν τόσο ως αναγνώστη όσο και ως συγγραφέα.

Από την τριλογία Το υφαντό της Φιόναβαρ στα μέσα των 80s μέχρι το Τιγκανά βλέπουμε μία στροφή από το high fantasy προς το ιστορικά ενημερωμένο fantasy. Τι συνέβη;

Αυτό είναι μάλλον αλήθεια. Προσωπικά, βλέπω το Τιγκανά ως το ενδιάμεσο βήμα μέχρι το Ένα τραγούδι για την Αρμπόν του 1992, όπου ουσιαστικά επέλεξα να ταξιδεύω σε συγκεκριμένες ιστορικούς περιόδους (σ.σ: όπως το Βυζάντιο ή η μεσαιωνική Νότια Γαλλία) χρησιμοποιώντας παράλληλα στοιχεία φαντασίας.

Αλλά, ναι, σίγουρα το Τιγκανά αποτελεί κομβικό σημείο για τη γραφή μου – αλλά και, γενικά, για τη fantasy λογοτεχνία όπως έχει γραφτεί. Άλλωστε, όταν εκδόθηκε υπήρχε ένα τελείως διαφορετικό τοπίο στη λογοτεχνία του φανταστικού.

Τα τελευταία χρόνια, παρακολουθούμε πολλούς συγγραφείς που καταπιάνονται με το είδος να προσθέτουν στοιχεία διαφορετικότητας στα κείμενά τους (όπως για παράδειγμα ο Marlon James). Πώς νιώθεις για αυτό;

O Marlon James είναι σπουδαίος συγγραφέας. Ειλικρινά επικροτώ την ανάδειξη περισσότερων μαύρων συγγραφέων αλλά και συγγραφέων προερχόμενων από την LGBTQ+ κοινότητα ώστε να πουν τις ιστορίες, του μύθους και τους θρύλους που έχουν μεγαλύτερη σημασία για αυτούς. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί παρά να μας κάνει όλους πιο πλούσιους.

Η λογοτεχνία του φανταστικού απευθύνεται σήμερα σε ένα τεράστιο κοινό, δεν είναι πια «βιβλία για nerds» όπως υπήρξε για πολλά χρόνια. Ένα σχόλιο;

Εντάξει, σε κάποιον βαθμό αυτό δεν είναι κάτι περισσότερο από απλά δημογραφικά στοιχεία. Όταν ήμουν νέος, ανήκοντας στη γενιά των Baby Boomers, η προτίμηση προς τη λογοτεχνία του φανταστικού ήταν κάτι που ο κόσμος αντιλαμβανόταν ως εκκεντρικό, ως κάτι που -όντως- αφορά τους nerds.

Πολλοί αναγνώστες του είδους ένιωθαν απομονωμένοι από τον κοινωνικό περίγυρο (για αυτό και εκείνη την εποχή τα sff συνέδρια ήταν τόσο σημαντικά – ήταν μία ευκαιρία να γνωριστούμε όλοι όσοι ενδιαφερόμασταν για το είδος, να μη νιώθουμε μόνοι).

Η αλήθεια όμως είναι πως στοιχεία από τη λογοτεχνία του φανταστικού βρίσκονται στο επίκεντρο της ποπ κουλτούρας εδώ και χρόνια. Η παλιά απομόνωση που βίωναν οι fans δεν υπάρχει.

Σήμερα πια, το να σου αρέσει η Buffy (the Vampire Slayer)τo σύμπαν της Marvel ή τα role-playing games (rpg) είναι κάτι το συνηθισμένο. Πρόκειται, δηλαδή, για μία τεράστια πολιτισμική αλλαγή.

Έχεις άλλα χόμπι εκτός από το διάβασμα;

Μου αρέσει να ταξιδεύω (πριν τον Covid, κάτι που ελπίζω να κάνω ξανά σύντομα!), να πίνω ουίσκι, να φτιάχνω κοκτέιλ, να παίζω μπέιζμπολ, να βλέπω καλή τηλεόραση και καλό σινεμά, να κάνω συνεχώς κωμικά λογοπαίγνια (αυτό είναι μία αδυναμία μου). Παρακολουθώ επίσης πολύ στενά την πολιτική, αλλά αυτό δεν το θεωρώ τόσο χόμπι όσο υποχρέωση.

Σε δύσκολα χρόνια και επικίνδυνες καταστάσεις -όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία- τι έχει να μας διδάξει η ιστορία;

Θαυμάσια ερώτηση, αν και κανονικά χρειάζεται μία πολύ μακροσκελή απάντηση. Θα αρκεστώ όμως στο να πω το εξής: θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στα διδάγματα που επιλέγουμε από το παρελθόν. Όλο και πιο συχνά παρακολουθούμε το πως η ιστορία μπορεί να χρησιμοποιηθεί πολλές φορές από «ελεεινούς ηθοποιούς» ώστε να δικαιολογηθούν σχεδόν τα πάντα, χρησιμοποιώντας επιλεκτικές λεπτομέρειες ή ακόμα και ιστορικές ανακρίβειες.

Δεν είμαστε απόλυτα σίγουροι αν ο Mark Twain είχε όντως πει πως «η ιστορία δεν επαναλαμβάνει τον εαυτό της, κάνει όμως ομοιοκαταληξίες», θεωρώ όμως ότι είναι μία πολύ σοφή ατάκα σε κάθε περίπτωση.

Χρειάζεται να έχουμε πολύ ακριβή και προσεκτική γνώση του παρελθόντος πριν το χρησιμοποιήσουμε ως ένα είδος μαθήματος ή μία μορφή καθρέφτη του σήμερα. Πιστεύω ότι οφείλουμε να προχωρήσουμε σε αυτό τους είδους τη μόρφωση –  σε διαφορετική περίπτωση, θα μείνουμε αιώνια παιδιά στον ίδιο μας τον κόσμο.

Επόμενα πλάνα;

Το νέο μου βιβλίο All the Seas of the World θα βρίσκεται τον Μάιο στα ράφια των βιβλιοπωλείων του αγγλόφωνου κόσμου. Έτσι, αυτήν την περίοδο έχω πολλές υποχρεώσεις από τους εκδότες μου για να το προωθήσω. Μετά από αυτό, θα κάτσω να σκεφτώ με τον εαυτό μου ποιο θα είναι το επόμενο βιβλίο μου.