Ο τρόμος του ‘Haunting of Bly Manor’ είναι καλά κρυμμένος, αλλά μας στοιχειώνει όλους
Το No.1 του Netflix έχει διχάσει. Ποιος είναι ο πραγματικός αδιόρατος τρόμος του και γιατί οι 'αδυναμίες' του δημιουργού του είναι το μεγαλύτερό του όπλο;
- 15 ΟΚΤ 2020
Το ‘Haunting of Bly Manor’ δεν είναι όσο τρομακτικό ήταν το ‘Hill House’. Δεν το πλησιάζει καν. Ο πρόγονος της σειράς, το πόνημα μεταφοράς της Shirley Jackson από τον Mike Flanagan που πήρε χρόνια για να μεταφραστεί σε τηλεοπτικό φορμάτ, δεν ήταν μονάχα πιο εκτεταμένο στη γεωγραφία και τις θεματικές του. Από τις πτήσεις της Bent-Neck Lady μέχρι το jump scare του όγδοου επεισοδίου που θα τέλειωνε μια καλή όλα τα jump scares της ζωής μου ως το 2018 (και έκτοτε τώρα που το σκέφτομαι), το ‘Hill House’ ήταν πραγματικά ανελέητο με τον τρόμο του. Ήταν ισόποσα μία άσκηση για τις αντοχές του θεατή, όσο και μία μελέτη γύρω από την κατάθλιψη και το διαγενεακό τραύμα.
Το ‘Haunting of Bly Manor’ δεν επενδύει τόσο στο πρώτο μέρος. Στοιχειώνει, ανατριχιάζει, σίγουρα ξαφνιάζει κατά τόπους (υπάρχει μία ηχηρή… ας την πω παρέμβαση μίας εκ των νεκρών κατοίκων του αρχοντικού στα μισά περίπου της σεζόν που θα μου έδινε επάξια τον τίτλο της Scream Queen), αλλά σε τελική ανάλυση δεν φαίνεται να το απασχολεί ιδιαίτερα.
Η σειρά επαναφέρει τη Victoria Pedretti, αυτή τη φορά στον ρόλο μίας νεαρής δασκάλας που προσπαθεί να ξεφύγει από τα φαντάσματα, μεταφορικά και κυριολεκτικά, του παρελθόντος. Η Dani φεύγει από την Αμερική, σχεδόν αποδρά όπως μαθαίνουμε λίγο αργότερα, και πιάνει δουλειά ως γκουβερνάντα στην αγγλική επαρχία. Την έχει προσλάβει ο μεγαλοδικηγόρος Henry Wingrave, θείος των ορφανών που θα πρέπει να φροντίσει, ο οποίος προτιμά να κατεβάζει ουΐσκια στο γραφείο του από το να ασχολείται με τα παιδιά του νεκρού αδερφού του. Στο ‘Bly Manor’ θα γνωρίσει τον ανήσυχο Miles και την αλαφροΐσκιωτη Flora, τα δύο παιδιά, τον μάγειρα Owen που άφησε μια καριέρα σεφ στη Γαλλία για να προσέξει την άρρωστη μητέρα του, την οικονόμο Hannah που μοιάζει να ‘ταξιδεύει’ συνεχώς αλλού, και τη σαρκαστική κουλ τύπισσα Jamie που έχει αναλάβει την κηπουρική της τεράστιας έκτασης.
Στο ‘Hill House’ η οικογένεια ήταν πυρηνικού τύπου και είχε διαλυθεί μετά την απώλεια της μητέρας. Στο ‘Bly Manor’ οι ένοικοι προέρχονται από παντελώς διαφορετικές αφετηρίες και υπόβαθρα, και γνωρίζονται καλύτερα μέσα δεσμούς φιλίας, έρωτα, έντασης και τρυγμών. Είναι μία οικογένεια που δημιουργείται με σταθερά βήματα, με βασικότερο κέντρο αναφοράς τον Miles και τη Flora. Δύο παιδιά που έχουν βιώσει την απώλεια σε σημείο που κανείς στην ηλικία τους δεν θα έπρεπε να έχει αντιμετωπίσει. Εκτός από τους γονείς τους, έχασαν πρόσφατα και την προηγούμενη νταντά τους, τη Rebecca. Η νεαρή γυναίκα μάς συστήνεται αρχικά μέσα από όσους ακόμα την πενθούν, και παρουσιάζεται ως μία τρυφερή προσωπικότητα που παρασύρθηκε από τον βαλέ του Wingrave. Έναν ύπουλο τυχοδιώκτη που την εγκατέλειψε οδηγώντας τη στην κατάθλιψη και τελικά στην αυτοκτονία.
Η ερωτική σχέση της Rebecca με τον Peter Quint συμπληρώνει το παζλ που προέρχεται από το ‘Στρίψιμο της Βίδας’ του Henry James, της κύριας πηγής όπου βασίστηκε εδώ ο Flanagan, αν και ο δημιουργός φροντίζει φέτος να ενσωματώσει στοιχεία από την ευρύτερη αναξιοποίητη βιβλιογραφία του James (το διήγημά του ‘The Romance of Certain Old Clothes’ για παράδειγμα γίνεται ένα αυτόνομο ultra-γκόθικ επεισόδιο στην εκπνοή της σεζόν). Αντίθετα με την εξαιρετική μεταφορά του βιβλίου στο ‘The Innocents’ (1961) του Jack Clayton όπου οι φόβοι της νταντάς περί φαντασμάτων αποδίδονται στην επιβαρυμένη της ψυχική υγεία και σεξουαλική καταστολή (το μυθιστόρημα του James δεν ξεκαθαρίζει ποτέ την αλήθεια δίνοντας έδαφος σε πολλαπλές αναλύσεις ανά τα χρόνια), τα φαντάσματα που βλέπει η Dani είναι για κακή της τύχη πολύ αληθινά.
Όπως και στο ‘Hill House’, λειτουργούν ως περίβλημα της σειράς. Εκείνο το ανεξήγητο στοιχείο που δημιουργεί φόρτιση ακόμα και σε σκηνές που δεν το απαιτούν γιατί κρύβονται παντού. Πάνω απ’ όλα όμως, τα φαντάσματα για τον Flanagan είναι μία οργανική εκδήλωση τύψεων, ενοχών και μετάνοιας. Μέχρι το φινάλε του ‘Bly Manor’ θα έχουν διαφοροποιηθεί κιόλας. Δεν στοιχειώνουν μόνο. Είναι τα ίδια στοιχειωμένα, με παραπάνω από έναν τρόπους.
Κάποια από αυτά έχουν πολύ ενεργό μέρος στο mystery box της σειράς που φέτος ενδίδει πολύ περισσότερο στις σπαζοκεφαλιές. Με αποκορύφωμα το εξαιρετικό πέμπτο επεισόδιο που επικεντρώνεται στη Hannah, το show παίζει ξανά με τα timelines μετατοπίζοντας διαρκώς τα πιόνια μεταξύ ανάμνησης και πραγματικότητας. Αυτή η μία ώρα με τη Hannah είναι ό,τι πιο κοντινό έχει κάνει η ανθολογική σειρά σε Christopher Nolan. Έχει σχεδόν μία sci-fi χροιά που τελικά επεκτείνεται σε άλλους χαρακτήρες και επεισόδια, για να αναγνωρίσει τη θαλπωρή των ευχάριστων αναμνήσεων και να συναισθανθεί την απροθυμία των ηρώων μας να τις αφήσουν.
Αυτή η εγγενής συμπόνια που διατρέχει ολόκληρη σχεδόν τη φιλμογραφία του Flanagan είναι αναμφισβήτητο μέρος της δημιουργικής του ταυτότητας και είναι επίσης αναμφισβήτητα o λόγος που μέρος του κοινού, ειδικά του horror κοινού, θα έχει αντιρρήσεις με τη ματιά του. Το φινάλε του ‘Hill House’ άλλωστε, μακράν το πιο αμφιλεγόμενο επεισόδιο μιας κατά τα άλλα πολύ δημοφιλούς σεζόν, έφερε τα πάντα πίσω στην αφοσίωση και την αυτοθυσία και έδωσε ένα γλυκόπικρο αλλά αίσιο τέλος στους Crains. Ήταν ένας επίλογος πολύ συνεπής με το μελόδραμα που μας είχε οδηγήσει ως εκεί, ξένισε όμως τους φαν με δυσανεξία σε συμπεριφορές που βρίσκουν γλυκερές ή πολύ καλές για να είναι αληθινές.
Ο Flanagan όμως είναι ένας βαθιά ρομαντικός σε ένα είδος που δεν φημίζεται για την ανθρωπιά του. Είναι ο Nolan που παρά την απόλυτη γεωμετρία του υποστήριξε στο ‘Interstellar’ πως η αγάπη είναι μια ισχύς στη λογική της βαρύτητας, εκνευρίζοντας τους φαν γιατί «μιλούσε χίπικα» (δεύτερη αναφορά του κειμένου στον Nolan, τίποτα δεν ήταν σχεδιασμένο). Είναι ο showrunner που είχε αρχικά γράψει τους Crains να παραμένουν στο Κόκκινο Δωμάτιο, αλλά το άλλαξε επειδή δεν του πήγαινε καρδιά. Οι χαρακτήρες του είχαν ήδη περάσει πολλά και δεν έβρισκε δίκαιη μια τέτοια κατακλείδα. Είναι ο άνθρωπος που ανέλαβε το sequel μίας επιεικώς κακής ταινίας όπως το ‘Ouija’ και έφτιαξε ένα σπαρακτικό οικογενειακό δράμα τρόμου που δεν είχε κανένα δικαίωμα να είναι όσο καλό είναι. Είναι αυτός που προσπάθησε το ακατόρθωτο με το υποτιμημένο ‘Doctor Sleep’, να ικανοποιήσει και τους φαν της ταινίας του Kubrick και αυτούς του βιβλίου του Stephen King (ο δεύτερος σιχαίνεται τη μεταφορά του πρώτου), και θέλησε να κοιτάξει με συμπόνια το διαγενεακό τραύμα του Danny Torrance.
Είναι γνήσιος αισθηματίας δηλαδή θέλω να πω. Όσο σφοδρός κι αν θα είναι ενίοτε ο τρόμος του – και πόσο, μα πόσο μπορεί να είναι – δεν θα γίνει ποτέ ανάλγητος.
Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει πως χαρίζεται στο συμπέρασμα του ‘Bly Manor’. Η πιο τρομακτική διάσταση της σειράς είναι σε πρώτη φάση η ιδέα ότι οι άνθρωποι μπορούμε να μείνουμε για πάντα εγκλωβισμένοι σε ένα γεγονός, στα αρνητικά συναισθήματα που μπορεί να μας προκάλεσε. Η Dani έχει εγκλωβιστεί στις ενοχές για μία παλιότερη σχέση της με τραυματική έκβαση. Ο Owen στη φροντίδα της μητέρας του και στις τύψεις που του προκαλεί το συνοδευτικό αίσθημα εξάντλησης. Ο Peter Quint στα κακοποιητικά παιδικά του χρόνια και η Rebecca σε έναν δεσμό στον οποίο δεν απέκτησε ποτέ έλεγχο. Η Hannah και τα παιδιά εκπροσωπούν ακόμα πιο πρακτικά αυτή την ιδέα, αλλά δεν θα πούμε περισσότερα εδώ χάριν spoilers.
Η διάσταση αυτή θα είχε από μόνη της αρκετό καύσιμο, δεν είναι όμως η πιο τρομακτική στο ‘Bly Manor’.
Αυτή είναι η συνειδητοποίηση πως δεν υπάρχουν happy endings. Έχουμε μόνο χαρούμενες στιγμές. Μόνο μία μέρα ακόμα κάθε φορά που ξημερώνει, και δεν ξέρουμε καν αν θα προλάβουμε να δούμε τη δύση της. Όταν αγαπάμε αληθινά έναν άνθρωπο, συνδέουμε τη ζωή μας μαζί του και δεν σκεφτόμαστε πως κάποια στιγμή θα έρθει υποχρεωτικά το τέλος που φέρνει ο θάνατος. «Οι άνθρωποι είναι οργανική ύλη», λέει η Jamie στη Dani σε μία σκηνή, είναι τρωτοί και εύθραυστοι. Όταν μπαίνουμε σε σχέσεις μαζί τους εκτιθέμεθα αυτόματα στο ρίσκο μιας ζωής χωρίς εκείνους, με πόνο πιθανώς αδιαχείριστο. Όλα κάποτε τελειώνουν και, όταν σβήσουν τελικά και οι αναμνήσεις τους, χάνονται αναγκαστικά για πάντα.
Το ‘Bly Manor’ εξερευνά τον έμφυτο τρόμο που έχει κάθε τέτοια επένδυση, κάθε απόφασή μας να τον παραγκωνίσουμε και να δοθούμε, να εμπιστευτούμε την αγάπη μας σε κάποιον που μπορεί ανά πάσα στιγμή να φύγει χωρίς επιστροφή. Μπορεί να μην είναι τόσο ευδιάκριτος αυτή τη φορά, είναι όμως πιο ύπουλος και μας αφορά όλους. Είναι μία πανανθρώπινη συνθήκη που θα αντιμετωπίσουμε οι πάντες χωρίς εξαίρεση ή ‘ιδανική’ προετοιμασία. Η διαχείρισή της από μια τέτοια σειρά είναι η απόδειξη του εύρους που μπορεί να έχει το είδος του τρόμου στα σωστά χέρια.
Αυτό δεν σημαίνει φυσικά πως το show είναι αψεγάδιαστο. Η φετινή σεζόν θα κέρδιζε από λιγότερα επεισόδια, η κλιμάκωση ξεφουσκώνει γρήγορα μετά το build-up, και υπάρχει τουλάχιστον μία πολύ σημαντική εξέλιξη που συμβαίνει εκτός οθόνης. Για ακόμη μια φορά όμως, η καρδιά του ‘Haunting’ χτυπάει στους χαρακτήρες του και στις ανοιχτές πληγές που μοιράζονται μαζί μας.