Η παράσταση «1821: Η Επιθεώρηση» ανανεώνει ένα είδος θεάτρου που έμοιαζε υπό εξαφάνιση
Το δίδυμο των Δεληβοριά και Καρατζά χρησιμοποίησε και ταυτόχρονα ανανέωσε τα μοτίβα της τελευταίας γενιάς της επιθεώρησης πετυχαίνοντας κάτι πολύ σημαντικό.
- 23 ΙΟΥΝ 2021
H απόσταση μεταξύ του Βεάκειου και του Δελφινάριου είναι μία απόσταση περίπου 2,5 χιλιομέτρων που αν είσαι τυχερός και δεν συναντήσεις αυτό που οι θρύλοι ονομάζουν «κίνηση του Πειραιά», μπορείς να την καλύψεις σε λιγότερο από 10 λεπτά. Αυτή είναι η χωροχρονική απόσταση που χωρίζει δύο παραστάσεις που παίζονται περίπου την ίδια ώρα τουλάχιστον Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή: Το «Δες τα ρε Ελλάδα όλα αυτά» του Σεφερλή από τη μία και το «1821: Η επιθεώρηση» των Φοίβου Δεληβοριά και Δημήτρη Καρατζά από την άλλη.
Με έναν πολύ παράδοξο τρόπο το θεατρικό είδος της επιθεώρησης (με σημαντική συνεισφορά σε όλον τον 20ό αιώνα) άρχισε να αργοσβήνει περίπου την περίοδο που έσκαγε η φούσκα της ελληνικής ευμάρειας. Λίγο πριν την οικονομική κρίση, τα μνημόνια και όλα εκείνα που θεωρητικά θα ήταν το πετρέλαιο για να συνεχίσει να ακμάζει. Προφανώς και σε όλη αυτήν την περίοδο υπήρξαν διάφορες άμεσες ή έμμεσες εκφάνσεις του επιθεωρησιακού είδους αλλά κατά βάση το κουπί συνέχισε να το τραβάει μόνος του ο Μάρκος Σεφερλής καθιστώντας το σχεδόν προσωποπαγές.
Οι λόγοι γι’αυτή τη συνθήκη είναι πολλοί. Πρώτα από όλα, το γεγονός ότι οι μεγαλύτεροι εκπρόσωποι της τελευταίας γενιάς της επιθεώρησης (Μουστάκας, Ψάλτης, Τσάκωνας, Τόνι Άντονι, Ευριπιώτης) έφυγαν από τη ζωή αφήνοντας δυσαναπλήρωτο κενό. Επιπλέον, ο στιγματισμός οτιδήποτε «αυθεντικά λαϊκού» που ήρθε ως η ουρά των επιβαλλόμενων μέτρων λιτότητας. Η εκτόξευση και η παρακμή του είδους μετά τις τηλεοπτικές επιθεωρήσεις του Λάκη Λαζόπουλου (που υπήρξαν για πολλά χρόνια το πιο επιτυχημένο πρόγραμμα της τηλεόρασης). Τελικά, μία νέα γενιά κωμικών που επέλεξε να εκφραστεί περισσότερο από το stand up.
Ενώ, λοιπόν, ο Μάρκος Σεφερλής συνέχιζε για 17η χρονιά τη δική του επιθεώρηση, φέτος προέκυψε κάτι τελείως διαφορετικό και σίγουρα πολύ ενδιαφέρον. Το «1821: Η Επιθεώρηση» που γράφτηκε με αφορμή τον εορτασμό των 200 χρόνων της Ελληνικής Επανάστασης από ανθρώπους που δε θα περιμέναμε ακριβώς να κάνουν επιθεώρηση λόγω μάλλον ενός λόγιου προσήμου στο οποίο ηλιθιωδώς είχαμε τοποθετήσει τις δουλειές τους. Και αυτό αφορά τόσο το δίδυμο Καρατζά-Δεληβοριά, όσο το cast της παράστασης αλλά και εκείνους έγραψαν τα κείμενα.
Ο πρώτος σκόπελος που απέφυγε η επιθεώρηση
Όταν ξεκίνησα για να δω την παράσταση, αυτή ήταν και η κύρια ανησυχία μου: Η επιτηδευμένη λαϊκότητα, η άνωθεν αναπαράσταση του λαϊκού. Έχω δει τέρατα στη βάση αυτή και έχω φροντίσει να είμαι ιδιαίτερα αμυντικός σε αυτές τις περιπτώσεις. Η συγκεκριμένη δεν ήταν τέτοια. Παρότι δεν έχει κανένα νόημα να μιλάς για αυθεντικότητα του λαϊκού (άλλωστε η λαϊκότητα είναι εκ προοιμίου επιτέλεση), σε κανένα απολύτως μέρος της παράστασης δεν ένιωθες ότι κάποιοι μιμούνται έναν τρόπο έκφρασης που δεν είναι δικός τους. Αυτό είναι νομίζω και το μεγαλύτερο κέρδος.
Από την αρχή της επιθεώρησης μπορούσες να αποκωδικοποιήσεις διάφορα μοτίβα του είδους. Κάποια έπιαναν το νήμα από την αμέσως προηγούμενη γενιά: Βρισιές, τραγούδια, κιτς κουστούμια (πρέπει επιτέλους να σταματήσουμε να το θεωρούμε αυτό αρνητική αξιολόγηση), πολιτική κριτική με διδακτικό τόνο, φάρσες κτλ. Ταυτόχρονα όμως έβλεπες και μερικές καινοτομίες και διαφοροποιήσεις.
Η προηγούμενη εκδοχή της επιθεώρησης, ακόμα και αν ποτέ δεν ήμουν ιδιαίτερος φαν της, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι επεφύλασσε προς την πολιτική ελίτ μία πολύ σκληρή κριτική. Η κριτική αυτή όμως κατάφερνε να μη διχάσει το κοινό, ακριβώς γιατί ήταν από την αρχή μέχρι το τέλος συμπεριληπτική. Έκρινε αυστηρά αλλά είχε ως πυρήνα της έναν ομογενοποιητικό εθνικό λόγο. Προσπαθούσε και εν μέρει το κατάφερνε να μιλήσει εκ μέρους όλων. Τουλάχιστον όσων είχαν εκείνη την περίοδο πρόσβαση στον δημόσιο λόγο. Δεξιοί και ΠΑΣΟΚοι ξεκαρδίζονταν ακούγοντας πολύ σκληρή κριτική για τα κόμματα που ψήφιζαν φανατικά.
Το «1821: H Επιθεώρηση» παρήγαγε, τις περισσότερες φορές πετυχημένα, έναν λόγο αποδόμησης όχι της ίδιας της Επανάστασης αλλά κυρίως του ηγεμονικού εθνικού λόγου γι’αυτή και αυτό είναι κάτι καινούργιο. Βασίζεται δε στην επίγνωση των δημιουργών της (επίγνωση που δεν έχει για παράδειγμα ο Σεφερλής) ότι δεν έχει κανένα νόημα να προσπαθείς να μιλήσεις εκ μέρους όλων όπως έχουν διαμορφωθεί οι συνθήκες και όπως έχουν αυξηθεί (ευτυχώς) οι φωνές που αναζητούν δικαίωμα παρέμβασης στα δημόσια πράγματα συγκρουόμενες με όσους δεν θέλουν να χάσουν το προνόμιο που παραδοσιακά είχαν σε αυτή.
Αυτό το αισθητικό και τελικά ιδεολογικό στίγμα φάνηκε σε πολλά από τα σκετς. Το πηγαία αστείο κείμενο του Κώστα Μανιάτη είναι ένα meta σχόλιο πάνω στο σινεμά του Οικονομίδη και του Λάνθιμου οπότε μάλλον δεν απευθύνεται σε όλους. Το σκετς με τον μαθητή και την καθηγήτρια ιδιαίτερα τολμηρό, όπως και ο μονόλογος που έγραψε ο Κώστας Κωστάκος. Σε άλλα βέβαια, όπως η πανέξυπνη ιδέα της παρέλασης, ο μονόλογος του guest της Μίρκας Παπακωνσταντίνου ή το εν μέρει αστείο αλλά μάλλον επιφανειακό σκετς που πρωταγωνίστησαν ο Γάλλος και Κουκουράκης ήταν πιο παραδοσιακά επιθεωρησιακά κείμενα.
Το τελικό συμπέρασμα
Ο πρωταρχικός στόχος μίας επιθεώρησης που είναι να γελάσεις και να περάσεις καλά πέτυχε. Υπήρξαν κάποιες στιγμές που έπεφτες στο πάτωμα από το γέλιο και άλλες που μάλλον έκαναν κοιλιά και τράβηξαν περισσότερο από όσο έπρεπε με το τέλος να παραείναι βαρύγδουπο και στοχαστικό. Στα αρνητικά επίσης ότι κάποιες ατάκες έμοιαζαν να είναι ήδη παλιές και χιλιοπαιγμένες το οποίο είναι και απόλυτα λογικό. Πραγματικά είναι πολύ δύσκολο να γράψεις επικαιρική κωμωδία με αυτές τις ταχύτητες που παράγει χιούμορ το ίντερνετ.
Το τελικό αποτέλεσμα είναι όμως αδιαμφισβήτητα θετικό. Οι Καρατζάς και Δεληβοριάς έβγαλαν μία παράσταση ανεπιτήδευτα λαϊκή που επικοινωνεί ιδέες που συνήθως εκφράζονται με πιο διανοουμενίστικο τρόπο με τα εκφραστικά μέσα της φάρσας. Πολύ δύσκολο εγχείρημα που χρειάζεται ιδιαίτερη ικανότητα στον χειρισμό και των δύο γλωσσών για να πετύχει αλλά και μία ταλαντούχα ομάδα ηθοποιών (ξεχώρισαν οι Κοκκίδου, Νιάρρος, Πάνος Παπαδόπουλος και ο Γάλλος αλλά όλοι ήταν εξαιρετικοί) κειμενογράφων, σκηνικών και κουστουμιών. Η επιτυχία του είναι πολύ σημαντική τόσο ως εφαλτήριο μίας νέας επιθεώρησης όσο και ως εφεύρεση νέων τρόπων να μιλάμε για πολύ σοβαρά ζητήματα με ένα συνεκτικό και απλό τρόπο.
1821 – Η επιθεώρηση
Σύνθεση: Φοίβος Δεληβοριάς – Δημήτρης Καραντζάς
Κείμενα: Λένα Κιτσοπούλου, Γιάννης Αστερής, Γλυκερία Μπασδέκη, Κώστας Μανιάτης, Κώστας Κωστάκος, Κέλλυ Παπαδοπούλου και Φοίβος Δεληβοριάς
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς
Πρωτότυπη μουσική: Φοίβος Δεληβοριάς
Σκηνικά: Μαρία Πανουργιά – Μυρτώ Λάμπρου
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Χορογραφία: Ζωή Χατζηαντωνίου
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Βοηθός σκηνοθέτη : Ευδοξία Ανδρουλιδάκη
Κομμώσεις: Κωνσταντίνος Σαββάκης
Βοηθός ενδυματολόγου: Ιφιγένεια Νταουντάκη
Παραγωγή: ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ
Πρωταγωνιστούν: Μίρκα Παπακωνσταντίνου, Eλένη Κοκκίδου, Νίκος Καραθάνος, Γιώργος Γάλλος, Γαλήνη Χατζηπασχάλη, Γιάννης Νιάρρος, Μιχάλης Οικονόμου, Γιάννης Κουκουράκης, Γιάννης Κλίνης, Βάσω Καβαλιεράτου, Πάνος Παπαδόπουλος, Ηλίας Μουλάς, Ιωάννα Πιατά.
Guests: Λυδία Φωτοπούλου, Μαρία Καβογιάννη, Μάρθα Φριντζήλα, Χρήστος Λούλης